Αχ, ένα αγόρι με απαλή σάρκα αγαπώ, που σ’ όλους του
φίλους το διέδωσε, κρυφά μου. Μα έστω, φάνηκα,
δίχως να κρύψω στανικώς το πώς με βασανίζει,
πως δεν με δάμασε αγοριού τυχαίου εμένα ο έρωτας.
Όμορφη η αγάπη ενός τεκνού! Δες και τον Γανυμήδη
που ο γιός του Κρόνου, ο βασιλιάς των αθανάτων, πόθησε’
στον Όλυμπον έτσι αρπαχτόν τον έφερε και τού ‘βαλε
φύλακα θείον της νιότης του της λατρεμένης που άνθιζε.
Μην απορείς λοιπόν και συ, ω Σιμονίδη, που ο έρωτας
ενός ωραίου αγοριού μ’ έχει κι εμέ δαμάσει.
Θέογνις [Ερωτικά (Παιδεραστικά)]
Αρχαίοι λυρικοί –Γ'. Ελεγειακοί (Άγρα)
Μετάφραση-Σχόλια: Γιάννης Δάλλας
3 σχόλια:
O Θέογνις ο Μεγαρεύς (αρχ.ελλ. Θέογνις ὁ Μεγαρεύς, fl.[α] ~ 548 - 544 π.Χ.) ήταν Έλληνας ελεγειακός ποιητής των αρχαίων χρόνων από τα Μέγαρα της Αττικής. Γόνος αριστοκρατικής οικογένειας, με το όνομά του να σημαίνει «απόγονος θεών», τάχθηκε υπέρ της ολιγαρχικής μερίδας των Μεγαρέων σε μια περίοδο ιδιαίτερα έντονης πολιτικής ρευστότητας για την πόλη. Το έργο του αντανακλά τις πολιτικές του θέσεις σε συνδυασμό με απόψεις ηθικού χαρακτήρα για διάφορα θέματα, γεγονός που τον κατατάσσει στους γνωμικούς ποιητές. Απολάμβανε υψηλής δημοφιλίας στην αρχαιότητα, χάρη στην κομψότητα και το δυναμισμό που χαρακτήριζε την ποιητική του παραγωγή. Σχετικά με την προσωπική του ζωή οι γνώσεις μας είναι περιορισμένες. Ωστόσο, ξεχωρίζουν η σχέση του με μια ανώνυμη γυναίκα, την οποία σκόπευε να νυμφευθεί, και εκείνη με τον συμπολίτη του Κύρνο, ο οποίος αποτελεί πολλές φορές το πρόσωπο στο οποίο απευθύνεται με τους στίχους του. Σήμερα ο Θέογνις, πλάι στους υπολοίπους Έλληνες ποιητές της αρχαϊκής περιόδου, θεωρείται πρωτοπόρος της ανθρώπινης ποιητικής έκφρασης και είναι ο πρώτος δημιουργός τον οποίο απασχόλησε ρητά η υστεροφημία του.
Προσωπική ζωή
Σε προσευχή του προς τον Απόλλωνα αναφέρεται ο έρωτας του ποιητή για μια γλυκιά γυναίκα νεαρής ηλικίας (παιδὶ τερείνῃ), η οποία δόθηκε από τους γονείς της ως νύφη σε κάποιον άλλο. Ο Θέογνις χρησιμοποιεί μια λυρική σκηνή που υποδηλώνει ότι και οι δύο διατήρησαν τα αισθήματά τους· με εκείνη να θρηνεί για εκείνον καθώς μετέφερε νερό για την οικογένειά της κι αυτόν να την αρπάζει από το χέρι, φιλώντας τη στο λαιμό και κάνοντας να ξεπηδήσει από το στόμα της ένας γλυκός ήχος. Ο αντίζηλος ανήκε σε κατώτερη τάξη από αυτή του ποιητή, όμως αυτό φαίνεται να είχε μικρή σημασία επί δημοκρατικής διακυβέρνησης της πόλης.
