Παρασκευή, Ιουλίου 18, 2008

No 540

Image Hosted by ImageShack.us

ΤΡΑΓΟΥΔΩ ΤΗ ΣΑΡΚΑ ΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗ ΖΩΗ ΜΟΥ

Βέβαια δε θα τραγουδήσω τις ένδοξες ερωμένες μου. Αφού
δε ζούνε πια, προς τι να, μιλώ για δαύτες; Δεν είμαι όμοια
τους. Δεν έχω τόσα, για να σκέπτομαι τον εαυτό μου;

Θα σε ξεχάσω, Πασιφάη, μ’ όλο που το πάθος σου ήτανε
υπερβολικό. Δε θα σε υμνήσω, Σύριγξ, ούτε εσένα, Βυβλίς,
ούτε σένα, από τη θεά διαλεχτή μέσα σ’ όλες, Ελένη λευκωλένη.

Αν κανένας πονάει, μόλις τον νιώθω’ αν κανένας αγα-
πησε, αγαπώ περισσότερο. Τραγουδώ τη σάρκα μου και
τη ζωή μου, κι όχι τον άγονο ίσκιο των πεθαμένων εταίρων.

Μείνε, πλαγιασμένο ω σώμα μου, σύμφωνα με τη φιλή-
δονη αποστολή σου! Απόλαψε την καθημερινή ηδονή και
τις χωρίς αύριο επιθυμίες. Μην αφήνεις ούτε μια χαρά
άγνωστη για να μεταμεληθείς πως δεν την εδοκίμασες
την ημέρα του θανάτου.

Pierre Louÿs: Τα τραγούδια της Βιλιτώς (Φαρφουλάς)

Πέμπτη, Ιουλίου 17, 2008

No 539

Image Hosted by ImageShack.us
Η Σουμίρε μετακίνησε το σώμα της λίγο προς τα πάνω. Η άκρη της μύτης της άγγιξε το λαιμό της Μίου. Τα στήθη τους σφίχτηκαν το ένα πάνω στ’ άλλο. Η Μίου ένιωσε έναν κόμπο στο λαιμό. Τα χέρια της Σουμίρε έκαναν βόλτες στη πλάτη της.
«Πραγματικά μου αρέσεις», είπε η Σουμίρε με φωνή που μόλις ακουγόταν.
«Κι εσύ μου αρέσεις», είπε η Μιου. Δεν ήξερε τι άλλο να πει και στο κάτω κάτω αυτό που είχε πει ήταν η αλήθεια.
Τα δάχτυλα της Σουμίρε άρχισαν να ξεκουμπώνουν τα κουμπιά της πιζάμας της Μίου. Εκείνη προσπάθησε να τη σταματήσει, αλλά η Σουμίρε δεν σταματούσε με τίποτε. «Μόνο λιγάκι», είπε η Σουμίρε. «Λιγάκι …σε ικετεύω».
Η Μιου έπαψε ν’ αντιστέκεται. Τα δάχτυλα της Σουμίρε διέγραψαν απαλά το σχήμα του στήθους της Μιου. Το στόμα της πηγαινοερχόταν στο λαιμό της. Η Σουμίρε άγγιξε τις ρώγες της, τις χάιδεψε απαλά και τις έτριψε ανάμεσα στα δάχτυλά της. Στην αρχή διστακτικά, έπειτα πιο τολμηρά.
.
Χαρούκι Μουρακάμι: Σπούτνικ αγαπημένη (Ωκεανίδα)

Πέμπτη, Ιουλίου 10, 2008

No 538

Image Hosted by ImageShack.usRoger Hardy (Καναδάς)

