Ανώνυμος (Γαλλία)
Από τότε που ο Προυστ έριξε φως στα Σόδομα αισθανόμαστε σεβασμό προς ό,τι σχετικά μ’ αυτό το θέμα έχει γράψει. Δε θα τολμούσαμε πια μετά απ’ αυτό ν’ αγγίξουμε τούτα τα κυνηγημένα πλάσματα τα γεμάτα φροντίδα του να θολώσουν τα ίχνη τους και να διαχύσουν σε κάθε βήμα, το προσωπικό τους νέφος σα μελάνι σουπιάς.(…)
Σε μια περίοδο της νιότης μου, συναναστράφηκα για μεκρό διάστημα διάφορους ομοφυλόφιλους, χάρη σ’ έναν απ’ τους μαύρους γραμματείς του κυρίου Γουίλυ. (…)
Ξέρουν, μ’ ακρίβεια, τι αγαπούν και τι όχι. Γνωρίζουν τους κινδύνους που αναλαμβάνουν, τα όρια της ανεκτικότητάς τους κι αν υποκύπτουν στη φρόνηση, τουλάχιστον συχνά την ξεχνούν.
Δέχονταν να τους συναντώ μέσα σ’ ανταύγειες, έντονες κι αποκαλυπτικές, μιας ακόλαστης χαράς, σε γυμνιστικά παιχνίδια. Εκτιμούσαν τη σιωπή μου, γιατί ήμουν πιστή στο ρόλο ενός ευχάριστου διακοσμητικού στοιχείου και τους άκουγα με το ύφος εμπείρου. Με συνήθισαν, χωρίς ποτέ να μου δείξουν αληθινή στοργή. Κανείς δε μ’ απέκλειε, - κανείς δε μ’ αγαπούσε. Οφείλω πολλά στην ψυχρή τους φιλία, στο άγριο κριτικό τους πνεύμα. Μου έμαθαν πως ο άντρας όχι μονάχα ικανοποιείται ερωτικά μ’ έναν άντρα, αλλά και πως ένα φύλο μπορεί να καταργήσει, ξεχνώντας το, το άλλο φύλο. Αυτό δεν κατόρθωσαν να μου το μάθουν οι κυρίες με τα σακάκια, που ασχολούνταν με τον άντρα, ευερέθιστες και κακολόγες… Οι παράξενοι φίλοι μου δεν μιλούσαν για τις γυναίκες παρά μόνο αφ’ υψηλού κι από μακριά: «Τι όμορφο που ήταν το κολιέ εκείνης της ηθοποιού στην Τρίτη πράξη!»’ «Α πα πα, αυτά τα τεράστια καπέλα της Λάντελμ!»
Παρούσα αλλ’ απομακρυσμένη, οξυδερκής μάρτυρας δοκίμαζα μια ανεξήγητη ηρεμία, που συνοδευόταν από κάποιο συναίσθημα συμμετοχής.
Απ’ το στόμα τους, άκουγα τη γλώσσα του πάθους, τη γλώσσα της προδοσίας και της ζήλειας, και συχνά τη γλώσσα της απελπισίας, όλες πολύ οικείες γλώσσες που κι άλλοτε άκουγα και που μ’ αυτές μιλούσα στον εαυτό μου.
Κολέτ: Ηθικό και ανήθικο (Αστέρι)
Από τότε που ο Προυστ έριξε φως στα Σόδομα αισθανόμαστε σεβασμό προς ό,τι σχετικά μ’ αυτό το θέμα έχει γράψει. Δε θα τολμούσαμε πια μετά απ’ αυτό ν’ αγγίξουμε τούτα τα κυνηγημένα πλάσματα τα γεμάτα φροντίδα του να θολώσουν τα ίχνη τους και να διαχύσουν σε κάθε βήμα, το προσωπικό τους νέφος σα μελάνι σουπιάς.(…)
Σε μια περίοδο της νιότης μου, συναναστράφηκα για μεκρό διάστημα διάφορους ομοφυλόφιλους, χάρη σ’ έναν απ’ τους μαύρους γραμματείς του κυρίου Γουίλυ. (…)
Ξέρουν, μ’ ακρίβεια, τι αγαπούν και τι όχι. Γνωρίζουν τους κινδύνους που αναλαμβάνουν, τα όρια της ανεκτικότητάς τους κι αν υποκύπτουν στη φρόνηση, τουλάχιστον συχνά την ξεχνούν.
Δέχονταν να τους συναντώ μέσα σ’ ανταύγειες, έντονες κι αποκαλυπτικές, μιας ακόλαστης χαράς, σε γυμνιστικά παιχνίδια. Εκτιμούσαν τη σιωπή μου, γιατί ήμουν πιστή στο ρόλο ενός ευχάριστου διακοσμητικού στοιχείου και τους άκουγα με το ύφος εμπείρου. Με συνήθισαν, χωρίς ποτέ να μου δείξουν αληθινή στοργή. Κανείς δε μ’ απέκλειε, - κανείς δε μ’ αγαπούσε. Οφείλω πολλά στην ψυχρή τους φιλία, στο άγριο κριτικό τους πνεύμα. Μου έμαθαν πως ο άντρας όχι μονάχα ικανοποιείται ερωτικά μ’ έναν άντρα, αλλά και πως ένα φύλο μπορεί να καταργήσει, ξεχνώντας το, το άλλο φύλο. Αυτό δεν κατόρθωσαν να μου το μάθουν οι κυρίες με τα σακάκια, που ασχολούνταν με τον άντρα, ευερέθιστες και κακολόγες… Οι παράξενοι φίλοι μου δεν μιλούσαν για τις γυναίκες παρά μόνο αφ’ υψηλού κι από μακριά: «Τι όμορφο που ήταν το κολιέ εκείνης της ηθοποιού στην Τρίτη πράξη!»’ «Α πα πα, αυτά τα τεράστια καπέλα της Λάντελμ!»
Παρούσα αλλ’ απομακρυσμένη, οξυδερκής μάρτυρας δοκίμαζα μια ανεξήγητη ηρεμία, που συνοδευόταν από κάποιο συναίσθημα συμμετοχής.
Απ’ το στόμα τους, άκουγα τη γλώσσα του πάθους, τη γλώσσα της προδοσίας και της ζήλειας, και συχνά τη γλώσσα της απελπισίας, όλες πολύ οικείες γλώσσες που κι άλλοτε άκουγα και που μ’ αυτές μιλούσα στον εαυτό μου.
Κολέτ: Ηθικό και ανήθικο (Αστέρι)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου