ΚΙ ΕΠΙΝΑ ΜΕΣ’ ΑΠ’ ΤΑ ΧΕΙΛΙΑ ΣΟΥ…
Κι οι μπερντέδες ήταν κόκκινοι
κι ήταν άσπρο το κρεβάτι,
κι όλο θόλωνε, όλο μέλωνε
το γλυκό γλυκό σου μάτι,
και τα χέρια σου πλεκόντουσαν
στο κορμί μου γύρω-γύρω,
κι έπινα μεσ’ απ’ τα χείλια σου
γλυκιάν άχνα σαν το μύρο,
και σταλάζανε απ’ τα χείλι σου
γλυκά λόγια, σαν τα μύρα,
κι ήταν άσπρο το κρεβάτι μας
κι οι μπερντέδες σαν πορφύρα…
Έτσι αγάπη μου, σε χόρτασα
κι έτσι, τη γλυκάδα σου ήπια
μέσα στ’ άνομα αγκαλιάσματα
στ’ άνομα τα καρδιοχτύπια,
κι απ’ το μέλι ποθοπλάνταζε
το κορμί σου και το μάτι
κι οι μπερντέδες ήταν κόκκινοι
κι ήταν άσπρο το κρεβάτι…
Ναπολέων Λαπαθιώτης : Ποιήματα (Ζήτρος)
.
(βλ. και Νο 36-Νο40)
ΝΤΙΝΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΠΟΥΛΟΣ (1931-2020)
-
Πέθανε ο Ντίνος Χριστιανόπουλος Έζησε 89 «διαγώνια» χρόνια… Ο φιλόλογος
Κωνσταντίνος Δημητριάδης (το «Ντίνος Χριστιανόπουλος» είναι ψευδώνυμο του
ποιητή),...
Πριν από 4 χρόνια
4 σχόλια:
Μετά την δημοσίευση του ποιήματος «Κι έπινα μεσ’ απ’ τα χείλια σου», ενοχλήθηκαν σφόδρα κι άλλοι, εκτός του Γ. Τσοκόπουλου και του Σπ. Μελά, που αναφέρονται στην δημοσίευση Νο.37, της 3ης Ιουνίου 2005.
Εκείνοι που ο Καβάφης χαρακτηρίζει ως "οι τα φαιά φορούντες, περί ηθικής λαλούντες".
Στους «Οσκαρουαλδισμούς» και την «Σάρκα!», προστέθηκε και ένα κείμενο του Π. Δημητρακόπουλου. Όπως γράφει ο Α.Β.Στρατής (Οδός Πανός - τεύχος 79/80), οι Μελάς και Τσοκόπουλος ζήτησαν και την επέμβαση του εισαγγελέα, προκειμένου να παταχθεί το κακό στη ρίζα του!
Ο Λαπαθιώτης δεν ενοχλήθηκε καθόλου' αντίθετα έστελνε στον Μελά ειρωνικά σχόλια για τα δημοσιεύματά του. Μάλιστα όταν ο Μελάς συναντήθηκε με τον πατέρα του ποιητή και πήγε να του κάνει παράπονα για τον γιο του, λέγοντας: "Έναν έκανες...", ο στρατηγός Λαπαθιώτης τον διέκοψε και πρόσθεσε: "Αλλά Ναπολέοντα!"
"όλο θόλωνε, όλο μέλωνε το γλυκό γλυκό σου μάτι,
και τα χέρια σου πλεκόντουσαν στο κορμί μου γύρω-γύρω"
«H αίσθηση της όρασης είναι εκείνη που – πρώτη – κινεί το δαιμόνιο του έρωτα και δίνει το έναυσμα για την ανάπτυξη των ερωτικών αισθήσεων στην ποίηση του Λαπαθιώτη [...] η δεύτερη αίσθηση που διαδραματίζει κύριο και πρωτεύοντα ρόλο – εξίσου με την όραση – είναι εκέινη της αφής, η οποία –όπως διαππιστώνουμε εξειδικεύεται σε δύο συγκεκριμένες εκδηλώσεις: τα φιλιά και τα αγκαλιάσματα» γράφει ο Α.Β. Στρατής στο τεύχος 79/80 του περιοδικού ΟΔΟΣ ΠΑΝΟΣ, με το ειδικό αφιέρωμα στον ποιητή.
«H ερωτική πράξη περιορίζεται στα φιλιά και τα αγκαλιάσματα που ανταλάσσουν οι εραστές μεταξύ τους» συνεχίζει «χωρίς να προχωρά περισσότερο’ τουλάχιστον σ’ αυτό το μέρος της ποίησής του, γιατί υπάρχουν και ανέκδοτα ποιήματα[...] Μονάχα ένας στίχος του –τουλάχιστον από το σύνολο των δημοσιευμένων ποιημάτων του - χαρακτηρίζεται από τολμηρότητα:
«Έλα... πέσε πάνω μου και μην κυττάς με τρόμο» και αυτός από το τρίτο κομμάτι του ποιήματος "Χαρωπά τραγουδάκια":
«Πλέξε μου τα χεράκια σου τριγύρω από τη μέση
ΑΧ! Πως μ’ αρέσει απάνω μου να πέφτεις, πως μ’ αρέσει!»