Περισσότερα στοιχεία μπορεί κανείς να βρει στο έργο του Θέογνι για τον Κύρνο, το γιο του Πολυπάου και ἐρώμενο του ποιητή . Το όνομά του μαζί με το πατρώνυμο (Πολυπαΐδης), συνήθως ως κλητική προσφώνηση, αναφέρεται 76 και 9 φορές, αντίστοιχα, στους στίχους που μας διασώζονται. Νεαρότερος στην ηλικία και κατά πάσα πιθανότητα από ευγενική γενιά, αναφέρεται ότι διατέλεσε θεωρός της πόλης των Μεγάρων, ήτοι ιερός απεσταλμένος σε μαντείο με καθήκον να παραλάβει κάποιο χρησμό. Το τελευταίο υποδεικνύει ότι δεν επρόκειτο για συνήθη παιδεραστική σχέση, κατά τα αρχαιοελληνικά πρότυπα, καθώς ο Κύρνος δεν ήταν έφηβος. Οι διασωθέντες στίχοι αποτελούν το άθροισμα αποσπασμάτων ξεχωριστών έργων του ποιητή. Ως εκ τούτου, η παρουσία του Κύρνου σε διάφορα σημεία υποδεικνύει τον πρωταγωνιστικό του ρόλο στο συνολικό έργο του δημιουργού.
el.wikipedia.org
Η απήχηση των ελεγειών του Θέογνι ήταν τέτοια που έναν αιώνα περίπου μετά το θάνατό του θεωρούνταν ήδη κλασικός, όπως μαρτυρούν οι πολλαπλές παραθέσεις των στίχων του και οι άλλες αναφορές σ'αυτόν κατά τη διάρκεια της ομώνυμης εποχής. Ο Ξενοφώνταςαναφέρει ότι μοναδικό αντικείμενο της ποίησης του ήταν η αρετή και η κακία των ανθρώπων, οπότε το έργο του συνιστούσε διατριβή πάνω στο θέμα. Ο Ισοκράτηςτον συγκαταλέγει μεταξύ του Ησιόδου και του Φωκυλίδη ως «...άριστο σύμβουλο για τον ανθρώπινο βίο.». Πλάτωνας και Αριστοτέληςπαραθέτουν στίχους του εν μέσω της ανάπτυξης των φιλοσοφικών τους συλλογισμών. Παράλληλα, είναι γνωστό ότι τα γνωμικά του ποιητή συμπεριλαμβάνονταν στα βασικά βιβλία των νεαρών Αθηναίων την ίδια περίοδο. Στίχοι του έχουν ανευρεθεί σε τέσσερα, πιθανώς έξι, αθηναϊκά αγγεία - δηλαδή σε περισσότερα από οποιονδήποτε άλλο ποιητή - ενώ ένα από αυτά, που χρονολογείται στο μέσο του 6ου αιώνα π.Χ, επαινεί την ομορφιά του. Παρολαυτά, εντύπωση προκαλεί η μη συμπερίληψή του στον Κανόνα των Εννέα λυρικών ποιητών που συνέθεσαν οι Αλεξανδρινοί φιλόλογοι, γεγονός που μαρτυρά τη μερική κάθοδό του προς την αφάνεια κατά τη διάρκεια της ελληνιστικής και της ρωμαϊκής εποχής.
