Τα βλέπετε με τα ίδια σας τα μάτια, πως ο Σωκράτης απ’ τη μια είν’ ερωτευμένος με τους ωραίους νέους και πάντα τους τριγυρίζει κι είναι ξετρελλαμένος μαζί τους κι από την άλλη λέει πως ό λ α τ’ α γ ν ο ε ί κ α ι τ ί π ο τ α δ ε ν ξ έ ρ ε ι – έτσι τουλάχιστον δείχνει το ύφος του! Αυτά δεν είναι Σιληνού φερσίματα; Eίναι και παραείναι μάλιστα! […] Δίχως άλλο, σε σας πρέπει να πω γυμνή την αλήθεια. Ακούστε λοιπόν προσεκτικά. Κι εσύ, Σωκράτη, κοίτα, αν πω κάνα ψέμα, να με διορθώσεις. – Συναντιόμαστε λοιπόν αγαπητοί μου, ολομόναχοι’ και φανταζόμουνα πως δε θ’ αργούσε να μου μιλήσει για όσα κάθε εραστής μπορεί να πει στη μοναξιά του με τον αγαπημένο του’ κι ήμουν όλος χαρά γι αυτό. Ε λοιπόν; Τίποτ’ απ’ όλα αυτά δε γινόταν. Έπιανε μόνο κουβέντα για συνηθισμένα ζητήματα, περνούσε όλη την ημέρα μαζί μου, και στο τέλος σηκωνόταν κι έφευγε. Έπειτα τον προσκάλεσα να γυμναστούμε μαζί’ και γυμναζόμαστε’ κι είχα την κρυφή ελπίδα πως έτσι κάτι θα κατάφερνα στο τέλος. Γυμναζότανε λοιπόν και πάλευε μαζί μου συχνά, χωρίς να ‘ναι παρών κανένας άλλος. Μα τι να σας πω; Και πάλι, τίποτα δε βγήκε! Βλέποντας λοιπόν τότε πως μ’ αυτά δεν κατάφερνα απολύτως τίποτα, πήρα την απόφαση να του ριχτώ στα γεμάτα και να μην τον αφήσω να μου ξεφύγει, μια κι έκανα την αρχή, μα να μάθω επιτέλους τι κατάληξη θα ‘χει αυτή η ιστορία! Τον προσκαλώ λοιπόν να δειπνήσουμε μαζί, απαράλλαχτα όπως ένας εραστής που ζητάει να ξεπλανέψει κανένα αγόρι! Μα και σ’ αυτό ακόμα δε φάνηκε αμέσως πρόθυμος. Χρειάστηκε να περάσει καιρός, για να δεχτεί επιτέλους!
.
Πλάτωνα Συμπόσιο (Μαρής)
1 σχόλιο:
Αριστοφάνης: Οι γυναίκες πάλιν, που είναι γυναικός ολοκλήρου απόκομμα, αυταί δεν ενδιαφέρονται και πολύ δια τους άνδρας’ έχουν στρέψει την προσοχήν των μάλλον προς τας γυναίκας. Απ’ αυτό το φύλον κατάγονται αι λεσβιάδες. Όσοι δε είναι αρσενικού απόκομμα, κυνηγούν τ’ αρσενικά. Εφ’ όσον μεν είναι παιδιά, τους άνδρας αγαπούν, αρσενικού τμήμα αφού είναι, και τους ευχαριστεί να κοιμούνται και να σφικταγκαλιάζωνται με τους άνδρας των εφήβων, επειδή έχουν εις την φύσιν των ανδρισμόν πολύν. Μερικοί βέβαια τους αποκαλούν αναίσχυντους’ αλλά δεν είν’ αλήθεια. Διότι το κάνουν όχι από αναισχυντίαν, αλλ’ από θάρρος και από γενναιότητα και από τον αρρενωπόν των χαρακτήρα’ τους ενθουσιάζει ό,τι είναι όμοιον προς την φύσιν των. Απόδειξις τρανή: όταν εξελιχθούν, είναι οι μόνοι που αποβαίνουν εις τα πολιτικά άνδρες αληθινοί. Όταν δε γίνουν άνδρες, επιδίδονται εις την παιδεραστίαν και δεν ενδιαφέρονται δια τον γάμον και την απόκτησιν παιδιών από φυσικήν κλίσιν, αλλά μόνον επειδή είναι ικανοποιημένοι από το έθιμον’ οι ίδιοι είναι ικανοποιημένοι μαζί να περάσουν την ζωήν των άγαμοι. Οπωσδήποτε ο τοιούτος εξελίσσεται εις άνθρωπον γεμάτον έρωτα προς τα’ αγώρια και αγάπην προς τους εραστές του, διότι πάντοτε τον ευχαριστεί ό,τι είναι συγγενές.
Εν τύχη κάποτε μάλιστα να συναντήση το ίδιον εκείνο το πραγματικόν του ήμισυ, είτε ο παιδεραστής είτε οιοσδήποτε άλλος, τότε πλέον εξαιρετική είναι η συγκίνησις των από το αίσθημα στοργής, κοινής καταγωγής, έρωτος’ ούτε στιγμήν, θα έλεγα, δεν δέχονται ν’ αποχωρισθούν. Αυτοί είναι, που περνούν πιστοί μεταξύ των ολόκληρον ζωήν. Οι ίδιοι δεν θα ήσαν εις θέσιν καν να εκφράσουν, τι θέλει επιτέλους ο ένας από τον άλλον. Διότι δεν είναι καθόλου δυνατόν να πιστευθή, ότι είναι η ερωτική απόλαυσις, και ότι επομένως χάριν αυτής ευχαριστούνται ο ένας εις του άλλου την συμβίωσιν με πάθος τόσον σφοδρόν. Κάτι άλλο είναι μάλλον – το βλέπει κανείς- αυτό που θέλει και των δύο η ψυχή, κάτι που να εκφράση δεν ημπορεί’ διαισθάνεται όμως τι θέλει και το υποδηλώνει σκοτεινά. Και αν, την ώραν που είναι πλαγιασμένοι μαζί, ήρχετο επάνω τους ο Ήφαιστος με τα εργαλεία του και τους ερωτούσε «Τι είν’ αυτό που ζητείτε, άνθρωποι, ο ένας από τον άλλον;»’ Και αν εκείνοι δεν ήξευραν τι ν’ απαντήσουν, και τους ερωτούσε και πάλιν «Θέλετε μήπως αυτό; Να μείνετε μαζί ο ένας με τον άλλον όσο το δυνατόν περισσότερον, ώστε και νύκτα και ημέραν να μην αποχωρίζεσθε; Αν πράγματι αυτός είναι ο πόθος σας, τότε πρόθυμος είμαι να σας χύσω και να σας σφυρηλατήσω εις ένα κομμάτι, ώστε από δύο να γίνετε αμέσως ένας, και όσον καιρόν ζήτε, να ζήτε και οι δύο σας κοινήν ζωήν ως ένας, και πάλιν όταν αποθάνετε, εκεί κάτω εις τον Άδην ένας να είσθε και όχι δύο, εις ένα ταυτόχρονον θάνατον. Σκεφθήτε λοιπόν, αν αυτό είναι που ποθείτε, κι αν μείνετ’ ευχαριστημένοι, αν τούτο επιτύχετε». Μόλις ακούση αυτά, ούτε ένας – είμεθα βέβαιοι – δεν θα έλεγεν όχι, ούτε θα εξεδήλωνεν άλλην επιθυμίαν’ αντιθέτως θα επίστευε, πως ήκουσεν απαράλλακτα ό,τι τόσον καιρόν τώρα εποθούσεν, ώστε να ενωθή και να συγχωνευθή με τον αγαπημένον του, ώστε να γίνουν ένας αντί δύο.
Πλάτωνος. Συμπόσιον (Εστία)
Μετάφραση: Ι. Συκουτρής
Δημοσίευση σχολίου