Κυριακή, Ιουνίου 12, 2005

No 83

Να τα γράψεις όλα και μην τολμήσεις να μου κάνεις λογοκρισία γιατί θα χεστούμε. Από πού να αρχίσω και πού να τελειώσω. Ο βίος μου είναι μυθιστόρημα, αγάπη μου. Μίση, έρωτες, ίντριγκες, λεφτά και δόξες πολλές. Μια Αλέξις ολόιδια της «Δυναστείας». Άντρες, άντρες, άντρες. Ποιόν να πρωτοθυμηθώ κα ποιον να ξεχάσω. Αγαπήθηκα πολύ, λατρεύτηκα στην κυριολεξία. Και από θύματα; Ουου…ένα σωρό. Πάντα μου άρεσε να είμαι στο επίκεντρο. Να με προσέχουν, να με αγαπάνε, να μου χαρίζουν μπιζού και γουναρικά. Ήμουν και είμαι η βασίλισσα της νύχτας. Μια Ζωζώ Σαπουντζάκη της επαρχίας. Το χρυσό μου μ’ αρέσει πολύ. Ακολουθώ πιστά τα βήματα της. Είμαι η καινούργια Ζωζώ, δοξάστε με…Όλα τα φρούρια των πόλεων έπεσαν στο πέρασμά μου. Απομένει μόνο η Αθήνα. Η πρωτεύουσα είναι έτοιμο πιάτο. Σε λίγο καιρό το όνομα μου θα φιγουράρει πρώτο στη μαρκίζα του DIOGENIS PALACE και από κάτω θα ακολουθούν Πάριος, Πανταζής και η Άντζελα Δημητρίου. Είμαι μεγάλος σταρ, αγάπη μου. Πιστεύω ότι το όνειρο μου σύντομα θα γίνει πραγματικότητα. Και κοίτα που το επαρχιώτικο κοινό, προκατειλημμένο απέναντι στις αδερφές, πνιγμένο μέσα στα ταμπού, όχι απλά με δέχθηκε, αλλά με αποθέωσε κι από πάνω.
Γιατροί, δικηγόροι, διευθυντές τραπεζών και αστυνομικοί με καλούν πάντα στα τραπέζια τους. Οικογενειάρχες ανοίγουν διάπλατα τα σπίτια τους να φάω, να πιω και να κοιμηθώ.
Αυτό το δύσκολο κοινό, αν του παρουσιαστείς με ειλικρίνεια, χωρίς να κρύβεσαι πίσω από το δάχτυλο σου, το 'χεις στο τσεπάκι σου. Να του λες, δηλαδή, αυτός είμαι. Με δέχεστε; Έχει καλώς. Δεν με δέχεστε; Δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα. Νο πρόμπλεμ. Έτσι δεν το λένε;

Θανάσης Αλεξανδρής : Αυτή η νύχτα μένει (Οδός Πανός)

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Aπό το site της Πρωτοπορίας:

«Είδα περιουσίες να εξανεμίζονται φύλλο φτερό. Φιλίες σοβαρών οικογενειαρχών να γίνονται μίση και πάθη άγρια για μεσόκοπες τραγουδίστριες, που το καλύτερο γραφείο συνοικεσίων δε θα μπορούσε να πασάρει στο χειρότερο συνταξιούχο.
Είδα έναν κόσμο που άναψε πάνω σε μια σκηνή όλο μάγια. Σαν τον πιο άγριο και άπονο έρωτα που θα 'θελε να γράψει ο Λόρκα ή σαν ένα φλαμένκο πάνω σε απαγορευμένα βήματα κι άγριες φιγούρες της φωτιάς. Μπορεί και σαν σκηνές που ο Αλμοδοβάρ και ο Φασμπίντερ δεν πρόλαβαν να βάλουν στις ταινίες τους, γιατί δεν έζησαν, δεν είδαν για να εμπνευστούν.
Τη νύχτα ζεις. Μπορεί και να πεθάνεις, αλλά σίγουρα δε φυτοζωείς. Ή ζεις ή πεθαίνεις. Πιστεύω ακράδαντα ότι στον 21ο αιώνα, όπως και με το ρεμπέτικο, που ήταν παρεξηγημένο στην εποχή του, το σκυλάδικο θα αποτελέσει αντικείμενο συζήτησης των κοινωνιολόγων. Πιστεύω ότι οι φοιτητές θα προσεγγίσουν με ευλάβεια και συγκίνηση αυτό το κομμάτι της πολιτισμικής μας ιστορίας.» (από το site της Πρωτοπορίας)

Το σημείωμα είναι από το οπισθόφυλλο της νεώτερης έκδοσης του βιβλίου - μία έκδοση που ακολούθησε την μεταφορά του βιβλίου στον κινηματογράφο, όπως συμβαίνει συνήθως, άλλωστε, μετά από μία κινηματογραφική (ή τηλεοπτική) “επιτυχία”. Η πρώτη έκδοση ήταν το 1994, η ομώνυμη ταινία του Νίκου Παναγιωτόπουλου, που συνεργάστηκε στο σενάριο με τον συγγραφέα, προβλήθηκε το 1999 και το 2000 το βιβλίο επανεκδόθηκε από τον Περίπλου, με εξώφυλλο αυτή τη φορά, την αφίσα της ταινίας - πάλι όπως συμβαίνει συνήθως…