Τετάρτη, Ιουλίου 20, 2011

Νο 761

Go Mishima (Ιαπωνία)

Έψαξα στη βιβλιοθήκη, κι ανάμεσα σ’ άλλα, το μάτι μου πήρε τον φίλο του μαέστρου. Τον Σατωμπριάν. Όπως πήγα να πάρω τον πρώτο τόμο από τις Αναμνήσεις Πέραν του Τάφου, μέσα από τις σελίδες του γλίστρησε μια φωτογραφία. Έσκυψα γρήγορα να τη μαζέψω.
Ήταν ένα νεαρό αγόρι ντυμένο στα κατάλευκα. Με τον αγκώνα του ενός χεριού ακουμπούσε νωχελικά σε μια στήλη από αλάβαστρο, που πάνω της ποζάριζα το άγαλμα ενός ερωτιδέα. Το άλλο χέρι κρεμόταν ελεύθερο και χαλαρό. Το παιδί είχε την ακαθόριστη χάρη και το διφορούμενο που συναντά κανείς στην προεφηβεία, κι ακόμα μου έκανε εντύπωση η ομορφιά του.
Δεν είχε τίποτα το ελληνικό. Αντίθετα, τα χαρακτηριστικά του έμοιαζαν ασιατικά. Σχιστά μάτια. Εξογκωμένα ζυγωματικά. Κι ένα πρησμένο, φιλήδονο στόμα. Κοιτούσε τον φακό μ’ ένα ύφος απόλυτης αθωότητας ή τέλειας πονηριάς δεν μπόρεσα να ξεχωρίσω-, σαν να συναγωνιζόταν το άγαλμα δίπλα μου. Από τον διάδρομο ακούστηκαν τα βήματα του καθηγητή. Πρόλαβα ίσα ίσα να καταχωνιάσω τη φωτογραφία.

Μένης Κουμανταρέας: Η συμμορία της άρπας (Κέδρος)

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Ένας γεροπαράξενος καθηγητής που εμφανίζεται φορώντας πάντα γάντια. Ένα μικρομέγαλο κορίτσι με σιδεράκια στα δόντια που ονειρεύεται ξύπνιο. Κι ένας ερμαφρόδιτος ξένος υπηρέτης. Τι μπορεί να συνδέει αυτά τα πρόσωπα που η δράση τα παρακολουθεί ανάμεσα σε ένα ύποπτο φαστφουντάδικο κι ένα ξεπεσμένο αστικό σπίτι; Μαθαίνουμε για τη ζωή του γέρου και το παρελθόν του και παρακολουθούμε τις σχέσεις των πρωταγωνιστών που ξετυλίγονται με κέντρο την άρπα. Κάθε νέο περιστατικό ανατρέπει το προηγούμενο, και αντιλαμβανόμαστε ότι -τουλάχιστον στο τέλος αυτού του αιώνα- η αλήθεια δεν είναι ποτέ μία και ότι συχνά μεταμφιέζεται προς χάριν μιας άλλης, βαθύτερης αλήθειας. Ο θάνατος του καθηγητή και το ωρίμασμα της μκρής οδηγούν προς την έξοδο την ιστορία, που ο καθένας μπορεί να την ερμηνεύσει όπως τη φαντάζεται.