Diego Velázquez (Ισπανία)
Μια βραδιά πήραν τον δρόμο για την κακόφημη συνοικία, μα βρήκαν την πόρτα του αγαπημένου τους σπιτιού κλειδωμένη. Αρνήθηκαν να παραδεχτούν την ήττα τους και συνέχισαν να περιφέρονται στα άδεια σοκάκια σαν χαμένες ψυχές, ψάχνοντας μάταια, ώσπου ο Μάρκος Τιμολέων θυμήθηκε πως ήταν πρώτη Απριλίου, γιορτή της Αγίας Μαρίας της Αιγύπτιας, προστάτιδας των μετανοημένων πορνών: όλα τα μπορντέλα ήταν κλειστά εκείνη τη μέρα. Κατέληξαν εξαντλημένοι και μεθυσμένοι στο δωμάτιο του υπάλληλου μετά από ώρες, όπου έπεσαν στο κρεβάτι και συνέχισαν να πίνουν για να ξεχάσουν την απογοήτευσή τους.
«Πήδα τις πουτάνες», είπε ο Μάρκος Τιμολέων.
«Αυτό ακριβώς», είπε ο φίλος του.
Άρχισε να ξεντύνεται. Ο Μάρκος τον κοίταζε μέσα από τη ζάλη του ποτού.
«Τι προτείνεις;»
«Να κάνουμε οικονομία», απάντησε ο άλλος.
Έτσι είπαν στο βιογράφο του πως έγινε. Εκείνος που το είπε είχε γνωρίσει και τον Μάρκο και το φίλο του και ορκιζόταν πως ήταν αλήθεια. Είπε επίσης πως ο φίλος του Μάρκου είχε χορογραφήσει όλο το επεισόδιο πολύ προσεχτικά, έχοντας διαισθανθεί από καιρό πως ό,τι χρειαζόταν ήταν μια σπίθα: όχι ξελόγιασμα αλλά λύτρωση, η κατάληξη μιας τρυφερότητας που είχε μεγαλώσει με τους μήνες χωρίς πρόθεση και χωρίς υποψία για το πού θα οδηγούσε. Ο Μάρκος Τιμολέων θα πρέπει να είχε ανησυχήσει για τη χριστιανική αμαρτία που διέπραττε, το ρίσκο που έπαιρνε σε μια πόλη που όλοι ήξεραν όλους και η ομοφυλοφιλία ήταν αδίκημα, αλλά μεγαλύτερο ήταν το βάρος της ντροπής, το οποίο αλάφρωνε με μεγάλες ποσότητες ποτού – ή έτσι ήθελε να κάνει το φίλο του να νομίζει: ένα βράδυ ο αγαπημένος του ανακάθισε στο κρεβάτι , άπλωσε το χέρι να πιάσει το μπουκάλι με το ρακί που Μάρκος Τιμολέων έπινε και ήπιε κι αυτός μια γουλιά από το διάφανο αλκοολικό ποτό, χωρίς να ξέρει πως θα ξεσκέπαζε την απάτη: «Μα αυτό είναι νερό με γλυκάνισο», είπε.
Στην μετέπειτα ζωή του, ο Μάρκος Τιμολέων θα αρνιόταν την ερωτική σχέση, επιλέγοντας να κρυφτεί πίσω από μια παραφουσκωμένη αίσθηση ανδρισμού που έδινε έμφαση στη σωματική δύναμη, στη σεξουαλική ικανότητα, στην επιβολή στις γυναίκες και στην επιθετικότητα: ένας αρρενωπός άνδρας.
Πάνος Καρνέζης: Το πάρτυ γενεθλίων (Μακόντο)
Μια βραδιά πήραν τον δρόμο για την κακόφημη συνοικία, μα βρήκαν την πόρτα του αγαπημένου τους σπιτιού κλειδωμένη. Αρνήθηκαν να παραδεχτούν την ήττα τους και συνέχισαν να περιφέρονται στα άδεια σοκάκια σαν χαμένες ψυχές, ψάχνοντας μάταια, ώσπου ο Μάρκος Τιμολέων θυμήθηκε πως ήταν πρώτη Απριλίου, γιορτή της Αγίας Μαρίας της Αιγύπτιας, προστάτιδας των μετανοημένων πορνών: όλα τα μπορντέλα ήταν κλειστά εκείνη τη μέρα. Κατέληξαν εξαντλημένοι και μεθυσμένοι στο δωμάτιο του υπάλληλου μετά από ώρες, όπου έπεσαν στο κρεβάτι και συνέχισαν να πίνουν για να ξεχάσουν την απογοήτευσή τους.
