Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 29, 2010

No 709

Frida Kahlo (Μεξικό)

Σύμφωνα με τον Άλεξ, η βιβλιοθηκάριος έπιασε τη Φρίντα και την τράβηξε πάνω της κι εκείνη ήταν πολύ σοκαρισμένη για να αντιδράσει. Σύμφωνα με τον Ντιέγκο, η Φρίντα ένιωσε να υπνωτίζεται από το γλυκό άρωμα της Λετίσια και στην πραγματικότητα έκανε εκείνη την πρώτη κίνηση. Στην εκδοχή της Φρίντα, η Λετίσια άγγιξε ξαφνικά το σημείο ανάμεσα στη μύτη και το πάνω χείλος της και είπε: «Έχεις ένα μικρό μουστάκι. Είναι αξιολάτρευτο». Στη συνέχεια, η Λετίσια πέρασε το δάχτυλό της πάνω στο φρύδι της Φρίντα. «Μου αρέσει ο τρόπος που ενώνονται τα φρύδια σου. Μοιάζουν με φτερούγες πουλιού». Η σκιά του μουστακιού και τα ενωμένα φρύδια της έκαναν κάποτε τη Φρίντα να ντρέπεται, αλλά έμαθε να τα αγαπάει, ακόμα και να τα τονίζει στους πίνακές της. Οι άνθρωποι που την ενδιέφεραν τα έβρισκαν ελκυστικά, αν και, για να σας πω την αλήθεια, εγώ δε συμφωνούσα.
Η Λετίσια πήρε το πρόσωπο της Φρίντα στα χέρια της και τη φίλησε απαλά στα χείλη. «Γλυκιά μου, έχεις κάνει ποτέ έρωτα με γυναίκα;» τη ρώτησε ψιθυριστά. «Είναι πολύ καλύτερο από το να το κάνεις με άντρα. Μια γυναίκα καταλαβαίνει αυτό που θέλει μια άλλη γυναίκα». Άρχισε να χαϊδεύει τρυφερά το σώμα της Φρίντα, φροντίζοντας να πιέζει τα πιο επίμαχα σημεία.
«Βλέπεις;» είπε η Λετίσια. «Καμιά σχέση με τον άντρα. Εκείνος σε αρπάζει άγρια, αλλά μια γυναίκα είναι τρυφερή. Έλα γλυκιά μου, άσε με. Δεν είναι ωραία; Τώρα, κάνε κι εσύ το ίδιο σ’ εμένα!»

Μπάρμπαρα Μουχίκα: Frida (Ελληνικά γράμματα)

Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 23, 2010

No 708



Ένας νέος παράγοντας, ωστόσο, εμφανίστηκε τώρα για να περιπλέξει ακόμα περισσότερο τη μπερδεμένη σχέση τους: Ο Τρούμαν είχε αρχίσει να υποφέρει από παρανοϊκές παραισθήσεις, σχεδόν σίγουρο αποτέλεσμα της υπερβολικής κατανάλωσης πολλών δόσεων ναρκωτικών. Μόλις κάθισαν εκείνη την Κυριακή του Πάσχα του 1980 για το εορταστικό δείπνο τους στο Λα Πετίτ Μαρμίτ, ένα ακριβό εστιατόριο απέναντι από το Πλάζα, ο Τρούμαν έσφιξε τρυφερά το χέρι του Τζον. Έπειτα, αλλάζοντας διάθεση τόσο γρήγορα, που για μια στιγμή ο Τζον νόμιζε πως αστειευόταν, είπε: «Συμπεριφέρθηκες ασυμπερίφορα». Επαναλαμβάνοντας αυτό το παράξενο και γλωσσικά λανθασμένο σχόλιο, ο Τρούμαν σηκώθηκε και παρολίγο να ρίξει ένα διπλανό τραπέζι. «Μπορείς να τελειώσεις το γεύμα σου κι εγώ θα πληρώσω», είπε προτού επιστρέψει παραπατώντας στο κτίριο όπου ζούσε. «Έπειτα δεν θέλω να σε ξαναδώ ποτέ πια».
Έχοντας μείνει έκπληκτος, ο Τζον τον ακολούθησε δέκα λεπτά αργότερα, για να έρθει αντιμέτωπος με μια ακόμα έκπληξη όταν μπήκε στο Πλάζα. Ο Τρούμαν είχε δώσει εντολή στον αρχιθυρωρό να διώξει από το διαμέρισμά του. (…) Ο Τζον πρότεινε να ξαναρχίσουν τη ζωή τους από την αρχή, μακριά από το ποτό και τα ναρκωτικά. «Τρούμαν, ας ζήσουμε», τον παρακάλεσε. «Έχουμε μια ευκαιρία να ζήσουμε! Αυτό που κάνουμε δεν μπορεί να ονομαστεί ζωή».

Τζέραλντ Κλαρκ: Καπότε. Μια ζωή εν θερμώ (Μεταίχμιο)

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 22, 2010

No 707


Το θέμα της σεξουαλικότητας του Σαίξπηρ - τόσο το αν είχε σεξουαλικότητα όσο και το αν οι προτιμήσεις του παρέκκλιναν από την πεπατημένη – δημιουργεί ήδη από την εποχή του προβλήματα για τους θαυμαστές του. Ένας από τους παλαιότερους εκδότες των σονέτων έλυσε το πρόβλημα μετατρέποντας όλες τις αντωνυμίες αρσενικού γένους σε θηλυκό, εξαλείφοντας επομένως με μια κίνηση οτιδήποτε θα μπορούσε να δώσει λαβή για αντιπαραθέσεις. (…) Οι περισσότεροι κριτικοί θεωρούν ότι οι στίχοι των σονέτων δείχνουν πως η σχέση του Σαίξπηρ με τον ωραίο νεαρό δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Αλλά όπως παρατηρεί ο Στάνλεϊ Ουέλς: «Μπορεί μεν ο ίδιος ο Σαίξπηρ να μην είχε ερωτική σχέση με κάποιον άντρα με την πλήρη έννοια αυτής της έκφρασης, αλλά σίγουρα καταλάβαινε τα αισθήματα όσων έχουν τέτοιες σχέσεις».

Μπιλ Μπράϊσον: Σαίξπηρ. Όλη η αλήθεια για τη ζωή του (Μεταίχμιο)

Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 16, 2010

No 706


«Τι φοβερή ιστορία είναι πάλι αυτή που μου λέτε; Τι είναι αυτή η ιστορία της στρατιωτικής θητείας; Από τότε που ήμουνα είκοσι έξι χρόνων δεν σας έστειλα από το Άντεν πιστοποιητικό που αποδείκνυε πως ήμουν υπάλληλος σε γαλλική εταιρεία, πράγμα που δίνει αναβολή – και στη συνέχεια, όταν ρωτούσα τη μαμά μου, απαντούσε πάντοτε πως όλα ήταν εντάξει και πως δεν είχα
τίποτα να φοβηθώ. Είναι δεν είναι τέσσερις μήνες που σας ρώτησα σε ένα γράμμα μου γιατί επιθυμούσα να γυρίσω στη Γαλλία. Και δεν έλαβα απάντηση. Νόμιζα πως τα είχατε κανονίσει όλα. Τώρα μου δίνετε να καταλάβω πως είμαι ανυπότακτος, πως με αναζητούν κ.λπ., κ.λπ. Να ζητήσετε πληροφορίες γι’ αυτό μόνο αν είστε βέβαιες πως δεν θα τραβήξετε την προσοχή επάνω μου. Όσο για μένα, δεν υπάρχει κίνδυνος, υπό αυτές τις συνθήκες, να ξανάρθω! Στη φυλακή μετά από όσα υπέφερα, καλύτερα ο θάνατος!
Ναι, εξάλλου εδώ και πολύ καιρό θα ήταν καλύτερα ο θάνατος! Τι μπορεί να κάνει στον κόσμο ένας άνθρωπος σακατεμένος; Και που τώρα είναι αναγκασμένος να εκπατρισθεί οριστικά; Γιατί βέβαια δεν θα γυρίσω πια με αυτές τις ιστορίες – θα είμαι ευτυχής αν μπορέσω να βγω από δω και, από θάλασσα ή ξηρά, να φύγω στο εξωτερικό.
Σήμερα προσπάθησα να περπατήσω με τις πατερίτσες, αλλά δεν μπόρεσα να κάνω παρά μερικά βήματα. Το πόδι μου είναι κομμένο πολύ ψηλά και μου είναι δύσκολο να κρατήσω ισορροπία. Δεν
θα ησυχάσω παρά όταν θα βάλω τεχνητό πόδι, αλλά η αποκοπή προκαλεί νευραλγίες στο υπόλοιπο μέλος και είναι αδύνατον να βάλω μηχανικό πόδι προτού να περάσουν εντελώς αυτές οι νευραλγίες, και υπάρχουν χειρουργημένοι όπου αυτό διαρκεί τέσσερις, έξι, οκτώ, δώδεκα μήνες! Όσο για το αν βγω με τις πατερίτσες, δεν βλέπω σε τι θα με ωφελήσει. Δεν μπορεί κανείς ούτε να ανεβεί ούτε να κατεβεί, είναι κάτι τρομερό. Κινδυνεύεις να πέσεις και να σακατευτείς ακόμη περισσότερο. Είχα σκεφτεί να έρθω σε σας να περάσω μερικούς μήνες περιμένοντας να βρω τη δύναμη να συνηθίσω το τεχνητό πόδι, αλλά τώρα βλέπω πως είναι αδύνατον.
Και τώρα η ζωή ενός σακάτη! Και εγώ που μόλις είχα αποφασίσει να γυρίσω στη Γαλλία αυτό το καλοκαίρι για να παντρευτώ! Αντίο γάμος, οικογένεια, μέλλον! Η ζωή μου είναι χαμένη, δεν είμαι παρά ένα ακίνητο κούτσουρο»
(Μασσαλία, 29 Ιουνίου, 11 Ιουλίου 1891)

