Τετάρτη, Δεκεμβρίου 28, 2011

No 790

Ανδρέας Κάραγιαν (Κύπρος)

Μια ποδηλασία ένα ανοιξιάτικο πρωινό
Κάθε Κυριακή, είτε το ήθελα είτε όχι, έπρεπε να εκκλησιαστώ. Μου άρεσε η λειτουργία στα λατινικά, συχνά όμως βαριόμουν και αφηνόμουν στους ήχους του αρμονίου ταξιδεύοντας στις διάφορες τοιχογραφίες της οροφής με τα αγγελάκια να επιδεικνύουν αναίσχυντα τους χαριτωμένους ποπούς τους ή στα γλυπτά των ροδομάγουλων αγίων τα οποία στόλιζαν τις κόγχες της ψηλοτάβανης εκκλησίας.
Μια τέτοια Κυριακή, όπως ήμουν χαμένος σε ονειροπολήσεις, το μάτι μου διασταυρώθηκε με ένα γαλάζιο έντονο βλέμμα' ντράπηκα και κοίταξα αλλού. Βγαίνοντας, αφού πήρα αγίασμα, είδα το νεαρό να στέκεται στο προαύλιο. Ένα χαμόγελο φώτισε το ανοιχτόχρωμο πρόσωπό του. Ήταν μεγαλύτερος και ψηλότερος από εμένα, θα ήταν καμιά εικοσιπενταριά χρονών και φορούσε στρατιωτική στολή. Η καθολική εκκλησία ήταν γεμάτη ένστολους νέους. Αυτό με έκανε να νιώθω οικεία με τους Άγγλους, πώς να τους δω σαν «κατακτητές» όταν οι περισσότεροι ήταν σχεδόν στην ηλικία μου; Ο Τζο ήταν αξιωματικός από τη Σκωτία. Ήμασταν και οι δύο με τα ποδήλατα και μου πρότεινε μια βόλτα. Είχα ακόμη αρκετή ώρα ώσπου να επιστρέψω το μεσημέρι για το οικογενειακό κυριακάτικο γεύμα. Πήραμε το δρόμο προς το Κιόνελλι, περνώντας ανάμεσα από μακριές σειρές από κυπαρίσσια. Ο Τζο άφηνε το τιμόνι και έπιανε το δικό μου για να τον ακολουθήσω, ακουμπώντας με απαλά στο χέρι. Βρισκόμασταν κάποια απογεύματα όταν δεν είχε δουλειά και ποδηλατούσαμε σε ερημικά μέρη. Ήταν η μυστική συμφωνία μας, το μυστικό μας. Στο σπίτι έλεγα ότι έβγαινα με τους συμμαθητές μου. Μιλούσαμε για χίλια πράγματα, για τη ζωή του, για το πόσο άχαρο ήταν να βρίσκεται αυτόν τον καιρό στην Κύπρο, όπου σε κάθε γωνιά καιροφυλακτούσε ο θάνατος' οι δρόμοι της Λευκωσίας είχαν γεμίσει αίματα και δολοφονίες. Έβλεπα τον εαυτό μου σαν προστάτη του άγγελο, τον σταύρωνα και έλεγα αυτά που άκουγα από τη μάνα μου, «Ιησούς Χριστός νικά και όλα τα κακά σκορπά» να τον προφυλάξω από κάθε κίνδυνο ! Η «μυστική» αυτή σχέση με έναν «εχθρό» συνέχισε αρκετό καιρό, μου θύμιζε την ιστορία του Ρωμαίου και της Ιουλιέτας που διάβαζα για τις εξετάσεις μου στα αγγλικά. Αφηνόμασταν στη γοητεία της χωρίς να την αναλύουμε. Όταν μου ανακοίνωσε ότι θα επέστρεφε στην πατρίδα του μου ζήτησε, για πρώτη φορά, να ανέβω στο γραφείο του που ήταν άδειο. Τον αγκάλιασα και έγειρα το πρόσωπο στον ώμο του. Όπως με χάιδευε, βρεθήκαμε και οι δυο χωρίς τα πουκάμισα, με τα στήθη μας να αγγίζουν σφιχτά το ένα το άλλο. «Andreas» μου είπε, «you are so young and innocent. Let's stop here». Υoung ήμουν, αλλά innocent αμφιβάλλω. Χιλιάδες ερωτικές εικόνες έπαιζαν σαν κινηματογραφική ταινία στο μυαλό μου, παιδεύοντάς με και αιχμαλωτίζοντάς με σε ανεκπλήρωτες καταστάσεις' εξάλλου έτσι ανοιγόταν για μένα ο δρόμος προς την κόλαση. Με τον Τζo αφέθηκα, είχε όμως τη σύνεση να σταματήσει. Έφυγε για τη Σκωτία. Έξι μήνες πονούσε το στομάχι μου, έχανα βάρος και η μάνα μου με πήγαινε στο γιατρό, αλλά εκείνος δεν μπορούσε να διαγνώσει τίποτα το οργανικό. «Εφηβεία» της έλεγε για να την καθησυχάσει.

Ανδρέας Κάραγιαν: Ανήθικες ιστορίες (Γαβριηλίδης)

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 21, 2011

No 789

Robert Bliss

Δυο σκιές κρυμμένες πίσω από τα πυκνά φυλλώματα σάλεψαν και μ’ έκαναν να σκιρτήσω. Ζωντανές σκιές, που έρχονταν να ταράξουν τον ύπνο των πεθαμένων. Προσπάθησα να ξεφύγω κι ακολούθησα το πρώτο μονοπάτι που βρήκα εμπρός μου. Όμως ήταν αργά. Οι δυο σκιές ήταν εκεί κι έφραζαν το πέρασμά μου. Με κοιτούσαν ακίνητες. Πάνω τους αντί για απειλή υπήρχε μια αμηχανία.
«Ψάχνεις κανέναν;» με ρώτησε ο Δίδυμος. Ήταν ο ένας απ’ τους δύο.
Ο άλλος, δεν μπορούσα να το πιστέψω, ήταν ο Λουίτζι. Παρ’ όλο το σκοτάδι ένιωσα πως είχε γίνει κατακόκκινος. Προχώρησα ένα βήμα και προσπάθησε να μου πιάσει το χέρι. Εγώ τραβήχτηκα.
«Μένης, θα σου εξηγήσω», μου είπε χαμηλόφωνα.
Δεν είχα ανάγκη από καμιά εξήγηση.
«Μη φεύγεις, Μένης», μου είπε ικετευτικά. «Προχώρησε λίγο και περίμενέ με. Θα γυρίσω μαζί σου».
Μα την ίδια στιγμή έριχνε απελπισμένες ματιές προς το μέρος του Δίδυμου.
«Δεν υπάρχει ανάγκη να σε περιμένει», άκουσα τη σκληρή, μεταλλική φωνή του Βέλγου. «Εγώ φεύγω. Εσείς συνεχίστε», και πρόσθεσε ειρωνικά: «Αυτό που εμείς αρχίσαμε».

Μένης Κουμανταρέας: Οι αλεπούδες του Γκόσπορτ (Κέδρος)

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 14, 2011

No 788


Οι Βυζαντινοί, παλαιάν, κακήν συνεχίζοντες συνήθειαν, την των παιδικών, δεν ήσαν απηλλαγμένοι του πάθους της παιδεραστίας και ανδρομανίας, το οποίον υπελάμβανον ως δαιμόνιον, και δη το αισχρότατον των δαιμονίων. Τούτο κατά συγγραφέα των μέσων του Ε’ μ.Χ. αιώνος, Νείλον τον ασκητήν: «εισέφερε τη ψυχή παίδας ευειδείς φαντασιούσθαι παρακαλούντας τον νουν και προτρέποντας πράξαι την αμαρτίαν».
Κατά τους Βυζαντινούς, τα είδη της αρσενοκοιτίας ήσαν τρία’ το πρώτον, το και ελαφρότερον, ήτο «το παρ’ άλλων παθείν», το δεύτερον, το βαρύτερον του πρώτου, «το ποιήσαι εις έτερον», και το πάντων βαρύτερον «το παθείν παρ’ ετέρου και ποιήσαι εις έτερον».
Δεον να σημειωθεή, ότι όσον πλησιάζομεν προς τον αρχαίον κόσμον, τόσον το πάθος είναι ευρύτερον διαδεδομένον. Κατά τον Α’ μ.Χ. αιώνα, Δίων ο Χρυσόστομος, ομιλών, λέγει ότι ούτοι εμαίνοντο περί τους έρωτας των αρρένων, παραμείναντος παρ’ αυτοίς του πάθους εκ της μητροπόλεως, ο αυτός δε συγγραφεύς, εν τω Ευβοϊκώ του, ομιλεί περί πορνοβοσκών συγκεντρούντων εν Ευβοία εις ρυπαρά οικήματα αιχμάλωτα σώματα γυναικών και παίδων.
Μετά ταύτα, μνείαν κιναίδων ή, ως έλεγον, των νοσούντων την θηλείαν ή γυναικείαν νόσον, ποιείται ο Λουκιανός αναφέρων την τότε δημώδη παροιμίαν: «θάττον αν πέντε ελέφαντας υπό μάλης κρύψει τις ή ένα κίναιδον» και βεβαιών ότι η συνάντησιςπρωί κιναίδου εθεωρείτο κακός οιωνός.
Ο αυτός συγγραφεύς, ψέγων τους ανδροβάτας, προσθέτει: «το δε άρρεν ουδενί τρόπω χαρίζεται θηλείαν απόλαυσιν».

Φαίδων Κουκουλές: Βυζαντινών Βίος και Πολιστισμός (Παπαζήσης)

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 08, 2011

Νο 787



Οι ερωτικές σχέσεις ανάμεσα σε πρόσωπα αρσενικού φύλου δεν ήσαν ηθικά αδιάφορες για τους Ρωμαίους, γι’ αυτό και οι σχετικές πράξεις με τέτοιας μορφής σχέσεις διώκονταν σύμφωνα με την έκτακτη διαδικασία και συνεπάγονταν ορισμένες ανικανότητες στον τομέα του δημόσιου βίου. Εντατικότερη έγινε όμως η δίωξη γύρω στα μέσα του 4ου αιώνα, όταν με νόμο του αυτοκράτορα Κωνσταντίου προβλέφθηκε η ποινή της θανατώσεως με ξίφος. Σε αυτήν την απότομη σκλήρυνση της έννομης τάξης δεν είναι ίσως αμέτοχη και η Εκκλησία. Η διάταξη αυτή διατήρησε την ισχύ της επί πολλούς αιώνες, τουλάχιστον τυπικώς, γιατί στην πράξη, κατά τις μαρτυρίες των ιστορικών, οι ένοχοι παιδεραστίας δεν θανατώνονταν πάντοτε. Συχνά τους επιβαλλόταν η ποινή της «καυλοτομής», της αποκοπής δηλαδή του πέους, πιθανότατα κάτω από την επίδραση μιας ιδέας ειδικής προλήψεως. [...]
Είναι επίσης ενδιαφέρον να παρατηρηθεί ότι οι ομοφυλοφιλικές σχέσεις ανάμεσα σε γυναίκες δεν θεωρήθηκαν από τον πολιτειακό νομοθέτη ως ποινικώς αξιόλογες, έτσι ώστε δεν βρίσκουμε διατάξεις αφιερωμένες στην πρόβλεψη αυτών των πράξεων.

Σ. Τρωιάνος: Έρως και Νόμος στο Βυζάντιο
στο Σ. Τρωιάνος (επιμ.): Έγκλημα και τιμωρία στο Βυζάντιο (Ίδρυμα Γουλανδρή-Χορν)

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 07, 2011

Νο 786



Αλλά και κάποιος Βασιανός, ένας νεαρός αριστοκράτης από την παράταξη των Πρασίνων, είχε κινήσει την οργή της Θεοδώρας επειδή την κακολογούσε παντού. Γι’ αυτό και ο Βασιανός (επειδή η οργή της είχε φθάσει στα αφτιά του) κατέφυγε στον ναό του Αρχαγγέλου. Εκείνη ανέθεσε την εναντίον του δίωξη στον αξιωματούχο που ήταν αρμόδιος για τον δήμο χωρίς να του παραγγείλει τίποτα σχετικό με το ζήτημα της κακολογίας, αλλά φορτώνοντας στο νέο την κατηγορία της παιδεραστίας. Ο αξιωματούχος απέσπασε τον νέο από το ιερό και τον υπέβαλε σε κάποια αφόρητα βασανιστήρια. Όλος ο κόσμος, βλέποντας να βασανίζεται έτσι ένας άνθρωπος αριστοκράτης, μεγαλωμένος ανέκαθεν μέσα στην πολυτέλεια, δεν άντεχε πια να τον βλέπει να υποφέρει και ύψωσε θρηνώντας τη φωνή του ζητώντας χάρη για τον νεαρό. Αυτή όμως, αφού τον τιμώρησε ακόμα σκληρότερα, και του έκοψε τα γεννητικά όργανα, τον θανάτωσε χωρίς δίκη και έδωσε την περιουσία του στο κράτος.

Προκόπιος: Ανέκδοτα ή Απόκρυφη Ιστορία (Άγρα)

Τετάρτη, Νοεμβρίου 30, 2011

No 785



Αργότερα (ο Μέλισσος) έγινε και αυτός πατέρας ενός παιδιού, του Ακταίωα, που ήταν ο πιο όμορφος και ο πιο έξυπνος από τους συνομηλίκους του, που τον διεκδικούσα πολλοί ως εραστές του, μα περισσότερο ο Αρχίας, που καταγόταν από τη γενιά τω Ηρακλειδών και ήταν ο ισχυρότερος από τους Κορινθίους στον πλούτο και στην άλλη δύναμη. Επειδή δεν μπορούσε να κερδίσει το νέο με την πειθώ, αποφάσισε να χρησιμοποιήσει βία και να τον απαγάγει. Πήγε λοιπόν μεθυσμένος στο σπίτι του Μέλισσου με πλήθος φίλων του και δούλων και επιχείρησε να απαγάγει το νεαρό παιδί. Και ενώ προσπαθούσε να τον συγκρατήσει ο πατέρας του και οι φίλοι του, και καθώς έτρεξαν για βοήθεια και οι γείτονες και τον τραβούσαν, πάνω στη διαμάχη ο νέος πέθανε’ αυτοί ύστερα αποχώρησαν. Και ο Μέλισσος μετέφερε το νεκρό γιο του στη αγορά των Κορινθίων και κοινολογούσε το έγκλημα, ζητώντας την παραδειγματική τιμωρία των δραστών’ κι αυτοί δεν έκαναν τίποτε άλλο από το να λυπούνται απλά τον άνδρα.

Πλούταρχος: Ερωτικές διηγήσεις (Ζήτρος)

Τετάρτη, Νοεμβρίου 23, 2011

Νο 784



Ο περιπατητικός Ιερώνυμος λέει ότι η παιδεραστία ήταν πολυζήτητη, επειδή πολλές φορές η ρωμαλεότητα των νέων και η ομοθυμία τής μεταξύ τους αγάπης γκρέμισε πολλές τυραννίδες. Διότι όταν οι ερωμένοι είναι μπροστά, ο εραστής θα προτιμούσε να πάθει οτιδήποτε, παρά να σχηματιστεί γι' αυτόν η εντύπωση δειλίας στα μάτια των ερωμένων του. Οπωσδήποτε έμπρακτη απόδειξη για τούτο είναι ο ιερός λόχος που οργανωθηκε στη Θήβα από τον Επαμεινώνδα, και η θανάτωση των Πεισιστρατιδών από τον Αρμόδιο και από τον Αριστογείτονα, και στον Ακράγαντα της Σικελίας ο έρωτας του Χαρίτωνα και του Μελάνιππου. Ο Μελάνιππος ήταν ερωμένος του Χαρίτωνα, όπως λέει ο Ηρακλείδης από τον Πόντο στο έργo του Περί ερωτικών. Αυτοί, όταν φάνηκαν ότι επιβουλεύονται το Φάλαρη, αν και βασανίζονταν και πιέζονταν να καταδώσουν τους συνεργούς τους, άχι μόνο δεν τους κατέδωσαν, αλλά και τον ίδιο τον Φάλαρη τον οδήγησαν σε ευσπλαχνία για τα βασανιστήριά τους, ώστε να τους επαινέσει πολύ και να τους αφήσει ελεύθερους. Γι' αυτό και ο Απόλλωνας, ευχαριστημένος για την ενέργειά του αυτή, χάρισε στο Φάλαρη αναβολή του θανάτου του φανερώνοντας αυτό σ' εκείνους που ρωτούσαν την Πυθία πώς να επιτεθούν εναντίον του' χρησμοδότησε και σε όσους ήταν γύρω από το Χαρίτωνα βάζοντας τον πεντάμετρο στίχο πριν από τον εξάμετρο, όπως έκανε αργότερα ο Διονύσιος από την Αθήνα, αυτός που αποκλήθηκε Χάλκινος, στις Ελεγείες του. Ο χρησμός είναι ο ακόλουθος:

Ευτυχισμένοι υπήρξαν ο Xαρίτωνας και ο Μελάνιππος,
oδηγoί για τους θνητούς της θεϊκής αγάπης.

Αθήναιος: Άπαντα 13. Δειπνοσοφιστών ΙΓ’ (Κάκτος)

Τετάρτη, Νοεμβρίου 16, 2011

No 783



Απόλλων και Λευκάτας
Ο Λευκάτας ήταν ένας όμορφος νέος, ο οποίος προκειμένου ν’ αποφύγει το ερωτικό πάθος του Απόλλωνα ρίχτηκε στη θάλασσα, από το νοτιοδυτικότερο ακρωτήριο της νήσου Λευκάδας, το οποίο από τότε πήρε και το όνομάτου. Εις ανάμνηση δε της αυτοκτονίας του και προς εξιλέωση του θεού, οι Λευκάδιοι έχτισαν στο ακρωτήρι ναό, προς τιμήν του Απόλλωνα-Λευκάτα και κάθε χρόνο έριχναν από εκεί έναν κατάδικο, στον οποίο κρεμούσαν φτερά και όρνια.

Απόλλων και Κυπάρισσος […]
Απόλλων και Υάκινθος […]

Απόλλων και Ιππόλυτος της Σικυώνος
Εραστής του Απόλλωνα υπήρξε και ένας από τους βασιλείς της Σικυώνας, ο Ιππόλυτος, γιος του Ροπάλου και εγγονός του Φαιστού. Ο Ιππόλυτος, ο οποίος απολάμβανε της δελφικής προσφώνησης «πιστή κεφαλή», κάθε φορά που επισκεπτόταν τους Δελφούς, απόλαυσε και αυτός, όπως όλοι οι νέοι του Άργος, τον έρωτα της Αιγιαλείας, συζύγου του Διομήδη, τον τιμωρούσε με αυτό τον τρόπο η Αφροδίτη, γιατί την είχε πληγώσει σε μία από τις μάχες του Τρωικού πολέμου.

Σοφία Ν. Σφυρόερα: Η μυθολογία των Ελλήνων (ελληνικά γράμματα)

Τετάρτη, Νοεμβρίου 09, 2011

No 782



«Γιατί είσαι πούστης, ρε; Γιατί σου αρέσει να γαμιέσαι; Άει στο διάολο, γέμισε ο τόπος από σας. Μια Λέρος σας χρειάζεται».
Δεν πρόλαβε να μιλήσει. Και τι να απαντήσει σε μια τέτοια ερώτηση; Αστράκια είδαν τα μάτια του απ’ τη δυνατή σφαλιάρα του διοικητή. Δεκαέξι χρονών ήταν. Ανήλικο.
«Πού είναι η μάνα σου, ρε;», ρώτησε ουρλιάζονταςο κύριος Γεωργακόπουλος, διοικητής σε κάποιο τμήμα μεταξύ Ακαδημίας Πλάτωνος και Θησείου. Κάποια χρόνια αργότερα σαν μανιακός κυνηγούσε τις τραβεστί από τη λεωφόρο Συγγρού, ως αρχηγός της Αστυνομίας. Ποιος ξέρει τι κουβαλούσε κι αυτός μέσα του. Απίστευτη μανία, όμως. Κάθε βράδυ. Επί μήνες ολόκληρους. Αν μπορούσε, θα τις αφάνιζε.
«Να την πάρετε τηλέφωνο να έρθει», είπε αυτό με λυγμούς από τον πόνο, τον θυμό και την ντροπή. Ποιος είδε την κυρά Βάσω και δεν τη φοβήθηκε. Το ένα κι εξήντα. Με μια απίστευτη δύναμη, στον αέρα πήδησε να τον χτυπήσει.
«Με ποιο δικαίωμα βαράς το παιδί μου, ρε;», του φώναζε, βράζοντας από θυμό. Το πήρε κι έφυγε απειλώντας θεούς και δαίμονες. Στα σκαλιά του σπιτιού του κάθονταν και το μάζεψαν για εξακρίβωση στοιχείων. Μετά το είδε κουνιστό και λυγιστό ο διοικητής και είπε να περάσει διασκεδαστικά τη βραδιά του. Να σπάσει η ρουτίνα της βάρδιας. Παιδιά θα έχει σίγουρα. Και εγγόνια, πια. Κύκλος είναι η ζωή.
Και τώρα κάποιος άλλος αστυνομικός, την τραβούσε απ’ τα μαλλιά και την κατέβαζε, σέρνοντάς την απ’ τη σκάλα, στον από κάτω όροφο. Επειδή είχε απορία, γιατί ήταν πούστης. Την έβριζε πολύ άσχημα κι αυτή τόλμησε να τον φτύσει. Πολύ χάρηκε που έριξε τη ροχάλα στη μούρη του βλάχου. Κι ας το πλήρωσε κουτρουβαλώντας τη σκάλα, γεμάτη μώλωπες σε όλο της το σώμα, το άλλο πρωί. Στα κελιά την πήγαινε. Εκεί που είχαν και τις άλλες. Είχαν πιάσει πολλές εκείνο το βράδυ. Με κλούβες. «Επιχείρηση Αρετή» το ονόμαζαν. Ακόμα και σήμερα έτσι το λένε. Τρομάρα τους. Είχε τη γεύση απ’ το αίμα στα χείλη της, απ’ τα χαστούκια. Μα, συγγνώμη δεν του είπε. Δεν είχε και την κυρά Βάσω να τη σώσει. Είχε φύγει απ’ το σπίτι πια. Έμενε μόνη της. Δεν γινόταν κι αλλιώς.
Σε ένα τεράστιο κελί ήταν όλες, μαζεμένες. Στην παλιά Ασφάλεια, στη Μεσογείων, τουλάχιστον τριάντα με σαράντα άτομα μέσα. Οι πιο πολλές απ’ τη Συγγρού. Γριές, νέες, αντρικές, θηλυκές, άσχημες κι όμορφες, αχταρμάς. Ένα τσαμπί από αμαρτία. Αφού είχε φύγει ο θυμός μετά από κάνα δύο ώρες κι αφού όλες το είχαν πάρει απόφαση πως εκεί μέσα θα περάσουν τη νύχτα τους για πολλοστή φορά, χαλάρωσανοι πιο πολλές. Οι τσακωμοί άναβαν σε κλάσμα του δευτερολέπτου και σε λίγα λεπτά γελούσαν όλες μαζί με τα καμώματά τους. Και οι αστυνομικοί έξω απ’ τα κάγκελα, το ίδιο έκαναν. Όχι με τα αστεία τους. Με τις φιγούρες τους γελούσαν. Τουλάχιστον οι περισσότεροι.

Άννα Κουρουπού: Γιατί δεν έχω σαν το δικό σου, μαμά; (Ποταμός)

Τετάρτη, Νοεμβρίου 02, 2011

No 781

Ricky Sencion (ΗΠΑ)

Στην αρχή κουβαλούσα τα ψώνια στα χέρια και μετά μια μέρα περάσαμε
μπροστά απ’
το μαγαζί με τα είδη οικιακής χρήσης κάτι σαν παζάρι ας πούμε και είπα Να τι
θα σου χρειαζόταν για να κάνεις τα ψώνια αν κι αυτό που εννοούσα ήταν προφανώς Να τι θα χρειαζόμουν εγώ.
Με φαντάζεσαι εμένα μ’ αυτό; Είπε.
Βάζω το χέρι στο χερούλι της πόρτας [Όλα] εντάξει [;] φεύγουμε;
Είσαι έτοιμος;
Λέει Εμπάς περιπτώσει.
Λέει Έτσι βγαίνεις εσύ στον δρόμο; Έτσι [θα βγεις] στη γειτονιά;
Κατηφορίζουμε την οδό Ντρουάτ και αυτός πάντα βαδίζει χώρια κοιτάει τις βιτρίνες
δήθεν
ξαφνικά τον ενδιέφεραν. Σκέφτομαι θα μπορούσα να τον πιάσω αγκαζέ να τον πάρω
με το έτσι θέλω
αγκαζέ είναι κάτι που συνηθίζεται δεν είναι τίποτα κακό μια οικογένεια είμαστε
στο κάτω κάτω αλλ’ αυτός κρατιέται χώρια οπότε συνεχίζουμε
έτσι βαδίζουμε
αργά
μέχρι το Σούπερμάρκετ σε απόσταση. Σκέφτομαι είμαι κόρη του
εμπάς περιπτώσει.
Πότε πότε διασταυρωνόμαστε με ανθρώπους γνωστούς μάς ξέρουν στη γειτονιά αυτόν προπαντός
[που έζησε] πάντα εδώ όχι μόνο όπως εγώ πιτσιρίκι παλιά πριν από πολύν καιρό και μετά έτοτε μια μέρα τη βδομάδα την Τρίτη κάθε Τρίτη καθυστερεί όταν τους
βλέπει από μακριά μεγαλώνει κι άλλο την απόσταση δεν είμαστε μαζί κι εγώ
τον περιμένω πιο πέρα
ενόσω χαιρετάει και κουβεντιάζει γυρίζοντάς μου εντελώς την πλάτη…

Εμμανουέλ Νταρλέ: Την Τρίτη στο σούπερ-μάρκετ (Αιγόκερως)

Τετάρτη, Οκτωβρίου 26, 2011

No 779



Ο αρρενωπός άνδρας ενσαρκώνει τη δράση. Αυτή όμως η δράση δεν είναι στην πραγματικότητα παρά μια αντίδραση ενάντια στην παθητικότητα και την αδυναμία του νεογέννητου. Η μονοπώληση της δράσης από τους άνδρες δεν προέρχεται από κοινωνική ανάγκη. Η υιοθέτηση των κανόνων της αρρενωπότητας απαιτεί μια επιπλέον απώθηση των παθητικών πόθων, και ειδικά του πόθου της μητρικής φροντίδας. Η αρρενωπότητα, που κατασκευάζεται υποσυνείδητα κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής, ενισχύεται με το πέρασμα του χρόνου, ώσπου να ξεσπάσει κυριολεκτικά κατά την εφηβεία. Είναι η στιγμή όπου ο πόνος και ο φόβος της εκθήλυνσης και της παθητικότητας αρχίζουν να γίνονται πρόδηλοι (…) Ο φόβος της παθητικότητας και της εκθήλυνσης ενισχύεται ακόμη περισσότερο, εφόσον αυτές οι δύο καταστάσεις είναι από τις πλέον ισχυρές και πλέον απωθημένες επιθυμίες του ανθρώπου. Ο αδιάκοπος αγώνας δεν αποβαίνει ποτέ οριστικά νικηφόρος, γιατί πώς να απαρνηθεί κανείς μια για πάντα την ακαθόριστη ανάμνηση της Εδέμ;

Elisabeth Badinter: XY, η ανδρική ταυτότητα (Κάτοπτρο)

Τετάρτη, Οκτωβρίου 19, 2011

No 777



Μια μέρα, σ’ ένα ορεινό χωριό, χαρούμενοι για μια σοδειά καλύτερη από τις συνηθισμένες, ετοίμασαν τραπέζι για να το γιορτάσουν. Έβγαλαν από το νου τους μια προφητεία ψεύτικη και ζήτησαν από ένα χωρικό το πιο παχύ κριάρι τους για να το θυσιάσουν τάχα προς τιμήν της πεινασμένης Σύριας Θεάς. Έστρωσαν το δείπνο όμορφα κι ωραία και ύστερα πήγαν στα λουτρά, απ’ όπου γύρισαν μ’ έναν καλεσμένο για το τραπέζι, ένα γεροδεμένο χωριάτη, με προικισμένους τους μηρούς και τα’ αχαμνά.
Δεν είχαν δοκιμάσει παρά μόνο μερικά σαλατικά για ορεκτικά πριν απ’ το κύριο γεύμα κι ευθύς εκείνα τα άθλια, κατάπτυστα υποκείμενα ριχτήκανε με πάθος σε πράξεις αισχρές κι αφύσικες. Έβαλαν τον νεαρό χωριάτη να γδυθεί και να ξαπλώσει ανάσκελα και μαζευτήκανε γύρω του για να του δώσουνε τα’ ανόσια φιλιά τους.
Τα μάτια μου δεν μπορούσαν να βαστάξουν για πολύ ένα τέτοιο θέαμα. Προσπάθησα να φωνάξω, «Ω, βοήθεια, Ρωμαίοι πολίτες!», αλλά το μόνο που κατάφερα να πω ήταν το «Ω…», χωρίς να βγαίνουν άλλες συλλαβές και γράμματα.
Αυτή η φωνή ήταν δυνατή σαν γνήσια γαϊδουρινή, μα βγήκε σε πολύ κακή στιγμή. Κάποιοι νεαροί από το γειτονικό χωριό, που το βράδυ τούς είχαν κλέψει το γάιδαρο, έψαχναν προσεκτικά όλα τα γύρω πανδοχεία. Σαν μ’ άκουσαν που γκάριζα μέσα στο σπίτι, νόμιζαν πως βρήκαν επιτέλους το χαμένο τους γαϊδούρι. Όρμησαν μέσα ξαφνικά και πιάσαν τους αφέντες μου στα πράσα, να κάνουνε όλες εκείνες τις αισχρότητες. Αμέσως βγήκαν να φωνάξουν τους γειτόνους, να δουν την αηδιαστική αυτή σκηνή, σαρκάζοντας τους ιερείς για την αγνότητά τους.

