Τετάρτη, Δεκεμβρίου 14, 2011

No 788


Οι Βυζαντινοί, παλαιάν, κακήν συνεχίζοντες συνήθειαν, την των παιδικών, δεν ήσαν απηλλαγμένοι του πάθους της παιδεραστίας και ανδρομανίας, το οποίον υπελάμβανον ως δαιμόνιον, και δη το αισχρότατον των δαιμονίων. Τούτο κατά συγγραφέα των μέσων του Ε’ μ.Χ. αιώνος, Νείλον τον ασκητήν: «εισέφερε τη ψυχή παίδας ευειδείς φαντασιούσθαι παρακαλούντας τον νουν και προτρέποντας πράξαι την αμαρτίαν».
Κατά τους Βυζαντινούς, τα είδη της αρσενοκοιτίας ήσαν τρία’ το πρώτον, το και ελαφρότερον, ήτο «το παρ’ άλλων παθείν», το δεύτερον, το βαρύτερον του πρώτου, «το ποιήσαι εις έτερον», και το πάντων βαρύτερον «το παθείν παρ’ ετέρου και ποιήσαι εις έτερον».
Δεον να σημειωθεή, ότι όσον πλησιάζομεν προς τον αρχαίον κόσμον, τόσον το πάθος είναι ευρύτερον διαδεδομένον. Κατά τον Α’ μ.Χ. αιώνα, Δίων ο Χρυσόστομος, ομιλών, λέγει ότι ούτοι εμαίνοντο περί τους έρωτας των αρρένων, παραμείναντος παρ’ αυτοίς του πάθους εκ της μητροπόλεως, ο αυτός δε συγγραφεύς, εν τω Ευβοϊκώ του, ομιλεί περί πορνοβοσκών συγκεντρούντων εν Ευβοία εις ρυπαρά οικήματα αιχμάλωτα σώματα γυναικών και παίδων.
Μετά ταύτα, μνείαν κιναίδων ή, ως έλεγον, των νοσούντων την θηλείαν ή γυναικείαν νόσον, ποιείται ο Λουκιανός αναφέρων την τότε δημώδη παροιμίαν: «θάττον αν πέντε ελέφαντας υπό μάλης κρύψει τις ή ένα κίναιδον» και βεβαιών ότι η συνάντησιςπρωί κιναίδου εθεωρείτο κακός οιωνός.
Ο αυτός συγγραφεύς, ψέγων τους ανδροβάτας, προσθέτει: «το δε άρρεν ουδενί τρόπω χαρίζεται θηλείαν απόλαυσιν».

Φαίδων Κουκουλές: Βυζαντινών Βίος και Πολιστισμός (Παπαζήσης)

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Ο Φαίδων Κουκουλές (1881 - 1956) ήταν Έλληνας βυζαντινολόγος και μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.

Γεννήθηκε στην Ερμούπολη της Σύρου και καταγόταν απο την Έξω Μάνη. Σπούδασε στο πανεπιστήμιο Αθηνών στη Φιλοσοφική Σχολή (1900-1904),της οποίας αναγορεύθηκε διδάκτορας το [1907] με τη διατριβή του ΄΄Βασιλείου του Μεγάλου δόξαι παιδαγωγικαί΄΄. Ακολούθως υπηρέτησε ως σχολάρχης στην Κωνσταντινούπολη και στη Βαμβακού της Λακωνίας (1904-1907),για να αναχωρήσει για το Μόναχο και την Ιένα όπου ειδικεύτηκε στη γλωσσολογία τη βυζαντινολογία, παπυρολογία και κλασική φιλολογία, (1907-1911). Mεταξύ των καθηγητών του ήταν οι Wenzel, Diels, Wilamovitz, Krumbacher. Όταν επέστρεψε στην Ελλάδα προσλήφθηκε στο Ιστορικό Λεξικό της Ελληνικής Γλώσσας (1911-31), του οποίου και αναδείχθηκε διευθυντής (1926-1931). Τα έτη 1913, 1915, 1918 θα υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία. Το 1914 θα επισκευθεί για δεύτερη φορά το Μόναχο με ενίσχυση της Ακαδημίας του Μονάχου προκειμένου να συνεχήσει την έρευνά του για τον Ευστάθιο Θεσσαλονίκης. Το 1926 διορίστηκε καθηγητής του Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, όπου όμως δεν δίδαξε. Το 1931 διορίστηκε καθηγητής δημοσίου και ιδιωτικού βίου των βυζαντινών στο πανεπιστήμιο Αθηνών, θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι το 1951. Το ίδιο έτος με την συνταξιοδότησή του εξελέγη και μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.

Ήταν ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών, της οποίας διετέλεσε ισόβιος γενικός γραμματέας (1919-1956).[3] Από το 1926 ήταν διευθυντής του Ιστορικού Λεξικού της Ελληνικής Γλώσσας, ενώ είχε εκδώσει 20 τόμους της Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών (1924-1941). Διετέλεσε επίσης μέλος (1937-1939),πρόεδρος (1947-1951) και διευθυντής (1942-1943), της Επιτροπής των Γενικών Αρχείων του Κράτους. Υπήρξε από τους οργανωτές του Γ' Διεθνούς Βυζαντινολογικού Συνεδρίου της Αθήνας (1930). Μεταξύ των έργων του ξεχωρίζουν: το εξάτομο έργο Βυζαντινών βίος και πολιτισμός (1949), Βυζαντινό παραμύθι, Η μοναχή Θεοδούλη κ.α. Είχε συγγράψει βιβλία ιστορικού, λαογραφικού και μυθηστοριματικού περιεχομένου με θέμα τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Συνολικά το συγγραφικό και ερευνητικό του έργο αριθμεί περί τους 235 τίτλους.

Απεβίωσε στην Αθήνα το 1956.

Η βασική συμβολή του έγκειται στην ανάδειξη του σχετικά άγνωστου ως την εποχή του κλάδου του ιδιωτικού βίου. Το εξάτομο Βυζαντινών βίος και πολιτισμός αποτελεί το σημαντικότερο του τομέα του. Το ερευνητικό και συγγραφικό του έργο προσδιορίστηκε από την προσπάθεια να καταδειχθεί η πολιτισμική συνέχεια του Ελληνικού λαού. Συνεχίζει την προσπάθεια του Νικόλαου Πολίτη, που παραλλήλως με τον Κωνσταντίνο Παπαρρηγόπουλο στην ιστορία υποστήριξε την αδιάσπαστη ενότητα και συνέχεια του ελληνικού έθνους από την αρχαιότητα δια μέσου του Βυζαντίου.