Jean Arthur Rimbaud : Γράμματα από το Χαράρ (Άγρα)

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 15, 2010

No 705

Jordan Samper

Χτύπησαν το κουδούνι. Δύο αδέλφια: ο Λίνκολν είκοσι τριώ κι ο Αντριου δεκαεφτά χρονώ. Ανοιξε την πόρτα ο ίδιος. Ο Ραμόν Βασκέζ, το παλιό αστέρι του βωβού κινηματογράφου. Ηταν κοντά στα εξήντα τώρα, αλλά ακόμα διατηρούσε την ντελικάτη του ομορφιά. Τον παλιό καιρό, στις ταινίες και στη ζωή του, λάδωνε τα μαλλιά του με βαζελίνη και τα χτένιζε προς τα πίσω. Με το μουστακάκι του, τη μακριά λεπτή μύτη και με τον τρόπο του να κοιτάει βαθιά στα μάτια των κυριών, ε, ήταν το κάτι άλλο. Τον θεωρούσαν "Μεγάλο Εραστή". Οι κυρίες έλιωναν όταν τον έβλεπαν στο πανί. "Ελιωναν", έτσι έλεγαν οι δημοσιογράφοι. Αλλά στην πραγματικότητα ο Ραμόν Βασκέζ ήταν ομοφυλόφιλος. Τώρα τα μαλλιά του ήταν άσπρα και το μουστάκι του πιο παχύ.
Ήταν ένα κρύο καλιφορνέζικο βράδυ και το σπίτι του Ραμόν βρισκόταν πάνω στους λόφους. Τ' αγόρια φόραγαν στρατιωτικά παντελόνια και άσπρες μακό μπλούζες. Και οι δυο τους φαίνονταν καρδαμωμένοι κι είχαν ευχάριστα πρόσωπα, ευχάριστα κι απολογητικά.

Τσαρλς Μπουκόφσκι: «Ερωτικές ιστορίες καθημερινής τρέλας» (Οδυσσέας).

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 08, 2010

No 704


Αναγνώστη, τον/την παντρεύτηκα.
Και ιδού! Χάπι εντ.

Δεν εννοώ ότι κάναμε πολιτικό γάμο. Δεν εννοώ ότι κάναμε συμφωνία συμβίωσης. Εννοώ ότι κάναμε κάτι που θεωρείται ακατόρθωτο ακόμη και σήμερα, τόσους αιώνες μετά. Εννοώ ότι κάναμε κάτι που θεωρείται απίστευτο ακόμη και στις μέρες μας. Εννοώ, παντρευτήκαμε. Εννοώ, ιδού ο νυμφίος έρχεται. Εννοώ ότι διασχίσαμε μαζί τον διάδρομο της εκκλησίας. Εννοώ, χαρωπές βαδίσαμε, πήγαμε μπροστά, με Μέντελσον, με επιθαλάμιο, μάστορες, σηκώσαμε στα ύψη του μεγάρου τη σκεπή, διότι άλλη νύφη, γαμπρέ, σαν κι αυτή δεν υπάρχει.
Στεφανωθήκαμε με τις λουλουδένιες γιρλάντες (…) Δώσαμε η μια στην άλλη σπόρους κόλας που συμβολίζουν αφοσίωση, αυγά και χουρμάδες και αμύγδαλα που συμβολίζουν την αρετή, τη γονιμότητα, δεκατρία χρυσά νομίσματα που συμβολίζουν την παντοτινή αυτοθυσία.
Με αυτές τις βέρες παντρευτήκαμε.