Απουλήιος: Ο χρυσός γάιδαρος (Bell)

Τετάρτη, Οκτωβρίου 12, 2011

No 776



Θα σας πηδήξω και θα σας τον δώσω για τσιμπούκι,
Αυρήλιε θηλυκέ και Φούριε κίναιδε.
Τι το νομίσατε, πως είμαι απ’ τ’ άλλο φύλο,
μια που παθιάρικα στιχάκια γράφω;
Ο ιεροφάντης ποιητής πρέπει αγνός να στέκει,
μα οι στίχοι του δεν έχουν τέτοια ανάγκη∙
και τότε μόνο έχουνε σπιρτάδα και κομψότη,
παθιάρικοι και τσουχτεροί σαν είναι
κι όταν μπορούν πόθους να ξεσηκώνουν –
δε λέω στα παιδιά αλλά σ’ αυτούς τους μαλλιαρούς
που ντούρο πια μαρκούτσι δε δουλεύουν.
Εσείς, μια και διαβάσατε για τις πολλές
χιλιάδες των φιλιών μου, με έχετε γι’ αντράκι;
Θα σας πηδήξω και θα σας τον δώσω για τσιμπούκι.

Κάτουλλος. Ο νεωτερικός ποιητής της Ρώμης (University Studio Press)
Μετάφραση: Λεωνίδας Τρομάρας

Πέμπτη, Οκτωβρίου 06, 2011

Νο 775

Miguel Ángel Eugui (Ισπανία)


ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΤΙ ΣΤΗΝ ΑΓΑΠΗ

Υπάρχει κάτι στην αγάπη που ανήκει
σ’αυτόν τον κόσμο. Στις άπειρες
στιγμές που όλα
αποκτούν σημασία από τότε που ήρθες,
σε όλα αυτά που ξαφνικά μου προσφέρονται σαν δώρα
σα λιβάδι που πατάμε,
σα βεράντα που εξέχει, ή σαν προστατευτικός τοίχος,
στη ζεστασιά των ημερών
στην απλή ρουτίνα να σ’ έχω
πλάι μου, το νιώθω.

Αλλά κάτι στην αγάπη δεν ανήκει σ’ αυτόν τον κόσμο.
Κάτι που δεν είναι αφηρημένο.
Το νιώθω στη θέρμη
της σάρκας σου, κάθε φορά που ο ύπνος
μας βρίσκει μαζί, κάθε πρωί
που περιμένω το πρώτο σου φιλί,
όταν στα τυφλά βρίσκειες ξανά
τη θέση σου μεσ’ στην αγκαλιά μου.
Τότε διαφαίνεται αυτό που
θα ‘χουμε κάποτε.
Όμως για ν’ αποφασίσω
πρέπει να ‘ναι μια ηλιόλουστη μέρα.
Δεν το εκλογικεύω. Είναι κάτι
πρωτόγνωρο.

Juan Antonio González Iglesias / Ισπανία

Δέκα Σύγχρονοι Ισπανοί Ποιητές (Λαγουδέρα)
Μετάφραση: Νίνα Αγγελίδου

Κυριακή, Οκτωβρίου 02, 2011

No 780

Raphael Perez (Ισραήλ)

Μύθος: Σε σχέση με τα παιδιά που ανατρέφονται από ετεροφυλόφιλους γονείς, εκείνα που ανατρέφονται από ομοφυλόφιλους γονείς είναι περισσόετερο πιθανό να υποφέρουν από κατάθλιψη, άγχος και άλλα ψυχολογικά προβλήματα.
Πραγματικότητα: Τα απιδιά που ανατρέφονται από ομοφυλόφιλους γονείς είναι τόσο υγιή ψυχικά όσο και τα παιδιά που ανατρέφονται από ετεροφυλόφιλους γονείς. Προφανώς, οι ομοφυλόφιλοι γονείς ξέρουν πώς να προστατέψουν τα παιδιά τους από την ομοφυλοφοβία που τους περιτριγυρίζει. Αυτό ίσως να οφείλεται στο γεγονός ότι, σε σχέση με τους ετεροφυλόφιλους γονείς είναι γενικά μεγαλύτεροι σε ηλικία και έχουν καλύτερη μόρφωση και ως εκ τούτου διαθέτουν καλύτερες δεξιότητες και αφιερώνουν περισσότερο χρόνο για τη φροντίδα των παιδιών τους.
Μύθος: Τα παιδιά που μεγαλώνουν σε ένα σπίτι με ομοφυλόφιλους γονείς είναι περισσότερο πιθανό να γίνουν και τα ίδια ομοφυλόφιλα.
Πραγματικότητα: Τα παιδιά που μεγαλώνουν πλάι σε ομοφυλόφιλους γονείς δεν είναι περισσότερο πιθανό να γίνουν και τα ίδια ομοφυλόφιλα και να αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους ως ομοφυλόφιλο.

Alex Thio: Παρεκκλίνουσα συμπεριφορά (Ίων)

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 28, 2011

Νο 774

Egon Schiele (Αυστρία)

Η ΒΛΑΒΕΡΑ ΜΟΡΦΗ ΤΟΥ ΔΙΑΚΟΠΤΟΜΕΝΟΥ ΑΥΝΑΝΙΣΜΟΥ.
ΑΥΝΑΝΙΣΜΟΣ ΠΑΡΑΤΕΤΑΜΕΝΟΣ ΚΑΙ ΑΤΕΡΜΩΝ

Η διακοπή του αυνανισμού προ της εκσπερματώσεως συνεπεία ψυχικών εμποδίων παρουσιάζεται εις πολλάς περιπτώσεις. Εάν όμως η αύξησις και η δημιουργία ηδονής έχη προχωρήσει μέχρις ενός ωρισμένου σημείου, η συγκράτησις και το σταμάτημα αυτού αυξάνει και μεγαλώνει τας νευρικάς εκ του αυνανισμού βλάβας και ζημίας, αντί να τας εξαφανίζει ή να τας μειώνει, όπως θα έπρεπε. Τα εμπόδια αυτά επιδρούν καθ’ όμοιον τρόπον με τον παρατεταμένον αυνανισμόν, που έγκειται εις το γεγονός ότι η εκσπερμάτωσις και το με αυτήν συνδεδεμένoν ανώτατον σημείον ηδονής παρατείνεται και καθυστερείται επί πολύ. Ευθύς ως ο αυνανιζόμενος αισθανθή ότι τα πρoειδοποιητικά ηδονικά σημεία δια την τελικήν ηδονήν και οργασμόν πλησιάζουν, σταματά τις κινήσεις του, δια να τας επαναρχίση μετά μικράν διακοπήν. Είναι αυτονόητον ότι η κατανάλωσις της νευρικής δυνάμεως είναι μεγαλυτέρα, ανέρχεται υψηλά και κατ’ ακολουθίαν και η βλάβη και ζημία είναι περισσότερον εκτεταμένη και περισσότερον επικίνδυνη . Πρέπει όμως να τονισθή ότι ο χρόνος που παρέρχεται από την έναρξιν της αυνανιστικής ενεργείας μέχρι του οργασμού και της εκσπερματώσεως, όπως και κατά την συνουσίαν, ποικίλλει εις τα διάφορα άτομα και φθάνει από ολίγα δευτερόλεπτα, όπως και εις την πρόωρη εκσπερμάτωσιν, εις πολλά λεπτά, πέντε, δέκα, είκοσι ή και περισσότερα.

Γεωργίος Κ. Ζουράρις: Αυνανισμός, εις το φως της Επιστήμης (Μέλισσα)

Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 22, 2011

Νο 773

Édouard-Henri Avril (Γαλλία)

Σαπφώ.
Η Σαπφώ, σύγχρονη του Αλκαίου, γεννήθηκε στην Ερεσό της Λέσβου και έζησε κυρίως στη Μυτιλήνη. Ανήκε στην αριστοκρατική τάξη και γι’ αυτό εξορίστηκε από τον Πιττακό στη Σικελία, όπου και πέρασε σημαντικό μέρος της ζωής της. Είχε τρεις αδελφούς (τον Λάριχο, τον Χάραξο και τον Ευρύγιο). Ο πρώτος επαινείται στα ποιήματά της, ο δεύτερος ελέγχεται αυστηρά για τον παράφορο έρωτά του προς την εταίρα Ροδώπη. Κατά ένα απόσπασμα (85β), η ποιήτρια παντρεύτηκε και απέκτησε μια κόρη, την Κλεΐδα. Στη Μυτιλήνη διατηρούσε σχολή ποίησης, στην οποία φοιτούσαν νεανίδες που προετοιμάζονταν για τη μουσική εκτέλεση των ωδών της.
Σε χρόνους κατά τους οποίους σε άλλες ελληνικές πόλεις οι γυναίκες ασχολούνταν αυστηρά με τις οικιακές εργασίες, στη Λέσβο είχαν μεγάλες ελευθερίες, ώστε να αναπτύξουν κοινωνικές δραστηριότητες. Οι ελευθερίες αυτές βοήθησαν τη Σαπφώ να απεικονίσει στην ποίησή της τις χαρές και τις λύπες των ερωτικών περιπετειών, να εξυμνήσει το κάλλος με ιδιαίτερο πάθος και περίτεχνο ύφος.
Επειδή οι Αθηναίοι δεν μπορούσαν να κατανοήσουν την ελευθερία που ανέδυε η ποίηση της Σαπφώς, απέδωσαν στην ποιήτρια περιπαθή έρωτα με πολλούς ποιητές, αλλά και με μαθήτριές της. Ωστόσο, οι διαβολές που διατυπώθηκαν για τη Σαπφώ δε φαίνεται να ανταποκρίνονται στην αλήθεια. Αν ίσχυαν αυτές, οι Μυτιληναίοι δεν θα της ζητούσαν να εξυμνεί σε νυφικές ωδές νόμιμους γάμους ούτε θα της απέδιδαν υψηλές τιμές για την ποίησή της.
Οι αρχαίοι θαύμαζαν τη Σαπφώ. Την αποκαλούσαν «θνητή Μούσα», «δεκάτη των Μουσών» και υποστήριζαν ότι υπερείχε από τις γυναίκες όσο ο Όμηρος από τους άνδρες. Το ποιητικό της έργο διαιρέθηκε αργότερα σε εννιά βιβλία (κατά τις εννιά Μούσες), σώζονται όμως ελάχιστοι στίχοι. Αποτελείται από ερωτικά ποιήματα (ωδές), επιθαλάμια και ύμνους, όπου με την ομιλουμένη γλώσσα της εποχής της, με παραβολές, ζωηρές εικόνες και υψηλή ευαισθησία εξυμνούνται ο σφοδρός έρωτας και το κάλλος, που για πρώτη φορά στην ποίηση βρήκαν μια τόσο άμεση και συνταρακτική φωνή. Η επίδραση της Σαπφώς είναι μεγάλη στην αρχαία και στη νεότερη ποίηση.