«Πήδα τις πουτάνες», είπε ο Μάρκος Τιμολέων.
«Αυτό ακριβώς», είπε ο φίλος του.
Άρχισε να ξεντύνεται. Ο Μάρκος τον κοίταζε μέσα από τη ζάλη του ποτού.
«Τι προτείνεις;»
«Να κάνουμε οικονομία», απάντησε ο άλλος.
Έτσι είπαν στο βιογράφο του πως έγινε. Εκείνος που το είπε είχε γνωρίσει και τον Μάρκο και το φίλο του και ορκιζόταν πως ήταν αλήθεια. Είπε επίσης πως ο φίλος του Μάρκου είχε χορογραφήσει όλο το επεισόδιο πολύ προσεχτικά, έχοντας διαισθανθεί από καιρό πως ό,τι χρειαζόταν ήταν μια σπίθα: όχι ξελόγιασμα αλλά λύτρωση, η κατάληξη μιας τρυφερότητας που είχε μεγαλώσει με τους μήνες χωρίς πρόθεση και χωρίς υποψία για το πού θα οδηγούσε. Ο Μάρκος Τιμολέων θα πρέπει να είχε ανησυχήσει για τη χριστιανική αμαρτία που διέπραττε, το ρίσκο που έπαιρνε σε μια πόλη που όλοι ήξεραν όλους και η ομοφυλοφιλία ήταν αδίκημα, αλλά μεγαλύτερο ήταν το βάρος της ντροπής, το οποίο αλάφρωνε με μεγάλες ποσότητες ποτού – ή έτσι ήθελε να κάνει το φίλο του να νομίζει: ένα βράδυ ο αγαπημένος του ανακάθισε στο κρεβάτι , άπλωσε το χέρι να πιάσει το μπουκάλι με το ρακί που Μάρκος Τιμολέων έπινε και ήπιε κι αυτός μια γουλιά από το διάφανο αλκοολικό ποτό, χωρίς να ξέρει πως θα ξεσκέπαζε την απάτη: «Μα αυτό είναι νερό με γλυκάνισο», είπε.
Στην μετέπειτα ζωή του, ο Μάρκος Τιμολέων θα αρνιόταν την ερωτική σχέση, επιλέγοντας να κρυφτεί πίσω από μια παραφουσκωμένη αίσθηση ανδρισμού που έδινε έμφαση στη σωματική δύναμη, στη σεξουαλική ικανότητα, στην επιβολή στις γυναίκες και στην επιθετικότητα: ένας αρρενωπός άνδρας.
Πάνος Καρνέζης: Το πάρτυ γενεθλίων (Μακόντο)
1 σχόλιο:
«Ενώ απεικονίζει τον υπέρμετρο πλούτο και την ακόρεστη φιλοδοξία, [το βιβλίο] εστιάζει επίσης στα ενδόμυχα κίνητρα, τα ηθικά διλήμματα και τα ασαφή όρια ανάμεσα στην αλήθεια και το ψέμα… Ο σοφός μύθος του Καρνέζη υπαινίσσεται τον ερχομό της εποχής όπου κενές αλλά ισχυρές διασημότητες έχουν βρει την ύστατη αποθέωσή τους».
The Sunday Times
Καθώς ξημερώνει σε ένα μικρό νησί της Μεσογείου, στο τέλος του καλοκαιριού του 1975, ένας μεγιστάνας ξυπνάει για να επιβλέψει τις τελευταίες προετοιμασίες του πάρτι γενεθλίων της κόρης του. Γνωρίζοντας ότι είναι έγκυος από κάποιον που δεν εγκρίνει, ο πατέρας της σχεδιάζει να την πείσει να διακόψει την εγκυμοσύνη. Ανάμεσα στους καλεσμένους είναι ο προσωπικός του γιατρός και παλαιότερος φίλος του, που θα αναλάβει την ιατρική επέμβαση, και ο νεαρός δημοσιογράφος που γράφει τη βιογραφία του μεγιστάνα. Η αφήγηση εναλλάσσεται μεταξύ των γεγονότων που διαδραματίζονται την ημέρα του πάρτι και της πορείας του μεγιστάνα προς τα πλούτη και τη φήμη, όπως αυτή φανερώνεται μέσα από τις έρευνες του φιλόδοξου βιογράφου του, από την παιδική ηλικία στη Μικρά Ασία ως τα γερατειά του, περνώντας από το Μπουένος Άιρες, τη Νέα Υόρκη, το Λονδίνο και το Παρίσι.
Δημοσίευση σχολίου