Μια αλυσίδα αναφορών διέσωσε το όνομά του έως την ανάπτυξη της τυπογραφίας. Ο ιστορικός Αμμιανός Μαρκελλίνος (~330-μετά το 391 μ.Χ.) αναφέρεται σε αυτόν ως "ο παλιός και σοφός ποιητής". Ο αυτοκράτορας Ιουλιανός, στην απολογία του υπέρ της πολυθεϊστικής θρησκείας διερωτάται αν «..ο σοφώτατος Σολομώντας είναι ίσος του Φωκυλίδη, του Θέογνι ή του Ισοκράτη.». Παρά την ερωτική του ζωή, ο ποιητής παρατίθεται και από τον Κλήμη Αλεξανδρείας, ο οποίος παραλληλίζει τους στίχους 35-36 με τον Ψαλμό 17. Η συγκεκριμένη παραίνεση, μαζί με άλλα σημεία που άπτονται θεμάτων ηθικής ήταν ιδιαίτερα προσφιλής στους Χριστιανούς συγγραφείς, συμπεριλαμβανομένων μορφών όπως ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός (329 - 389 μ.Χ). Ο τελευταίος, παραθέτει τους στίχους 643-644, επιδοκιμάζοντας τη θέση του ποιητή υπέρ της φιλίας η οποία στηρίζεται στις πράξεις αντί για τη διασκέδαση. Η προαναφερθείσα παράθεσή του από τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη ως πηγή ηθικής διδασκαλίας έχει υποστηριχθεί ότι αποτέλεσε την αιτία που το έργο του διεσώθη στη βυζαντινή εποχή.
Στα νεότερα χρόνια ο Φρειδερίκος Νίτσε ανέπτυξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον αρχαίο ποιητή, ειδικά αν λάβει κανείς υπόψη ότι η πρώτη του δημοσίευση, ενόσω ήταν ακόμη φοιτητής στη Λειψία, είχε τον τίτλο "Σχετικά με την ιστορία της συλλογής της Θεογνιδείας ανθολογίας", το 1867. Στο βιβλίο του «Η γενεολογία της ηθικής» ο Γερμανός φιλόσοφος αναζητώντας την προέλευση των προτύπων ηθικής στην ιστορία συναντά το αντιθετικό δίπολο εσθλός-κακός που τόσο χαρακτήριζε την αντίληψη του Θέογνι. Πάνω σε αυτό στήριξε την άποψή του ότι το καλό ορίζεται κοινωνικά από τον ισχυρότερο. Λίγα χρόνια νωρίτερα, το 1864, η αποχαιρετιστήρια έκθεσή του για το σχολείο κλασικών σπουδών Πφόρτα είχε επίσης για θέμα τον αρχαίο δημιουργό. Σε ένα σχετικό απόσπασμα, δίνει την εξής περιγραφή:
Ο Θέογνις φαίνεται ένας καλοανεπτυγμένος αριστοκράτης ο οποίος έχει τύχει σε δύσκολους καιρούς, με τα πάθη ενός ευγενή όπως αυτά που ήταν αγαπητά στην εποχή του, πλήρης θανασίμου μίσους ενάντια στις μάζες που παλεύουν να αναρριχηθούν, χτυπημένος από μια θλιβερή μοίρα, η οποία τον κατέβαλε και τον κατέστησε ηπιότερο από πολλές απόψεις. Αποτελεί μια χαρακτηριστική εικόνα εκείνης της ηλικιωμένης, ιδιοφυούς, κατάτι κακομαθημένης και όχι πια ασφαλώς ριζωμένης αριστοκρατίας, τοποθετημένος στο μεταίχμιο μεταξύ μιας παλιάς και μιας νέας εποχής, ένα διαστρεβλωμένο πρόσωπο του Ιανού, καθώς αυτό που αποτελεί παρελθόν φαντάζει τόσο όμορφο και αξιοζήλευτο, ενώ εκείνο που επελαύνει - κάτι που βασικά έχει το ίδιο δικαίωμα (στο να επέλθει)- μοιάζει τόσο αηδιαστικό και αποκρουστικό, ένας τυπικός ηγέτης για όλες εκείνες τις φιγούρες των ευγενών που αντιπροσωπεύουν την αριστοκρατία προ μιας λαϊκής επανάστασης η οποία ανέκαθεν απειλεί τα προνόμιά τους και τους προτρέπει να πολεμήσουν και να αγωνιστούν για την ύπαρξη της τάξης των ευγενών με το ίδιο πάθος που θα πολεμούσαν για την δική τους ύπαρξη.
el.wikipedia.org
Δημοσίευση σχολίου