Αναστάσιος Στέφος, Εμμανουήλ Στεργιούλης, Γεωργία Χαριτίδου: Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας. Α’, Β’, Γ’ Γυμνασίου (Οργανισμός Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων)

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 21, 2011

No 772


Στην ανώμαλη αυτή περίοδο, παρουσιάστηκε το φαινόμενο της ανώμαλης γενετήσιας διαστροφής μέσα στους κύκλους της αριστοκρατίας των γυναικών της Λέσβου. Από όσα έχουμε πει ίσαμε δω βγαίνει πως παραπάνω από πενήντα χρόνια στη Μυτιλήνη –και στις άλλες ίσως πολιτείες του νησιού- οι εμφύλιοι σπαραγμοί όχι μόνο είχαν αναστατώσει την πολιτική και κοινωνική ζωή, μα και δημιούργησαν αγεφύρωτα μίση και πάθη ανάμεσα στις ανταγωνιζόμενες τάξεις. Μια που τον πιο πολύ καιρό από τις αριστοκρατικές οικογένειες οι άντρες έμειναν στην ξενιτιά ως πολιτικοί εξόριστοι, ήταν επόμενο οι γυναίκες τους, που δεν μπορούσαν να ικανοποιήσουν τις γενετήσιες ορμές τους, να το ρίξουν στην ομοφυλοφιλία. Έπειτα όχι μόνο οι άντρες, μα και οι πιο πολλοί νέοι αριστοκράτες επειδή ακολουθούσαν φανατικά την πολιτική της τάξης τους, εξορίζονταν κι αυτοί από τους λαϊκούς διχτάτορες που κυβέρνησαν τη Λέσβο από τα 620 ως τα 580 πάνω-κάτω. Έτσι και τα κορίτσια της αριστοκρατίας έμειναν ανύπαντρα και έμειναν στο ράφι, όπως θα λέγαμε σήμερα. Ακόμα ο πολιτικός φανατισμός εμπόδιζε τις επιγαμίες των κοριτσιών της παλιάς αριστοκρατίας με τα αγόρια της νέας πλουτοκρατίας, που δεν είχε μεν οικογενειακές περγαμηνές, ωστόσο όμως είχε χρήμα. Τα κοινωνικά μεσότοιχα ήταν τόσο ψηλά που χώριζαν την εύπορη τάξη σε δύο μερίδες, στην παλιά αριστοκρατίας και στη νέα πλουτοκρατία. Και όσοι μεν από την πλουτοκρατία βαστούσαν από τα παλιά τζάκια αυτοί είχαν το ένα τους με τους ευγενείς. Όσοι όμως κατάγονταν από το λαό, αυτοί δεν είχαν θέση μέσα στην τάξη των ευγενών, γιατί αυτοί τους περιφρονούσαν και τους μισούσαν. […]
Στη Λέσβο λοιπόν, μια που τα χρόνια περνούσαν, οι αρχόντισσες του νησιού ζούσαν αποτραβηγμένες και γι’ αυτό μαζεύονταν πότε στο ένα και πότε στο άλλο αρχοντικό και εκεί έλεγαν τον πόνο και τον καημό τους. Το ίδιο φυσικά έκαναν και τα κορίτσια τους. Κι αυτά δεν έβγαιναν στην πιάτσα και ούτε καταδέχονταν να ρίξουν τη ματιά στα παλικάρια που ήταν γέννημα-θρέμμα της νέας τάξης που τις ρίζες της είχε στο λαό.
Πολλές φορές όμως ήταν φυσικό από λόγο σε λόγο και από ιστορία σε ιστορία, ν’ άρχιζαν οι ερωτοκουβέντες. Έτσι, από τις τέτοιες ερεθιστικές ομιλίες, ξυπνούσε η καταδικασμένη σε αδράνεια σάρκα. Εξάλλου, το σεξουαλικό ένστικτο, που είναι ο βασικός νόμος της δημιουργίας σ’ όλη τη την Πλάση, άμα δε βρίσκει τους φυσιολογικούς όρους για την κανονική λειτουργία του, σπάζει τα δεσμά του και ζητάει την ικανοποίηση του στη διαστροφή.
Οι αριστοκράτισσες λοιπόν της Μυτιλήνης περιμένοντας ένα, δύο, πέντε χρόνια να γυρίσουν οι δικοί τους, δεν μπορούσαν να βαστάξουν άλλο. Ο ομοφυλόφιλος ερωτισμός ήταν, κάτω από τις ιδιαίτερες συνθήκες που ζούσαν, η μόνη διέξοδος.[...]

Γιάνης Κορδάτος: Η Σαπφώ και οι κοινωνικοί αγώνες στη Λέσβο (Επικαιρότητα)

Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 16, 2011

No 771

Elizabeth Blaylock (ΗΠΑ)

Αύγουστος ήταν πάλι και τότε, πάνε μερικά χρόνια, σε μια άλλη κορφή, στο Ελλάνιον Όρος, στην Αίγινα. Η Έμιλυ θυμάται καλά τις ελληνικές ονομασίες, μερικές ακόμα καλύτερα. Σούρουπο, πάλι τότε, είχε φύγει μόνη της, είχε παρατήσει τη Τζούντιθ και την παρέα της που πίνανε τσίπουρο από το μεσημέρι. Ή μάλλον η Τζούντιθ την είχε παρατήσει σύξυλη μες στο κατακαλόκαιρο, στις πολυπόθητες διακοπές που προγραμματίζανε μαζί τα κρύα βράδια του νεοϋορκέζικου χειμώνα, στο διαμερισματάκι τους στο Greenwich Village. Η Έμιλυ, που σιχαινόταν το πότο και δεν είχε πιεί σταγόνα, είδε πολύ καλά το χέρι της Τζούντιθ να ανεβοκατεβαίνει στο μηρό της διπλανής της. Είδε και τη διπλανή της, την Ανν, να της προσφέρει αχινό λεμονάτο με το κουταλάκι. Ήταν μια μεγάλη παρέα, όλες Αμερικάνες, κάποιες είχαν σπίτι στην Αίγινα. Η Τζούντιθ είχε γνωριμίες παντού και στην Αίγινα είχε ξανάρθει πολλές φορές. Η Έμιλυ το περίμενε αυτό το ταξίδι πώς και πώς. Για την Ελλάδα ήξερε μόνο από τα βιβλία. Ήταν σχεδόν ευτυχισμένη μέχρι που είδε το χέρι να ανεβοκατεβαίνει στο μηρό. Και τα χαμόγελα. Τα είδε όλα, κι αυτά που γίνονταν πίσω από την πλάτη της. Ένιωσε να χάνεται. Έφυγε από το ουζερί χωρίς να βγάλει άχνα κι άρχισε να περπατάει στην παραλία πρώτα, ύστερα πήρε ένα μονοπάτι μέσα στον ελαιώνα και σκαρφάλωσε στην κορυφή του Ελλάνιου. Όλο το μακρύ εκείνο βράδυ την έβγαλε στο εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία απ’ έξω, μ’ ένα μισό φεγγάρι πάνω στη μισή καρδιά της. Κάτω από εκείνο το λειψό φεγγάρι η Έμιλυ έκλαψε όσο δεν είχε κλάψει σ’ όλη της τη ζωή.

Στέλλα Παναγιωτοπούλου: Έξοδος προς την Καππαδοκία (Ροδακιό)

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 14, 2011

No 770

Sergey Svetlakov (Ρωσία)

Κι ενώ πίστευε ότι μερικές απ’ αυτές τις γυναίκες μπορούσε να τις μοιραστεί με τον Μάχο, ήρθε εκείνη η αποφράδα νύχτα της 20ης Μαΐου για να γκρεμίσει μεμιάς ό,τι έχτιζε εκείνος μέσα στη φαντασία του. Τη νύχτα εκείνη ο μικρός του αδελφός διακομίστηκε επειγόντως σε νοσοκομείο του Βερολίνου με ακατάσχετη αιμορραγία. Στην αρχή οι γιατροί μιλούσαν για αιμορραγία του απευθυσμένου. Μια μικρή χειρουργική επέμβαση κρίθηκε απαραίτητη για να αποκατασταθεί η ανατομία της περιοχής. Έτσι όμως προέκυψαν νέα δεδομένα και η αρχική διάγνωση τροποποιήθηκε ως εξής: «Ρήξη των τοιχωμάτων του πρωκτού λόγω βιαίας εισόδου ξένου σώματος». Και από αυτή τη διάγνωση που δεν μπορούσε να είναι σαφέστερη ξεκίνησε μια πραγματική χιονοστιβάδα αποκαλύψεων.
Ο νεαρός Άδωνης φαίνεται πως εγκατέλειπε τις μικρές ώρες τα θύματα της γοητείας του, τις όμορφες γυναίκες που δεν αρκούσαν για να ικανοποιήσουν το ναρκισσιστικό του πάθος, και πήγαινε εκεί όπου θα μπορούσε να λατρέψει το υπέροχα σμιλεμένο κορμί του μέσα από τα μάτια ενός άλλου άντρα. Δεν ήθελε να θαυμάζει, αλλά να θαυμάζεται, δεν ήθελε να λατρεύει, αλλά να λατρεύεται.

Δημήτρης Στεφανάκης: Μέρες Αλεξάνδρειας (Ψυχογιός)

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 07, 2011

No 769

Paul Avril (Γαλλία)

Κάποια στιγμή ανάμεσα στο 1708 και στο 1716 –«το 1712 ή κάπου εκεί γύρω»-, ο ανώνυμος τότε συγγραφέας ενός σύντομου φυλλαδίου με μακροσκελή τίτλο δεν κατονόμαζε μόνον αλλά στην πραγματικότητα επινοούσε μια νέα αρρώστια και μια νέα, απολύτως εξειδικευμένη, ολότελα νεωτερική και σχεδόν οικουμενική μηχανή παραγωγής ενοχών, ντροπής και άγχους. Ο τίτλος του ήταν Ονανία ή το αποκρουστικό αμάρτημα της μόλυνσης του εαυτού και όλες οι τρομακτικές συνέπειές του, εξεταζομένων αμφοτέρων των ΦΥΛΩΝ, με συμβουλές για το πνεύμα και το σώμα προς όσους έχουν ήδη αυτοτραυματιστεί από τούτη την αποτρόπαια πρακτική. Συνοδευόμενο από επίκαιρη νουθεσία προς τη νεολαία του έθνους αμφοτέρων των ΦΥΛΩΝ. […]
Η ιστορία του αυνανισμού διέρχεται από τρεις φάσεις, μολονότι ποτέ δεν εγκαταλείπει οριστικά κάθε προηγούμενη: ο Ρουσσώ και ο Φρόυντ ζουν ακόμη μέσα μας. Υπάρχει όμς αλλαγή. Ξεκινώντας από τον δέκατο όγδοο αιώνα, ο κατά μόνας έρωτας κατέληξε να εκπροσωπεί τη σχέση ανάμεσα στο άτομο και την κοινωνία, έγινε τελικά κάτι σαν σταυροδρόμι όπου άνδρες και γυναίκες, αγόρια και κορίτσια, μπορούσαν να πάρουν τρομερά λάθος δρόμο, όπου χωρίς προσεκτική επίβλεψη και διδασκαλία θα επέλεγαν το λάθος είδος μοναξιάς, το λάθος είδος απόλαυσης, το λάθος είδος φαντασίας, το λάθος είδος αναμέτρησης με τον μύχιο εαυτό τους. Το λάθος βήμα δεν οδηγούσε τόσο στην αμαρτία όσο στην αρρώστια και την αποσύνθεση’ ήταν μια εγκόσμια αταξία. Και μετά ήρθε η φροϋδική επανάσταση. Τώρα πια ο αυνανισμός δεν ήταν τόσο ένα σταυροδρόμι όπου μπορούσε κανείς να ξεστρατίσει όσο ένα στάδιο που έπρεπε με τον ορθό τρόπο να το διασχίσει. Όλοι μας πρέπει να αγωνιστούμε σκληρά για να προσπεράσουμε τους σκοπέλους του αυτοερωτισμού προκειμένου να αναδυθούμε έχοντας συναρθρώσει με κοινωνικά χρήσιμο τρόπο το εγώ με τη σεξουαλική ενέργειά του. Τέλος, ο αυνανισμός μετατρέπεται στην εποχή μας σε βίωμα αυτοεκτίμησης ή αγάπης προς τον εαυτό μας. Η ασφαλέστερη οδός προς την καταστροφή, σύμφωνα με τις απόψεις του Διαφωτισμού, μετατράπηκε κατά την αντίληψη ορισμένων σε οδό προς την αυτοπραγμάτωση, σε ό,τι πιο κοντινό στην ελληνιστική μέριμνα για τον εαυτό διαθέτουμε στην εποχή μας, νόνο που τώρα πια είναι διαθέσιμο δημοκρατικά σε όλους κι όχι μόνον στους αργόσχολους αριστοκράτες, όπως συνέβαινε στην αρχαιότητα. Οι εξελίξεις αυτές δεν είναι ούτε τόσο ξεκάθαρες ούτε τόσο ομαλές όσο φαίνονται’ μένει να καταδειχθεί πώς ένα αφανές βίτσιο μεταμορφώθηκε σε υπέρλαμπρο αστέρι της σεξουαλικότητας επί τρις περίπου αιώνες.

Thomas W. Laqueur: Οι κατά μόνας ηδονές. Πολιτισμική ιστορία του αυνανισμού (Νεφέλη)

Τετάρτη, Αυγούστου 31, 2011

No 768

Robert Bliss (ΗΠΑ)

Μία από τας συχνοτέρας και φοβερωτέρας δια το άτομον και το κοινωνικόν σύνολον διαστροφάς είναι η ομοφυλοφιλία. Έκατομμύρια ανθρώπων εις όλον τον κόσμον, πάσης φυλής και παντός φύλου και ηλικίας, βασανίζονται από την φοβεράν αυτήν διαστροφικήν μάστιγα, η οπόια καταστρέφει την ζωήν, το μέλλον και την εξέλιξιν των ανθρώπων. Όταν εκδηλωθή και ενσκήψη εις την νεότητα, τα όνειρα αρχίζουν να περνούν, αι ελπίδες να σβύνουν, οι πόθοι να χάνονται, και οι θρήνοι και τα δάκρυα είναι οι πιστοί και αχώριστοι σύντροφοι της ζωής. Πένθη και δάκρυα είναι οι μαύροι συνοδοιπόροι της ασκόπου ζωής, οι θλιβεροί συνοδοί της σβυσμένης ορμής, δια την σεξουαλικήν ζωήν των ομαλών, υγιών και ευτυχισμένων ανθρώπων. Το όραμα της οικογενείας απομακρύνεται, ο πόθος και η επιθυμία των παιδιών εξαφανίζονται, και η ζωή εις πολλούς από τους δυστυχείς αυτούς ανθρώπους καθίστανται μαρτυρική, βαρετή και ανουσία, χωρίς σκοπόν και χωρίς περιεχόμενον.

