Κυριακή, Ιουνίου 12, 2005

No 81

2 Μαρτίου 1980
Με το Θανάση μαλώσαμε άγρια. Μου είπε ότι θέλει να μπαρκάρει κι εγώ του απάντησα να κάτσει στ’ αυγά του και να πιάσει μια δουλειά της προκοπής. Αυτός επέμενε και στο τέλος τσακωθήκαμε άγρια. Μου πέταξε τα κλειδιά που του είχα δώσει και πήγε να φύγει. Εγώ έκανα σαν τρελή. Έβαλα τα κλάματα και άρχισα να τον παρακαλώ να μη με αφήσει μόνη. Τον αγαπάω και αν τον έχανα δεν ξέρω τι θα έκανα. Τη μοναξιά δεν θα την μπορούσα. Στο τέλος λύγισε. Έβαλε κι αυτός τα κλάματα, με αγκάλιασε και μου είπε ότι δεν θα μ’ άφηνε, γιατί μ’ αγαπούσε. Τον πλήγωνε όπως που μου είπε που οι άλλοι με βρίζουν, που με κυνηγάει η αστυνομία, που δεν με θέλουν στην πολυκατοικία, που μερικοί με ειρωνεύονται. Κλάψαμε κι οι δυο αγκαλισμένοι. Το βράδυ δεν πήγα στη δουλειά.
Πάολα

Φώτης Σιούμπουρας : Πεζοδρόμιο (Κάκτος)

Δεν υπάρχουν σχόλια: