Πέμπτη, Δεκεμβρίου 25, 2008

No 580

Image Hosted by ImageShack.us

Ας απολαύσουμε, Αγαπημένε,
κι ας πάμε να ιδωθούμε στην ομορφιά σου μέσα
στο βουνό και στον λόφο,
όπου αναβρύζει το καθάριο νερό’
ας μπούμε πιο βαθιά στο φύλλωμα.

Κι έπειτα στα ψηλά
τα σπήλαια της πέτρας θ’ ανέβουμε
που είναι καλά κρυμμένα,
κι εκεί θα εισχωρήσουμε
και ροδιών το γλεύκος θα γευτούμε.

Εκεί θα μου φανέρωνες
εκείνο που η ψυχή μου γύρευε,
και ύστερα θα μου έδινες
εκεί εσύ, ζωή μου,
εκείνο που μου χάρισες μιαν άλλη μέρα

Άγιος Ιωάννης του Σταυρού: Πνευματικό άσμα (Οι εκδόσεις των φίλων)
Μετάφραση: José Ruiz

Τρίτη, Δεκεμβρίου 23, 2008

No 579

Image Hosted by ImageShack.usPablo Picaso (Ισπανία)

ΘΕΛΕΣΤΙΝΑ: Αχ, πώς μοσχοβολούν τα σεντόνια όταν κουνιέσαι. Όλα τα ‘χεις στην εντέλεια! Πάντα μου άρεσαν τα πράγματα και τα καμώματά σου, τα στολίδια κι η φρασκάδα σου. Και τι δροσερή που είσαι! Ο Θεός να σ’ έχει καλά. Κοίτα σεντόνια, κοίτα πάπλωμα, κοίτα μαξιλάρια, όλα κάτασπρα! Μακάρι να ‘ταν και τα γεράματά μου όπως όλα εδώ μέσα! Χρυσό μαργαριτάρι μου, να δεις πόσο σ’ αγαπάει αυτή που σ’ επισκέπτεται τέτοιες ώρες! Μόνο άσε με να σε κοιτάξω ολόκληρη, να σε χαρώ με την άνεσή μου.
ΑΡΕΟΥΣΑ: Σιγά, θεία! Μη με πιάνεις γιατί γαργαλιέμαι και γελάω, και το γέλιο με κάνει να πονάω περισσότερο.
ΘΕΛΕΣΤΙΝΑ:Πού πονάς, μωρό μου; Μήπως με κοροϊδεύεις;
ΑΡΕΟΥΣΑ: Να μη σώσω να δω άσπρη μέρα αν σε κοροϊδεύω! Εδώ και τέσσερις ώρες κοιλοπονώ και κοντεύω να πεθάνω, κι ο πόνος ανέβηκε στο στήθος και πάει να με ξεκάνει. Δεν είμαι και τόσο ευτυχισμένη όσο νομίζεις.
ΘΕΛΕΣΤΙΝΑ: Μπρος, κάνε στην άκρη κι άσε με να σε ψηλαφίσω. Κάτι ξέρω κι εγώ από τέτοιους πόνους, μα τις αμαρτίες μου. Η καθεμιά μας έχει τη μήτρα της και τα μητρικά της.
ΑΡΕΟΥΣΑ: Τη νιώθω πιο ψηλά στο στομάχι.
ΘΕΛΕΣΤΙΝΑ: Ο Θεός κι ο αρχάγγελος Μιχαήλ να σ’ ευλογούν! Τι δροσερή και αφράτη που είσαι! Τι στήθια, τι ομορφιά! Σε είχα βέβαια για ωραία, αλλά μέχρι τώρα έβλεπα ό,τι κι οι άλλοι, τώρα όμως σε διαβεβαιώ πως δεν υπάρχουν στην πόλη ούτε τρία κορμιά σαν το δικό σου, απ’ ό,τι ξέρω. Δε μοιάζεις δεκαπέντε χρονών. Αχ, και να ‘μουνα άντρας και να ‘χα την τύχη ν’ απολαύσω τέτοιο θέαμα! Για το Θεό, είμαι αμαρτία να μη δείχνεις τις χάρες σου σ’ όσους σ’ αγαπούν. Γιατί ο Θεός σε σ’ τις έδωσε για να χαραμίζονται κάτω από μισή ντουζίνα παπλώματα κι εσώρουχα τώρα που είσαι νέα. Μην είσαι σπαγγοραμμένη μ’ όσα η φύση σου ‘δωσε τζάμπα.

Fernando de Rojas: Η Θελεστίνα (Αίολος/Θερβάντες)

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 19, 2008

No 578

Image Hosted by ImageShack.us

Τα βλέπετε με τα ίδια σας τα μάτια, πως ο Σωκράτης απ’ τη μια είν’ ερωτευμένος με τους ωραίους νέους και πάντα τους τριγυρίζει κι είναι ξετρελλαμένος μαζί τους κι από την άλλη λέει πως ό λ α τ’ α γ ν ο ε ί κ α ι τ ί π ο τ α δ ε ν ξ έ ρ ε ι – έτσι τουλάχιστον δείχνει το ύφος του! Αυτά δεν είναι Σιληνού φερσίματα; Eίναι και παραείναι μάλιστα! […] Δίχως άλλο, σε σας πρέπει να πω γυμνή την αλήθεια. Ακούστε λοιπόν προσεκτικά. Κι εσύ, Σωκράτη, κοίτα, αν πω κάνα ψέμα, να με διορθώσεις. – Συναντιόμαστε λοιπόν αγαπητοί μου, ολομόναχοι’ και φανταζόμουνα πως δε θ’ αργούσε να μου μιλήσει για όσα κάθε εραστής μπορεί να πει στη μοναξιά του με τον αγαπημένο του’ κι ήμουν όλος χαρά γι αυτό. Ε λοιπόν; Τίποτ’ απ’ όλα αυτά δε γινόταν. Έπιανε μόνο κουβέντα για συνηθισμένα ζητήματα, περνούσε όλη την ημέρα μαζί μου, και στο τέλος σηκωνόταν κι έφευγε. Έπειτα τον προσκάλεσα να γυμναστούμε μαζί’ και γυμναζόμαστε’ κι είχα την κρυφή ελπίδα πως έτσι κάτι θα κατάφερνα στο τέλος. Γυμναζότανε λοιπόν και πάλευε μαζί μου συχνά, χωρίς να ‘ναι παρών κανένας άλλος. Μα τι να σας πω; Και πάλι, τίποτα δε βγήκε! Βλέποντας λοιπόν τότε πως μ’ αυτά δεν κατάφερνα απολύτως τίποτα, πήρα την απόφαση να του ριχτώ στα γεμάτα και να μην τον αφήσω να μου ξεφύγει, μια κι έκανα την αρχή, μα να μάθω επιτέλους τι κατάληξη θα ‘χει αυτή η ιστορία! Τον προσκαλώ λοιπόν να δειπνήσουμε μαζί, απαράλλαχτα όπως ένας εραστής που ζητάει να ξεπλανέψει κανένα αγόρι! Μα και σ’ αυτό ακόμα δε φάνηκε αμέσως πρόθυμος. Χρειάστηκε να περάσει καιρός, για να δεχτεί επιτέλους!
.
Πλάτωνα Συμπόσιο (Μαρής)

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 18, 2008

No 577

Image Hosted by ImageShack.us
.
Τα αγόρια ήταν πιο «απολαυστικά», όπως παρατηρούσε ο Όμηρος, στην πρώιμη εφηβεία όταν έβγαινε το πρώτο χνούδι στις παρειές τους. Η υπέρτατη ομορφιά απαθανατιζόταν συχνά στις αγγειογραφίες: απεικονιζόταν συνήθως ένας μεγαλύτερος γενειοφόρος άνδρας να ερωτοτροπεί με ένα αγόρι αυτής της ηλικίας, χαϊδεύοντάς τον ή κάνοντας έρωτα μαζί του ανάμεσα στους νεανικούς μηρούς του. Ακόμη και σε αυτή την κουλτούρα της εφηβοφιλίας, ήταν αποτυπωμένο το γυμνό αθλητικό ιδεώδες. Εξαιρετικά ωραίοι άνδρες, όπως σύντομα θα πιστοποιούσαν και τα γλυπτά, ήταν εκείνοι οι οποίοι διέθεταν αθλητικό παρουσιαστικό: φαρδείς ώμους, σφιχτές κοιλιές,προεξέχοντα οσχία και ρωμαλέους μηρούς. Επ’ ουδενί δεν προβαλλόταν η ρομαντική λατρεία του θηλυπρεπούς ή του χλομού, εύθραυστου διανοούμενου: στην εικονική αγγειοπλαστική, η ανατομία των κορασίδων συνήθως διαγραφόταν με αγορίστικες γραμμές. Εξαιρετικά μυώδεις πυγμάχοι ή παλαιστές παραήταν χοντροφτιαγμένοι για να είναι επιθυμητοί, αλλά το ιδανικό ήταν ο καλοσχηματισμένος πενταθλητής, με ιδιαίτερες επιδόσεις σε όλα τα αθλήματα, συμπεριλαμβανομένου και του ακοντισμού.
Στο πλαίσιο της σεξουαλικής αυτής δραστηριότητας, τα αγόρια στις περισσότερες πόλεις-κράτη δεν λάμβαναν καμία περαιτέρω επίσημη παιδεία μετά την ηλικία ττων δεκατεσσάρων ετών: αντί γι’ αυτό ασκούνταν και αγωνίζονταν γυμνοί, ξεχειλίζοντας από ανδρικές ορμόνες, στις παλαίστρες και αργότερα σε ειδικά «γυμνάσια», τα γυμναστήρια που η αρχαία ελληνική αριστοκρατία κληροδότησε επίσης στους σύγχρονους Δυτικούς μιμητές της. Μεγαλύτεροι άνδρες παρακολουθούσαν και στέναζαν από πόθο για το κάλλος όλης αυτής της νιότης που κυλιόταν στο χώμα. Όταν ερωτοτροπούσαν με τους νεαρούς, δεν αποδύονταν σε μια βίαιη επίδειξη του ανδρισμού τους, διεισδύοντας σε σώματα υποδεέστερων ανδρών για να αποδείξουν την «τιμή» και την «αρρενωπότητά» τους. Ως συνήθως, οι πρακτικές λεπτομέρειες της ερωτικής πράξης δεν είναι γνωστές σε μας, αλλά μόνο με βάση τις σύγχρονες προκαταλήψεις μας θα μπορούσαμε να τις συνδέσουμε με τις «μεσογειακές» αξίες της «τιμής» και της «ιαδούς». Υπήρχαν δεσμοί ανάμεσα στη σεξουαλική επιθυμία και στην παράδοση της προσφοράς δώρων και της σωματικής ανδρείας, οι οποίοι συχνά υποδήλωναν τρυφερότητα. Στην αγγειογραφία, ειδικά στον 6ο αιώνα π.Χ., απαντούν σκηνές όπου ένας ενήλικας κυνηγός φέρνει λαγούς, ελάφια και άλλα δώρα από τους αγρούς στον νεαρό ερωμένο του. Έδω το κυνήγι συμβαδίζει με τα δώρα του έρωτα. Κατά κανόνα ένας μεγαλύτερος σε ηλικία άνδρας προσέγγιζε ερωτικά έναν έφηβο: μέσα σε ένα ανταγωνιστικό κλίμα διαγκωνισμού και δωροδοκίας των αντιζήλων, οι ενδιαφερόμενοι ανταγωνίζονταν μεταξύ τους, και όχι με έναν «κατώτερο» εραστή, για τα θέλγητρα του αξιέραστου νεαρού. Γι’ αυτό και έχουν ρεαλιστική βάση μεταγενέστερα ανέκδοτα με θέμα πολιτικές αντιπαλότητες που ερείδονταν σε καβγάδες για τα μάτια ενός εφήβου. Οι ερωτικοί σύντροφοι συνήθως δεν ήταν μονόπλευρα «ομοφυλόφιλοι»: οι αρχαίοι Έλληνες δεν είχαν συνείδησης της «ομοφυλοφιλικής φύσης». Ούτε η συμπεριφορά τους εθεωρείτο κοινωνικά ανορθόδοξη. Οι περισσότεροι από τους κοινωνούς αναλόγων σχέσεων παντρεύονταν και διατηρούσαν ερωτικές σχέσεις με τη σύζυγο, ή με δούλες και εταίρες: τις σχέσεις αυτές τις συνδύαζαν απλώς με παράλληλες ομοφυλοφιλικές δραστηριότητες. Η ερωτοτροπία με άτομα του ίδιου φύλου ήταν μάλλον φευγαλέα και εμφανιζόταν κατά περιόδους στη ζωή ενός άνδρα: οι διαδοχικές σχέσεις και η τύχη τους γίνονταν αντικείμενο δημόσιας συζήτησης και αποτελούσαν αγαπημένο θέμα των ποιητών. Στα συμπόσια, οι άνδρες δεν κάθονταν να ακούσουν ποιήματα που επαινούσαν τις γυναίκες ή τον γαμήλιο έρωτα.

Ρόμπιν Λέιν Φοξ: Ο κλασικός κόσμος (Ωκεανίδα)

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 17, 2008

No 576

Image Hosted by ImageShack.us
.
Από αμνημονεύτων χρόνων και σε όλα τα μέρη του κόσμου κάποιοι άντρες και κάποιες γυναίκες ένιωσαν την επιθυμία της συναισθηματικής και σωματικής οικειότητας με άτομα του ίδιου φύλου. Υπήρξαν άντρες που πόθησαν και αγάπησαν άλλους άντρες΄ γυναίκες που πόθησαν και αγάπησαν άλλες γυναίκες. Το έπος Γκιλγκαμές – του οποίου η πρωιμότερη ολοκληρωμένη εκδοχή χρονολογείται στα 1700 πΧ – αφηγείται τις περιπέτειες ενός μυθικού βασιλιά που, όπως προοικονομείται σε ένα όνειρο, συναντά έναν άγριο άντρα, τον Ενκίντου, και καταλήγει να τον ‘αγαπήσει ως σύζυγο’.
Ιστορίες για σώματα και ψυχές που σμίγουν παραδίδονται επίσης από την αρχαία ελληνική και την ιουδεοχριστιανική παράδοση, τις πηγές του δυτικού πολιτισμού. Η Ιλιάδα του Ομήρου περιγράφει τη συντροφική σχέση του Αχιλλέα και του Πάτροκλου στον Τρωικό Πόλεμο, που χρονολογείται κατά παράδοση στον πρώιμο 12ο αιώνα πΧ , ενώ η Σαπφώ, η λυρική ποιήτρια του 6ου αιώνα πΧ, καταγράφει με τέτοια συναισθηματική ενάργεια τους καημούς της γυναίκας προς γυναίκα αγάπης, ώστε η νησιωτική πατρίδα της, η Λέσβος να μας δώσει τον όρο ‘λεσβιασμός’. Ο αρχαίος ελληνικός κόσμος τίμησε και δόξασε τις σχέσεις μεταξύ αντρών, θεωρώντας τον έρωτα προς το ωραίο, όπως τον εξύμνησε ο Πλάτων στο Συμπόσιο, ως προπαρασκευή και μύηση για τη φιλοσοφία. Παρόλο που ο Ιουδαϊσμός καταδίκασε το σοδομισμό, οι ιουδαϊκές γραφές (η χριστιανική Παλαιά Διαθήκη) έχουν δώσει αρκετά παραδείγματα γυναικών που είχαν στραμμένες τις προτιμήσεις τους σε άλλες γυναίκες και ανδρών που ένιωθαν πάθος για τους συντρόφους τους, όπως, μεταξύ άλλων, η ισραηλίτισσα Ναόμι με την χήρα νύφη της, τη Ρούθ, και ο Δαβίδ, ο βοσκός που έγινε φονιάς γιγάντων και φίλος του Ιωνάθαν, του γιού του βασιλιά Σαούλ. Όπως παρατήρησε ο Όσκαρ Ουάιλντ σχεδόν τρεις χιλιάδες χρόνια αργότερα, αυτό ήταν ένα παράδειγμα της ‘αγάπης που δεν τολμάει να πει το όνομά της’.
Στον γεωγραφικό και πολιτιστικό αντίποδα της Ελλάδας και της Ιουδαίας, μια κινέζικη ιστορία του 3ου πΧ αιώνα αφηγείται τη φιλία μεταξύ του δούκα Λινγκ, ενός συγχρόνου του Κομφούκιου, και του ευνοούμενού του, του Μίτζι Ξία. Ο νεαρός άντρας πρόσφερε ένα ροδάκινο στο φίλο του καθώς περπατούσαν μαζί σε έναν οπωρώνα, αντί να το φάει όλο μόνος του. Για πολλούς αιώνες εφεξής, αυτή η διάσημη χειρονομία, η ‘αγάπη του μοιρασμένου ροδάκινου’ αποτέλεσε τη μεταφορική περιγραφή της ομοφυλοφιλικής οικειότητας. Εντωμεταξύ, στην Ινδία, το έπος Μαχαμπαράτα (που κατά πάσα πιθανότητα άρχισε να γράφεται γύρω στο 200 πΧ) κατέγραφε την ιστορία της φιλίας ανάμεσα στον Κρίσνα και τον Αριούνα, περιγράφοντας την ως την κινητήρια δύναμη που τους ωθούσε προς την αθανασία.Επομένως, στον αρχαίο κόσμο έχουν καταγραφεί και υμνηθεί πολλές στενές συντροφικές σχέσεις μεταξύ αντρών, καθώς και μεταξύ γυναικών. Πολλές απ’ αυτές τοποθετούνται στο πλαίσιο ηρωικών μύθων, και άλλες στο πλαίσιο μιας φιλίας που αναπτύσσεται στην καθημερινή ζωή΄ αποτελούν τμήμα μιας κουλτούρας που άλλοτε αναπτύσσεται στο γυμνάσιο κι άλλοτε στη βασιλική αυλή. Ορισμένοι πολιτισμοί έφτασαν ακόμα και να θεωρούν ότι αυτές οι σχέσεις οδηγούν στον φιλοσοφικό και στον πνευματικό διαφωτισμό.
Τα παραπάνω πολλοί μεταγενέστεροι παρατηρητές τα ερμήνευσαν ως ένδειξη ότι οι σωματικές και συναισθηματικές επιθυμίες για άτομα του ίδιου φύλου αποτελούν ένα εγγενές και θεμελιακό ανθρώπινο χαρακτηριστικό που υπερβαίνει την ιστορική και πολιτισμική συγκυρία - μεταξύ άλλων, ο Όσκαρ Ουάιλντ στην ανάγνωση του της Βίβλου, οι μελετητές που μετέφρασαν αρχαίους ποιητές και οι λεσβίες που διάβαζαν Σαπφώ. Εντούτοις, σήμερα, οι περισσότεροι ιστορικοί τονίζουν ότι αυτές οι στοιχειακές επιθυμίες έχουν εκφραστεί διαχρονικά με ποικίλους τρόπους, οι οποίοι περιλαμβάνουν κάθε μορφής αγάπη και συντροφικότητα, αλλά επίσης και πολλές διαφορετικές μορφές σεξουαλικής πρακτικής. Συχνά, αυτοί που ένοιωσαν τέτοια πάθη συμβίωσαν με τους συντρόφους τους, διαμόρφωσαν δίκτυα και κουλτούρες κοινωνικότητας και αλληλεγγύης και - σε ορισμένες περιπτώσεις - ανέπτυξαν ενεργά πολιτικά κινήματα προκειμένου να προωθήσουν ή να υπερασπιστούν τα συναισθήματά τους.Ορισμένες κοινωνίες γενικά αποδέχθηκαν - ή ακόμη και τίμησαν - τις ομόφυλα προσανατολισμένες συμπεριφορές και νοοτροπίες. Σε άλλους τόπους και σε άλλους καιρούς, αυτές οι συμπεριφορές θεωρήθηκαν παραβατικές, καταδικάστηκαν ως αμαρτωλές κι ανήθικες΄ οι νομοθέτες κατέστησαν παράνομες τις ομόφυλες πράξεις και οι γιατροί διέγνωσαν τις ομόφυλες επιθυμίες ως ασθένειες και τις υπέβαλαν σε θεραπεία. Το ευρύ φάσμα των σεξουαλικών αισθημάτων – και οι διαφορετικές αντιδράσεις των διάφορων κοινωνιών στους τρόπους με τους οποίους αυτά κατά καιρούς εκφράστηκαν – καταδεικνύει τον εγγενώς ασταθή χαρακτήρα τόσο της σεξουαλικότητας όσο και των κοινωνικών ηθών.
Ο σύγχρονος κόσμος αποκαλύπτει ένα ευρύτατο φάσμα ομόφυλα προσανατολισμένων συμπεριφορών, νοοτροπιών και ταυτοτήτων. Οι περισσότερες από τις μεγαλουπόλεις της Ευρώπης, της Βόρειας και της Νότιας Αμερικής, της Ασίας και της Αυστραλίας – από το Σαν Φρανσίσκο στο Παρίσι κι από το Μπουένος Άιρες στο Σίδνεϊ – φιλοξενούν μια ζωηρή, σίγουρη για τον εαυτό της και δημόσια ομόφυλη κουλτούρα, η οποία οργανώνεται γύρω από μπαρ, καφέ και άλλα εμπορικά στέκια, και επικεντρώνεται σε συγκεκριμένες γειτονιές. Εθελούσιοι σύλλογοι φέρνουν κοντά αυτούς που θέλουν να συναναστραφούν με άλλους που έχουν παρόμοιο προσανατολισμό στο πλαίσιο αθλητικών, πολιτιστικών και πολιτικών δραστηριοτήτων. Σε πολλές Ευρωπαϊκές χώρες, καθώς και σε κράτη όπως ο Καναδάς, η Αυστραλία, η Νέα Ζηλανδία και η Νότιος Αφρική, οι ομόφυλες σεξουαλικές πράξεις έχουν αποποινικοποιηθεί και ορισμένες τοπικές κυβερνήσεις έχουν περάσει νόμους που απαγορεύουν τις διακρίσεις και την προσβολή της αξιοπρέπειας όσων έχουν ομόφυλες προτιμήσεις, επιτρέποντάς τους, σε ορισμένες περιπτώσεις, ακόμα και να καταχωρούν επίσημα τις σχέσεις τους στο ληξιαρχείο, ή να παντρεύονται.
.
Robert Aldrich: Ομοφυλοφιλική και λεσβιακή ιστορία στο Robert Aldrich (επιμ.): Ομοφυλοφιλία. Μια παγκόσμια ιστορία (Πάπυρος)

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 12, 2008

No 575

Image Hosted by ImageShack.usArturo Noci (Ιταλία)

Κάτι στο οποίο όλοι οι βιογράφοι συμφωνούν είναι ότι χωρίς την Άλις Τόκλας, ίσως η Στάιν να μην είχε την επιθυμία να εξακολουθήσει να γράφει πράγματα που για πολλά χρόνια σχεδόν κανένας δεν ενδιαφερόταν να διαβάσει. Ο αυτοθαυμασμός της και η αυτοπεποίθησή της χρειάζονταν στήριξη, και η Τόκλας εμφανίστηκε την κατάλληλη στιγμή για να τους δώσει την τροφή που τους αρνιόταν ο Λίο. Η Τόκλας αναγνώρισε την πρωτοτυπία της Στάιν όταν η τελευταία κόντευε να χάσει κάθε εμπιστοσύνη στον εαυτό της. Έδιωξε τις αμφιβολίες από το μυαλό της, όπως θα έδιωχνε αργότερα τους ανάξιους από το σαλόνι της. Ο τρόπος που οι δυο γυναίκες μοιράζονταν τις δουλειές του νοικοκυριού, όπου η μια έκανε τα πάντα και η άλλη τίποτα, ήταν άλλη μια προϋπόθεση για να ανθίσει η μεγαλοφυΐα της Στάιν.

Janet Malcolm: Δυο ζωές – Γερτρούδη και Άλις (Scripta)

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 11, 2008

No 574

Image Hosted by ImageShack.usHenri Moreau (Βέλγιο)

Η επιστροφή της στην Αθήνα την τοποθετεί στο ίδιο απαισιόδοξο σκηνικό. Πότε με την Ντόρα, πότε με την Ευαγγελία αναζητά την οικογενειακή ζεστασιά, αφού τα μηνύματα από τη δουλειά της είναι απογοητευτικά. Δουλεύει περιστασιακά. Τέλος του 1959 θα δουλέψει για λίγο στην Ιερά Οδό με το Μίμη τον Ξαπλαντέρη.
Αμέσως μετά συναντιέται στο πάλκο με την Ανθούλα Αλιφραγκή, γύρω στο 1960, στο μαγαζί του Ρουβά, στη Βουλιαγμένης.
«Τη σεβάστηκα, της έδωσα την καρέκλα μου» λέει η Ανθούλα Αλιφραγκή. «“Αυτή η καρέκλα είναι δική σου”» της είπα. “Εγώ θα κάτσω δίπλα σου”. [...] Δεν τα δεχόταν αυτά , ήταν πολύ απλός άνθρωπος. Και τρελή μ’ έλεγε. Θυμάμαι, λοιπόν, ένα βράδυ, στο μαγαζί που δουλεύαμε μαζί, είχε έρθει μια φίλη της και καθόταν στο μπροστινό τραπέζι. Δίπλα καθόταν μια ανδροπαρέα, που κοίταζε την κοπέλα που καθόταν μόνη της. Την ώρα που τραγούδαγε η Σωτηρία, σταματάει και λέει: “Βρε παλιοπούστηδες, γιατί κοιτάτε την γκόμενά μου;” Και γίνηκε της τρελής. Ένα μαγαζί με οχτακόσια άτομα άρχισαν να βαράνε ο ένας τον άλλο. Αυτή σηκώθηκε και την έσπασε στο ξύλο τη Σωτηρία. Προσβλήθηκε δήθεν από τη συμπεριφορά της Σωτηρίας. Τη βουτάω κι εγώ και της λέω: “Έλα εδώ, μωρή, ποια είσαι εσύ που δέρνεις τη Σωτηρία; Eίσαι ο μάγκας της εσύ; Αυτή σε ταΐζει, σε ποτίζει κι εσύ τη χτυπάς;”. Kαι τότε ο ιδιοκτήτης της λέει: “Να φύγεις. Μου χάλασες το μαγαζί Σαββάτο βράδυ”».
Έχασε τη δουλειά της, αλλά λίγο την ενδιέφερε. Ήταν εντάξει με τον εαυτό της. Δεν παρίστανε τη μάγκισσα. Ήταν.
Αυτό που περνούσε από το μυαλό της καρφωνόταν περήφανο στα χείλη της. Δεν καταλάβαινε από κομψότητες. Οι συμπεριφορές του σαλονιού ήταν για τα σαλόνια. Στο δικό της σαλόνι κυριαρχούσε ο αυθορμητισμός.

Σοφία Αδαμίδου: Σωτηρία Μπέλλου, Πότε ντόρτια πότε εξάρες – Η περιπλανώμενη ζωή μιας ρεμπέτισσας (Πατάκης)

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 10, 2008

No 573

Image Hosted by ImageShack.usSvetlana Valueva (Ρωσία)

Είχε πιει πολύ, της ζήτησα να φύγουμε να την πάω σπίτι. «Σεβαστουπόλεως 40», απάντησα στον ταξιτζή και την ανέβασα ως την πόρτα του σπιτιού της. Την έβαλα στο δωμάτιό της, μου ζήτησε να τη βοηθήσω να γδυθεί. Το καλσόν ήταν κολλημένο επάνω της, ή εγώ ήμουν τόσο αγχωμένη που είχα χαθεί τελείως. Με έπιασε από τα μπράτσα, με έριξε βίαια στο κρεβάτι, και χωρίς να προλάβω να αντιδράσω βρέθηκα από πάνω της… Τη συνέχεια δεν θα μπορούσα να τη φανταστώ ποτέ. Η πρώτη φορά λένε πως πονάει, και είχε πραγματικά πονέσει. Πρώτη μου φορά με μια γυναίκα κάτω από τα σεντόνια, γυμνές, μέσα στους οργασμούς μας. Κάναμε έρωτα και έκλαιγα πεισματικά, αδιάκοπα, εκείνη τριβόταν στα πόδια μου και προσπαθούσε να με κάνει να το απολαύσω.
- Γιατί κλαις μωρό μου; Δε σημαίνει τίποτα αυτό, μην το φοβάσαι, δε θα μας στιγματίσει το ήθελες, το ξέρω, γιατί κλαις; Δε σημαίνει πως είμαστε λεσβίες, μην τρέμεις. Δεν σου αρέσει; Κάνω κάτι λάθος; Πες μου! Πού θέλεις να σε ακουμπήσω; Ο ρυθμός μου δεν σου αρέσει, δεν σε ανάβει;
Τι βλακείες ήταν αυτές που μου κοπανούσε εκείνη την ύστατη στιγμή της πεμπτουσίας του έρωτα μου! Φυσικά και θα με στιγμάτιζε! Ήξερα ποια είμαι! Ήμουν ερωτευμένη μαζί της! Ήθελα να είμαι ερωτευμένη μαζί της! Φυσικά και μου άρεσε ό,τι κι αν έκανε, με οποιονδήποτε τρόπο κι αν με ακουμπούσε, οποιονδήποτε ρυθμό κι αν είχε! Ήθελα να μπαίνει μέσα μου συνέχεια, να κάνω σ’ αυτήν το ίδιο, να με παίρνει, να την παίρνω. (…)
Εκείνο το ξημέρωμα της Παρασκευής με είχε βρει έτοιμη να δοθώ ξανά και ξανά…
.
Κωνσταντίνα Κοσμίδου: Νορμάλ (Μπαρτζουλιάνος)

Κυριακή, Δεκεμβρίου 07, 2008

No 572

Πρωτοπάτησα στη Συγγρού τα δύσκολα εκείνα χρόνια που νόμος ήτανε ό,τι αποφάσιζε η Αλόμα και τα τσιράκια της. Η Ναργκίς, η Μπέττυ, η Λίτσα, η Παντέλω και πολλά άλλα κορίτσια τότε- γριές τώρα, όσες ζουν ακόμα- ήτανε οι πρώτες που σαν μπουμπούκια ξεπετάγονταν. Δεν ήτανε το εύκολο κέρδος που τις μαγνήτιζε στον δρόμο, αλλά η ανάγκη τους να επαναστατήσουν σε μια συντηρητική κοινωνία που εξαιτίας της χούντας δεν έμελλε να γνωρίσει τη σεξουαλική επανάσταση που έσκασε σαν βόμβα στην Αμερική. Ήταν οι πρώτες δηλωμένες gay/τρανσέτες.
Όλες την πάτησαν γιατί νόμισαν ότι μέσα στους κόλπους της η νύχτα κρύβει θησαυρούς έτοιμους να τους δώσει. Λάθος μεγάλο, γιατί η νύχτα κρύβει λάσπες και σκατά. Αφομοιώθηκαν όλες από αυτό το σύστημα που όλα τα μετράει σε λεφτά’ φρέσκο κρέας να θρέψει τους μαστροπούς, τους έμπορους ναρκωτικών και κάθε λογής πτωματοφάγα σκουλήκια. Έθαψαν τα όνειρά τους και έγιναν εμπόρευμα. Ακόμη και η Συγγρού, που είναι ένας δρόμος, είναι χωρισμένη σε δικαιοδοσίες, δηλαδή ένα κομμάτι του δρόμου ανήκει σε μια κοπέλα που πληρώνει «ενοίκιο» ή «ποσοστά» σε κάποιον, που με τη σειρά του δίνει λόγο σε κάποιον ανώτερο και πάει λέγοντας. Και φυσικά δεν είναι ολόκληρος ο δρόμος σε μια σταθερή τιμή ενοικίασης.
Τα βράδια της δεν είναι ποτέ ήρεμα και πώς να είναι όταν διαφορετικές κοπέλες ανήκουν σε προστάτες διαφορετικών ομάδων και τα συμφέροντα συγκρούονται; Όταν για μια «καλή» θέση σε κάποιο σημείο εμπλέκονται μαγαζιά, μπράβοι, κοπέλες, οι νταβατζήδες τους και το κακό συναπάντημα.
.
Ευάγγελος Αδαμάκης: ανήρ εκδιδόμενος (Κέδρος)

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 03, 2008

No 571

Image Hosted by ImageShack.usΑλέκος Φασιανός

ΤΕΤΑΡΤΗ

Την πρώτη φορά αγαπηθήκαμε
Σε έρημους δρόμους
Πάνω από ένα σκεπασμένο ποτάμι
Βρώμικο
Σε ακατανόητους χωματόδρομους
Των οδών Καισαρείας, Περιστάσεως, Κοζάνης
Και των λοιπών

Την πρώτη φορά αγαπηθήκαμε
Σε άδειους δρόμους
Πάνω απ’ την παλίρροια των επιθυμιών μας
Σε γωνιές σκοτεινές
Πίσω από τρίκυκλα
Πίσω από φορτηγά
Σχολικά λεωφορεία

Ήταν Τετάρτη

Γιώργος Χρονάς: Τα ποιήματα (1972 – 2008) [Οδός Πανός]

Πέμπτη, Νοεμβρίου 27, 2008

No 570

Image Hosted by ImageShack.usSaturnino Ramirez (Κολομβία)

Η Παμ και η Μπάρμπαρα ζούσαν κοντά στη Φρανκφούρτη. Η Μπάρμπαρα εργαζόταν σ’ ένα κομμωτήριο. Δεν είχα καταλάβει πού ακριβώς δούλευε η Παμ, αλλά ήταν κάτι που είχε να κάνει με οικονομικές υπηρεσίες, σε μεγάλο βαθμό μέσω ίντερνετ.
«Δε με θεωρώ λεσβία», είπε η Παμ. «Έχω δεσμό με τη Μπάρμπαρα, αυτό είναι όλο».
«Της είσαι πιστή;»
Κοκκίνησε λίγο. «Ναι …τώρα πια, ναι, είμαστε πιστές η μια στην άλλη. Εκτός κι αν πηγαίνουμε με κάποιον άντρα, πού και πού, αλλά αυτό είναι διαφορετικό, δεν έχει επιπτώσεις».

Μισέλ Ουελμπέκ: Λανθαρότε (Εστία)

Τετάρτη, Νοεμβρίου 26, 2008

No 569

Image Hosted by ImageShack.usRoman Cieslewicz (Πολωνία)
.
Κατά τις δύο μετά τα μεσάνυχτα αρχίζουν να χορεύουν σλόου. Οι χορευτές, κουρασμένοι, εγκαταλείπουν την πίστα. Εκείνη τη στιγμή η Ανιές τη ρωτάει:
- Θέλεις να χορέψεις μαζί μου;
Η Μαρία την κοιτάζει απολιθωμένη. Η Ανιές καρφώνει επάνω της τα μεγάλα πράσινα μάτια της, που ο χαμηλός φωτισμός εντείνει τη βλοσυρή τους λάμψη. Ήρεμη, ακίνητη, με το χέρι στην πλάτη της καρέκλας της, περιμένει απάντηση. Είναι γλυκιά και επικίνδυνη. Έχει χαμόγελο λύκαινας.
Η Μαρία νιώθει ένα μικρό τρελό άλογο στο στήθος της να ορμάει δεξιά αριστερά, να σκοντάφτει και να αναπηδάει. Νιώθει το λαιμό της να ανάβει, τα μάγουλά της, το μέτωπο της να καίνε. Για μια στιγμή φοβάται πως δεν κατάλαβε καλά. Είναι ωστόσο ξεκάθαρο, όπως και το βλέμμα που την κοιτάζει. Κάτι τέτοιο δεν το περίμενε. Δεν της πέρασε καν από το μυαλό ότι η Ανιές… κι όμως, η Ανιές από την αρχή της βραδιάς δεν έκρυψε καθόλου την έλξη που αισθανόταν. Χωρίς να το ομολογήσει στον εαυτό της, η Μαρία το κατάλαβε μια χαρά. Στην πραγματικότητα ήταν το μόνο που προσδοκούσε από τη στιγμή που συνάντησε το βλέμμα της. Να τη σαγηνεύσει, να την αγγίξει. Δεν επέτρεψε στην επιθυμία της να εκφραστεί, επειδή βρισκόταν στο γάμο της αδερφής της, και απαγορεύεται να φαίνονται τέτοια πράγματα στις οικογενειακές γιορτές.
Είναι δύο το πρωί. Πολλοί έχουν κιόλας φύγει. Τα παιδιά πήγανε για ύπνο. Σκέφτέται ότι ίσως είναι η στιγμή να πάψει να κρύβεται. Είναι η κατάλληλη στιγμή να πει ναι, να δεχτεί να χορέψει με τη γυναίκα αυτή, που της αρέσει, όπως έχει κάνει πολλές άλλες φορές με γυναίκες στην Αυστραλία, στην Αμερική, στο Παρίσι …
.
Blandine Le Callet: Σκηνικό γάμου (Πόλις)

Πέμπτη, Νοεμβρίου 20, 2008

No 568

Image Hosted by ImageShack.usMyles Antony (Ην. Βασίλειο)

Δυστυχία: (…)Στο σπίτι μου καταλάβανε πολύ νωρίς τις τάσεις μου και με αποκαλούσαν «πούστη». Συχνά με δέρνανε, ακόμα κι ο αδελφός μου και η αδελφή μου. Πολλές φορές με δένανε για ώρες, ακόμα και με αλυσίδες. Όταν μ’ άφηναν πια, εγώ ξεσπούσα. Έσπαγα πιατικά, κρύσταλλα από πόρτες κι ό,τι άλλο βρισκόταν μπροστά μου. Άλλες φορές έκλαιγα με τις ώρες και δεν μπορούσα να καταλάβω γιατί όλοι στο σπίτι ήταν εναντίον μου.
Στο σχολείο είχα περιπέτειες. Έμεινα τρεις φορές στην πρώτη δημοτικού κι άλλες δυό στη Δευτέρα. Έφτασα να τελειώσω μέχρι την Πέμπτη δημοτικού. Μάλιστα, το ενδεικτικό της πέμπτης δεν τό ‘χω πάρει, υπάρχει ακόμα στο σχολείο.
Μόλις ήρθαμε απ’ την Αίγυπτο εγκατασταθήκαμε στον Πειραιά κι εγώ άντεξα να μείνω με τους δικούς μου μέχρι τα δεκαοχτώ μου χρόνια. (…)
Στις αρχές της εφηβείας μου έφευγα απ’ τον Πειραιά και ανέβαινα συχνά στην Αθήνα. Σύχναζα στην Ομόνοια με τις ώρες. Ομόνοια, Σύνταγμα, Ζάππειο. Μερικές φορές με έπιανε το ρουνάδικο, με πηγαίνανε μέσα και οι ρούνες μού δίνανε πολύ ξύλο, κυρίως μπουνιές στο στομάχι, με βάζανε με το ζόρι να τους πω αν ήξερα διάφορες αδελφές και μου δείχνανε τις φωτογραφίες τους, ή μου λέγανε τα παρατσούκλιά τους. Τελικά, χωρίς να το πολυκαταλαβαίνω, με τραβολογούσανε σε διάφορα αστυνομικά τμήματα όπου με χτυπάγανε άσχημα. Με χτυπάγανε αλύπητα, χωρίς καν να υπολογίζουν ότι ήμουν άνθρωπος σαν τους άλλους.
Μόλις πρωτόπιασα δουλειά δούλεψα σε σιδεράδικο, ύστερα λαντζιέρης, σερβιτόρος, μικροπωλητής… και τόσες άλλες. Άλλαζα συνέχεια δουλειές γιατί στα αφεντικά μου άρεσα τόσο πολύ που όλο θέλανε «κάτι» από μένα. Το θεωρούσα απαράδεκτο, γιατί μπορεί να μην πήρα μόρφωση αλλά είχα κάποιες αρχές. Ήθελα να έχω μια σοβαρότητα στη δουλειά μου και να μη δίνω το δικαίωμα. Άλλωστε, τότε δεν έκανα τόσο πολύ έρωτα όπως κάνω σήμερα λόγω του επαγγέλματος πού ‘χω, πήγαινα πού και πού να βρω κανέναν για το κέφι μου, και μάλιστα στην αρχή κομπλάριζα αρκετά. Πολλές φορές όταν προσχωρούσα στο δρόμο, μερικοί με φωνάζανε «πούστη! Πουστάρα!!....» Αλλά εγώ δεν τόπαιρνα καθόλου επάνω μου και δεν τους έδινα σημασία. Όταν ήμουνα παιδί και έμπαινα στο λεωφορείο, θυμάμαι πως με χτυπάγανε τα τσόλια. Μερικές φορές με χτυπάγανε και μεγαλύτεροι από μένα, μέχρι κι ο γαμπρός μου μ’ έχει χτυπήσει.
Στα δεκαεφτά μου με πιάσανε πέντε έξι τύποι που ξεμπουκάρανε απόνα αυτοκίνητο κι ήθελαν σώνει και καλά να με γαμήσουνε όλοι μαζί. Με στρίμωξαν σε μια οικοδομή κι εγώ να τους παρακαλάω να μ’ αφήσουν τρέμοντας «σας παρακαλώ, αφήστε με, δεν θέλω βρε παιδιά». Κατόρθωσα να τους ξεφύγω κι αυτοί συνέχισαν να με κυνηγάνε. Έφτασα σε έξαλλη κατάσταση στο σπίτι μου κι όταν με είδαν οι δικοί μου σ’ εκείνο το κακό χάλι κι αφού άκουσαν αυτά που μου συνέβησαν είπαν «πάει το παιδί μας τρελάθηκε».
Και χωρίς να το πολυκαταλάβω με παίρνουν και με πάνε σ’ ένα ιδιωτικό φρενοκομείο, στα Βριλήσσια, όπου έμεινα ένα χρόνο.

Μπέττυ: …πόσο πάει; (Νεφέλη)

Τετάρτη, Νοεμβρίου 19, 2008

No 567

Image Hosted by ImageShack.usMatthew Stradling (Ην. Βασίλειο)

Μου αρκούσε ν’ ανοίγω τις ντουλάπες και να ρουφάω τη μυρωδιά του ξύλου, να τραβάω τα συρτάρια και να νιώθω τα υφάσματα να γλιστρούν ανάμεσα στα χέρια μου, να μπαίνω στην γκαρνταρόμπα και να οσφραίνομαι τη μυρωδιά από το λίπος των παπουτσιών, που ήταν τοποθετημένα σε μια κατασκευή από υφασμάτινα ράφια που κρεμόταν στο πίσω μέρος της πόρτας. Έφτανε να κάνω κάτι απ’ όλα αυτά, ή συχνά να θυμηθώ και μόνο κάτι που είχε σχέση μ’ αυτά, για ν’ αναστατωθεί όλο μου το κορμί, από τις πατούσες, που γίνονταν καυτές σαν σίδερο σιδερώματος, μέχρι τις τρίχες της κεφαλής μου, που πετάγονταν όρθιες σαν τις τρίχες της οδοντόβουρτσας.
«Ήταν συναρπαστικό…»
Η Ντόρα με περιεργαζόταν με ενδιαφέρον. Συναρπαστικό; Ναι. Ίσως να μην υπήρχε καλύτερη λέξη. Ήταν «συναρπαστικό». Με το κεφάλι μισογυρισμένο, ώστε ν’ ακούσω αν κάποιος έμπαινε στο υπνοδωμάτιο, συνήθιζα να χαϊδεύω με τα χέρια μου τα υφάσματα, που δεν έμοιαζαν μ’ αυτά στα οποία ήμουν συνηθισμένος. Τα ρούχα της μητέρας ήταν τόσο μαλακά και γυαλιστερά, τόσο υπέροχα πολυτελή, που ήμουν πεπεισμένος ότι προέρχονταν από έναν καλύτερο και σαφώς διαφορετικό κόσμο. Όταν, για παράδειγμα, έβγαζα απ’ το συρτάρι ένα ζευγάρι μεταξωτές κάλτσες – ήταν τόσο ελαστικές που μπορούσες να τις τεντώσεις και μετά να τις αφήσεις, ώστε μ’ένα ελαφρύ τίναγμα να επανέλθουν, θυμίζοντας την κίνηση που κάνει το πτερύγιο του ψαριού στον αέρα – έβαζα μέσα τους το χέρι μου, τέντωνα τα δάχτυλα, μετά έκλεινα τη γροθιά μου και μετά τέντωνα και πάλι τα δάχτυλα. Μου φαινόταν ότι είχα αποκτήσει μια δεύτερη επιδερμίδα, θαυμαστή και ελαστική.

Άρης Φιορέτος: Η αλήθεια για τον Σάσα Κνις (Καστανιώτης)

Παρασκευή, Νοεμβρίου 14, 2008

No 566

Image Hosted by ImageShack.usJohn Blaker (Ην. Βασίλειο)

ΣΤΗΝ ΚΟΨΗ ΤΩΝ ΣΑΡΑΝΤΑ
.
Μέχρι πότε θα µπορώ να επιθυµώ πολλούς χωρίς να παραδίνοµαι σε κανένα;
Πόσες µέρες αυθόρµητης αοριστίας µού αποµένουν;
Με περιµένει εκείνος κι έχει τα χαρακτηριστικά µου.
Σαράντα χρονών, αδελφέ.
Τον προτιµώ απ’ όλους: ευγενικά πρόσωπα που αντικατόπτρισαν το ευµετάβολο δικό µου,
ψυχές παρόµοιες που συµπλήρωσαν την κατακερµατισµένη δική µου.
Μετά από τόση περιπλάνηση σε τόσα κορµιά, συναντώ το δικό µου.
Επιτέλους ένας ενδιαφέρων άνδρας. Αυτός είµαι.
Δεν ήµουν εγώ που κυβερνούσα ένα ατελές πλοίο σάρκας
τόσο ρωµαλέας και κατηγορηµατικής στην αχάριστη νεότητά της.
Λάβετε, φάγετε γιατί εγώ είµαι το σώµα µου.
Εγώ ήθελα να ήµουν εσείς, φίλοι της ψυχής,
και στον καθένα σας έµαθα να µε επιθυµώ.
Αλλά είµαι καλύτερα βολεµένος στον εαυτό µου
απ’ ό,τι στην ακόρεστη εξωτερική αναζήτηση της ευφυΐας και οµορφιάς.
Σαράντα, αδελφέ.
Ξέχνα τον παράδεισο της παιδικής ηλικίας, που πολλοί αµφισβητούν:
υπήρξαν τόσο όµορφες εκείνες οι εκκρεµείς ηµέρεςτων απέραντων οριζόντων,
όπως και οι τωρινές, οι άκεφες και χωρίς προοπτική.
Κι ούτε κουβέντα για τον έρωτα
γιατί όλα τα στοιχήµατα χάθηκαν στην ίδια πλάνη.
Αλλά επί τέλους µε έχω.
Δεν µε ψάχνω πια στον καθρέφτη. Είµαι αυτός που είµαι.
.
Leopoldo Alas / Ισπανία
Η έλξη των ομωνύμων. Ανθολογία ομο-ερωτικών ποιημάτων (Οδυσσέας)
Μετάφραση: Ρήγας Κούπα

Πέμπτη, Νοεμβρίου 13, 2008

No 565

Image Hosted by ImageShack.usRoberto González Fernández (Ισπανία)

Στο βάθος του ουρανού είχε αρχίσει αδιόρατα να χαράζει, αλλά το σκοτάδι γύρω τους παρέμενε πυκνό. Βημάτισαν αργά και στο βαθούλωμα μιας καμάρας ο Φίλιππος τον έσπρωξε ξαφνικά να ακουμπήσει στον τοίχο, τον αγκάλιασε και του έδωσε ένα παθιασμένο φιλί. Έκαναν έρωτα βιαστικά και με το φόβο μήπως περ΄σει κανείς. Ύστερα σήκωσαν τα παντελόνια τους και τακτοποίησαν τα πουλόβερ. Κρύες και παγωμένες ριπές ανέμου εισχώρησαν ανάμεσα τους και τους χώρισαν. Ο Φίλιππος καληνύχτισε χωρίς άλλες κουβέντες κι ανηφόρισε μπροστά στο δρομάκι. Ο Πλάτων έμεινε απολιθωμένος, να χαζεύει τη σκιά του εραστή του που απομακρυνόταν. Ένα ξεπέταγμα όπως και τ’ άλλα! Ώστε έτσι θα τραβούσε; Πού θα τον έβγαζε ο δρόμος; Πού είναι ο έρωτας που τόση ώρα έπαιζε με τα μάτια και την καρδιά του; Ποιος να του απαντήσει εκείνη την ώρα και τι να του έλεγε;

Χρήστος Ναούμ: Αχ, αυτές οι Βασίλισσες (Καστανιώτης)

Τετάρτη, Νοεμβρίου 12, 2008

No 564

Image Hosted by ImageShack.usFelix D'Eon (Μεξικό)

Ο άντρας τον ακολούθησε. Κάθισε δίπλα του πάνω στον πάγκο. Η ζέστη ήταν αφόρητη.
Ο άγνωστος του άγγιξε το δεξιό γόνατο. Ο στέλιος όμως δεν αντέδρασε. Στο τέλος, χωρίς να στρέψει το κεφάλι, του χαμογέλασε.
«Πάμε; Έχω ατομικό…»
«Και δεν πάμε;» συμφώνησε ο Αμαζόνιος ανασηκώνοντας τους ώμους.
Το δωματιάκι βρισκόταν λίγο πριν από τις τουαλέτες, όπου εκείνη τη στιγμή η κυρία Νίνα, η καθαρίστρια, σφουγγάριζε το ραγισμένο πλακόστρωτο. Με το που μπήκαν, ο άντρας έβγαλε αμέσως την πετσέτα. Ξάπλωσε ανάσκελα στο στενό κρεβάτι και έκλεισε τα μάτια. Ο Αμαζόνιος έβγαλε το μαγιό του. Μόλις έπεσε επάνω του, ο άλλος τον αγκάλιασε σφιχτά ζητώντας απεγνωσμένα τα χείλη του. Το βλέμμα του παρακλητικό – αυτό ακριβώς σιχαινόταν ο Στέλιος, γι’ αυτό και δεν ανταποκρίθηκε. Ο άντρας σηκώθηκε επάνω.
.
Γεράσιμος Δενδρινός: Φραγή εισερχομένων κλήσεων (Μεταίχμιο)

Κυριακή, Νοεμβρίου 09, 2008

No 563

Image Hosted by ImageShack.usΓιάννης Τσαρούχης

(…) Το τρίτο στεφάνι, όταν εκδόθηκε για πρώτη φορά, θεωρήθηκε σε γενικές γραμμές συνέχεια της ηθογραφίας και, ως εκ τούτου, υποτιμήθηκε ως λογοτενικό κείμενο, αν και ο ίδιος ο Ταχτσής αντέτεινε ότι το πεζογραφικό του έργο ερχόταν σε αντίθεση με την ηθογραφία ως τρόπο γραφής και την υπερέβαινε. Το τρίτο στεφάνι είναι παραπλανητικά ρεαλιστικό, αφού αξιοποιεί και ταυτόχρονα υπονομεύει τις συμβάσεις του ρεαλισμού, θολώνοντας την αντίθεση ανάμεσα στο πραγματικό και το φανταστικό, στην αντικειμενικότητα και την υποκειμενικότητα. Πρόκειται, πράγματι, για ένα κείμενο-τραβεστί, το οποίο «σκηνοθετεί μια διαμάχη γύρω από τη λογοτεχνική αναπαράσταση των στερεοτύπων για τα δυο φύλα κάτω από το προσωπείο και το κοστούμι της ρεαλιστικής αντανάκλασης των στερεοτύπων αυτών». Η λογοτεχνική παρενδυσία (transvestism), η οποία, σύμφωνα με τον Cristopher Robinson, «αρνείται να αναγνωρίσει δυαδικές αντιθέσεις ανάμεσα στην αρσενική και τη θηλυκή ταυτότητα και ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη φαντασία» αποτελεί, στην πραγματικότητα, υβριδοποίηση ρόλων, φύλων και ταυτοτήτων.

Δημήτρης Τζιόβας: Ο άλλος εαυτός. Ταυτότητα και κοινωνία στη νεοελληνική πεζογραφία (Πόλις)

Τετάρτη, Νοεμβρίου 05, 2008

No 562

Image Hosted by ImageShack.usΑνώνυμος (Γαλλία)

Από τότε που ο Προυστ έριξε φως στα Σόδομα αισθανόμαστε σεβασμό προς ό,τι σχετικά μ’ αυτό το θέμα έχει γράψει. Δε θα τολμούσαμε πια μετά απ’ αυτό ν’ αγγίξουμε τούτα τα κυνηγημένα πλάσματα τα γεμάτα φροντίδα του να θολώσουν τα ίχνη τους και να διαχύσουν σε κάθε βήμα, το προσωπικό τους νέφος σα μελάνι σουπιάς.(…)
Σε μια περίοδο της νιότης μου, συναναστράφηκα για μεκρό διάστημα διάφορους ομοφυλόφιλους, χάρη σ’ έναν απ’ τους μαύρους γραμματείς του κυρίου Γουίλυ. (…)
Ξέρουν, μ’ ακρίβεια, τι αγαπούν και τι όχι. Γνωρίζουν τους κινδύνους που αναλαμβάνουν, τα όρια της ανεκτικότητάς τους κι αν υποκύπτουν στη φρόνηση, τουλάχιστον συχνά την ξεχνούν.
Δέχονταν να τους συναντώ μέσα σ’ ανταύγειες, έντονες κι αποκαλυπτικές, μιας ακόλαστης χαράς, σε γυμνιστικά παιχνίδια. Εκτιμούσαν τη σιωπή μου, γιατί ήμουν πιστή στο ρόλο ενός ευχάριστου διακοσμητικού στοιχείου και τους άκουγα με το ύφος εμπείρου. Με συνήθισαν, χωρίς ποτέ να μου δείξουν αληθινή στοργή. Κανείς δε μ’ απέκλειε, - κανείς δε μ’ αγαπούσε. Οφείλω πολλά στην ψυχρή τους φιλία, στο άγριο κριτικό τους πνεύμα. Μου έμαθαν πως ο άντρας όχι μονάχα ικανοποιείται ερωτικά μ’ έναν άντρα, αλλά και πως ένα φύλο μπορεί να καταργήσει, ξεχνώντας το, το άλλο φύλο. Αυτό δεν κατόρθωσαν να μου το μάθουν οι κυρίες με τα σακάκια, που ασχολούνταν με τον άντρα, ευερέθιστες και κακολόγες… Οι παράξενοι φίλοι μου δεν μιλούσαν για τις γυναίκες παρά μόνο αφ’ υψηλού κι από μακριά: «Τι όμορφο που ήταν το κολιέ εκείνης της ηθοποιού στην Τρίτη πράξη!»’ «Α πα πα, αυτά τα τεράστια καπέλα της Λάντελμ!»
Παρούσα αλλ’ απομακρυσμένη, οξυδερκής μάρτυρας δοκίμαζα μια ανεξήγητη ηρεμία, που συνοδευόταν από κάποιο συναίσθημα συμμετοχής.
Απ’ το στόμα τους, άκουγα τη γλώσσα του πάθους, τη γλώσσα της προδοσίας και της ζήλειας, και συχνά τη γλώσσα της απελπισίας, όλες πολύ οικείες γλώσσες που κι άλλοτε άκουγα και που μ’ αυτές μιλούσα στον εαυτό μου.

Κολέτ: Ηθικό και ανήθικο (Αστέρι)

Πέμπτη, Οκτωβρίου 30, 2008

No 561

Image Hosted by ImageShack.us
Η χρήση των απολαύσεων στη σχέση με τα αγόρια αποτέλεσε, για την αρχαία ελληνική σκέψη, θέμα ανησυχίας. Πράγμα παράδοξο σε μια κοινωνία που θεωρείται ότι υπήρξε «ανεκτική» απέναντι σ’ αυτό που αποκαλούμε «ομοφυλοφιλία». Ίσως, όμως, δεν είναι καθόλου φρόνιμο να χρησιμοποιούμε εδώ τους δυο αυτούς όρους.
Η έννοια «ομοφυλοφιλία», στην πραγματικότητα, δεν έχει σημασιολογικό εύρος τέτοιο που να συμπεριλαμβάνει και μια εμπειρία, και μορφές καταξίωσης, και ένα σύστημα τμηματοποίησης, όλα τόσο διαφορετικά από τα δικά μας. Οι αρχαίοι Έλληνες δεν αντιθέτουν τον έρωτα για το ίδιο φύλο και τον έρωτα για το άλλο, σαν δυο αποκλειστικές επιλογές, σαν δύο τύπους συμπεριφοράς ριζικά διαφορετικούς. Οι διαχωριστικές γραμμές δεν ακολουθούν τέτοιου είδους όρια. Αυτό που αντέτασσε έναν άνθρωπο εγκρατή και κύριο του εαυτού του σ’ εκείνον που παραδίνεται στις απολαύσεις ήταν, από ηθική άποψη, πολύ πιο σημαντικό από εκείνο που διέκρινε μεταξύ τους τις κατηγορίες απολαύσεων, στις οποίες προτιμά να αφοσιωθεί το να έχει κανείς έκλυτα ήθη, ήταν το να μην ξέρει ν’ αντισταθεί ούτε στις γυναίκες, ούτε στα αγόρια, χωρίς το ένα να είναι σοβαρότερο από το άλλο (…)
Αμφισεξουαλικότητα των Ελλήνων; Αν εννοούμε μ’ αυτό πως ένας Έλληνας μπορούσε να αγαπά, ταυτόχρονα ή διαδοχικά, ένα αγόρι ή ένα κορίτσι, πως ένας παντρεμένος μπορούσε να έχει τα παιδικά του, πως ήταν κάτι το συνηθισμένο, ύστερα από νεανικές τάσεις ευχαρίστως «κοριτσίστικες», να στρέφει κανείς την προτίμησή του μάλλον προς τις γυναίκες, τότε μπορούμε ωραιότατα να πούμε ότι ήταν «αμφοτεροφυλόφιλοι». Αν, όμως, θέλουμε να εστιάσουμε την προσοχή μας στον τρόπο με τον οποίο στοχάζονταν τη διπλή αυτή πρακτική, τότε παρατηρούμε ότι δεν την αντιλαμβάνονταν σαν δυο είδη «επιθυμίας», «δύο ορμές» διαφορετικές ή ανταγωνιστικές που μοιράζονται την καρδιά ή τις ορέξεις των αντρών. Μπορούμε να μιλάμε για την «αμφισεξουαλικότητα» τους αναλογιζόμενοι την ελεύθερη επιλογή τους μεταξύ των δύο φύλων’ όμως, η δυνατότητα αυτή δεν αναγόταν σε μια διττή δομή, αμφιρρεπή και «αμφισεξουαλική» του πόθου. Η άποψή τους ήτανε πως αυτό που μας κάνει να ποθούμε έναν άντρα ή μια γυναίκα είναι απλούστατα ή σφοδρή επιθυμία που η φύση έχει εμφυτεύσει στην καρδιά του ανθρώπου για εκείνους που είναι «ωραίοι» όποιο και να’ ναι το φύλο τους.

Μισέλ Φουκώ: Ιστορία της Σεξουαλικότητας. 2- η χρήση των απολάυσεων (Ράππα)

Τετάρτη, Οκτωβρίου 29, 2008

No 560

Image Hosted by ImageShack.usFrancesco Clemente (Ιταλία)

(…) φαντάζομαι πως θα δεχθεί κανείς ότι ο Λόγος περί σεξ, εδώ και τρεις αιώνες, πύκνωσε μάλλον παρά αραίωσε’ και πως, αν και κουβαλούσε μαζί του ηθικές και νομικές απαγορεύσεις, εξασφάλισε, μ’ έναν τρόπο πιο ριζικό το στέριωμα και την εμφύτευση ενός ολόκληρου σεξουαλικού συμφύρματος. Παραμένει ωστόσο γεγονός πως όλα τούτα δεν φαίνεται να έπαιξαν στην ουσία παρά ένα ρόλο απαγορευτικό. Με το να μιλας τόσο πολύ γι’ αυτό, το να το ανακαλύπτεις πολυτομημένο, στεγανοποιημένο και προσδιορισμένο, εκεί ακριβώς όπου το έχεις καταχωρίσει, απλώς γυρεύεις στο βάθος να σκεπάσεις το σεξ: Λόγος – οθόνη, σκόρπισμα – αποφυγή. Τουλάχιστον ως τον Freud, ο Λόγος περί σεξ – ο Λόγος των επιστημόνων και των θεωρητικών – δεν σταμάτησε ούτε στιγμή ν’ αποκρύβει εκίνο για το οποίο μιλούσε. Θα μπορούσε κανείς να θεωρήσει όλα τούτα τα λεγόμενα, τις σχολιαστικές προφυλάξεις και τις λεπτομερείς αναλύσεις, σαν ισάριθμες διαδικασίες προορισμένες να παρακάμπτουν την αφόρητη, την πάρα πολύ επικίνδυνη αλήθεια του σεξ. Και το γεγονός ότι θέλησαν να μιλήσουν γι’ αυτό από την αποκαθαρμένη και ουδέτερη σκοπιά μιας επιστήμης, είναι από μόνο του χαρακτηριστικό. Ήταν πραγματικά μια επιστήμη φτιαγμένη από υπεκφυγές αφού, ανίκανη ή αρνούμενη να μιλήσει για το ίδιο το σεξ, αναφερόταν κυρίως στα ξεστρατίσματά του, στις διαστροφές του, στις ασυνήθιστες παραξενιές του, στις παθολογικές του εξουθενώσεις, στους νοσηρούς του παροξυσμούς. Ήταν επίσης μια επιστήμη υποταγμένη, βασικά, στα προστάγματα μιας ηθικής της οποίας τα χαρακτηριστικά επαναλάμβανε κάτω από την επίφαση του ιατρικού κανόνα. Με το πρόσχημα ότι ήθελε να πει την αλήθεια, έσπερνε φόβους’ και στις παραμικρές ταλαντεύσεις της σεξουαλικότητας έβλεπε μια φανταστική δυναστεία από κακά που έμελλε να έχουν αντίκτυπο πάνω σε γενιές ολόκληρες’ χαρακτήρισε σαν επικίνδυνες για ολόκληρη την κοινωνία τις κλεφτές έξεις των δειλών και τις πιο μοναχικές μικρομανίες. Σαν κατάληξη των παράτυπων ηδονών, δεν είδε παρά μόνο τον θάνατο: τον ΄θάνατο των ατόμων, των γενιών, του είδους.

Μισέλ Φουκώ: Ιστορία της Σεξουαλικότητας. 1- η δίψα της γνώσης (Κέδρος)

Πέμπτη, Οκτωβρίου 23, 2008

No 559

Image Hosted by ImageShack.usJens Ferdinand Willumsen (Δανία)

Τα αγόρια καταπιάστηκαν να γδάρουν τα γεννητικά όργανα των σκοτωμένων στρατιωτών να τεντώσουν τα δέρματα και να τα τρίψουν για να κάνουν θεραπευτικές κρέμες και αλοιφές. Έσφαξαν τους νεότερους στρατιώτες αποσπώντας την καρδιά και το συκώτι και τα κόκαλα για τροφή και μετέφεραν τα κουφάρια σε κάποια απόσταση από τον καταυλισμό. Όταν έγιναν αυτές οι αγγαρείες τα αγόρια άπλωσαν τάπητες και άναψαν πίπες με χασίς. Οι βοηθοί έγδυσαν τους πολεμιστές τούς έκαναν μασάζ και τους άλειψαν με μόσχο. Ο ήλιος που έδυε έλουσε τα λυγερά τους σώματα με πορφυρή λάμψη καθώς τα αγόρια παραδόθηκαν σε ένα όργιο λαγνείας. Δυο αγόρια κάθονταν στο κέντρο ενός τάπητα και συνουσιάζονταν υπο τον ήχο τυμπάνων περικυκλωμένα από σιωπηλούς γυμνούς παρατηρητές. Παρακολούθησα δεκαπέντε ή είκοσι από αυτούς τους κύκλους, ζευγάρια που συνουσιάζονταν όρθια, γονατιστά, στα τέσσερα, πρόσωπα συνεπαρμένα και κενά. Η μυρωδιά σπέρματος και πρωκτικής βλέννας γέμιζε τον αέρα. Όταν ένα ζευγάρι τελείωνε ένα άλλο έπαιρνε τη θέση του. Χωρίς να μιλάνε, μονάχα οι σπαρακτικοί αναστεναγμοί και τα χτυπήματα των τυμπάνων. Μια κίτρινη ομίχλη αιωρείτο πάνω από τα τρεμάμενα σώματα καθώς η παραληρούσα σάρκα διαλυόταν σε φως. Καθώς ο ήλιος βυθίστηκε τα εξαντλημένα αγόρια αποκοιμήθηκαν σε γυμνούς σωρούς.

Ουίλιαμ Μπάροουζ: Τα άγρια αγόρια (Απόπειρα)

Τετάρτη, Οκτωβρίου 22, 2008

No 558

Image Hosted by ImageShack.usCarl Budtz Möller (Δανία)

Ο Λη παράγγειλε δυο ποτήρια κόκκινο κρασί.»Λοιπόν, ο Ντουμέ σου μίλησε για, ε, τις τάσεις μου;»είπε απότομα.
«Ναι», είπε ο Άλερτον με γεμάτο στόμα.
«Μια κατάρα. Υπάρχει στην οικογένεια μας για ολόκληρες γενιές. Οι Λη έχουν πάντα υπάρξει διεστραμμένοι. Δε θα ξεχάσω ποτέ την ανείπωτη φρίκη που πάγωσε τη λύμφη στους αδένες μου – δηλαδή τους λυμφατικούς αδένες, φυσικά – όταν η οδυνηρή λέξη σημάδεψε σαν καυτό σίδερο το ζαλισμένο μου μυαλό: ήμουν ομοφυλόφιλος. Σκεφτόμουν τους μπογιατισμένους τραβεστί με τα ηλίθια χαμόγελα που είχα δει σ’ ένα καμπαρέ της Βαλτιμόρης. Ήταν δυνατόν να ‘μαι ένας απ’ αυτούς τους υπάνθρωπους; Περπατούσα στους δρόμους μέσα σε μια ζάλη, σαν κάποιος που έχει πάθει μια ελαφριά διάσειση – ένα λεπτό, Ντόκτορ Κίλντερ, αυτό δεν είναι το σενάριο για σένα. Θα μπορούσα να ‘χω καταστρέψει τον εαυτό μου, βάζοντας τέρμα σε μια ύπαρξη που έμοιαζε να μην προσφέρει τίποτ’ άλλο από γκροτέσκα αθλιότητα και ταπείνωση. Πιο αξιοπρεπές, σκεφτόμουν, είναι να πεθάνω σαν άνθρωπος παρά να συνεχίσω να ζω σαν τέρας του σεξ. Μια σοφή γριά «Βασίλισσα» - Μπόμπο τη λέγαμε – ήταν αυτή που μου έμαθε ότι είχα καθήκον να ζήσω και να σηκώσω το φορτίο μου υπερήφανα για να το βλέπουν όλοι’ να κατακτήσω την προκατάληψη και την άγνοια και το μίσος με γνώση και ειλικρίνεια και αγάπη. Όποτε απειλείσαι από μια εχθρική παρουσία να εκπέμπεις ένα πυκνό σύννεφο αγάπης όπως ένα χταπόδι χύνει μελάνι…»

William S. Burroughs: Αδερφή (Πλέθρον)

Πέμπτη, Οκτωβρίου 16, 2008

No 557

Image Hosted by ImageShack.usΓιάννης Τσαρούχης

«Υπηρετούσα τότε στη βάση του Βοτανικού», τον ακούω, «μια γεναριάτικη βραδιά είχα βρεθεί σκοπός στην πύλη, πρώτο νούμερο δέκα με δυο το πρωί. Ο αξιωματικός φυλακής είχε πέσει για ύπνο κι οι ναύτες κλεισμένοι στον θάλαμο, έπαιζαν χαρτιά στη ζούλα. Έκανε παγωνιά, είχε πέσει κι ομίχλη. Θα ‘ταν περασμένα μεσάνυχτα, όταν άκουσα βήματα να πλησιάζουν στη σκοπιά. “Τις ει”; φώναξα. Καμιά απάντηση. Τα βήματα εξακολουθούσαν. Πρότεινα τα’ όπλο μου κι ένιωσα τ’ άκρα μου να παγώνουν. “Τις ει”; ξανάπα βραχνά. “Φίλος”, είπε η φωνή, ασυνήθιστα ζεστή μέσα στη χειμωνιάτικη νύχτα. Την ίδια στιγμή, ένα χέρι έπιανε τ’ όπλο μου και το ακινητοποιούσε. “Μη φοβάσαι”, και μου έσφιξε τον καρπό, “είμαι ο σαλπιγκτής του λόχου”. Η ομίχλη μας τύλιξε και τους δύο. “Δεν σε ξέρω”, του είπα και τα δόντια μου κροτάλιζαν. “Αν δεν μ’ έχεις ακούσει το πρωί στο εγερτήριο”, είπε με παράπονο η φωνή, “τότε σίγουρα θα με θυμάσαι στο σιωπητήριο”. “Δεν σε ξέρω”, επανέλαβα με κάποια προσπάθεια, “το καλό που σου θέλω- “ ”Άκουσε”, μ’ έκοψε η φωνή, έξω απ’ την πύλη με περιμένει ένα κορίτσι. Θα μ’ αφήσεις να βγω;” Η φωνή του είχε μια θέρμη και μια πειθώ. Μέσα στο μισοσκόταδο διέκρινα δυο μάτια φωσφορικά, τα χείλη του γυάλιζαν υγρά και κόκκινα. “Όποιος κι αν είσαι”, του είπα παλεύοντας με τον εαυτό μου, “καλύτερα να γυρίσεις πίσω, μη βρούμε κι οι δυο κανένα μπελά”. Μ’ έσφιξε δυνατότερα. Πόνεσα σχεδόν. “Ο μόνος μπελάς που μπορούμε να βρούμε”, κι η φωνή βγήκε πολύ βαθιά, “είναι τούτος”. Κι αρπάζοντάς με από τη μέση, με φίλησε σύντομα και ζωηρά στο στόμα. Ένιωσα το σφίξιμο να χαλαρώνει. “Στάσου”, του φώναξα. Μα η σκιά είχε προλάβει κιόλας να γλιστρήσει. Χάθηκε μες στο σκοτάδι, όπως είχε φανεί. Είχε, άραγε, βγει έξω ή είχε γυρίσει στον θάλαμο με τους άλλους;»

Μένης Κουμανταρέας: Πλανόδιος σαλπιγκτής (Κέδρος)

Τετάρτη, Οκτωβρίου 15, 2008

No 556

Image Hosted by ImageShack.usJoaquin Sorolla y Bastida (Ισπανία)

Η ταινία πλησίαζε στο τέλος της, κάποια βίαιη δράση εκδηλωνόταν στο πανί, όταν ο άγνωστος τόλμησε να μου κάνει την πρόταση. «Τι θα ‘λεγες αν συναντιόμασταν αύριο να τα πούμε». Αύριο είχα μαθήματα, του το είπα απερίφραστα. «Τότε απόψε», μου είπε φτερωμένος με νέες ελπίδες. «Απόψε πρέπει να μείνω σπίτι, έχω διάβασμα», του δήλωσα ξανά.σαν να έχασε λίγο το ρόδινο χρώμα του, μα δεν το έβαλε κάτω. «Τότε, διάλεξε εσύ μια μέρα». «Τετάρτη», είπα για να πω κάτι. «Ωραία, Τετάρτη’ τι ώρα και πού;». ένιωσα ελαφρά τρομοκρατημένος. Ήταν η πρώτη φορά που μου συνέβαινε να δώσω ν’ έναν άγνωστο ραντεβού. «Θέλεις έξι ώρα στην πλατεία Αγάμων;», μου είπε, «για να μοιράσουμε την απόσταση». Αισθανόμουν αδέξιος να μοιράσω οτιδήποτε μαζί του, ωστόσο κάτι καινούριο και θαυμαστό, και βέβαια τρομερό στα μάτια μου, αποκαλυπτόταν τότε.

Μένης Κουμανταρέας: Σεραφείμ και Χερουβείμ (Κάκτος)

Πέμπτη, Οκτωβρίου 09, 2008

No 555

Image Hosted by ImageShack.usConstantin Suslov (Ρωσία)

Υπάρχει μια μόδα ευρωπαϊκή – να μιλάς πολύ για την αγάπη. Δεν θα είχα αντίρρηση να την ακολουθήσω, αν ήξερα δυο τρια πράγματα. Ξέρω λιγάκι τα συμπτώματα της απουσίας της, ξέρω ότι μένεις μέσα και δεν θες να φας ούτε να δεις άνθρωπο – αλλά δεν ξέρω τίποτα για τον έρωτα κατά τη διάρκεια που συμβαίνει. Τον αναγνωρίζω μόνο από την πλάτη του – όταν φεύγει.
Δεν σνομπάρω το θέμα. Από τους δυο τρεις έρωτες της ζωής μου έμαθα φυσικά – κυρίως κατάλαβα πόσο κομπλεξικός είμαι. Με έφτασαν στα όριά μου (στα κατώτατα όριά μου), αλλά και με έκαναν Θεό. Στις καλές εποχές, ήμουνα όπως εκείνοι οι πρίγκιπες του Αϊζενστάιν, με ήλιο στα μαλλιά (είχα μαλλιά τότε), με τη χαρά της αφθαρσίας στα μάτια και τα λοιπά και τα λοιπά. Και στις κακές εποχές, δεν θέλετε να ξέρετε. (…)
Αποφεύγω λοιπόν να πολυμιλώ για την αγάπη, διότι μεγαλώνοντας μ’ αρέσει να κυριολεκτώ (πράγμα αδύνατον εν προκειμένω) και διότι οι ιστορίες μου ήταν όλες αμαρτίες μου: βρήκαν το στόχο μόνο για λίγο, έρωτες που δεν ρίζωσαν ούτε άφησαν ίχνη στη γη, κι ακόμα κι εγώ τους ξεχνάω πια ή, μάλλον, τους σκεπάζω με τα φύλλα της ζωής μου που πέφτουν, όλο πέφτουν (πράγμα που ακούγεται μελοδραματικό, αλλά είναι σωτήριο). Αυτός είναι και ο λόγος που αν πρέπει σώνει και καλά κάτι να πούμε για τον έρωτα, μιλάμε για τ’ απόνερά του που θολώνουν τη ζωή μας: τη ζήλια, την αϋπνία, το ξύλο, την αγωνία και την έκσταση.
Είναι μισόλογα, είναι όμως ειλικρινή.

Στάθης Τσαγκαρουσιάνος: Στον Παλιό Καταρράκτη. Μικρά κείμενα από ταξίδια (Τσαγκαρουσιάνος)

Τετάρτη, Οκτωβρίου 08, 2008

No 554

Image Hosted by ImageShack.usOksana Opanasenko (Ουκρανία)

Η ταυτότητα του προδότη
Εμφάνιση: Φλεγομένης βάτου. Παλιά τον απεικόνιζαν με αγριεμένο μάτι, μαύρη χλαμύδα, γένια και very introspective. Ήταν το απόλυτο χαμένο κορμί. Τώρα, η εικόνα του διαλύθηκε. Φοράει από Αρμάνι μέχρι αμερικάνικα, μοιάζει από βουλευτής μέχρι loser.
Τι προδίδει: Τα πάντα. Το δάσκαλό του, τον εραστή του, τους φίλους του, το λόχο του, τον αδελφό του, τους Λακεδαιμόνιους, το πανκ, την πατρίδα.
Τι υπερπροδίδει: Τον εαυτό του.
Χειρονομίες ντροπής: Στα μυστικά δείπνα σκύβει τα μάτια. Στα φιλιά είναι ψυχρός. Ψιθυρίζει λόγια αγάπης που δεν καταλαβαίνει. Αυτοκτονεί (αργά ή μια κι έξω – αδιάφορο).
Γιατί προδίδει: Κυρίως για το χρήμα, συν όλες τις κυρίες των «τιμών» του: τη δόξα, την κραιπάλη, το ευ ζην. Προδίδει επίσης, κινημένος από μια επισφαλή libido, πεπλανημένος από μια καινούρια αγάπη ή ηττημένος από την πλήξη μιας παρατεταμένης συντροφιάς.
Βασικό χαρακτηριστικό του: Η απιστία. Η αγάπη του, η φιλία του, η αφοσίωσή του – έχουν τη ρίζα του ζιζάνιου. Ο πρώτος άνεμος τα ξεριζώνει. Περιπλανάται έτσι από αγκαλιά σε αγκαλιά, από λόμπι σε λόμπι, μονίμως ξένος, μονίμως εξοστρακισμένος – ακόμα και όσοι δέχονται τις εκδουλεύσεις του, ξέρουν ότι σύντομα θα τους πουλήσει και αυτούς για 30 αργύρια.
Πώς τιμωρείται: Είναι ίσως ο πιο μόνος άνθρωπος του κόσμου. Ποτέ κανείς δεν θα τον εμπιστευθεί – δεν θα γνωρίσει ούτε την άγρια συνενοχή που αισθάνονται μεταξύ τους οι δολοφόνοι... ιδιότητες σαν ξένο σώμα.
Κι όμως, η προδοσία είναι η καθημερινή μας καραμέλα: Το ξέρω, δυστυχώς. Χιλιάδες προδοσίες μάς βαραίνουν. Προδότες μπαινοβγαίνουν σπίτι μας, μας στέλνουνε φιλιά από το τηλέφωνο, τρώνε το φαΐ μας, τρώνε τα χείλη μας. Κι εμείς προδίδουμε τα πιο ακριβά μας πρόσωπα – με ένα βλέμμα, ένα χάδι, ένα υπονοούμενο.
Γίνε πιο σαφής: Δεν γίνεται. Ένα μπορώ να πω: Ο προδότης είναι μαλάκας. Χάνει τα πάντα για ένα τίποτα. Και είναι τραγικός, γιατί νομίζει το αντίθετο (…)
.
Στάθης Τσαγκαρουσιάνος: Μοναξιές (Κάκτος)

Πέμπτη, Οκτωβρίου 02, 2008

No 553

Image Hosted by ImageShack.us

Κανένα επιβαρυντικό στοιχείο δεν υπήρχε για την ηθική του, πέρα από τις στενές του σχέσεις με τον βασιλιά Νικομήδη, σχέσεις πάντως που τον είχαν εκθέσει σε βαρύ και αιώνιο χλευασμό και στη γενική κατακραυγή. Δεν είναι ανάγκη να θυμίσω εδώ τους γνωστότατους στίχους του Λικινίου Κάλβου:
Όλα του κόσμου τα καλά η Βιθυνία τα ‘χει
ακόμα και του Καίσαρα τον αγαπητικό.
Αφήνω επίσης κατά μέρος τους ψόγους του Δολαβέλλα και του Κουρίωνα του Πρεσβυτέρου. Ο Δολαβέλλας τον αποκαλεί ‘παλλακίδα που ανταγωνίζεται τη βασίλισσα και δοκάρι της βασιλικής κλίνης» και ο Κουρίων «στάβλο του Νικομήδη και πορνείο της Βιθυνίας». Παραλείπω επίσης τα διατάγματα του Βιβούλου,που αποκαλούσε τον συνάρχοντά του «βασίλισσα της Βιθυνίας» και έλεγε ότι ο Καίσαρ ήταν στην αρχή ερωτευμένος με τον βασιλιά και τώρα με το βασίλειο. Την ίδια εποχή, όπως αναφέρει και ο Μάρκος Βρούτος, κάποιος Οκτάβιος, που η διανοητική του κατάσταση τού επέτρεπε να ξεστομίζει ό,τι του κατέβαινε, σε μια μεγάλη συγκέντρωση ονόμασε τον Πομπήιο βασιλιά και τον Καίσαρα βασίλισσα. Ο Γάιος Μέμμιος πάλι ισχυρίζεται ότι, μαζί με άλλα ανήθικα υποκείμενα, ο Καίσαρ υπήρξε οινοχόος του Νικομήδη σε ένα μεγάλο συμπόσιο, και ότι μαζί τους διασκέδαζαν και κάποιοι έμποροι από τη Ρώμη, των οποίων τα ονόματα παραδίδει. Ο Κικέρων πάντως δεν αρκείται σε όσα έγραφε σε κάποιες επιστολές του, ότι δηλαδή ο Καίσαρ οδηγήθηκε από τους ακολούθους του βασιλιά στον βασιλικό κοιτώνα, ότι ξάπλωσε σε χρυσή κλίνη με πορφυρά σκεπάσματα και ότι ο γιος αυτός της Αφροδίτης έχασε την παρθενιά του στη Βιθυνία, αλλά προσθέτει επιπλέον ότι κάποτε στη Σύγκλητο, όταν ο Καίσαρ υπερασπιζόταν τη Νύσα, κόρη του Νικομήδη, και απαριθμούσε τις ευεργεσίες του βασιλιά προς το άτομό του, ο Κικέρων του φώναξε: «΄Έλα, κοφ’ το, σε παρακαλώ, γιατί είναι γνωστό τι σου έχει δώσει εκείνος και πώς εσύ του το ανταπέδωσες». Κατά τον γαλατικό του θρίαμβο τέλος, οι στρατιώτες, ανάμεσα στ’ άλλα άσματα που χαριτολογώντας τραγουδούσαν καθώς ακολουθούσαν το νικηφόρο άρμα, έλεγαν και το παρακάτω τραγουδάκι, που έγινε πολύ του συρμού:
Ο Καίσαρας καβάλησε τις δύο Γαλατίες,
τον Καίσαρα καβάλησεν ο Νικομήδης όμως’
και να που τώρα ο Καίσαρας σέρνει το θρίαμβό του
στις Γαλατίες νικητής’ μόνο που ο Νικομήδης,
που πήδηξε τον Καίσαρα, δε χαίρεται θριάμβους.

Σουητώνιος: Οι βίοι των Καισάρων. Τόμος Α' (ΜΙΕΤ)

Τετάρτη, Οκτωβρίου 01, 2008

No 552

Image Hosted by ImageShack.us

Όμως, βιάστηκα να μακαρίσω τον εαυτό μου, γιατί, καθώς η μέθη με είχε πλημμυρίσει, τα χαλαρωμένα άκρα μου έστεκαν σε απόλυτη ηρεμία. Έτσι ο Άσκυλτος, αυτός ο πρόστυχος, μου πήρε τον «αδελφό» και, όσο ήταν ακόμη νύχτα, τον έφερε στο κρεβάτι του, κάνοντας έρωτα με αγόρι που δεν του ανήκε. Εκείνο, μη καταλαβαίνοντας την απάτη ή κάνοντας πως δεν καταλάβαινε, αποκοιμήθηκε σε ξένη αγκαλιά, ενάντια στους νόμους και τους κανόνες των ανθρώπων. Μόλις ξύπνησα και είδα το κρεβάτι λεηλατημένο από το μοναδικό του θησαυρό, όρκο παίρνω πως – εν ονόματι όλων των εραστών – έτοιμος ήμουν με το σπαθί μου να πλημμυρίσω τον ύπνο τους με θάνατο. Τελικά, στα σχέδια μου πρυτάνευσε η λογική. Με ξυλιές διέκοψα τον ύπνο του Γείτονα και αγριεμένα κοιτώντας τον Άσκυλτο ευθαρσώς του δήλωσα: «Από τη στιγμή που καταπάτησες τούτη τη φιλία με τον πιο ύπουλο τρόπο και μαγάρισες το δεσμό μας, μάζεψε τα πράγματά σου και γύρεψε άλλο μέρος να μιάνεις». Εκείνος δεν έφερε αντίρρηση, αλλά, αφού είχαμε μοιράσει τα πάντα ακριβοδίκαια, αξίωσε: «Εμπρός! Ώρα να μοιράσουμε και τούτον τον πιτσιρικά!»

Πετρώνιος: Σατυρικόν (το ποντίκι)

Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 25, 2008

No 551

Image Hosted by ImageShack.usPaul Avril (Γαλλία)

Τον Απρίλη του 1952, στο Χ… γνώρισα έναν εικοσάχρονο αλήτη. Κυριεύτηκα από πάθος γι’ αυτόν. Τότε αυτή η χώρα ήταν, και αναμφισβήτητα είναι ακόμα, ένα απέραντο μπορδέλο, όπου οι παιδεραστές όλου του κόσμου νοίκιαζαν για μια ώρα, μια νύχτα ή για όσο κρατάει ένα ταξίδι, ένα αγόρι, ή έναν άντρα. Ο δικός μου έμοιαζε και νταλικάτος και πολύτιμος. Ούτε η ιδιαιτερότητά του ούτε η ομορφιά του διαφαίνονταν από την αρχή. Οι τρόποι του ήταν σαν πουδραρισμένοι με ταλκ. Στη δεύτερή μας συνάντηση, με το παιχνίδι μιας κάποιας πρόκλησης εκ μέρους μου, για να τον προσβάλω, δήλωσα την αηδία μου για το επάγγελμά του. Εκνευρισμένος, μου πρότεινε να με αφήσει. Δέχτηκα. Θέλησε να φύγει, έμεινε, έφυγε: ήμουν ερωτευμένος. Γοητευμένο, με παρέσυρε με την επίδραση μιας δύναμης, εάν είναι δική του, που ακόμα δύσκολα καταφέρνω να προσδιορίσω τη φύση της. Όμως, εάν το φαινόμενο εξουσίας δεν είναι παρά το φαινόμενο της επιθυμίας μου που έχω με σχοινιά δέσει, μασήσει, καταπιεί, χέσει, δεν βρίσκω καλύτερη εξήγηση, εκτός εάν το ποίημα με βοηθάει. Η επιθυμία που είχα γι’ αυτόν με πεισμάτωνε. Υπήρξε τρομερός ο αλήτης που ήθελα να μετατρέψω σε στολίδι που διεγείρει, που ανοίγει τον κώλο του και που κάποιες φορές είναι και φίλος. Παραδινόταν ακράτητα επάνω μου.

Ζαν Ζενέ: Αποσπάσματα (Ύψιλον)

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 24, 2008

No 550

Image Hosted by ImageShack.usJulius Christian Rehder (Γερμανία)

Ο Μπαζίνι χαμογελούσε. Κι ήταν μέσα στο φωτεινό πλαίσιο το χαμόγελό του γλυκό, αθώο και σταθερό, όπως σε φωτογραφία.
Στριμωγμένος ο Τέρλες στο δοκάρι του, ένιωθε τους μυς των ματιών του να τρέμουν νευρικά.
Ο Μπάινερμπεργκ απαρίθμησε με βραχνή φωνή κι ομοιόμορφο τονισμό, τις αισχρές πράξεις του Μπαζίνι και κατέληξε: «Λοιπόν; Δε νιώθεις ντροπή για όλ’ αυτά;» Ο Μπαζίνι κοίταξε τον Ράιτινγκ μ’ ένα βλέμμα, που έμοιαζε να λέει: «Τώρα ήρθε η στιγμή να με βοηθήσεις». Αντί γι’ αυτό, ο Ράιτινγκ τον χτύπησε στο πρόσωπο με μια γροθιά που τον έκανε να χάσει την ισορροπία του, να πισωπατήσει, να σκοντάψει σ’ ένα δοκάρι και να σωριαστεί στοπάτωμα. Αμέσως ο Μπάινεμπεργκ κι ο Ράιτινγκ χύμηξαν πάνω του. (…)
Από τους θορύβους, ο Τέρλες κατάλαβε, πως οι άλλοι ξεγύμνωσαν τον Μπαζίνι, τραβώντας ένα ένα τα ρούχα του και πως ύστερα τον μαστίγωναν με κάτι πολύ λεπτό και ευλύγιστο. Τον άκουσε να κλαίει, να φωνάζει από πόνο, εκλιπαρώντας τους να τον λυπηθούν. Στο τέλος ξεχώριζε μόνο βογγητά και συγκρατημένους λυγμούς, που διακόπτονταν από τις άναρθρες βρισιές και τη βαριά λαχανιασμένη ανάσα του Μπαίνεμπεργκ. (…)
Τώρα, το μόνο που άκουγες, ήταν το σιγανό παράπονο του Μπαζίνι, που μονολογούσε προσπαθώντας να βρει στο σκοτάδι τα ρούχα του.
Το παράπονο αυτό έκανε τον Τέρλες να αισθανθεί μια περίεργη ευχαρίστηση. Ένα ρίγος με πόδια αράχνης ανεβοκατέβαινε στη ράχη του’ ύστερα σφηνώθηκε με δύναμη ανάμεσα στις ωμοπλάτες, τραβώντας με αδιόρατες δαγκάνες το τριχωτό δέρμα του κεφαλιού του προς τα κάτω. Ο Τέρλες διαπίστωσε με έκπληξη, πως βρισκόταν σε κατάσταση σεξουαλικής διέγερσης.

Ρόμπερτ Μούζιλ: Ο νεαρός Τέρλες (Ύψιλον)

Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 18, 2008

No 549

Image Hosted by ImageShack.usAnton Kölig (Αυστρία)

Η αγάπη, αυτό το ατίμητο μαργαριτάρι που φυλάμε στις καρδιές μας, που δεν αλλάζουμε με τίποτε και που εκτιμάμε περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, αυτή μας δείχνει – όταν την έχουμε – τι είναι η μεγάλη αξία. Μαθαίνουμε τι σημαίνει να ξεχωρίζεις ένα πολύτιμο μέταλλο από όλα τ’ άλλα.
Μη δειλιάζεις να θέτεις σε δοκιμασία τη φιλία ενός ανθρώπου. Το μπαστούνι που φαίνεται ωραίο όσον καιρό το κουβαλάς, αλλά λυγίζει απ’ το βάρος σου όταν γέρνεις πάνω του, είναι άχρηστο.
Πόσο δύσκολο μου φαίνεται να δω εκείνο που βρίσκεται μπρος στα μάτια μου!
Ο τρόπος με τον οποίο η γλώσσα σημαίνει καθρεφτίζεται στη χρήση της.
Όποιος ζει στο παρόν ζει χωρίς φόβο και ελπίδα.

Λόυντβιχ Βιττγκενστάιν: Στοχασμοί (Στιγμή)

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 17, 2008

No 548

Image Hosted by ImageShack.usEdward Robert Hughes (Ην. Βασίλειο)

Οι άντρες είναι τόσο, μα τόσο άκαρδοι. Ξέρουν τη δύναμή τους και την χρησιμοποιούν!
Στον έγγαμο βίο, οι τρεις είναι συντροφιά και οι δύο κανένας.
Ο αρμός κάθε συντροφικότητας, είτε στον γάμο είτε στη φιλία, είναι η συζήτηση.
Όταν ερωτεύεται κανείς, αρχίζει πάντα εξαπατώντας τον εαυτό του και καταλήγει πάντα εξαπατώντας τους άλλους. Αυτό είναι που ο κόσμος αποκαλεί ρομαντική περιπέτεια.
Οι πιστοί γνωρίζουν μόνο την τετριμμένη πλευρά του έρωτα’ ο άπιστος μόνο γνωρίζει τις τραγωδίες της αγάπης.
Ένα ειδύλλιο δεν πρέπει ποτέ να αρχίζει με συναίσθημα. Πρέπει να αρχίζει με γνώση και να τελειώνει με διακανονισμό.
Το να αγαπήσεις τον εαυτό σου είναι η αρχή ενός ισόβιου ειδυλλίου.
Η νιότη χαμογελά χωρίς λόγο. Είναι από τις κυριότερες γοητείες της.
Η πληκτικότης είναι η ενηλικίωση της σοβαρότητας.
Τίποτα δεν γερνάει όπως η ευτυχία.
Είναι κρίμα που στη ζωή μαθαίνουμε τα μαθήματά μας όταν δεν τα χρειαζόμαστε πια.
Οι φιλάνθρωποι χάνουν κάθε αίσθηση ανθρωπιάς. Αυτό είναι το βασικό τους χαρακτηριστικό.
Όταν οι άλλοι συμφωνούν μαζί μου, αισθάνομαι πως έχω κάνει λάθος.
Μόδα για κάποιον είναι ό,τι φοράει ο ίδιος. Ντεμοντέ είναι ό,τι φορούν οι άλλοι.
Αυτό που ονομάζεται ανειλικρίνεια είναι απλώς μία μέθοδος με την οποία πολλαπλασιάζουμε την προσωπικότητά μας.

Όσκαρ Ουάιλντ: Επιλογή από το έργο του (Στιγμή)

Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 11, 2008

No 547

Image Hosted by ImageShack.usRigel Herrera Bracho (Μεξικό)

Γλυκιά Ερανώ

- Γλυκιά Ερανώ, τα χάδια μου τ' αρνήθηκες,
και τόσες άλλες μάταια σε ποθούνε.
Στ΄ αντρίκια τ' αγκαλιάσματα μη γύρισες;
Οι φιλενάδες σου έχουν να το πούνε.
Ποιος τάχα να σε χαίρετ' αγαπητικιά;
πες μου, Ερανώ. Γιατί σε είδα ψες αργά
σ' απόκρυφο περιβόλι, μοναχή
ν΄ αποτραβιέσαι.
- Μην πλανιέσαι,
κι έλα, ω Ξανθώ, σιμά μου να σου πω
κάτι παράξενο. Μα κράτα το για σένα.
Αγάπησα και χαίρουμαι την ίδια εμένα! (...)

Μυρτιώτισσα: Μυρτιώτισσα. Μια παρουσίαση από τον Γιώργο Μπαλούρδο (Γαβριηλίδης)

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 10, 2008

No 546

Image Hosted by ImageShack.usCandice Hershberger (ΗΠΑ)

«Είσαι γαμώ τις γοητευτικές γυναίκες», είπε ξαφνικά ο Ζακ, σαν να το είχε διαπιστώσει μόλις εκείνη τη στιγμή. «Και οι δυο σας είστε», συνέχισε. «Δύο γυναίκες πανέμορφες».
Κοίταξα την Κάρολ. Όσο γι’ αυτήν, τουλάχιστον, είχε δίκιο. Εκείνη χαμογέλασε σαν να συμφωνούσε μαζί του – όσον αφορά εμένα. Ένας καταρράκτης από αναμνήσεις με έλουσε, αναμνήσεις της Κάρολ από τότε που πρωτοβρήκαμε παρηγοριά και απλή χαρά η μια στην αγκαλιά της άλλης. Με διαφορετικό τρόπο η καθεμιά, μολονότι οι δικές μου πληγές ήταν εσωτερικές και είχαν προξενηθεί από εμένα την ίδια, ήμασταν κατά μία έννοια δυο τσακισμένες γυναίκες. Εκείνη, θύμα των αντρών γενικά και εγώ των ιδεολογιών. Για πρώτη φορά, είχαμε βρει η μια στην άλλη έναν άνθρωπο που μπορούσαμε να εμπιστευτούμε. Περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, αυτό που θέλαμε εκείνο τον καιρό ήταν τρυφερότητα και ζεστασιά. Ήμασταν πολύ αδύναμες και κλονισμένες για να αντέχουμε να είμαστε μόνες, και πολύ τραυματισμένες και μπερδεμένες για να είμαστε με οποιονδήποτε άλλον. Ιδιαίτερα με άντρα.