Ερωτική νύχτα
Κλείσε τα παράθυρα μη βλέπουν οι γειτόνοι,
και την πόρτα σφάλισε και σβήσε το κερί.
Η αγκαλιά μου επύρωσε σαν το κερί και λιώνει,
για σφιχταγκαλιάσματα και όλο καρτερεί.
Κλείσε μη μας βλέπουνε λοξά οι ματιές του κόσμου,
δώσ' μου το χειλάκι σου, πούναι απαλό, νωπό.
Έχω κάτι ολόγλυκο για σένα απόψε, φως μου,
έχω κάτι ολόγλυκο σα μέλι να σου πω.
Έλα πέσε απάνω μου και μην κοιτάς με τρόμο.
Το κερί μας έσβησε, δε μας θωρεί κανείς.
Ξέχασε πως βρίσκονται κι άλλες ψυχές στο δρόμο,
κι άσε να κυλήσουμε σε πέλαγα ηδονής.
Έλα ως τα μεσάνυχτα θα σε φιλώ στο στόμα,
έλα, κι είναι οι πόθοι μου τρελοί, τόσο τρελοί,
που το γλυκοχάραμα θα μας προλάβει ακόμα
στο πρώτο μας αγκάλιασμα, στο πρώτο μας φιλί.
Κι όταν σε ρωτήσουνε τη χαραυγή οι γειτόνοι,
για ποιο λόγο σφάλισες, αχ! Πες τους, να χαρείς,
πες τους πως στην κάμαρα φοβάσαι άμα νυχτώνει,
κι έπεσες και πλάγιασες νωρίς, τ’ ακούς; νωρίς.
Στο βιβλίο που, όπως διαβάζουμε στο εκδοτικό σημείωμα, «περιλαμβάνεται το σύνολο της ποιητικής παραγωγής του Λαπαθιώτη» (προφανώς δεν εντάσσει και τα ανέκδοτά του στο «σύνολο της παραγωγής»), η φιλόλογος Μαρίνα Λυπουρλή στην εισαγωγή της, υποσημειώνει έναν στοχασμό του ποιητή:
Στοχασμός της 26ης Μαϊου 1930: «... ποτέ σε καμιά στιγμή της ζωής μου, δε θεώρησα ελάττωμα, την υλικήν αποστροφή μου στη γυναίκα, και την έλξη μου από το ίδιο μου το φύλο...»
Αναφερόμενη στον άδοξο θάνατό του δανείζεται ένα απόσπασμα από την εισαγωγή του Άρη Δικταίου, που επιμελήθηκε μια παλαιότερη έκδοση των ποιημάτων του Λαπαθιώτη:
[Εμείς αξίζει να τον θυμούμαστε έτσι όπως τον διέσωσε ο θρύλος:] «Την εικόνα του ποιητικού ανθρώπου, ωραίου, νέου, κομψού, ανοιγμένου προς ό,τι μπορεί να δώσει σε μια τρυφερή καλλιτεχνική ευαισθησία η ζωή, τότε την πραγμάτωνε με τον πιο μεστό τρόπο ο Λαπαθιώτης. Λιγόστιγμη πάντα για τον άνθρωπο η δόξα, κάποτε και για τον ποιητή, ακόμα και τον τρανότερο. Η φήμη τον έζωνε κιόλας, μ’ εκείνη την αίγλη την τόσο μεθυστική για ένα νέο ιδίως’ ήτανε κιόλας “Ο Λαπαθιώτης”. Και με τι καμάρι, με τι αρτίστικη φιλαρέσκεια, με πόση φανερή ευχαρίστηση που τραβούσε την προσοχή, έκοβε βόλτες κάθε βράδυ, απάνω-κάτω, στον πιο συχναζόμενο τότε περίπατο, στην οδό Σταδίου, με το σκληρό του μαύρο καπέλο, με το μεσάτο επανωφόρι του, μ’ ένα φανταχτερό λουλούδι πάντα στη μπουτονιέρα, φιγούρα παράξενη, ποιητική μια και αισθητική, δέρμα ασπρορόδινο, ανήλιαγο, φεγγερό και λεπτό σα γυναικείο, γαλάζια μάτια τρυφερά, αβρά, ονειροπαρμένα, στόμα μικρό αλλά με μια κοκκινίλα και μιαν υγράδα αισθησιακή»
Δημοσίευση σχολίου