Άλι Σμιθ: Κορίτσι Συναντά Αγόρι (Τόπος)

Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 02, 2010

No 703

David Park (HΠΑ)

Η Λίσμπετ βρήκε στην ιστοσελίδα μιας τοπικής εφημερίδας της Κεντρικής Σουηδίας ένα άρθρο που της προκάλεσε κατάπληξη. Το διάβασε τρεις φορές πριν κλείσει τον υπολογιστή και ανάψει τσιγάρο. Κάθισε σ’ ένα τσιγάρο. Κάθισε σ’ ένα μαξιλάρι στο περβάζι του παραθύρου και κοίταξε αποκαρδιωμένη τα νυχτερινά φώρα απ’ έξω.

«“Είναι αμφιφυλόφιλη”, λέει μια παιδική της φίλη.
»Η εικοσιεξάχρονη γυναίκα που καταζητείται για τρεις δολοφονίες περιγράφεται ως κλειστό και ιδιόρρυθμο άτομο, που είχε μεγάλες δυσκολίες προσαρμογής στο σχολείο.
Παρά τις προσπάθειες των άλλων να την ενθαρρύνουν να συμμετέχει στα κοινά, έμενε πάντα απ’ έξω.
» ‘Ήταν ολοφάνερο πως είχε προβλήματα με τη σεξουαλική της ταυτότητα’, θυμάται η Γιοχάνα, μια από τις λιγοστές φίλες που είχε η εικοσιεξάχρονη στο σχολείο.
» “Είχαμε καταλάβει από νωρίς πως ήταν διαφορετική και αμφιφυλόφιλη. Ανησυχούσαμε για κείνη”»


Το κείμενο συνέχιζε περιγράφοντας διάφορα γεγονότα που θυμόταν η Γιοχάνα. Η Λισμπέτ συνοφρυώθηκε. Η ίδια δε θυμόταν ούτε τα συγκεκριμένα γεγονότα ούτε πως είχε μια φίλη που την έλεγαν Γιοχάνα. Δεν μπορούσε καν να ανασύρει από τη μνήμη της κάποιο πρόσωπο που να το θεωρούσε κοντινό της άνθρωπο ή κάποιον που να είχε προσπαθήσει να την ενσωματώσει στη συντροφιά και στα κοινά της σχολικής ζωής.
Το κείμενο ήταν ασαφές όσον αφορά τη χρονική στιγμή που είχαν διαδραματιστεί αυτά τα γεγονότα. Η Λίσμπετ είχε ουσιαστικά εγκαταλείψει το σχολείο από τα δώδεκα της χρόνια. Πράγμα που σήμαινε πως η ανήσυχη συμμαθήτριά της είχε ανακαλύψει ήδη από την Τρίτη ή την Τετάρτη δημοτικού πώς εκφραζόταν σεξουαλικά η Λίσμπετ.

Στγκ Λάρσον: Το κορίτσι που έπαιζε με τη φωτιά (Ψυχογιός)

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 01, 2010

No 702


Σε αντίθεση με τη Μίμι, η Λίσμπετ δεν έβλεπε τον εαυτό της ως λεσβία. Δεν είχε ποτέ καθίσει να σκεφτεί αν ήταν ετεροφυλόφιλη, ομοφυλόφιλη ή αμφιφυλόφιλη. Γενικά, αδιαφορούσε για τις ετικέτες και ήταν της γνώμης πως δεν αφορούσε κανέναν το ποιον ή ποιαν θα διάλεγε για να περάσει τη νύχτα της. Αν ήταν υποχρεωμένη να διαλέξει ερωτικό σύντροφο, τότε προτιμούσε τα αγόρια –στατιστικά τουλάχιστον αυτά προηγούνταν στη ζωή της. Το ζήτημα ήταν να έβρισκε ένα αγόρι που δεν θα ήταν ηλίθιο και που θα άξιζε στο κρεβάτι. Η Μίμι ήταν μια συμβιβαστική λύση –ήταν γλυκιά και είχε την ικανότητα να την ανάβει ερωτικά. Την είχε συναντήσει έναν χρόνο πρωτύτερα, σε μια μπυραρία στο φεστιβάλ της «Ομοφυλόφιλης περηφάνιας». Η Μίμι ήταν ο μοναδικός άνθρωπος που είχε συστήσει η Λίσμπετ στις Evil Fingers.Παρόλο που δεν είχαν συχνή επαφή, η σχέση τους είχε διαρκέσει όλη τη χρονιά –περνούσαν απλώς όμορφα τον καιρό τους. Ένιωθε το κορμί της της Μίμι ζεστό και μαλακό πάνω της. Ήταν μια γυναίκα με την οποία μπορούσε να ξυπνήσει μαζί και να φάει πρωινό.

Στιγκ Λάρσον: Το κορίτσι με το τατουάζ (Ψυχογιός)