Ράσελ Μπανκς: American Darling (Πόλις)

Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 04, 2008

No 545

Image Hosted by ImageShack.usΑνώνυμος (Ιράν)

Ο κουρέας υποβάλλει ερωτήσεις στον Ατσλάν, τον ρωτά για την υγεία του, αλλά ο Ατσλάν δεν ξέρει τι να απαντήσει, και φαίνεται πως αυτός ο Νεγκρίν μιλάει για ένα σωρό παρασκευάσματα και πούδρες που έχουν καταφθάσει από όλες τις χώρες του κόσμου και για τα σχέδιά του να μετατρέψει το κουρείο του σε ένα μέρος δημοφιλές ανάμεσα στους εύπορους Δαμασκηνούς’ είναι βέβαιος πως δεν είναι ο προορισμός του να ψάχνει για ψείρες και ψύλλους στα ρούχα των επαιτών πελατών του, ούτε να κολλάει βδέλλες πάνω στα σώματά τους για να απαλλάξει το αίμα τους από διάφορες παθήσεις, και καθώς μιλάει για όλα αυτά, ο Ατσλάν ακουμπάει το χέρι του πάνω στο μηρό του κουρέα και τα δάχτυλα του τελευταίου μπλέκονται με τα δικά του κι ο Ατσλάν γέρνει το λαιμό του προς τον πολυλογά κουρέα και έρχεται κοντά του κρατώντας τα δάχτυλά του και τον φέρνει πιο κοντά στα χείλη του και σε αυτήν την τρομερή πράξη που τιμωρείται με θάνατο. Και ιδού, ο καθένας γέρνει πάνω στο λαιμό του άλλου με βαθιά φιλιά, κι η φλύαρη γλώσσα του Σουλεϊμάν πνίγει τα λόγια της μέσα στο υγρό στόμα του Ατσλάν και ρουφά μέλι και γάλα κάτω από τη γλώσσα του, κι ο Ατσλάν με τη σειρά του στέλνει έναν υγρό απεσταλμένο ανάμεσα στα χείλη του κουρέα κι οι γλώσσες τους κουλουριάζονται η μια πάνω στην άλλη, και τώρα ο Ατσλάν τυλίγει τα μπράτσα του γύρω από τον κουρέα και γίνονται ένας άντρας, ένα όλον’ τα ψαλιδισμένα γένια τους αγγίζονται, οι μύτες τους τρίβονται, τα πυκνά φρύδια τους μπλέκονται, οι τριχωτοί μηροί τους κοπανούν ο ένας πάνω στον άλλο, τα φαρδιά πόδια τους ανακατεύονται κι ο ένας γίνεται αντανάκλαση του άλλου, πληθαίνουν, αλλάζει ο ένας μέσα στον άλλο, και βαθιά γογγυτά αναδίδονται κι από τους δυο σαν έναν άντρα.

Αλόν Χίλου: Ο θάνατος του μοναχού (Μεταίχμιο)

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 03, 2008

No 544

Image Hosted by ImageShack.usIstván Szõnyi (Ουγγαρία)

Ύστερα έπεσε πάλι σιγή και ξαφνικά τον Άμπελ τον κυρίευσε εκείνος ο πόθος, και είπε μες στη σιγή:
Σ’ αγαπώ.
Το ξέρω, είπε ο Ίλια χωρίς καθυστέρηση, ουδέτερα, όπως τα ‘λεγε όλα πάντα. Συνέχισε στο ίδιο στυλ. Το ξέρει, και το απορρίπτει. Αισθάνεται, λέει, μάλιστα κάτι σαν σωματική αηδία, όταν το σκέφτεται. Γι’ αυτό μόλις πάρει το απολυτήριο θα φύγει απ’ την πόλη κι απ’ την χώρα. Θα σπουδάσει στο εξωτερικό και δεν θα ‘χει καμιά επαφή με τον Άμπελ (…)
Ο Άμπελ άφησε το κορμί του να πέσει πίσω στον τοίχο με την άγρια, ζεστή επιφάνεια. Ακούμπησε στον τοίχο, με τη χαρακτηριστική μυρωδιά των τοίχων που ‘χουν πάρει τη ζέστη του καλοκαιριού σε πολυσύχναστους δρόμους, την έπιασε στον αέρα, την μυρωδιά των σκύλων. Να μπορούσε να κλάψει. Ήταν σκοτάδι, στεκόντουσαν κοντά σ’ έναν φανοστάτη, ο Άμπελ ακουμπούσε στον τοίχο, δεν έκλαιγε, ο Ίλια στεκόταν εκεί δίπλα, περίμενε, ή όχι, καθόταν απλώς εκεί, κοίταζε προς κάποια μεριά, με το κεφάλο γερμένο στο πλάι.

Τερέζια Μόρα: Όλες οι μέρες (Ίνδικτος)

Πέμπτη, Αυγούστου 28, 2008

No 543

Image Hosted by ImageShack.usΓιάννης Τσαρούχης
.
Ομοφυλόφιλος, -η,-ο 1. αυτός που έχει σεξουαλική προτίμηση προς άτομα του ιδίου φύλου 2. ομοφυλόφιλος (ο) / ομοφυλόφιλη (η) άνδρας / γυναίκα που συνάπτει ερωτικές σχέσεις με άτομα του ιδίου φύλου ΣΥΝ. (για άνδρα) κίναιδος (οικ) αδελφή, συκιά, (!) πούστης, (για γυναίκα) λεσβία ΑΝΤ ετεροφυλόφιλος ΣΧΟΛΙΟ λ. φύλο
[ΕΤΥΜ. < ομο- + φύλο + φίλος, αποδ. στην ελλην. ξεν. όρου, πβ. αγγλ. homosexual]
.
πούστης (ο) [πούστηδες] (!) 1. ο ομοφυλόφιλος 2. (υβριστ.) για ανέντιμο άνθρωπο 3. (ως έκφραση θαυμασμού): βρε τον -, πώς τα λέει! (τι ωραία που τα λέει) Επίσης πούστρα (η) – (υποκ) πουστάκος (ο) (μεγεθ) πουσταράς κ. πούσταρος (ο) κ. πουστάρα (η) πούστικ-ος,-η, -ια, -ο πούστικα επιρρ.
[ΕΤΥΜ.< τουρκ. pust]
.
κολομπαράς (ο) [κολομπαράδες] (αργκ.) 1. ο ενεργητικός ομοφυλόφιλος ΣΥΝ. αρσενοκοίτης 2. παιδεραστής (αγοριών)
[ΕΤΥΜ. < τουρκ. kulambara, με παρετυμολογική επίδραση τής λ. κώλος]
.
γκέι (ο) (ακλ.) 1. ο ομοφυλόφιλος 2. (ως επιθ.) ομοφυλοφιλικός - κουλτούρα / μπαρ
[ΕΤΥΜ. < αγγλ. gay «εύθυμος, χαρούμενος» < αρχ. γαλλ. gai < αρχ. γερμ. gahi «αιφνίδιος, γρήγορος». Η σημ. «ομοφυλόφιλος» απαντά κυρ. μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο]
.
κίναιδος (ο) (αρχαιοπρ. –μειωτ.) άνδρας που συνουσιάζεται με ομόφυλό του, ο παθητικός ομοφυλόφιλος ΣΥΝ. (!) πούστης
[ΕΤΥΜ. αρχ. αβεβ. ετύμου. Σύμφωνα με αρχ. ετυμολογικό λεξικό «παρά το κινείσθαι την αιδώ ή παρά το κινείσθαι τα αιδοία» εκδοχή που θεωρεί τη λ. ως σύνθετη των λ. κινώ και αιδώς ή αιδοίον. Εντούτοις, σημαντικό πρόβλημα εξακολουθεί να συνιστά η ποσότητα του –ι- (κίναιδος-κινώ)]
.
αδελφή κ. αδερφή 7. (μειωτ. –συνηθ. ο τ. αδερφή) ο ομοφυλόφιλος, ο θηλυπρεπής άντρας – (υποκ) αδελφούλα (η), (μειωτ. – μεγεθ.) αδερφάρα (η)
.
συκιά 2. (!) ομοφυλόφιλος άνδρας με θηλυπρεπή συμπεριφορά
.
τοιούτος 2. (λαϊκ, - το αρσ. ως ουσ.) ο ομοφυλόφιλος, ο κίναιδος
.
λεσβία (η) [λεσβιών] η γυναίκα που έχει ομοφυλοφιλικές σχέσεις, που έλκεται σεξουαλικά από γυναίκες.
[ΕΤΥΜ. αρχ., Λέσβος, από όπου πιστευόταν πως προέρχεται η γυναικεία ομοφυλοφιλία, καθώς και άλλες σεξουαλικές αποκλίσεις]
.
τριβάς (η) {τριβάδ-ος, -α,/-ες, -ων} (λογ) η ομοφυλόφιλη γυναίκα, η λεσβία.
[ΕΤΥΜ. < μτγν. τριβάς, -αδος < αρχ. τρίβω]
.
Γ. Μπαμπινιώτη: Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας
(Κέντρο Λεξικολογίας)
.
σημ.: Σύμβολο (!) μπροστά από λέξη χυδαία (ταμπού)

Τετάρτη, Αυγούστου 27, 2008

No 542

Image Hosted by ImageShack.usΓιάννης Τσαρούχης

Οι κίναιδοι έχουν την ιδιαίτερη γλώσσα τους, όπως ακριβώς οι μάγκες έχουν τα κουτσαβάκικα. Το ιδίωμα των κιναίδων ονομάζεται καλιαρντή, ή καλιάρντω, ή καλιαρντά, ή λουμπινίστικα, ή φραγκολουμπινίστικα, ή τζιναβωτά, η λατινικά, η βαθιά λατινικά, ή ετρούσκα, ή λιάρντω, ή ντούρα λιάρντω.
Η καλιαρντή, αν και είναι κάτι σαν τεχνητή γλώσσα, δεν εποιήθη σε μια στιγμή. Πρόκειται σχεδόν για μια διάλεκτο, που μετατρέπει την τάξη των κιναίδων σε ερμητική κάστα. Και πρόκειται για έναν απολύτως αμυντικό κλοιόν εκφράσεως’ με δικό του λεξιλόγιο, ιδιάζουσαν ορθοφωνία και ταχύτηταν ομιλίαν. Σήμερα η καλιαρντή δεν έχει μιαν ενιαίαν όψη, αλλά εμφανίζεται σαν ένα σύνολον σε δυο επίπεδα: την απλή καλιαρντή και την λιάρντω (ή ντούρα λιάρντα).
Η πρώτη ομιλείται, λίγο πολύ, απ’ όλους τους κίναιδους. Η δεύτερη είναι η οιονεί καθαρεύουσα και την χειρίζονται οι πολύ μπσαμένοι, οι ελάχιστη. Τούτο οφείλεται στην διαρκή υποχωρητική τάση των λέξεων της καλιαρντής σε νέες απόκρυφες μορφές εννοιών (…) η καλιαρντή είναι μια συνθηματική διάλεκτος, διεπομένη από τους ειδικούς κανόνες όλων των συνθηματικών διαλέκτων. Φυσικά, η καλιαρντή ακολουθεί την γραμματική και το συντακτικό της νεοελληνικής. Αυτό διόλου δεν εμποδίζει την καλιαρντή από το να είναι μια αδιακόπως έξυπνη και ιδιαίτερα πλαστική γλώσσα. Η καλιαρντή έχει ένα χαρακτηριστικό θέλγητρο’ είναι μια γλώσσα που σε κάνει να χαμογελάς άθελά σου. Κι αυτός είναι ο στόχος των κιναίδων: επιζητούν να αφοπλίσουν τον συνομιλητή, γυρίζοντας την κουβέντα στο ευτράπελο. (…) Η ανίχνευση της ετυμολογίας των λέξεων της καλιαρντής είναι εξαιρετικώς δύσκολη, και, κάποτε-κάποτε, αδύνατη. Η καλιαρντή ομιλείται τάχιστα – ουσιαστικώς αν δεν είσαι κίναιδος αδυνατείς να προφέρεις σωστά τις λέξεις της καλιαρντής, που, πάντα, συνοδεύονται από κατάλληλες εύγλωττες χειρονομίες και μορφασμούς και καμώματα και ακκισμούς και γυναικωτές στάσεις του κορμιού. Είναι τόσο δύσκολο να προφέρεις ορθά τα καλιαρντά, ώστε στο σύνηθες ερώτημα «μπενάβεις τα λιαρντά;» όσοι τα ομιλούν απαντούν με κομπασμό: «και τα τζινάβω και τα μπενάβω».

Ηλίας Πετρόπουλος: Καλιαρντά (Νεφέλη)

Τετάρτη, Αυγούστου 06, 2008

No 541

Image Hosted by ImageShack.usΑνδρέας Κάραγιαν (Κύπρος)
.
Έχει απασχολήσει κατά καιρούς πολλούς το θέμα της παράδοσης αλλά έχει αντιμετωπισθεί με τρόπο πολύ συμβατικό και, θα έλεγα, αρκετά μετριοπαθή, σχεδόν εθελοτυφλώντας απέναντι σε κάτι το οποίο δεν τολμούμε να κοιτάξουμε κατά πρόσωπο – και δεν είναι το μόνο πράγμα που δεν το κοιτάζουμε κατά πρόσωπο, και καταλαβαίνεις τι συνέπειες έχει αυτό. Πρόκειται λοιπόν για έναν τρόπο σύμφωνα με τον οποίο η παράδοση εκλαμβάνεται ως κάτι που συνεχίζεται αυτονόητα και αυτόκλητα, χωρίς να γίνεται αντιληπτό κανένα πρόβλημα συνέχειας ή ανανέωσής της. Κι όμως η παράδοση δεν είναι κάτι το οποίο συντίθεται μόνον από τη συνέχεια’ η παράδοση έχει να κάνει και με την ρήξη. Η παράδοση δεν έχει μόνον στοιχεία οργανικής γραμμικής πορείας’ εμπεριέχει ως δημιουργικό παράγοντα την ασυνέχειά της, την διακοπή της, ακόμη και την αναίρεσή της. Δεν θέλουμε, διστάζουμε, δεν τολμούμε να αποδεχθούμε την παράδοση και ως κάτι το οποίο μπορεί όχι μόνον να σταματήσει, να παρουσιάσει εμπλοκή και να βυθιστεί στο αδιέξοδο και στο χάος, αλλά και να μην έχει καμία σχέση με τη προηγούμενη πορεία του.

Δημήτρης Δημητριάδης: Το πέρασμα στην άλλη όχθη (Άγρα)

Παρασκευή, Ιουλίου 18, 2008

No 540

Image Hosted by ImageShack.us

ΤΡΑΓΟΥΔΩ ΤΗ ΣΑΡΚΑ ΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗ ΖΩΗ ΜΟΥ

Βέβαια δε θα τραγουδήσω τις ένδοξες ερωμένες μου. Αφού
δε ζούνε πια, προς τι να, μιλώ για δαύτες; Δεν είμαι όμοια
τους. Δεν έχω τόσα, για να σκέπτομαι τον εαυτό μου;

Θα σε ξεχάσω, Πασιφάη, μ’ όλο που το πάθος σου ήτανε
υπερβολικό. Δε θα σε υμνήσω, Σύριγξ, ούτε εσένα, Βυβλίς,
ούτε σένα, από τη θεά διαλεχτή μέσα σ’ όλες, Ελένη λευκωλένη.

Αν κανένας πονάει, μόλις τον νιώθω’ αν κανένας αγα-
πησε, αγαπώ περισσότερο. Τραγουδώ τη σάρκα μου και
τη ζωή μου, κι όχι τον άγονο ίσκιο των πεθαμένων εταίρων.

Μείνε, πλαγιασμένο ω σώμα μου, σύμφωνα με τη φιλή-
δονη αποστολή σου! Απόλαψε την καθημερινή ηδονή και
τις χωρίς αύριο επιθυμίες. Μην αφήνεις ούτε μια χαρά
άγνωστη για να μεταμεληθείς πως δεν την εδοκίμασες
την ημέρα του θανάτου.

Pierre Louÿs: Τα τραγούδια της Βιλιτώς (Φαρφουλάς)

Πέμπτη, Ιουλίου 17, 2008

No 539

Image Hosted by ImageShack.us
Η Σουμίρε μετακίνησε το σώμα της λίγο προς τα πάνω. Η άκρη της μύτης της άγγιξε το λαιμό της Μίου. Τα στήθη τους σφίχτηκαν το ένα πάνω στ’ άλλο. Η Μίου ένιωσε έναν κόμπο στο λαιμό. Τα χέρια της Σουμίρε έκαναν βόλτες στη πλάτη της.
«Πραγματικά μου αρέσεις», είπε η Σουμίρε με φωνή που μόλις ακουγόταν.
«Κι εσύ μου αρέσεις», είπε η Μιου. Δεν ήξερε τι άλλο να πει και στο κάτω κάτω αυτό που είχε πει ήταν η αλήθεια.
Τα δάχτυλα της Σουμίρε άρχισαν να ξεκουμπώνουν τα κουμπιά της πιζάμας της Μίου. Εκείνη προσπάθησε να τη σταματήσει, αλλά η Σουμίρε δεν σταματούσε με τίποτε. «Μόνο λιγάκι», είπε η Σουμίρε. «Λιγάκι …σε ικετεύω».
Η Μιου έπαψε ν’ αντιστέκεται. Τα δάχτυλα της Σουμίρε διέγραψαν απαλά το σχήμα του στήθους της Μιου. Το στόμα της πηγαινοερχόταν στο λαιμό της. Η Σουμίρε άγγιξε τις ρώγες της, τις χάιδεψε απαλά και τις έτριψε ανάμεσα στα δάχτυλά της. Στην αρχή διστακτικά, έπειτα πιο τολμηρά.
.
Χαρούκι Μουρακάμι: Σπούτνικ αγαπημένη (Ωκεανίδα)

Πέμπτη, Ιουλίου 10, 2008

No 538

Image Hosted by ImageShack.usRoger Hardy (Καναδάς)

Στη χώρα της φαιδράς πορτοκαλέας, εδώ και μερικά χρόνια κυκλοφορεί μια κυρία Μαρία Παπαγιαννίδου-Σεν Πιέρ, η οποία από την ανεκδιήγητη ιστοσελίδα της απευθύνει την εξής πρόσκληση:
«Δεν πιστεύω ότι υπάρχουν άνδρες ετεροφυλόφιλοι οροθετικοί (εκτός από χρήστες ενδοφλεβίως ενέσεων). Αν γνωρίζετε κάποιον ή είστε εσείς ο ίδιος επικοινωνήστε μαζί μου ανώνυμα. Αυτός ο κατασκευασμένος μύθος πρέπει κάποτε να σπάσει».
Η θεωρία της συγγραφέως, εκτός αυτού, περιλαμβάνει την άποψη ότι εκατομμύρια άνθρωποι δηλητηριάζονται με άχρηστες τοξικές ουσίες (εννοεί τα αντιρετροϊκά φάρμακα που διαθέτουν όσες αρχές Υγείας ανά τον κόσμο κατέχουν), καθόσον το hiv-aids δεν οφείλεται στον ιό hiv.
Αν θυμάμαι καλά, πριν από μερικά χρόνια και ένα ανδρικό περιοδικό είχε διατυπώσει μια ανάλογη παπάρα, χωρίς βέβαια κανείς υπεύθυνος να το μαζέψει.
Το αποτέλεσμα αυτής της λάσπης σε ένα τόσο τραγικό θέμα είναι βέβαια η διακοπή της αντιρετροϊκής αγωγής από τους οροθετικούς, ο εφησυχασμός τους «γενικού πληθυσμού» και η επιστροφή στο ρατσισμό της αντιομοφυλοφιλικής υστερίας, με επακόλουθο την ανέφελη διασπορά του ιού.

Γρηγόρης Βαλλιανάτος: Ακατάλληλο (Καστανιώτης)

Πέμπτη, Ιουλίου 03, 2008

No 537

Image Hosted by ImageShack.usCornelius McCarthy (Ηνωμένο Βασίλειο)

Ο Κόκροφτ ξεκούμπωσε το παντελόνι του, κατέβασε το φερμουάρ και τον έβγαλε έξω. Ο Βόσνιος κοίταξε το πουλί του γέρου όπως στεκόταν μισοσηκωμένο, κοιτάζοντάς τον με το μοναδικό, σκιστό μάτι του. Έσκυψε προς τα κάτω αλλά. Αμέσως τραβήχτηκε. «Μπάνιο», είπε. «Κάνε ένα μπάνιο πρώτα». Δεν είχε καμιά όρεξη να γλείψει κάτι που έζεχνε μπαγιάτικο ιδρώτα και ούρα.
Ο Κόκροφτ πήγε υπάκουα στο λουτρό. Ύστερ’ από λίγο βγήκε φορώντας τη ρόμπα του. «Πάμε στα ενδότερα», είπε. Ο Βόσνιος δεν είχε ξαναδεί το υπνοδωμάτιο του Κόνκροφτ. Δεν ήθελε. Ανέβηκαν τη σκάλα. Υπήρχε ένα μεγάλο, ξέστρωτο κρεβάτι κι ολόγυρα σκόρπιες κάτι άλλες φωτογραφίες του ευνοούμενου του γέρου – μια με το ασημί του σορτς και μια άλλη όπου ήταν ολόγυμνος, ξαπλωμένος μπρούμυτα πλαί σε μια πισίνα, μ’ ένα κοκτέιλ στο χέρι. Ο γέρος ξάπλωσε ανάσκελα, με τα πόδια ανοιχτά και το καθαρό, απρόσμενα ερεθισμένο μικρό πραγματάκι ορθωμένο σαν κεραία ανάμεσα στο θύσανο από μαύρες και γκρίζες τρίχες. Ο Βόσνιος ακούμπησε τα χείλη του στην άκρη κι ύστερα το πήρε ολόκληρο στο στόμα του. Ο γέρος βόγκηξς. «Τα δόντια. Πρόσεχε τα δόντια», είπε.
«Οκέι», απάντησε μπουκωμένος ο Βόσνιος, με το πέος ακόμη στο στόμα του. Προσπαθούσε να βρει τη σωστή γωνία, κι έκανε λίγο πίσω για να δει μήπως ήταν καλύτερα έτσι.
«Μη σταματάς, σε παρακαλώ. Μια χαρά τα πας»

Νταν Ρόουντς: Τιμολέων Βιέτα, γύρνα σπίτι (Ωκεανίδα)

Τετάρτη, Ιουνίου 25, 2008

No 536

Image Hosted by ImageShack.usDarold Perkins (ΗΠΑ)

«Το θύμα ήταν γκέι, και λένε ότι ο Κάλσμπερι έγινε θηρίο όταν ο άλλος τού την έπεσε. Μας έχουν στις ειδήσεις γι’ αυτό που έγινε. Φριχτό. Για σκέψου το κακόμοιρο το παλικάρι.»
Ο Γκας σφύριξε. «Άγριο πράμα να σκοτώσεις άνθρωπο.» Ο Γκας σώπασε για λίγο, και σωπάσαμε κι εμείς.
Η Μόργκαν με κοίταξε. «Χαντ, πώς θα ‘νιωθες εσύ αν σου την έπεφτε ένας άντρας; Θα σ’ ενοχλούσε;»
«Ούτε που μου ‘χει περάσει απ’ το μυαλό.»
«Ε, ας σου περάσει τώρα» είπε.
«Μάλλον θα κολακευόμουν» είπα και σήκωσα τους ώμους μου.
«Τι θα ‘λεγες;»
«Δεν ξέρω» είπα. «Φαντάζομαι, το ίδιο που θα ‘λεγα κι αν μου την είχε πέσει γυναίκα. “Όχι, ευχαριστώ.”»
Η Μόργκαν έκοψε λίγο ψωμί απ’ τη φρατζόλα και το ‘βαλε στο πιάτο της.
Ο Γκας με αγριοκοίταξε.(…)
Η Μόργκαν μαλάκωσε λιγάκι.
«Εντάξει, ρε καουμπόη. Αυτό θα ‘λεγες. Πώς θα ‘νιωθες, όμως;»
Στάθηκα στο τραπέζι, στρίβοντας το ανοιχτήρι. «Δεν ξέρω, για να είμαι ειλικρινής. Δε μου ‘χει συμβεί ποτέ. Δεν ξέρω κανέναν ομοφυλόφιλο. Δηλαδή …μπορεί και να ξέρω, αλλά να μην ξέρω ότι είναι. Εδώ καλά καλά δεν ξέρω αν οι μισοί γνωστοί μου είναι ετεροφυλόφιλοι. Κι ούτε θέλω να ξέρω.» Έβγαλα το φελλό. «Όπως και να ‘χει, για ν΄ απαντήσω στην ερώτησή σου, δεν ξέρω. Σου είπα: μάλλον θα κολακευόμουν.»
«Εγώ γνώρισα μερικούς στη φυλακή» είπε ο Γκας. «Με τρόμαζαν.»
.
Percival Everett: Πληγωμένοι (Πόλις)

Τετάρτη, Ιουνίου 18, 2008

No 535

Image Hosted by ImageShack.usGeorge Wagner (Αυστραλία)

Ό,τι αγάπησα στην Καρδίτσα ήταν ο Αργύρης. Τι κι αν υπήρχε λανθάνουσα ερωτική επιθυμία; Αυτό που εκφραζόταν πάντως ήταν τρυφερότητα, μια φιλία εκρηκτική, ανεπανάληπτη. Δεν μου ξανά ‘τυχε, φίλος, να μπαίνει στον κήπο του σπιτιού του και να τα κάνει όλα ρημαδιό για να μου χαρίσει ένα σπουδαίο μπουκέτο’ ούτε να παρατήσει την γκόμενα που μόλις είχε ψήσει για νά ‘ρθει μαζί μου σε μια α[‘ τις ατελείωτες εκείνες βόλτες, τις ξελαρυγγιαστιές απ’ τα ευαίσθητα τραγούδια του Χατζιδάκι (Σωρός τα γράμματα όταν γύρισα στη Σαλονίκη. Μια κανονική ερωτική αλληλογραφία δε θα γέμιζε ολόκληρη βαλίτσα όπως τη γέμισα εγώ με τα απλοϊκά γράμματα του Αργύρη).

Γιάννης Παλαμιώτης: Από το πάρκο στο κενό (Πολύχρωμος Πλανήτης)

Πέμπτη, Ιουνίου 12, 2008

No 534

Image Hosted by ImageShack.usRoss Watson (Αυστραλία)

Ο Σάκης στα δεκαοχτώ του, είχε τα πιο υπέροχα μάτια που έχω δει σε αγόρι. Μάτια που αλλάζουν από γαλάζια σε σκούρα μπλε και σε γαλαζοπράσινα, ανάλογα με το φως που πέφτει πάνω τους. Μάτια που οι περιστάσεις σε κάνουν να υποδύεσαι χαμαιλεοντικά όταν ο περίγυρος αλλά κι ίσια σου η οικογένεια δε λέει να κατανοήσει αυτό που συμβαίνει μέσα σου παρά θέλει μόνο να πιστεύει ότι τα δικά της φρονήματα είναι κατά κανόνα και χωρίς εξαίρεση και δικά σου. Ο Σάκης ήταν ο μόνος μαθητής που βρήκε το κουράγιο να σκύψει να με φιλήσει στο στόμα. Εκείνο το αδέξιο, πρώτο φιλί που το στέλνεις κι ό,τι πιάσει: τα μισά πάνω χείλη, τα μισά κάτω, λίγο στο πλάι. Σαν να θες να μπογιαντίσεις τον πιο εντυπωσιακό πίνακα που ζωγραφίστηκε ποτέ και έμφυτα ξέρεις ότι έχεις το ταλέντο να το κάνεις αλλά μόλις πιάσεις την τέμπερα στα χέρια σου γλιστράει λίγο χρώμα από δω, σου ξεφεύγει λίγο παραπάνω απ’ την άλλη και τελικά το αποτέλεσμα δεν είναι όπως το φανταζόσουν. Όμως σ΄ αρέσει γιατί είναι το προσωπικό σου απόκτημα, η δικά σου φαντασία που παίρνει σάρκα και οστά. Έτσι ξώφαλτσα με φίλησε κι εκείνος, σαν μεταμοντέρνος πίνακας, περίεργα χυμένος στους χρωματισμούς, δυναμικός και τολμηρός σε εικαστικότητα, ανεξάρτητος σε υπόσταση.

Ιωσήφ Αλυγιζάκης: …και κάτι πολύ προσωπικό (Πολύχρωμος Πλανήτης)

Τετάρτη, Ιουνίου 11, 2008

No 533

Image Hosted by ImageShack.usWarwick Beecham (Αυστραλία)

Με τέτοιες σκέψεις κατέβηκα στην καμπίνα μου, έβγαλα το πορτοκάλι από την τσέπη μου και το έδωσα στον Πατ.(…)
«Κύριε υποπλοίαρχε», είπε ο Πατ. «σ’ ευχαριστώ πολύ για το πορτοκάλι.»
«Αγόρι μου», είπα, «σου φέρνω καλά νέα.»
«Τι νέα, κύριε υποπλοίαρχε;»
«Δεν είναι ανάγκη να πας στην πλώρη.»
Το κοκαλιάρικο, άχαρο πρόσωπο φωτίστηκε:
«Θα μείνω, εδώ, κοντά σου, κύριε Γιένσεν;»
«Όχι», είπα, « αυτό είναι αδύνατο.»
«Σ’ αγαπάω πολύ, κύριε υποπλοίαρχε. Θέλω να μείνω εδώ. Δεν μπορώ να μείνω μαζί σου;»
Το πορτοκάλι κύλησε στο χαλί. Ο Πατ ανακάθησε στο κρεβάτι και τύλιξε τα μπράτσα του γύρω από τον λαιμό μου:
«Υποπλοίαρχε Πέντερ! Υποπλοίαρχε Πέντερ! Άσε με να μείνω κοντάσου! Δεν έχω πού να πάω.»

Γιενς Μπιερνέμπου: Καρχαρίες (Μέδουσα)

Σάββατο, Ιουνίου 07, 2008

Πέμπτη, Μαΐου 29, 2008

No 532

Image Hosted by ImageShack.usRaphael Perez (Ισραήλ)

Ο Δημήτρης

Στις παραμονές αυτής της μεγάλης γιορτής
ο αμνός ακόμα επιθυμεί να γίνει θυσίασμα.
Το θύμα περιμένει τον Θεό, η βροχή περιμένει τη γη.

Στην απέναντι αυλή ο γιος των γειτόνων σκαλίζει τη φωτιά
κάτω από τις σούβλες του.
Τα πόδια του είναι λάσπη, η μαγεία του χόρτα πικρά.

Και ιδού: στις αίθουσες αναμονής του μέλλοντος
ο έρωτάς μου έγινε, λες, βορειοδυτικός άνεμος
κι όπως πέρασε η ζωή και το όνειρο
έτσι κι εσύ διαρκώς απομακρύνεσαι.

Ράμι Σάαρι: Κάτω από τις πατούσες της βροχής (Οξύ)
Μετάφραση: Χρυσούλα Παπαδοπούλου

Τετάρτη, Μαΐου 28, 2008

No 531

Image Hosted by ImageShack.usJaime Bellechasse (Κούβα)

Το φάντασμά μου να 'ρχεται το νιώθω

Το φάντασμά μου να 'ρχεται το νιώθω
κάτω απ' το σάρκινο κοστούμι όπου μένω,
ποτέ δεν ήξερα αν ζω ή αν πεθαίνω,
αν έχω του ίσκιου ή του σώματος τον πόθο.

Την πόλη περπατώ, την ξαναχτίζω
με ματαιότητας το βλέμμα κάθε μέρα'
άλλοτε εκείνη χάνεται, άλλοτε φεύγω πέρα,
άοπλος το όνειρό μου προασπίζω.

Κι εμέ συναπαντώ, μ' αναγνωρίζω
όλο θάνατο, από σκιά φτιαγμένο'
κι άλλο δεν είμαι τίποτα, ρωτώ, όμως γνωρίζω

μόνο ότι δεν έκλαψα το κλάμα το θλιμμένο
γι' αυτόν το μελλοθάνατο που κομίζω
κάτω απ' το σάρκινο κουστούμι όπου μένω.

Γκαστόν Μπακέρο: Λέξεις γραμμένες στην άμμο από έναν αθώο (Μικρή Άρκτος)
Μετάφραση: Ελένη Χαρατσή