Γεωργίου Κ. Ζουράρι: Η σεξουαλική συμπεριφορά των ανθρώπων. Η ελληνική επιστήμη απαντά εις τον Κίνσεϋ (Μέλισσα)

Πέμπτη, Αυγούστου 25, 2011

Νο 767

Pedro Filipe Carreira Rodrigues (Πορτογαλία)

Κάθε άνδρας ή γυναίκα είναι μέχρι ενός σημείου σεξουαλικά αμφίρροπος. Αυτό όμως δεν σημαίνει, ότι είναι οπωσδήποτε ικανοί να φέρωνται ως διεστραμμένοι. Παραμένουν ολοκληρωτικά «φυσιολογικοί» σεξουαλικά, είναι όμως οπωσδήποτε σεξουαλικά αμφίρροποι. Ο όρος «δισεξουαλισμός» περιβάλλεται από αντιφατικές και συγκεχυμένες πληροφορίες, διότι, καθώς βεβαίως γνωρίζομε, υπάρχουν μόνο δυο φύλα και η «φυσιολογική» σεξουαλική πράξη απαιτεί τη σύμπραξη ενός άνδρα και μιας γυναίκας.. οποιοσδήποτε άλλος συνδυασμός των φύλων, π.χ. άνδρας με άνδρα, γυναίκα με γυναίκα θεωρείται βεβαίως διαστροφή.
Αυτή όμως, παρ’ όλη την αλήθειά της, είναι μια αρκετά απλοϊκή άποψη για το σεξ και το όλο πρόβλημα της σεξουαλικής εκφράσεως και ίσως έχει τόσο κύρος, γιατί είναι περισσότερο βολική παρά ακριβής.

Ομοφυλοφιλία και λεσβιακοί έρωτες (Μορφωμένοι άνθρωποι)

Τετάρτη, Αυγούστου 24, 2011

No 766

Paul Cadmus

Η ανδρική ομοφυλοφιλία είναι ως επί το πλείστον κληρονομική. Η γνώμη κατά την οποία αιτία της διαστροφής αυτής είναι ένας άτυχος έρωτας ή η κακή διαγωγή μιας γυναικός είναι λανθασμένη. Γιατί, το πολύ πολύ, η απιστία μιας γυναικός θα προκαλούσε σ’ ένα φυσιολογικό άνδρα, το μίσος κατά των γυναικών, όχι όμως και τον έρωτα προς τους άνδρες. Εκείνο που μπορεί να παίξη πράγματι αποφασιστικό ρόλο στην εκδήλωσι της διαστροφής αυτής, πάντοτε όμως όταν υπάρχει η κληρονομική προδιάθεσι, είναι το παράδειγμα ενός άλλου ομοφυλοφίλου.
Οι ομοφυλόφιλοι με γυναικείο χαρακτήρα, ή άλλως παθητικοί ομοφυλόφιλοι, ζητούν να έρθουν σε επαφή με ομοφυλόφιλους που παρουσιάζουν ανδρικό χαρακτήρα, ή άλλως ενεργητικούς. Στα ζεύγη που απαρτίζονται με τον τρόπο αυτόν, ο ένας παίζει τον ρόλο της γυναικός και ο άλλος τον ρόλο του ανδρός. Πολλές φορές φθάνουν μέχρι της επιτελέσεως συνουσίας από του πρωκτου φυσικά. Συνήθως όμως οι μέχρι του σημείου αυτού προχωρημένες σχέσεις είναι σπάνιες. Και φαίνεται ότι ο Χάβελλοκ Έλλις ανεβάζοντας το ποσοστό τους σε 25% υπερβάλλει. Στις περισσότερες περιπτώσεις οι άνδρες αρκούνται σε θωπείες και φιλιά, και σε αμοιβαίον αυνανισμό.

Α. Κοστλέρ – Α. Ουίλλυ. : Η μεγάλη σεξουαλική εγκυκλοπαίδεια (Δαρεμάς)

Τετάρτη, Αυγούστου 17, 2011

Νο 765

Raphael Perez (Ισραήλ)

Η πόλη απλωνόταν σαν μελάνωμα πάνω στη γη, μεγάλη, γκρίζα και άναρχη. Σε μια πιθαμή αυτής της θορυβώδους πόλης, σ’ ένα γερασμένο διαμέρισμα με μεγάλα καθαρά παράθυρα και υπομονετικά παρκέ, ζούσε μια οικογένεια. Ήταν μια οικογένεια από αυτές που δε δείχνονται σε χαμογελαστές διαφημίσεις γάλατος ή ασφαλειών ζωής, μα που υπάρχουν σε πείσμα του κακού κοινωνικού καιρού. Ο μπαμπάς λεγόταν Μέλης και είχε βλέμμα μαλακό σαν αναπαυτικό καναπέ για να κουρνιάσεις και να ζεσταθείς. Η αγκαλιά του ήταν σαν φρεσκοψημένο ψωμάκι και το στόμα του εύκολα σκάλωνε σε απλόχερα χαμόγελα. Μονάχα το αυλακωμένο μέτωπό του πρόδιδε τις καταιγίδες που μαίνονταν στο νου του. Τις καταιγίδες τις σήκωνε ο βοριάς των ευθυνών που φυσούσε στη μεγάλη εταιρεία όπου δούλευε. Ο ψυχρός αέρας τού απίθωνε κάθε μέρα καινούριες ασήκωτες ευθύνες, κουβάδες ανταγωνισμού και ματσάκια πισώπλατων μαχαιρωμάτων.
Ο άλλος μπαμπάς, ο Άρης, είχε στα μάτια του τη θάλασσα που ποτέ δεν ημερεύει. Φούντωνε από φαντασία, και οι ιδέες και τα πειράγματα ξεχείλιζαν από τις παραγεμισμένες τσέπες του μυαλού του. Ο Άρης δούλευε στο απάγκιο του σπιτιού· έπαιρνε κείμενα, τα έτρωγε και τα ξαναγεννούσε σε άλλες γλώσσες. Έλαμπε από αγάπη για το σύντροφό του, και τα γαλανά του μάτια άναβαν σαν χιλιόφωτα αστεράκια κάθε φορά που τ’ ακουμπούσε στον Μέλη. Είχαν οι δυο τους πλέξει αγάπη με ύφανση ανθεκτική στον προδότη χρόνο και στα πειραχτικά βλέμματα που έψαχναν να βρουν ρωγμές για να χωθούν και να στάξουν δηλητήριο.
Ο Άρης και Μέλης είχαν δυο παιδιά. Κι αν σας γαργαλούν τη γλώσσα τα πώς και τα γιατί, κι η περιέργειά σας ξύνει το χαρτί για να βγάλει ζουμάκι, θα σας πω πώς τα απέκτησαν, μα έχει λίγη σημασία. Για τον Άλκισσο και τη Νιαγέν, τα δυο παιδιά τους, αυτό που είχε σημασία ήταν ότι κολυμπούσαν σ’ ένα πέλαγος αγάπης, τρώγανε όσες μερίδες φροντίδας τράβαγε η ψυχή τους κι είχαν θαλπερές αγκαλίτσες για να χωθούν, ήρεμες φωνές που δε χαράκωναν τ’ αυτιά ή τις καρδιές τους. Τι κι αν ο παροιμιώδης πελαργός έκανε υπερωρίες ως το Βιετνάμ για να φέρει την ορφανή Νιαγέν… Τι κι αν ο Άλκισσος είχε έρθει στον κόσμο με κάτι λιγότερο στο σώμα από τ’ άλλα τα παιδάκια… Άλλο το καλούπι του, όμως ποιος θα τολμούσε να ’λεγε άλλη καρδιά και ανάγκες;
Η ευτυχία, λιτή και μαζεμένη, άφηνε καθημερινά στο κατώφλι της οικογένειας μικρές μερίδες φαγητού.

Λύο Καλοβυρνάς: Aνάμεσα στο τικ και το τακ (Τετράγωνο)

Τετάρτη, Αυγούστου 10, 2011

No 764



Διάλογοι θεών. Διός και Γανυμήδους.
[…]
Γανυμήδης: Και αν θέλω να παίξω, με ποιον ια παίξω; Εις την Ίδης ήμεθα πολλά παιδιά.
Ζευς: Έχεις και εώ δια να παίζεις τον Έρωτα αυτόν και αστραγάλους όσους θέλεις. Να μην ανησυχής μόνον, να είσαι χαρούμενος και να μην επιθυμής τίποτε από τον κόσμον κάτω […]
Γανυμήδης: Και την νύκτα πού θα κοιμούμαι; Μαζί με τον συνομήλικκόν μου τον Έρωτα;
Ζευς: Όχι, εγώ σε ήρπασα δια να κοιμώμεθα ομού.
Γανυμήδης: Πώς, δεν μπορείς να κοιμάσαι μόνος σου, αλλά σου είνε πλέον ευχάριστον να κοιμάσαι μαζί μ’ εμένα;
Ζευς: Ναι, με ένα παιδί όπως είσαι εσύ, Γανυμήδη, τόσον ωραίο.
Γανυμήδης: Και τι θα σε ωφελήση εις τον ύπνον η ωμορφιά;
Ζευς: Έχει κάτι τι γλυκύ και φέρει τον ύπνον πλέον ευχάριστον
Γανυμήδης: Και όμως ο πατέρας δεν με ήθελε να κοιμούμαι μαζύ του και το πρωί έλεγεν ότι δεν τον άφηκα να κοιμηθή, διότι εστριφογύριζα και ελάκτιζα και επαραμιλούσα στον ύπνον μου. Δι’ αυτό τις περισσότερες φορές με έστελλε να κοιμούμαι με την μητέρα. Αν με πήρες λοιπόν γι’ αυτό, ως λέγεις, καλά θα κάμης να με γυρίσης εις την γην κάτω, διότι δεν θα σ’ αφήνω να κοιμηθής μμε τας ενοχλήσεις μου, έτσι που θα στριφογυρίζω στο κρεββάτι.
Ζευς: Αυτό θα μου είνε το πλέον ευχάριστον, ν’ αγρυπνώ μαζί σου, να σε φιλώ και να σε αγκαλιάζω.
Γανυμήδης: Εσύ ξέρεις’ εγώ ια κοιμούμαι και συ φίλα με.
Ζευς: Καλά, αυτά θα διορθωθούν, θα ίδωμεν τότε τι θα γίνη. Τώρα δε παράλαβέ τον, ω Ερμή, και αφού του δώσης να πίη την αθανασίαν, φέρε τον να μας κάμη τον οινοχόον αφού πρότερον τον διδάξης πώς πρέπει να προσφέρη το ποτήρι.

Λουκιανού: Εκλογαί εκ των απάντων (Ελευθερουδάκης)

Τετάρτη, Αυγούστου 03, 2011

Νο 763

Dawn Rosendahl

Τρείς ή τέσσερις ημέρες αφότου έφτασε στη Λουάντα, ένα μεσημέρι, καθισμένος σε ένα τραπέζι στο παλιό Καφέ Παρί, έριχνε μια ματιά σε μια παλιά εφημερίδα της Λιασαβόνας, όταν αντιλήφθηκε στο δρόμο, απέναντι, πολλούς ημίγυμνους ιθαγενείς να κατεβάζουν ένα μεγάλο καλάθι γεμάτο μπάλες κάποιου γεωργικού προϊόντος –ίσως να ήταν βαμβάκι. Ένας από αυτούς, ο νεότερος, ήταν πολύ όμορφος. Είχε ψιλόλιγνο και αθλητικό σώμα, με μύες που διακρίνονταν στην πλάτη, στα πόδια και τα χέρια, από την προσπάθεια που έκανε. Το σκούρο δέρμα του, κάπως γαλαζωπό, έλαμπε από τον ιδρώτα. Με τις κινήσεις που έκανε καθώς μετέφερε το φορτίο από το βαγόνι στην αποθήκη, το ελαφρύ κομμάτι ύφασμα που είχε τυλιγμένο γύρω από τα ισχία του άνοιγε και άφηνε να φανεί το φύλο του, κοκκινωπό και κρεμασμένο, και μεγαλύτερο από το κανονικό. Ο Ρότζερ αισθάνθηκε ένα ζεστό κύμα και μια πιεστική επιθυμία να φωτογραφίσει τον όμορφο φορτωτή. Είχε να του συμβεί μήνες. Μια ενθαρρυντική σκέψη πέρασε από το μυαλό του: «Ξαναβρίσκω τον εαυτό μου». Στο μικρό ημερολόγιο, που είχε πάντα μαζί του, σημείωσε: «Πολύ όμορφο και τεράστιο. Τον ακολούθησα και τον έπεισα. Φιληθήκαμε κρυμμένοι πίσω από τις τεράστιες φτέρες ενός ξέφωτου. Έγινε δικός μου, έγινα δικός του. Ούρλιαξα». Ανάσανε βαθιά, φλεγόμενος.

Μάριο Βάργκας Λιόσα: Το όνειρο του Κέλτη (Καστανιώτης)

Τετάρτη, Ιουλίου 27, 2011

Νο 762

Henry Beer (ΗΠΑ)

Οι ομοφυλόφιλοι είχαν, και εξακολουθούν να έχουν, πολύ περισσότερη επιρροή στη μόδα απ’ ότι οι μασόνοι στον ριζοσπαστισμό ή οι Δομινικανοί στο Λαϊκό Μέτωπο.
Ο ομοφυλόφιλος είναι ορκισμένος εχθρός της γυναίκας, ενώ ταυτόχρονα η ύπαρξή της τον στοιχειώνει. Όταν η γυναίκα είναι ανόητη, βλέπει τον ομοφυλόφιλο σαν ένα αδύναμο, κωμικό και περίπου ακίνδυνο άτομο’ όταν είναι έξυπνη σ’ αυτόν βρίσκει κάποιον που μαντεύει τις σκέψεις τηςμ που την καταλαβαίνει, που την ακούει’ κι επειδή όλες οι γυναίκες, είτε ηλίθιες είτε έξυπνες, λατρεύουν τη γλίτσα των κομπλιμέντων κι επειδή μόνο οι ομοφυλόφιλοι ξέρουν να χειρίζονται τον εγκωμιαστικό λόγο κι έχουν το θράσος, ή την αδιαντροπιά, να εξαπολύουν τους πλέον παρατραβηγμένους επαίνους, οι γυναίκες αποτελούν τα ιδανικά τους θύματα. Είναι πάντοτε έτοιμες να τους πιστέψουν. Τους λατρεύουν’ εξάλλου μιλούν την ίδια καυστική, υπαινικτική, επικριτική και αποπροσανατολιστικά υποκριτική γλώσσα. Οι ομοφυλόφιλοι δεν ορρωδούν προ ουδενός.

Paul Morand: Η αύρα της Σανέλ. Αυτοβιογραφική αφήγηση της Coco Chanel ( Άγρα)

Τετάρτη, Ιουλίου 20, 2011

Νο 761

Go Mishima (Ιαπωνία)

Έψαξα στη βιβλιοθήκη, κι ανάμεσα σ’ άλλα, το μάτι μου πήρε τον φίλο του μαέστρου. Τον Σατωμπριάν. Όπως πήγα να πάρω τον πρώτο τόμο από τις Αναμνήσεις Πέραν του Τάφου, μέσα από τις σελίδες του γλίστρησε μια φωτογραφία. Έσκυψα γρήγορα να τη μαζέψω.
Ήταν ένα νεαρό αγόρι ντυμένο στα κατάλευκα. Με τον αγκώνα του ενός χεριού ακουμπούσε νωχελικά σε μια στήλη από αλάβαστρο, που πάνω της ποζάριζα το άγαλμα ενός ερωτιδέα. Το άλλο χέρι κρεμόταν ελεύθερο και χαλαρό. Το παιδί είχε την ακαθόριστη χάρη και το διφορούμενο που συναντά κανείς στην προεφηβεία, κι ακόμα μου έκανε εντύπωση η ομορφιά του.
Δεν είχε τίποτα το ελληνικό. Αντίθετα, τα χαρακτηριστικά του έμοιαζαν ασιατικά. Σχιστά μάτια. Εξογκωμένα ζυγωματικά. Κι ένα πρησμένο, φιλήδονο στόμα. Κοιτούσε τον φακό μ’ ένα ύφος απόλυτης αθωότητας ή τέλειας πονηριάς δεν μπόρεσα να ξεχωρίσω-, σαν να συναγωνιζόταν το άγαλμα δίπλα μου. Από τον διάδρομο ακούστηκαν τα βήματα του καθηγητή. Πρόλαβα ίσα ίσα να καταχωνιάσω τη φωτογραφία.

Μένης Κουμανταρέας: Η συμμορία της άρπας (Κέδρος)

Τετάρτη, Ιουλίου 13, 2011

No 760


Τα σώβρακα πρέπει να τα αγοράζεις στα γρήγορα, μια που το μόνο που έχεις να σκεφτείς είναι η πρακτικότητά τους, αλλά εγώ χρειάζομαι ένα-δυο λεπτά σκέψης πριν καταλήξω στο «Authentic». Αυτό που με καθυστερεί, είναι η ματαιοδοξία. Θέλω το βρακί μου να με κολακεύει κάπως. Κι αυτό είναι γελοίο. Κανείς δεν πρόκειται να δει το βρακί μου εκτός από τα σκυλιά μου και ίσως και κάποιον ερωτικό παρτενέρ. (…)
Καθώς επιστρέφω στο σπίτι μου με τα εσώρουχά μου σε μια σακούλα να κάθονται στη θέση του συνοδηγού, μου φαίνεται αξιοπερίεργο το ότι τα σώβρακα μπορούν να κατασκευάζονται στην Κίνα και να μεταφέρονται στη Νέα Ζηλανδία περνώντας από τα χέρια κι αφήνοντας κέρδος σε, κι εγώ δεν ξέρω πόσους, μεσάζοντας κι ωστόσο να μου τα πουλάνε 5,99 δολάρια Ν.Ζ. μόνο. Όσο για ο πακέτο με τα πέντε σώβρακα που κοστίζουν 8,59 δολάρια Ν.Ζ., αυτό με ξεπερνάει εντελώς.
Κι ακόμα, σκέφτομαι ότι δεν έχω ιδέα για το πώς φτιάχνεται ένα σώβρακο.

Τζόε Μπένετ: Από πού έρχονται τα σώβρακα; (Ωκεανίδα)

Τετάρτη, Ιουλίου 06, 2011

No 759


Ο πρώτος έρωτας του Διόνυσου ήταν ένα αγόρι. Το έλεγαν Άμπελο. Έπαιζε με το νεαρό θεό και τους Σάτυρους στις όχθες του Πακτωλού, στη Λυδία. Ο Διόνυσος θαύμαζε τα μακριά μαλλιά που έπεφταν στους ώμους του, το φως που διαχεόταν από το σώμα του καθώς έβγαινε από το νερό. Ζήλευε όταν τον έβλεπε να παλεύει με κάποιον από τους Σάτυρους και οι γάμπες τους μπλέκονταν. Ήθελε να είναι ο μόνος που θα μοιραζόταν τα παιχνίδια του Άμπελου. Ήταν δύο «αθλητές του έρωτα». πάλευαν και ο Διόνυσος παραληρούσε όταν ο Άμπελος τον έριχνε κάτω και καθόταν πάνω στη γυμνή κοιλιά του. Μετά αφαιρούσαν τις σκόνες και τον ιδρώτα από τα σώματά τους πέφτοντας στο ποτάμι. Επινοούσαν νέους αγώνες. Ο Άμπελος ήταν πάντα ο νικητής.

Ρομπέρτο Καλάσο: Οι γάμοι του Κάδμου και της Αρμονίας (Καστανιώτης)

Τετάρτη, Ιουνίου 29, 2011

No 758


Ο Ντιέγο και η Φρίντα έχουν πια έναν ανοιχτό γάμο. Από την εποχή του σχολείου, η Φρίντα είχε, κατά καιρούς, ιδιαίτερες σχέσεις με γυναίκες. Ο Ντιέγο μιλά ανοιχτά γι’ αυτές και τις επιδοκιμάζει. Τις σχέσεις της με άνδρες η Φρίντα θεωρεί πως δεν πρέπει να του τις αναφέρει. Ο Νογκούσι κάποτε πρέπει να απειλήθηκε με πιστόλι. Ο Χαν βαν Χέιγενοορτ θυμάται: «Οι λεσβιακές της τάσεις δεν την έκαναν διόλου αρρενωπή. Ήταν σαν έφηβη, μια φιγούρα νεανική και πολύ θηλυκή». Φίλοι της υποστηρίζουν πως τις πολύ ιδιαίτερες σχέσεις της τής κρατούσε για τον εαυτό της, ενώ η βιογράφος της Χάιντεν Χεράρα επιχειρεί να τις διακρίνει και σε έργα της ζωγράφου.

Λίντε Ζάλμπερ: Φρίντα Κάλο. Η ζωή μιας αδάμαστης γυναίκας (Μελάνι)

Τετάρτη, Ιουνίου 22, 2011

No 757


Ο Κλέμεντ αναρωτήθηκε αν ο Ραφίκ, όντας μουσουλμάνος, θα είχε αντίρρηση να βγάλει το εσώρουχό του. Η προθυμία του να δουλέψει σε μπαρ μαρτυρούσε ότι δεν ήταν θεοσεβούμενος, μπορεί όμως το γυμνό να παραήταν ταμπού γι’ αυτόν.
«Δεν ντρέπομαι για το σώμα μου», είπε ο Ράφικ. «Όταν ο Μάικ μού μιλάει για τη ζωγραφική σου, ξέρω τι πρεπει να περιμένω». Η απάντηση, παρότι έλυνε το άμεσο πρόβλημα, έβαλε τον Κλέμεντ σε υποψίες, αφού συνήθως ο φίλος του δεν έδειχνε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα μοντέλα του, ειδικά όταν πόζαραν για τη μορφή του Χριστού. Ωστόσο, με το που ανέφερε ότι έψαχνε κάποιον καινούριο, ο Μάικ του πρότεινε χωρίς δεύτερη σκέψη τον Ραφίκ. Στην αρχή ήταν δισταχτικός. […]
«Εντάξει, λοιπόν…. Αν θέλεις, βγάλε τα ρούχα σου πίσω από το παραβάν». Ο Κλέμεντ, που αντιμετώπιζε τη γυμνότητα ως καλλιτεχνική δήλωση αλλά το γδύσιμο ως ερωτική ρουτίνα, ήθελε να δείξει στον Ραφίκ ότι γνώριζε τη διαφορά. […]
Ο Ραφίκ χαμογέλασε αμυδρά και έβγαλε το εσώρουχό του.

Michael Arditti: Ο εχθρός του καλού (Πόλις)

Τετάρτη, Ιουνίου 15, 2011

No 756

Ron Griswold (ΗΠΑ)

«Αν θέλεις να γνωρίσεις άντρες με τέτοια αυτοκίνητα, εγώ είμαι εδώ».
Μου έκλεισε το μάτι κι’ έφυγε δίνοντας μου ένα χαρτάκι που είχε γραμμένο το τηλέφωνο του. Δεν πολύ κατάλαβα εκείνη τη στιγμή μέχρι που επανήλθε ένα απόγευμα μετά την προπόνηση λέγοντας μου ότι κάτι ήθελε να μου πει. Ντυθήκαμε και πήγαμε προς το αυτοκίνητό του. Εκείνη την εποχή είχε ένα mini cooper, που το ‘χε πάρει μεταχειρισμένο. Όταν μπήκαμε μέσα και ήμασταν οι δυο μας μου ξεφούρνισε το παραμύθι. Είχε λέει έναν τύπο με πολλά λεφτά, που του άρεσαν οι ανωμαλίες. Ξύλο, βρισίδι και τέτοια. Γούσταρε όμως μόνο τεκνά και μάλιστα σε δυάδες. Μερικές φορές ήθελε να ντύνονται και με ειδικές στολές. Τα άκουγα και δεν ήξερα αν έπρεπε να φρικάρω ή να γελάσω, αλλά περίμενα ανέκφραστος, γιατί μιλούσε πολύ σοβαρά. Όταν άκουσα ότι στο τέλος ο τύπος θα μας έδινε κι από τριακόσια ευρώ στον καθένα κατάλαβα γιατί το αντιμετώπιζε σοβαρά. […]
Με πήγε κατ’ ευθείαν σ’ ένα δωμάτιο που, όπως μου είπε, ήταν ο ξενώνας –δεν ήξερα μέχρι τότε αυτή τη λέξη- και πάνω στο κρεβάτι είχε κάτι στολές. Στολές Ρωμαίων στρατιωτών, με κοντό χιτώνα, περικεφαλαία, ειδικό μεταλλικό θώρακα, σανδάλια, σπαθιά, κοντάρια κι… ένα μαστίγιο. Είδα τον Χάρη ν’ αρχίζει να γδύνεται και μου είπε να τα βγάλω κι εγώ όλα, και το σώβρακο. Τον είδα ότι έκλεβε ματιές για να δει το μέγεθος της πούτσας μου, μια και ποτέ δεν είχαμε τρακαριστεί στα ντους του γηπέδου. Πάντα έφευγε χωρίς να κάνει ντους μαζί μας. Ικανοποιήθηκε με το μέγεθος μου, απ’ ό,τι κατάλαβα και καθυστερώντας να ντυθεί με άφησε μα δω κι εγώ τη δική του. Την είχε κι αυτός μεγάλη. Μπορεί και λίγο πιο μεγάλη απ’ τη δική μου.

Νίκος Μουρατίδης: Εγώ ήμουν αντράκι (Τετράγωνο)

Τετάρτη, Ιουνίου 08, 2011

No 755

Wes Hempel

Στα Μέγαρα, τα Διόκλεια (προς τιμήν του εθνικού ήρωα Διοκλή) γίνονταν την άνοιξη. Σε αυτούς περιλαμβανόταν ένας διαγωνισμός φιλιού των όμορφων αγοριών, που έχει περιγραφεί από τον Θεόκριτο. «Πάνω στον τύμβο (εν. του Διοκλή), μόλις φτάσει η άνοιξη, τα παιδιά σας διαγωνίζονται σε έναν αγώνα φιλιού και όποιος πιο γλυκά αγγίξει τα χείλη πάνω στα χείλη επιστρέφει στη μητέρα του φορτωμένος ανθοστέφανους».

Burgo Pertridge: Η ιστορία των οργίων (Οξύ)

Τετάρτη, Ιουνίου 01, 2011

No 754

David FeBland

Τη μάνα του μέχρι που πέθανε εγώ την έραβα. Ντερέκι. Ομαδάρχισσα στις παιδουπόλεις της Φρειδερίκης. Σκληρή γυναίκα η Γενοβέφα. Καλύμνια. Φασαριόζα και μπεσαλού. Αλλά πλήρωνε προκαταβολικά. Ο Μπάμπης ένα φεγγάρι ήταν ζευγαρωτός με τη Σαλώμη Βοναπάρτη. Τη γουστάριζε. Η Γενοβέφα λέει πως τάχα ξεγελάστηκε το παιδί της. Ήταν σκοτάδι και δε φαινόταν το εξάρτημα. Άνοιξε την πόρτα του καμπινέ η Βέφα και την είδε που κατουρούσε όρθια. Κλείδωσε τον καμπινέ, έσυρε γκαζιέρα και πέρασε λάστιχο στην κλειδαρότρυπα. Άνοιξε τέρμα το υγραέριο η Γενοβέφα. Παλαιά γερμανική μέθοδος. Σπάει το τζάμο του φωταγωγού η Σαλώμη, πηδάει κάτω. Πέντε όροφοι. Δεν έπαθε γρατζουνιά. Η σιλικόνη την έσωσε.

Μιχάλης Γεννάρης: Πρίγκιπες και δολοφόνοι (Ίνδικτος)

Τετάρτη, Μαΐου 25, 2011

Νο 753


Ως πότε θα με προσπερνάς κι εγώ θα ‘ρχομαι πίσω;
Μακάρι να πετύχαινα το τέλος της οργής σου’
μα έχεις λάγνα την ψυχή, είσαι και υπερόπτης
και μ’ αποφεύγεις, έχοντας του γερακιού το ήθος.
Μα στάσου λίγο, αγόρι μου, κάνε μου το χατίρι’
της Αφροδίτης πάντοτε δε θα ‘χεις συ τα δώρα.

Το ξέρεις συ, της ποθητής της νιότης το λουλούδι
πολύ πιο γρήγορα περνά απ’ τον αγώνα δρόμου’
γι’ αυτό και συ, λεβεντονιέ, χαλάρωσε τα γκέμια,
στα σκληρά δίχτυα του έρωτα μήπως βρεθείς πιασμένος,
όπως κι εγώ τώρα με σε’ λοιπόν, φυλάξου απ’ αυτά,
μη σε νικήσει, νεαρέ, η ανθρώπινη κακία.

Θέογνις (Επικαιρότητα)
Μετάφραση: Χρίστος Γ. Ρώμας

Τετάρτη, Μαΐου 18, 2011

No 752

Wes Hempel (ΗΠΑ)

Ζούμε μια εξασθένηση του θεσμού του γάμου αλλά όχι και της έννοιας του ζευγαριού. Παρατηρείται μια ξεκάθαρη τάση αύξησης των ομοφυλόφιλων ζευγαριών την τελευταία δεκαετία, που συνδέεται με μια πτώση του αρνητικού στιγματισμού της ομοφυλοφιλίας (…)
Η εμφάνιση του έιτζ τη δεκαετία του ’80 δεν είχε την επίδραση ενός ηθικού πισωγυρίσματος που επικαλούνται συχνά. Οι κυνηγημένοι ομοφυλόφιλοι και η επιστροφή της ηθικότητας δεν εμφανίστηκαν στο προσκήνιο. (…)
Βρισκόμαστε, λοιπόν, μπροστά σε μια μερική όσμωση μεταξύ ομοφυλοφιλίας και κοινωνικής ζωής. Για πρώτη φορά η μορφή του ομοφυλόφιλου αρχίζει να μοιάζει μ’ αυτή του λίγο χειραφετημένου μέσου αρσενικού, όχι πια για να κρυφτεί μεταμφιεσμένος σε «νορμάλ», αλλά από εσωτερική παρόρμηση για μια σωματική ημιφυσιολογικότητα. Επομένως, η εμφανιζόμενη αποδοχή των ομοφυλόφιλων από την πλειονότητα αποδίδεται στις συγκροτημένες μορφές κοινωνικής ενσωμάτωσης των ομοφυλόφιλων μέσω των εικόνων που διαχέονται στο κοινό του σινεμά, της τηλεόρασης, του Τύπου, των γκέι πράιντ και του κόσμου των γκέι.

Γ. Τζαμαλούκα: Αναζήτηση ανδρικής ταυτότητας. Τι είναι η ομοφυλοφιλία (Κάκτος)

Τετάρτη, Μαΐου 11, 2011

No 751

Ron Griswold

Στη μέση της πρότασης ήρθε μήνυμα στο κινητό μου. Άκουσα τον ήχο, αλλά δε διέκοψα το γράψιμο. Μου έβγαιναν αυθόρμητα όσα ήθελα να μοιραστώ μαζί του. Μόνο αφού τελείωσα, σηκώθηκα να ψάξω για το κινητό μου.

Δεν απάντησα σε εκείνο το μήνυμα. Δεν υπήρχε λόγος. Η σιωπή των ευγενών σε απάντηση των αγενών. Κράτησα όσο αέρα μού είχε απομείνει στα σωθικά και φούσκωσα σαν παγόνι για να προστατευτώ από την ψυχρότητα των λέξεων. Πόσο απρόσκοπτα εξανεμίζεται η χαρά. Έμεινε μόνο το απόκομμα από το εισιτήριο του τρένου στο πορτοφόλι μου να επαληθεύει ότι ήμασταν μαζί. Με την άνεση που τον χαρακτήριζε, ο Άγγελος έσβηνε για άλλη μια φορά τις μέρες που προηγήθηκαν στη Στοκχόλμη σαν να μην είχαν λάβει χώρα. Υπαινισσόταν πως δε γίνεται να είμαι ερωτευμένος, πως ήταν απλώς σεξουαλική έλξη και τίποτα άλλο. Λες και δεν μπορούσα να ξεχωρίσω τον έρωτα από την καύλα. Περιφρόνησα τα λόγια του και το ίδιο βράδυ άρχισα να του πλέκω ένα μάλλινο πουλόβερ, σαν να μην είχε αλλάξει τίποτα. Για μένα τουλάχιστον δεν είχε.
Κατέληξα ότι έψαχνε την πραγματική ευτυχία μαζί μου. Ίσως είχε απρόβλεπτες εκρήξεις για να μην τον εκλαμβάνω ως προβλέψιμο. Μόνο με αυτή την ερμηνεία δεν έχαναν το νόημά τους όσα κουβεντιάσαμε στη Στοκχόλμη. Διαφορετικά είχα περάσει το Σαββατοκύριακο με ένα σχιζοφρενή. Καταργώντας τα γεγονότα με ένα γραπτό μήνυμα, ο Άγγελος βεβαιωνόταν ότι μπορούσαμε να χτίσουμε κατά παραγγελία κάτι καινούργιο. Δεν τον αδικούσα. Αφού ήταν θεός. Με δοκίμαζε. Έτσι θα εξακριβωνόταν η αξία της σχέσης μας.

Χρήστος Ιωαννίδης: Κάτι άλλαξε (Τετράγωνο)

Τετάρτη, Μαΐου 04, 2011

No 750


Αφήνω προσωρινά την τελευταία σελίδα. Ο λαιμός μου και οι ώμοι μου είναι σκληροί σαν πέτρα. Μόνο μετά από πολλές αναπνοές τολμώ να σηκώσω το κεφάλι. Τα χείλια της είναι ζαρωμένα. Είναι συγκεντρωμένη σε κάτι. Εσύ και η Μέλανι, λέει στο τέλος, εντελώς απροσδόκητα και γι’ αυτό με ταράζει λίγο, νιώθετε όμορφα μαζί.
Εκείνη δεν ρωτάει, αποφαίνεται. Εγώ δυσκολεύομαι να μιλήσω, κάνω με το κεφάλι μου ναι. Εσύ κι εκείνη, λέει, κάνετε καλό η μια στην άλλη. Εκείνη κοιτάζει στο ταβάνι, τα μάτια της είναι ανοιχτά διάπλατα, κι εγώ εντελώς αιωρούμενη: πώς γίνεται κι εκείνη δεν μιλάει για κείνον, ή για κείνος και για κείνη. Πώς δεν λέει ούτε λέξη για το τέλος που επινόησα ανάμεσα σ’ εκείνη και σ’ εκείνον. Σαν αυτό να μην έχει καμιά σημασία κατά τη γνώμη της, σαν να είναι αυτό το θέμα τώρα.
Τόσο το ένιωσα ξαφνικά αυτό ενώ διάβαζες, αναστενάζει, το μασάζ, στο τέλος, τόσο ένιωσα τι υπάρχει ανάμεσά σας.
Ναι; λέω, ακούγοντας προσεκτικά.
Σωπαίνουμε. Βυθισμένες η καθεμιά στον εαυτό της. Η καρδιά μου πεταλουδίζει ξαφνικά δυο φορές. Ένα πήδημα μπροστά κι ένα πίσω.
Πες της, λέει, να σε προσέχει. Πες της εκ μέρους μου.
Θα της το πω εκ μέρους σου. […]
Είμαι τόσο χαρούμενη, λέει, που τελικά μιλήσαμε.

Νταβίντ Γκρόσμαν: Η μνήμη του δέρματος (Καστανιώτης)

Τετάρτη, Απριλίου 27, 2011

No 749

Cathleen Miller

Για τη Μαριλού είχα ακούσει πολλά. Ένας Κρητικός δύο μέτρα που εγκατέλειψε ανήλικος το σπίτι του για να ζήσει στην Αθήνα και μετά για πολλά χρόνια στο Βερολίνο. «Είναι σαν βασίλισσα με θρόνο κανονική», θα μου ψιθυρίσουν. «Αλλά το αξίζει. Έχει ζήσει το Βερολίνο στα ‘70s, όταν οι άλλες της Συγγρού ζούσαν ακόμη στα χωριά τους. Και όταν αυτή γνώριζε τη Μάρλεν Ντίντριχ, αυτές έπαιζαν κρυφτό με τους αγαπητικούς τους».

- Για μια τρανσέξουαλ είναι πιο δύσκολη η ζωή στην Αθήνα από ό,τι στο Βερολίνο;
Α, καμιά σχέση. Εδώ δεν είσαι ελεύθερος άνθρωπος. Το Βερολίνο είναι μια πόλη κουλτούρας, μια πόλη που σε δέχεατι όπως ακριβώς είσαι. Δεν τους ενδιαφέρει τι κάνει ο διπλανός τους. Αν και εδώ σήμερα είναι καλύτερα τα πράγματα. Όταν έφυγα εγώ όμως ήταν άγρια.

Σταύρος Θεοδωράκης: Οι άνθρωποί μου (Ποταμός)

Τετάρτη, Απριλίου 20, 2011

No 748


Δύσκολα μπορείς να πεις ότι η Αλεξάνδρεια είναι μια πόλη του πνεύματος. Στηρίζεται πάνω στο βαμβάκι που το συναγωνίζονται όμως τα κρεμμύδια και τα αυγά, κι είναι κακοχτισμένη, κακοσχεδιασμένη και με αποχέτευση κακή – ένα σωρό κακά μπορούν να ειπωθούν εναντίον της, και τα περισσότερα εξάλλου λέγονται από τους κατοίκους της. Κι όμως, σε κάποιους απ’ αυτούς, μπορεί την ώρα που περνούν το δρόμο, να τύχει μια ευχάριστη εμπειρία. Μπορεί ν’ ακούσουν το όνομά τους να διακηρύσσεται σε τόνους σταθερούς και συνάμα στοχαστικούς - τόνους που δεν μοιάζουν να περιμένουν απάντηση, αλλά να θέλουν να τιμήσουν το ίδιο το γεγονός της ατομικότητας. Γυρίζουν και βλέπουν έναν Έλληνα κύριο με ψαθάκι, να στέκεται ολότελα ακίνητος, κρατώντας απόσταση από το σύμπαν. Τα χέρια του ίσως να είναι διάπλατα ανοιχτά. «Α, ο Καβάφης…!» Ναι, είναι ο κύριος Καβάφης, καθ’ οδόν είτε από το σπίτι στο γραφείο, είτε από το γραφείο στο σπίτι. Στην δεύτερη περίπτωση, μπορεί να πεισθεί να αρχίσει μία πρόταση – μία τεράστια, περίπλοκη κι ωστόσο καλοδιατυπωμένη πρόταση, γεμάτη παρενθέσεις που ποτέ δεν μπλέκονται μεταξύ τους και επιφυλάξεις που πράγματι επιφυλάσσονται’ μία πρόταση που πορεύεται λογικά προς την προβλεπόμενη κατάληξή της, η οποία πάντα όμως αποτελεί μια κατάληξη πολύ πιο ζωντανή και συναρπαστική από εκείνην που προέβλεπε κανείς. Άλλοτε η πρόταση ολοκληρώνεται στο δρόμο, άλλοτε την σκοτώνει η κυκλοφορία, κι άλλες φορές συνεχίζεται ως το διαμέρισμά του. Αναφέρεται στην ύποπτη συμπεριφορά του Αυτοκράτορα Αλέξιου Κομνηνού το 1096, στις ελιές, στις εμπορικές δυνατότητες και στις τιμές τους, στις τύχες που είχαν οι φίλοι, στον Τζώρτζ Έλιοτ ή στις διαλέκτους της μικρασιατικής ενδοχώρας. Διατυπώνεται με την ίδια ευκολία στα ελληνικά, τα αγγλικά ή τα γαλλικά. Και παραά τον πνευματικό της πλούτο και την ανθρώπινη εμφάνισή της, παρά την ώριμη φιλανθρωπία της κρίσης της, έχει πάντα κανείς την αίσθηση ότι στέκεται κάπως παράμερα, σε απόσταση από το σύμπαν> είναι η πρόταση ενός ποιητή.

Ε. Μ. Φόρστερ: Φάρος και φαρίσκος (Αλεξάνδρεια)

Τετάρτη, Απριλίου 13, 2011

No 747

Γιάννης Τσαρούχης

Αγαπώ την Κάλας και τη Σωτηρία Μπέλλου. Και δεν αισθάνομαι διχασμένος. Ας κοπιάσουν όσοι σκανδαλίζονται γι’ αυτό να καταλάβουν τι μου συμβαίνει. Εγώ πάντως κοπίασα και κοπιάζω για να βρω μια τάξη και μια ισορροπία. Θέλω συνεχώς να γνωρίζω και να ξεκαθαρίζω. Για να είμαι ελεύθερος ν’ αγαπήσω απόλυτα. Δεν μ’ ενδιαφέρουν οι προηγούμενες επιτυχίες. Είναι φυσικό να θέλω να κάνω ελληνικό ό,τι μ’ αρέσει στην Αναγέννηση. Αλλά ποτέ δεν θέλησα να γίνω Ιταλός.
(…) Η μοντέρνα τέχνη και οι ελευθερίες της μ’ ενδιαφέρουν ως πιθανότητες τελειοποιήσεως της πειστικής αναπαραστάσεως και όχι ως φυγές απ’ αυτήν. Τι είναι πραγματικότητα; Δεν ξέρω, αλλά είναι κάτι σχετικό με την ικανότητα του ανθρώπου να δημιουργεί θεωρήματα.

Γιάννης Τσαρούχης: Ανάμεσα σ’ Ανατολή και Δύση (Άγρα)

Τετάρτη, Απριλίου 06, 2011

No 746

Amedeo Modigliani

Στον Jean Cocteau

Για να με σκεπάσω γούνα και μουαρέ
Δίχως από τα πλατιά τα μάτια του να χυθεί το μαύρο μελάνι
Όπως μια σύλφη στο ταβάνι, σαν χιονοπέδιλο πάνω στο χιόνι
Ο Jean πήδηξε πάνω στο τραπέζι δίπλα στον Nijinsky.
Ήτανε σε μια αίθουσα πορφυρόχρωμη του Larue
Που ο χρυσός της, γούστου αμφίβολου, δεν καλύφθηκε ποτέ.
Η γενειάδα ενός γιατρού κολακεύουσε και πυκνή
Δήλωνε: «Ίσως η παρουσία μου μη προσήκουσα να είναι
Όμως εάν έστω κι ένας μείνει εγώ θα είμαι κείνος κει».
Και η καρδιά μου υπέκυπτε στα χτυπήματα της Indiana.

Μαρσέλ Προυστ: Ποιήματα (Ηριδανός)
Μετάφραση: Ελένη Κόλλια
.
Vaslow Nijinsky (1890-1950). Ρώσος χορευτής και χορογράφος.
Larue. Διάσημο γαλλικό εστιατόριο.
Indiana. Δημοφιλές τραγούδι της εποχής.

Τετάρτη, Μαρτίου 30, 2011

No 745

Diego Velázquez (Ισπανία)

Μια βραδιά πήραν τον δρόμο για την κακόφημη συνοικία, μα βρήκαν την πόρτα του αγαπημένου τους σπιτιού κλειδωμένη. Αρνήθηκαν να παραδεχτούν την ήττα τους και συνέχισαν να περιφέρονται στα άδεια σοκάκια σαν χαμένες ψυχές, ψάχνοντας μάταια, ώσπου ο Μάρκος Τιμολέων θυμήθηκε πως ήταν πρώτη Απριλίου, γιορτή της Αγίας Μαρίας της Αιγύπτιας, προστάτιδας των μετανοημένων πορνών: όλα τα μπορντέλα ήταν κλειστά εκείνη τη μέρα. Κατέληξαν εξαντλημένοι και μεθυσμένοι στο δωμάτιο του υπάλληλου μετά από ώρες, όπου έπεσαν στο κρεβάτι και συνέχισαν να πίνουν για να ξεχάσουν την απογοήτευσή τους.
«Πήδα τις πουτάνες», είπε ο Μάρκος Τιμολέων.
«Αυτό ακριβώς», είπε ο φίλος του.
Άρχισε να ξεντύνεται. Ο Μάρκος τον κοίταζε μέσα από τη ζάλη του ποτού.
«Τι προτείνεις;»
«Να κάνουμε οικονομία», απάντησε ο άλλος.
Έτσι είπαν στο βιογράφο του πως έγινε. Εκείνος που το είπε είχε γνωρίσει και τον Μάρκο και το φίλο του και ορκιζόταν πως ήταν αλήθεια. Είπε επίσης πως ο φίλος του Μάρκου είχε χορογραφήσει όλο το επεισόδιο πολύ προσεχτικά, έχοντας διαισθανθεί από καιρό πως ό,τι χρειαζόταν ήταν μια σπίθα: όχι ξελόγιασμα αλλά λύτρωση, η κατάληξη μιας τρυφερότητας που είχε μεγαλώσει με τους μήνες χωρίς πρόθεση και χωρίς υποψία για το πού θα οδηγούσε. Ο Μάρκος Τιμολέων θα πρέπει να είχε ανησυχήσει για τη χριστιανική αμαρτία που διέπραττε, το ρίσκο που έπαιρνε σε μια πόλη που όλοι ήξεραν όλους και η ομοφυλοφιλία ήταν αδίκημα, αλλά μεγαλύτερο ήταν το βάρος της ντροπής, το οποίο αλάφρωνε με μεγάλες ποσότητες ποτού – ή έτσι ήθελε να κάνει το φίλο του να νομίζει: ένα βράδυ ο αγαπημένος του ανακάθισε στο κρεβάτι , άπλωσε το χέρι να πιάσει το μπουκάλι με το ρακί που Μάρκος Τιμολέων έπινε και ήπιε κι αυτός μια γουλιά από το διάφανο αλκοολικό ποτό, χωρίς να ξέρει πως θα ξεσκέπαζε την απάτη: «Μα αυτό είναι νερό με γλυκάνισο», είπε.
Στην μετέπειτα ζωή του, ο Μάρκος Τιμολέων θα αρνιόταν την ερωτική σχέση, επιλέγοντας να κρυφτεί πίσω από μια παραφουσκωμένη αίσθηση ανδρισμού που έδινε έμφαση στη σωματική δύναμη, στη σεξουαλική ικανότητα, στην επιβολή στις γυναίκες και στην επιθετικότητα: ένας αρρενωπός άνδρας.

Πάνος Καρνέζης: Το πάρτυ γενεθλίων (Μακόντο)

Τετάρτη, Μαρτίου 23, 2011

No 744


Είχε απορροφηθεί και πάλι με τα βυζιά της. Τώρα έπαιζε με τις ρώγες της.
«Υπέροχα δεν είναι;»
«Πολύ»
«Τα λατρεύω… Όλη μέρα τα κοιτάω και δεν τα χορταίνω».
«Θα τα συνηθίσεις».
«Και βέβαια θα τα συνηθίσω. Δεν θα χαζεύω μια ζωή το στήθος μου. Γι’ αυτό συνέχεια το πασπατεύω, για να το βαρεθώ γρήγορα».
«Καλά. Ποιος πήγε εκείνη τη βραδιά μπορείς να θυμηθείς;» ρώτησα για να την επαναφέρω στην τάξη.
«Νομίζω πως ο Γιλντίζ πήγε με την Μπέμπα τη Βουσλάτ. Σου είπα, γουστάρει τα φιντανάκια».
«Ξέρεις τι έκαναν;»
«Καλέ, που θες να ξέρω; Μόλις τελείωσε η δουλειά μου, έφυγα. Δε μου αρέσει να το ξενυχτώ. Τα κορίτσια όμως εκεί ήταν… Η αλήθεια είναι πως δεν τα είδα, αλλά μάλλον εκεί θα πρέπει να ήταν».
«Αργότερα δεν τα είπατε;»
«Καλέ, τι να πω με δαύτες; Ίσα κι όμοια είμαστε;»
Είχε σηκωθεί στο πόδι, πατίκωσε με τα χέρια το σφριγηλό της στήθος από τα πλάγια και το άφησε απότομα, κάνοντάς το να τρεμουλιάσει.
«Η αγριονταρντάνα η Ντεμέτ ούτε χαλάουα δεν κάνει και η Βουσλάτ είναι ένα κακομαθημένο μικρό! Ενώ εγώ έχω αυτά εδώ!»
Άρα, κατά τα λεγόμενά της, υπήρχε μια νέα κατηγορία τραβεστί, όπου αυτές που έχουν βυζιά είναι ανώτερες αυτών που δεν έχουν. Με λίγα λόγια, εμείς που δεν έχουμε είμαστε για φτύσιμο.
«Κι εγώ δεν έχω…» είπα.
«Ναι, αντρούλη μου, αλλά εσύ θεωρείσαι αφεντικό».

Μεχμέτ Μουράτ Σομέρ: Δολοφονίες προφητών (Πατάκης)


Τετάρτη, Μαρτίου 16, 2011

No 743


Ο Κόντε παρατήρησε το εξώφυλλο του βιβλίου: από μια χρυσαλλίδα ξεπεταγόταν μια πεταλούδα με ανθρώπινο πρόσωπο, διαιρεμένο με τρόπο γκροτέσκο: μάτια γυναίκας και στόμα άνδρα, μαλλί γυναικείο και πιγούνι ανδρικό. Ο τίτλος ήταν Το πρόσωπο και η μάσκα και, με τρόπο καθόλου κρυπτικό, ήταν αφιερωμένο «Στο τελευταίο εν ενεργεία μέλος της κουβανικής τάξης των ευγενών». Αισθάνθηκε την επιθυμία να πάει σπίτι του και να αρχίσει να διαβάζει εκείνο το βιβλίο που ίσως του έδινε κάποια κλειδιά για τα όσα είχαν συμβεί ή, τουλάχιστον, τον μάθαινε κάτι σχετικά με τον σκοτεινό κόσμο της ομοφυλοφιλίας. Στη διάλεξή του περί τραβεστισμού, ο Μαρκές είχε αναφέρει τρεις πιθανές συμπεριφορές όσων μεταμφιέζονται: τη μεταμόρφωση ως υπέρβαση του μοντέλου, το καμουφλάζ ως μορφή εξαφάνισης και τη μεταμφίεση ως μέσο εκφοβισμού. Ποια απ’ όλες να είχε σπρώξει άραγε τον Αλέξις Αραγιάν να ντυθεί Ελέκτρα Γκαριγκό ακριβώς το βράδυ της εορτής της Μεταμόρφωσης; Τελικά αυτή η ιστορία άρχιζε να του αρέσει, αν όμως ήθελε να καταλάβει κάτι, έπρεπε να μάθει λίγα πράγματα παραπάνω. Ένα τουλάχιστον ήταν σίγουρο: ο Αλμπέρτο Μαρκές δεν μπορούσε να είναι ο φυσικός αυτουργός της δολοφονίας του Αλέξις Αραγιάν. Με εκείνα τα μπράτσα θα είχε χρειαστεί δυο ώρες για να πνίξει τον νεαρό, ο οποίος θα έπρεπε ταυτόχρονα να κλείνει τη μύτη του με τα δάχτυλά του. Εξίσου σίγουρο ήταν όμως ότι ο Αλμπέρτο Μάρκες είχε πολλά να πει για εκείνον το θάνατο τον ντυμένο στα κόκκινα.

Λεονάρδο Παδούρα: Μάσκες (Καστανιώτης)

Τετάρτη, Μαρτίου 09, 2011

No 742

Ilya Schor

Πριν από τρεις μήνες, ο Νταγκλίς είχε πάει με την Έμμα στην τελετή της υπογραφής του συμφώνου συμβίωσης της Κλάρα και της Άννυ. Ήταν μια ωραία ήσυχή τελετή στην οποία καλεσμένοι ήταν μόνο οι γονείς της Κλάρα, ο χήρος πατέρας της Άννυ και λίγοι στενοί φίλοι. Ύστερα έφαγαν στο σπίτι το μεσημεριανό γεύμα που είχε μαγειρέψει η Άννυ. Όταν τέλειωσε το κυρίως πιάτο, η Κλάρα και ο Νταγκλίς πήραν τα πιάτα στην κουζίνα για να φέρουν το γλυκό. Τότε ήταν που γύρισε προς το μέρος του και με τρόπο αποφασιστικό που έδειχνε πως περίμενε αυτή την ευκαιρία του είπε:
‘Μπορεί να φαίνεται παράξενο να θέλουμε εμείς να επισημοποιούμε το δεσμό μας, όταν εσείς, οι ετεροφυλόφιλοι παίρνετε σωρηδόν τα διαζύγια, ή προτιμάτε να συζείτε χωρίς τα καλά του γάμου. Εμείς, και χωρίς αυτά, ευτυχισμένες είμαστε. Όμως θέλαμε και νομικά να αναγνωριστούμε ως οι πλησιέστεροι συγγενείς. Αν τύχει να χρειαστεί να πάει η Άννυ στο νοσοκομείο, θέλω να μπορώ να είμαι δίπλα της. Υπάρχουν επίσης τα περιουσιακά. Αν πεθάνω πρώτη εγώ, η περιουσία πηγαίνει αφορολόγητη στην Άννυ. Βέβαια θα ξοδέψει τα πιο πολλά στους ξυπόλυτους, αλλά αυτό είναι δικό της θέμα. Δεν θα πάνε χαμένα. Η Άννυ είναι πολύ συνετή. Ο κόσμος νομίζει πως ο δεσμός μας κρατάει επειδή εγώ είμαι η πιο δυνατή και η Άννυ κρέμεται από μένα. Στην πραγματικότητα, συμβαίνει το αντίθετο, και εσύ είσαι από τους λίγους που το είδαν αμέσως αυτό. Σ’ ευχαριστώ που ήσουν σήμερα μαζί μας».

Π. Ντ. Τζέιμς: Θάνατος σε ιδιωτική κλινική (Καστανιώτης)

Τετάρτη, Μαρτίου 02, 2011

No 741


Γουάιλντ, Όσκαρ (1854-1900)
Μετά από δύο χρόνια στη φυλακή του Ρέντινγκ, σωματικά καταπονημένος, έμεινε πρώτα σ’ ένα χωριό της Νορμανδίας κι έπειτα στο Παρίσι. Εκεί, αυτός που κάποτε ήταν το πρότυπο του δανδή και του εστέτ, τριγυρνούσε στα καφέ παραμελημένος και ξεπεσμένος. Στον εκτελεστή της λογοτεχνικής του διαθήκης, Ρομπερ Ρος, είχε πει:
Η καθολική Εκκλησία είναι η μόνη που σου δίνει τη δυνατότητα να πεθάνεις αξιοπρεπώς.
Στα τελευταία του, στις 30 Νοεμβρίου 1900, ο Όσκαρ Γουάιλντ έμενε στο άθλιο ξενοδοχείο «Αλσατία». Εκεί κλήθηκαν να τον δουν δύο γιατροί, που διαπίστωσαν την κατάστασή του κι ο ένας ψιθύρισε στον άλλο: «Είναι προφανές ότι δεν πρόκειται να πληρωθούμε». Ο Γουάιλντ που τον άκουσε απάντησε σιγανά:
Υποθέτω πως ο θάνατός μου θα στοιχήσει ακριβότερα απ’ όσο αντέχει η τσέπη μου.
Γύρισε έπειτα στο πλάι, προς το μέρος του τοίχου. Τα τελευταία του λόγια ήταν:
Αυτή ταπετσαρία με πεθαίνει!
Λέγεται ότι μόνο εφτά άτομα ακολούθησαν την κηδεία του. Ο Αντρέ Ζιντ είχε ακούσει πως υπήρχε μόνο ένα στεφάνι. Το είχε στείλει ο ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου, κι έγραφε:
A mon lacateur. Στον νοικάρη μου.

Σωκράτης Δ. Νικολάου: Αυτή η ταπετσαρία με πεθαίνει! Τελευταία λόγια μεγάλων ανδρών (και γυναικών) [Γνώση]

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 23, 2011

No 740


Αχ, ένα αγόρι με απαλή σάρκα αγαπώ, που σ’ όλους του
φίλους το διέδωσε, κρυφά μου. Μα έστω, φάνηκα,
δίχως να κρύψω στανικώς το πώς με βασανίζει,
πως δεν με δάμασε αγοριού τυχαίου εμένα ο έρωτας.
Όμορφη η αγάπη ενός τεκνού! Δες και τον Γανυμήδη
που ο γιός του Κρόνου, ο βασιλιάς των αθανάτων, πόθησε’
στον Όλυμπον έτσι αρπαχτόν τον έφερε και τού ‘βαλε
φύλακα θείον της νιότης του της λατρεμένης που άνθιζε.
Μην απορείς λοιπόν και συ, ω Σιμονίδη, που ο έρωτας
ενός ωραίου αγοριού μ’ έχει κι εμέ δαμάσει.

Θέογνις [Ερωτικά (Παιδεραστικά)]

Αρχαίοι λυρικοί –Γ'. Ελεγειακοί (Άγρα)
Μετάφραση-Σχόλια: Γιάννης Δάλλας