Τετάρτη, Μαρτίου 28, 2007

No 424

Image Hosted by ImageShack.usFransoise Nielly (Γαλλία)

Μετά, αισθάνεσαι ντροπή που υπήρξες τόσο χαζός! Πολλά από τα σημάδια ήταν εκεί μπροστά σου, αλλά θέλει χρόνια για να δεχτείς το γεγονός ότι μπορεί να συμβεί σ’ εσένα. Δεν είναι αλήθεια, δεν είναι αλήθεια, ξέρω ότι μπορώ να το αναχαιτίσω. Θα του πω ότι θα του περάσει, ότι είναι απλά κάτι που του καρφώθηκε στο μυαλό.
Όμως στο τέλος τίποτα δεν πρόκειται ν’ αλλάξει, ειδικά όταν ο γιος σου φτάσει στο σημείο να σου πει, κι αρκετά αποφασιστικά μάλιστα: «Μπαμπά, είμαι γκέι». Το σοκ που ένιωσα με φόβισε. Ξέσπασα σε κλάματα και είπα: «Γιατί δεν μου το είπες νωρίτερα, για να σε βοηθήσω να το ξεπεράσεις;» Για χρόνια προσπαθούσε να με κάνει να το καταλάβω κι εγώ ο ανόητος, τη στιγμή που με είχε ανάγκη, βρήκα να πω αυτή την κουταμάρα. Προσπαθούσα να μεταβιβάσω την ευθύνη. Έχουν περάσει εφτά χρόνια από τότε και πάλι, κάθε φορά που το σκέφτομαι, νιώθω σαν αποτυχημένος.
Πάντα τον αγαπούσα όσο μπορεί ένας πατέρας να αγαπάει το γιο του, όσο είναι ανθρώπινα δυνατόν ν’ αγαπάει κανείς. Αυτό που έγινε νομίζω ότι ενίσχυσε την αγάπη μου. Τίποτα δεν μπορεί να μπει ανάμεσά μας. Αλλά όταν είμαι μόνος, υποφέρω ακόμα κι αυτό θα συνεχιστεί μέχρι να πεθάνω – μια συνεχής άρνηση να αποδεχτώ το γεγονός ολοκληρωτικά. Αυτό είναι το μυστικό μου. Αρκετές φορές μέσα στη βδομάδα, ακριβώς πριν με πάρει ο ύπνος, κλαίω και βρίζω και καταριέμαι. Κλαίω από αυτολύπη, βρίζω το Θεό γι’ αυτή την κατάσταση και καταριέμαι την κοινωνία για το στίγμα που προσάπτει στο γιο μου επειδή τα γονίδιά του ανήκουν σε μια μειοψηφία – που η κοινωνική προκατάληψη θέλει να κάνει το αξιολάτρευτο αγόρι μου παρία, που οι αδαείς ρίχνουν κακεντρεχή βλέμματα, γνέφουν απαξιωτικά και λένε με μια απίστευτη κακία: «Ε, καλά τώρα, αυτός ξέρουμε τι ρόλο παίζει!»
