Δύσκολα μπορείς να πεις ότι η Αλεξάνδρεια είναι μια πόλη του πνεύματος. Στηρίζεται πάνω στο βαμβάκι που το συναγωνίζονται όμως τα κρεμμύδια και τα αυγά, κι είναι κακοχτισμένη, κακοσχεδιασμένη και με αποχέτευση κακή – ένα σωρό κακά μπορούν να ειπωθούν εναντίον της, και τα περισσότερα εξάλλου λέγονται από τους κατοίκους της. Κι όμως, σε κάποιους απ’ αυτούς, μπορεί την ώρα που περνούν το δρόμο, να τύχει μια ευχάριστη εμπειρία. Μπορεί ν’ ακούσουν το όνομά τους να διακηρύσσεται σε τόνους σταθερούς και συνάμα στοχαστικούς - τόνους που δεν μοιάζουν να περιμένουν απάντηση, αλλά να θέλουν να τιμήσουν το ίδιο το γεγονός της ατομικότητας. Γυρίζουν και βλέπουν έναν Έλληνα κύριο με ψαθάκι, να στέκεται ολότελα ακίνητος, κρατώντας απόσταση από το σύμπαν. Τα χέρια του ίσως να είναι διάπλατα ανοιχτά. «Α, ο Καβάφης…!» Ναι, είναι ο κύριος Καβάφης, καθ’ οδόν είτε από το σπίτι στο γραφείο, είτε από το γραφείο στο σπίτι. Στην δεύτερη περίπτωση, μπορεί να πεισθεί να αρχίσει μία πρόταση – μία τεράστια, περίπλοκη κι ωστόσο καλοδιατυπωμένη πρόταση, γεμάτη παρενθέσεις που ποτέ δεν μπλέκονται μεταξύ τους και επιφυλάξεις που πράγματι επιφυλάσσονται’ μία πρόταση που πορεύεται λογικά προς την προβλεπόμενη κατάληξή της, η οποία πάντα όμως αποτελεί μια κατάληξη πολύ πιο ζωντανή και συναρπαστική από εκείνην που προέβλεπε κανείς. Άλλοτε η πρόταση ολοκληρώνεται στο δρόμο, άλλοτε την σκοτώνει η κυκλοφορία, κι άλλες φορές συνεχίζεται ως το διαμέρισμά του. Αναφέρεται στην ύποπτη συμπεριφορά του Αυτοκράτορα Αλέξιου Κομνηνού το 1096, στις ελιές, στις εμπορικές δυνατότητες και στις τιμές τους, στις τύχες που είχαν οι φίλοι, στον Τζώρτζ Έλιοτ ή στις διαλέκτους της μικρασιατικής ενδοχώρας. Διατυπώνεται με την ίδια ευκολία στα ελληνικά, τα αγγλικά ή τα γαλλικά. Και παραά τον πνευματικό της πλούτο και την ανθρώπινη εμφάνισή της, παρά την ώριμη φιλανθρωπία της κρίσης της, έχει πάντα κανείς την αίσθηση ότι στέκεται κάπως παράμερα, σε απόσταση από το σύμπαν> είναι η πρόταση ενός ποιητή.
Ε. Μ. Φόρστερ: Φάρος και φαρίσκος (Αλεξάνδρεια)
1 σχόλιο:
Ο βρετανός συγγραφέα Εντουαρντ Μόργκαν Φόρστερ φθάνει στην Αλεξάνδρεια, το 1915, σε ηλικία 36 ετών. Ο Φόρστερ είχε ήδη γράψει το Χάουαρντς Εντ και το Δωμάτιο με θέα, όμως δεν είχε ακόμη ανακαλύψει την προσωπική του αλήθεια. Θα γνωριστεί με τους σημαντικότερους ανθρώπους της πόλης, θα λατρέψει τα τοπία και τις διαδρομές της. Μέσω Ελλήνων και ελληνιζόμενων φίλων θα γνωριστεί με τον ποιητή Κωνσταντίνο Καβάφη.
Με την ποίηση του Αλεξανδρινού αφουγκράζεται τον σιωπηλό απόηχο του παρελθόντος και τολμά να ψηλαφίσει τα σώματα του παρόντος. Συναντώντας τυχαία τον νεαρό Μωχάμετ, εισπράκτορα στο τραμ, συνδέει στην ύπαρξή του το σωματικό και το συναισθηματικό. Ανακαλύπτει την αγάπη και την τρυφερότητα.
Οταν οι Μπενάκηδες θα προτείνουν στον Καβάφη, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, να τους ακολουθήσει στην Αθήνα, ο ποιητής θα παραμείνει στην πόλη του. Ωστόσο και ο Φόρστερ αρνείται να εγκαταλείψει την Αλεξάνδρεια όταν το 1917 του γίνεται πρόταση να υπηρετήσει στον Ερυθρό Σταυρό, στη Βενιζελική Θεσσαλονίκη.
Παραμένοντας κοντά στον αγαπημένο του θα μελετήσει τον Καβάφη και θα τον προωθήσει στην Αγγλία, θα εντρυφήσει στον Καλλίμαχο και στον Πλωτίνο, θα εμπλακεί με τον κύκλο των θεοσοφιστών. Εκδίδει ένα βιβλίο-οδηγό για την Αλεξάνδρεια (Φάρος και φαρίσκος) όπου περιγράφει όσα χάθηκαν και όσα κρύβονται κάτω από την πόλη. Ο πρόωρος θάνατος του Μωχάμετ τον συνταράζει. Το σπαραχτικό γράμμα, που θα δημοσιευτεί αργότερα, καταλήγει με τη φράση: «Με είχες κάνει Αιγύπτιο».
Θ. Γρηγοριάδης (Το Βήμα, 20/11/2005)
Δημοσίευση σχολίου