Στη χώρα της φαιδράς πορτοκαλέας, εδώ και μερικά χρόνια κυκλοφορεί μια κυρία Μαρία Παπαγιαννίδου-Σεν Πιέρ, η οποία από την ανεκδιήγητη ιστοσελίδα της απευθύνει την εξής πρόσκληση:
«Δεν πιστεύω ότι υπάρχουν άνδρες ετεροφυλόφιλοι οροθετικοί (εκτός από χρήστες ενδοφλεβίως ενέσεων). Αν γνωρίζετε κάποιον ή είστε εσείς ο ίδιος επικοινωνήστε μαζί μου ανώνυμα. Αυτός ο κατασκευασμένος μύθος πρέπει κάποτε να σπάσει».
Η θεωρία της συγγραφέως, εκτός αυτού, περιλαμβάνει την άποψη ότι εκατομμύρια άνθρωποι δηλητηριάζονται με άχρηστες τοξικές ουσίες (εννοεί τα αντιρετροϊκά φάρμακα που διαθέτουν όσες αρχές Υγείας ανά τον κόσμο κατέχουν), καθόσον το hiv-aids δεν οφείλεται στον ιό hiv.
Αν θυμάμαι καλά, πριν από μερικά χρόνια και ένα ανδρικό περιοδικό είχε διατυπώσει μια ανάλογη παπάρα, χωρίς βέβαια κανείς υπεύθυνος να το μαζέψει.
Το αποτέλεσμα αυτής της λάσπης σε ένα τόσο τραγικό θέμα είναι βέβαια η διακοπή της αντιρετροϊκής αγωγής από τους οροθετικούς, ο εφησυχασμός τους «γενικού πληθυσμού» και η επιστροφή στο ρατσισμό της αντιομοφυλοφιλικής υστερίας, με επακόλουθο την ανέφελη διασπορά του ιού.

Γρηγόρης Βαλλιανάτος: Ακατάλληλο (Καστανιώτης)

Πέμπτη, Ιουλίου 03, 2008

No 537

Image Hosted by ImageShack.usCornelius McCarthy (Ηνωμένο Βασίλειο)

Ο Κόκροφτ ξεκούμπωσε το παντελόνι του, κατέβασε το φερμουάρ και τον έβγαλε έξω. Ο Βόσνιος κοίταξε το πουλί του γέρου όπως στεκόταν μισοσηκωμένο, κοιτάζοντάς τον με το μοναδικό, σκιστό μάτι του. Έσκυψε προς τα κάτω αλλά. Αμέσως τραβήχτηκε. «Μπάνιο», είπε. «Κάνε ένα μπάνιο πρώτα». Δεν είχε καμιά όρεξη να γλείψει κάτι που έζεχνε μπαγιάτικο ιδρώτα και ούρα.
Ο Κόκροφτ πήγε υπάκουα στο λουτρό. Ύστερ’ από λίγο βγήκε φορώντας τη ρόμπα του. «Πάμε στα ενδότερα», είπε. Ο Βόσνιος δεν είχε ξαναδεί το υπνοδωμάτιο του Κόνκροφτ. Δεν ήθελε. Ανέβηκαν τη σκάλα. Υπήρχε ένα μεγάλο, ξέστρωτο κρεβάτι κι ολόγυρα σκόρπιες κάτι άλλες φωτογραφίες του ευνοούμενου του γέρου – μια με το ασημί του σορτς και μια άλλη όπου ήταν ολόγυμνος, ξαπλωμένος μπρούμυτα πλαί σε μια πισίνα, μ’ ένα κοκτέιλ στο χέρι. Ο γέρος ξάπλωσε ανάσκελα, με τα πόδια ανοιχτά και το καθαρό, απρόσμενα ερεθισμένο μικρό πραγματάκι ορθωμένο σαν κεραία ανάμεσα στο θύσανο από μαύρες και γκρίζες τρίχες. Ο Βόσνιος ακούμπησε τα χείλη του στην άκρη κι ύστερα το πήρε ολόκληρο στο στόμα του. Ο γέρος βόγκηξς. «Τα δόντια. Πρόσεχε τα δόντια», είπε.
«Οκέι», απάντησε μπουκωμένος ο Βόσνιος, με το πέος ακόμη στο στόμα του. Προσπαθούσε να βρει τη σωστή γωνία, κι έκανε λίγο πίσω για να δει μήπως ήταν καλύτερα έτσι.
«Μη σταματάς, σε παρακαλώ. Μια χαρά τα πας»

Νταν Ρόουντς: Τιμολέων Βιέτα, γύρνα σπίτι (Ωκεανίδα)