Βάζω στοίχημα ότι δεν γίνεται να βρεθεί άνθρωπος πιο αξιοπρεπής, πιο καθαρός, πιο συμπονετικός από τον ομοφυλόφιλο γιο μου. Κι ενώ βρίζω το Θεό (μην ξέροντας ποιον άλλο να βρίσω), τον ευχαριστώ ειλικρινά (σαν προκατειλημμένος αγνωστικιστής) που ευλόγησε το γιο μου μ’ έναν εξίσου θαυμάσιο σύντροφο. Αυτή τη σχέση τη ζηλεύουν πολλοί ομοφοβικοί – όχι βέβαια ότι θα το παραδέχονταν ανοιχτά. Το βλέπω όμως στα μάτια τους. Βλέπω τη δυσπιστία τους, ναι, δυσπιστία. Και βέβαια, παίρνω απ’ αυτό μεγάλη ικανοποίηση.
Αλλά κανείς δεν μπορεί να δει μέσα στην καρδιά μου – τη διάψευση των προσδοκιών που είχα σαν πατέρας, την ελπίδα ότι ο γιος μου θα γνώριζε την ίδια πληρότητα που είχα εγώ με τη μητέρα του και, κάπου κάπου, την απογοήτευση που δε θα μου δώσει εγγόνια και νάσου πάλι τα κλάματα που δεν γίνεται αποδεκτός όπως τού πρέπει από ορισμένους κύκλους, επειδή είναι γκέι. Μα το Θεό, τι παίζεται σ’ αυτή την ηλίθια κοινωνία όταν η άγνοια και ο ρατσισμός μπορούν να το κάνουν αυτό σ’ έναν νέο και όμορφο άντρα;
Κι ύστερα, αρχίζω να αναρωτιέμαι. Λυπάμαι για τον εαυτό μου, για κείνον, ή μια μεγάλη δόση κι απ’ τα δύο; Αισθάνεται εκείνος τις μικρές επιθέσεις που βλέπω και αισθάνομαι εγώ και πώς νιώθει γι’ αυτές; Θέλει να πονέσει εκείνους που τον πονούν, όπως το θέλω εγώ; Παρατηρεί τα κλεισίματα του ματιού και τα νεύματα και τις υποκριτικές δηλώσεις ψεύτικης κατανόησης, κι ας μην έχουν στ’ αλήθεια την παραμικρή ιδέα για το τι σημαίνει, προσέχει την ανειλικρινή συμπάθεια, τη γρήγορη αλλαγή θέματος στις κουβέντες;
Και σε κάθε συνάντηση ή επανασύνδεση με φίλους, παλιούς ή καινούργιους, να πάλι οι ίδιες συμβατικές κουβέντες, τα πειράγματα χωρίς λόγια, τα νεύματα, το κλείσιμο του ματιού, το γύρισμα της πλάτης.
Υπάρχουν άραγε απαντήσεις στην αυτοκαταδίκη, στην αυτολύπη; Υπάρχουν τρόποι να βοηθηθούν οι ομοφυλόφιλοι να ξεπεράσουν τα χλευάσματα των συνανθρώπων τους; Γιατί πρέπει να παραμένουν απομονωμένοι, σαν να ήταν ακάθαρτοι; Γιατί
αδυνατεί η παράλογη κοινωνία μας να δει ότι οι ομοφυλόφιλοι είναι ένα κομμάτι της όπως όλοι, και εξίσου ικανοί να νιώσουν κάθε ανθρώπινο συναίσθημα; Γιατί αυτή η απόλυτη διχοτόμηση; Δεν δικαιούνται ίσο μερίδιο στην ευτυχία και στην ελευθερία;

