Αλέκος Φασιανός
ΤΕΤΑΡΤΗ
Την πρώτη φορά αγαπηθήκαμε
Σε έρημους δρόμους
Πάνω από ένα σκεπασμένο ποτάμι
Βρώμικο
Σε ακατανόητους χωματόδρομους
Των οδών Καισαρείας, Περιστάσεως, Κοζάνης
Και των λοιπών
Την πρώτη φορά αγαπηθήκαμε
Σε άδειους δρόμους
Πάνω απ’ την παλίρροια των επιθυμιών μας
Σε γωνιές σκοτεινές
Πίσω από τρίκυκλα
Πίσω από φορτηγά
Σχολικά λεωφορεία
Ήταν Τετάρτη
Γιώργος Χρονάς: Τα ποιήματα (1972 – 2008) [Οδός Πανός]
ΝΤΙΝΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΠΟΥΛΟΣ (1931-2020)
-
Πέθανε ο Ντίνος Χριστιανόπουλος Έζησε 89 «διαγώνια» χρόνια… Ο φιλόλογος
Κωνσταντίνος Δημητριάδης (το «Ντίνος Χριστιανόπουλος» είναι ψευδώνυμο του
ποιητή),...
Πριν από 4 χρόνια
1 σχόλιο:
Ανείπωτα άλογα και έκπτωτοι θεοί
Η συναισθηματική ποιητική αγωγή του Γιώργου Χρονά αποτυπώνεται στη συλλογή «Τα ποιήματα, 1973-2008» που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Οδός Πανός. Ποιήματα βιωματικά, που γίνονται κάτοπτρα για τον αναγνώστη, οδηγώντας τον σε ψυχαναλυτικά ευρήματα... «έμενα σ’ ένα δωμάτιο και δεν ήξερα η θέα του που βγάζει;».
από την ΚΑΤΕΡΙΝΑ Ι. ΑΝΕΣΤΗ (Lifo, no 127)
«Αύγουστος, φυσάει, και ο αέρας γεμίζει σκόνη το δρόμο που πενθεί στην ερημιά του θέρους». Η ποίηση του Γιώργου Χρονά όπως την βλέπουμε σε μια ευθεία γραμμή από το 1973 ως το 2008 στη συλλογή του Τα ποιήματα των εκδόσεων Οδός Πανός δεν αφορά μόνο το ανάγλυφο της ερημοσύνης, του πένθους, του σώματος που υποφέρει και φέρει μαρτυρικά τις επιθυμίες. Καθώς το ανάγλυφο αυτό υποχωρεί, αποκαλύπτεται η μοναχική, εκτός αγέλης, ποιητική πορεία του Γιώργου Χρονά. Ενός ποιητή που προφανώς ανήκει στη γενιά του ‘70, αλλά που νωρίς αποσκίρτησε αναπτύσσοντας δικούς του κώδικες, επηρεασμένους από τις συναντήσεις του με σημαντικούς ανθρώπους, με τον Πειραιά, με τα προσωπικά του ζητούμενα που έπρεπε να διατυπωθούν αλλιώς από των υπολοίπων. Γιατί, όπως δήλωνε και εδώ στη LifΟ, πάντα ήθελε, με ό,τι καταπιανόταν, να το κάνει διαφορετικά από τους άλλους. «Ζω μέσα στη φαντασία μου, στη φανταστική μου χώρα» έλεγε.
Η χώρα που συναντάμε στην έκδοση αυτή είναι η χώρα των ξένων μεταναστών στην Αθήνα, είναι η πατρίδα του Νίκου-Αλέξη Ασλάνογλου, τη σκιά του οποίου νιώθουμε να περιδιαβαίνει σε κάποια ποιήματα με ένα λοξό κλείσιμο του ματιού (ή μήπως κούνημα το κεφαλιού, ένδειξη πως συμφωνεί;), είναι η χώρα που φέρει τη δωρικότητα του πειραϊκού ρεμπέτικου, τη μαθηματική, στεγνή αρτιότητα του Χατζιδάκι, τη θεατρική παιγνιώδη ευφυΐα του Τσαρούχη, τη λύσσα του Πειραιώτη να πει αυτό που νιώθει να τον κατακλύζει.