Μπράις ΜακΝτούγκαλ (επιμέλ.): Το παιδί μου είναι γκέι. Πώς αντιδρούν οι γονείς όταν το μαθαίνουν (Πολύχρωμος Πλανήτης)

Πέμπτη, Μαρτίου 22, 2007

No 423

Image Hosted by ImageShack.usJean Cocteau (Γαλλία)

Ο Almodóvar κάνει ταινίες για τον πόθο, για τον πόθο να κάνεις ταινίες, γιατί ο κινηματογράφος δεν είναι παρά το μέσο που διαθέτει ο πόθος για να πάρει μορφή. (…) Στο Νόμο του πόθου, ο Αντόνιο θέλει να μπει στη ζωή του σκηνοθέτη Πάμπλο, με τον οποίο είναι ερωτευμένος, και να τον κάνει να τον ερωτευθεί κι αυτός. Η εισαγωγή της ταινίας προσδιορίζει τον Πάμπλο ως χαρακτήρα και το δράμα του (το ανικανοποίητο), καθώς και τις σχέσεις σκηνοθέτη-ηθοποιού. Ο Πάμπλο πληρώνει για ν΄ ακούσει να του λένε «Σε ποθώ»’ πληρώνει έναν ηθοποιό για να του κάνει και να του πει αυτά που ο ίδιος θέλει. Αυτό θα πει κινηματογράφος. Ο Αντόνιο βλέπει την ταινία του πάμπλο, παρακολουθεί τη σεκάνς του αυνανισμού που καθοδηγεί off ο σκηνοθέτης, και κατεβαίνει στις τουαλέτες για ν’ αυνανιστεί κι αυτός, ν΄ αναπαράγει τη σκηνή. Η εικόνα διεγείρει τον πόθο του. Ο Ματαδόρ αρχίζει κι αυτός με μια σκηνή αυνανισμού μπροστά στις εικόνες, καθώς ο ταυρομάχος έχει βιντεοσκοπήσει τους μαθητές του. Μπορεί ο Ματαδόρ να πραγματεύεται την ηδονή κι Ο νόμος…τον πόθο, αλλά, και στις δύο περιπτώσεις, η εικόνα αποκρυσταλλώνει την φαντασιακή, την ασυμπτωματική διάσταση’ και στις δύο ταινίες, η πλήρωση επέρχεται με τον θάνατο’ και οι δύο ταινίες τελειώνουν με φλόγες. Οι φλόγες αυτές δίνουν μορφή στην «απόλυτη κατάκτηση, που πραγματώνεται, όπως διατείνονται ορισμένοι αλχημιστές, μέσω του φλεγόμενου φαλλού» (Bachelard). Το 1981 ο Almodóvar γράφει ένα διήγημα με τίτλο «Φωτιά στα σωθικά», το οποίο περιέχει ήδη τη δυνατή σκηνή από το Νόμο του πόθου όπου η Carmen Maura, μούσκεμα ως το κόκαλο, περιπλανιέται στους φλογισμένους δρόμους της Μαδρίτης, παραδομένη στο ανικανοποίητο και στη μοναξιά της. «Αυτή η εικόνα έγινε το έμβλημα της ταινίας» θα πει ο Almodóvar’ είναι η εικόνα του πόθου που αιωρείται στο κενό και που δεν μπορεί να τον κατασιγάσει ούτε και η πιο δυνατή νεροποντή. Ο κινηματογράφος του Almodóvar εξερευνά τον πόθο, αλλά και την εγκατάλειψη, υπό τη διπλή έννοια του όρου. Οι ήρωες παραδίδονται ελεύθερα στους πόθους τους, αλλά αισθάνονται και εγκαταλελειμμένοι ως προς την ιδιαίτερη ένταση και απαιτητικότητα αυτών των πόθων. Η Τίνα, η εγκαταλελειμμένη στο Νόμο του πόθου, είναι η αδελφή (ο transsexual αδελφός) του Πάμπλο, που τη βάζει να παίξει στο θέατρο το έργο του Cocteau την κραυγή μιας εγκαταλελειμμένης γυναίκας.

Camile Taboulay: Ποθώντας τη φλόγα που καίει στο Pedro Almodóvar (Καστανιώτης)

Τετάρτη, Μαρτίου 21, 2007

No 422

Image Hosted by ImageShack.usWillem Mock

Είναι πάντα κολακευτικό να βλέπεις δυο άντρες «τυφλωμένους από πόθο» για σένα, ομολογώ όμως ότι φοβήθηκα. (…) ο ένα είχε μόλις βγει από τη φυλακή και, σαν να μην έφτανε αυτό, με μπέρδευε με τη μάνα του. Ο άλλος ήταν ντροπαλός, εκτός από ομοφυλόφιλος, και με είχε δει σε πολλά κλαμπ. Ο πρώτος ήταν ξετρελαμένος με τον τρόπο που κάπνιζα, κι έτσι με είχε ερωτευτεί και με είχε εξιδανικεύσει. Όπως ανακάλυψα αργότερα, ο δεύτερος τύπος ήταν ερωτευμένος με το φίλο του από παιδί. Όταν εκείνος βγήκε από τη φυλακή, του υποσχέθηκε ένα δώρο. Κι αυτό το δώρο ήμουν ΕΓΩ, ό,τι ποθούσε περισσότερο στον κόσμο. Τους καταλάβαινα, βέβαια, αλλά προτιμώ τα πράγματα να γίνονται με πιο πολιτισμένο τρόπο, μ’ ενοχλεί όταν η αληθινή ΖΩΗ μοιάζει με πορνό. Καταντάει βαρετό να μιμείται η πραγματικότητα το πορνό, ειδικά αν η πρωταγωνίστρια σε όλα αυτά είμαι ΕΓΩ. Αφού μ’ έλουσε μ’ όλες τις βρισιές που ήθελε να λούσει τη μάνα του, ο Φονιάς είπε στον Άλλο να με γαμήσει κι ο Άλλος του είπε ότι προτιμούσε να μας κοιτάζει και να τραβάει μαλακία, και τότε ο Φονιάς είπε πως ΕΓΩ ήμουν το δώρο του και δεν θεωρούσε σωστό να με χρησιμοποιήσει, οπότε ο Άλλος είπε, καλά τότε, θα με μοιράζονταν. Ο Φονιάς τού είπε πως δεν καταλάβαινε κι ο Άλλος τού εξήγησε πως θα μου τον έχωνε ταυτόχρονα με το Φονιά. «Δεν ξέρω αν έχει χώρο και για τους δυο σας», υπαινίχθηκα ΕΓΩ. Ο Φονιάς μού έριξε άλλο ένα χαστούκι για να το βουλώσω, και τότε εγώ συγκεντρώθηκα σε μια άσκηση χαλάρωσης: φαντάστηκα πως βρισκόμουν γυμνή σ’ ένα ερημονήσι κι έκανα ηλιοθεραπεία γυμνή, ενώ με νανούριζε ο ήχος της θάλασσας και με χάιδευε η απαλή αύρα της Καραϊβικής.

Pedro Almodóvar: Πάττυ Χύμα κι άλλα κείμενα (Βαβέλ-Σέλας)

Τετάρτη, Μαρτίου 14, 2007

No 421

Image Hosted by ImageShack.usAndrew Potter

Ο Φαραλούκε έκαμε μερικά βήματα ακόμα, και είδε ένα δωματιάκι που φωτιζόταν από μια γυμνή λάμπα στο ταβάνι. Εκεί βρισκόταν, ολόγυμνος, ένας άντρας που πρέπει να πλησίαζε τα πενήντα, φορώντας μόνο τις κάλτσες και τα παπούτσια του, με μια μάσκα στο πρόσωπό του, που εμπόδιζε εντελώς την αναγνώριση των χαρακτηριστικών του. Μόλις αντιλήφθηκε την παρουσία εκείνου που περίμενε, έδωσε έναν πήδο και πέρασε στο πρώτο δωμάτιο, όπου η θολούρα από την καρβουνόσκονη έδινε την εντύπωση ενός ασώματου μακιγιέρ που περίμενε τον επισκέπτη, σαν ιεροφάντης της Άνοιξης, άρχισε να γδύνει τον πριαπικό, σαν να τον τόρνευε, χαϊδεύοντας και χαιρετώντας κάθε ερωτογενή ζώνη του κορμιού του και, ιδίως, εκείνη με το μεγαλύτερο σαρκικό μήκος.(…)
«Ξέρεις ποιος ήταν αυτός ο κάποιος που σε περίμενε;» - του είπε ο Αδολφίτο, μόλις απομακρύνθηκε το άλλο παιδάκι με τη σβούρα.
Ο Φαραλούκε απάντησε με ένα σήκωμα των ώμων. Όμως, μια στιγμή αργότερα, περιορίστηκε να πει:
«Δεν με ενδιέφερε να του βγάλω τη μάσκα».
«Ε λοιπόν! Πίσω από τη μάσκα, θα ανακάλυπτες το πρόσωπο του συζύγου της κυρίας που κάθεται απέναντι από το σχολείο. Εκείνη που χρειάστηκε να την τραβήξεις από τα μαλλιά…» - τελείωσε χαμογελώντας ο Αδολφίτο.

Χοσέ Λεσάμα Λίμα: Paradiso (Ίνδικτος)