Η έκδοση Τα ποιήματα, 1973-2008 περιλαμβάνει τις συλλογές του Βιβλίο 1 (1973), Οι λάμπες (1974), Τα μαύρα τακούνια (1979), Ο αναιδής θρίαμβος (1984), Κατάστημα Νεωτερισμών (1997) και αδέσποτα ποιήματα που γράφτηκαν από το 1997 ως και το 2008. «Τα ανείπωτα άλογα που δεν τα ίππευσε κανείς» είναι τα ποιήματα αυτά που δεν αρκούνται στην εσωτερική περιπλάνηση στον ψυχισμό, στην επιθυμία και στη μορφοποίηση του εξωλεκτικού του Γιώργου Χρονά. Με μοναδική ακρίβεια και τρυφερότητα τοποθετεί τη νέα ανθρωπογεωγραφία της πόλης: τα ισχνά παιδιά από το Ιράκ ή ποιος ξέρει από πού αλλού («το σώμα του ισχνό σαν του προφήτη που αρνείται τροφή και χάνεται σε οράματα»), τους Κινέζους πωλητές («τα σχέδια με τους δράκους, τα φυτά είναι για ‘σας που προσπερνάτε»). Δεν λείπουν οι ατέρμονες φιγούρες του περιθωρίου, πόρνες, ναύτες, ξαμολημένες φιγούρες που δεν γερνάνε ποτέ, σαν μαρμαρωμένοι βασιλιάδες, και φυσικά οι έρωτες. Έρωτες που μοιάζουν περιφερόμενοι, αν και η βάση τους παραμένει η ίδια («πολλά πράγματα, τίποτε δε θα κάνω αφού ταραχή έρωτα με σπαράζει»). Είναι η απόγνωση, όχι η ανταριασμένη, αλλά η σχεδόν συνθηκολογημένη πλέον, με το σώμα να γίνεται το dance floor όπου τελετουργείται αυτός ο έρωτας, βιαστικά, ενοχικά, σχεδόν ανίκανος ή άμαθος να φτάσει στην ολοκλήρωση: «Κάνε γρήγορα ξένε μην αργείς. Βιάσου μήτε το σώμα σου να περάσει στον καθρέπτη μήτε στα μάτια μου το σχήμα σου να αποτυπωθεί ώστε όταν θα ‘χεις φύγει πια μακριά, κλείνοντας πίσω σου την πόρτα τίποτα και κανένας να μη με δείχνει πως και συ πέρασες από δω κι έπειτα χάθηκες. Πέθανες.»
Μέσα από τις 278 σελίδες ποιημάτων έχουμε την ευκαιρία να απολαύσουμε έναν ποιητή σαφώς βιωματικό -ο Χρονάς πάντα προτάσσει το βίωμα, είναι το βασικό καύσιμο και ο πυροδότης- που όμως δεν κυριαρχείται από εσωστρέφεια. Κάθε μέρος αυτής της βιωματικής ποίησης είναι προσβάσιμο από τον αναγνώστη, φέρει κώδικες της πραγματικής ζωής, όσο και αν ο ίδιος (χαριτολογώντας ή όχι) μιλούσε για τη ζωή του στη φανταστική του χώρα. Ακόμη πιο ξεκάθαρο γίνεται αυτό στις Παραβολές για νέους καιρούς, με την άμεση απεύθυνση: «Το είπα και θα σας το ξαναπώ, Δεν είναι δυνατόν να προσέρχεσθε με πολυτελή ρούχα, κτερίσματα στα χέρια και στο σώμα, για να γνωριστείτε με αγνώστους, Αυτοί εκπλήσσονται με το θράσος σας και βιάζονται να σας δουν στο σκοτάδι χωρίς ρούχα και αναιδή κοσμήματα στα δάχτυλα. Έτσι, για τη σεμνότητα του έρωτα, γέρνοντας σας τα αφαιρούν. Εσείς μόλις βγείτε στο φως φωνάζετε ηλιθίως. Κλέφτες! Βιαστές! Όχι. Τίποτα από αυτά. Απλώς παιδιά του έρωτα είναι, που έμαθαν πως η αφαίρεση προσθέτει στη σεμνότητά σας, αφού είχατε την αφέλεια να πιστεύετε πως είστε το κέντρο του κόσμου πηγαίνοντας να κάνετε, ιδιωτικά, κάτι που ποθείτε. Δωρεάν ελάβετε. Δωρέαν δότε.»
Δημοσίευση σχολίου