Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 30, 2005

No 182

ΑΡΡΩΣΤΙΑ

Το φεγγάρι απόψε λάμπει
σε θερμούς ονειροπόλους,
σε ζευγάρια ερωτεμένα –
λάμπει σ’ όλους, και σε μένα…

Το κοιτώ, καθώς περνάει
ταξιδιάρικο στα χάη’
πέφτει στο κρεβάτι απάνω
που ίσως μέλλω να πεθάνω…

- Το δικό μου θέλεις πόνο;
Όλοι οι πόνοι μου κοιμούνται…
Ένα «χαίρε» δώσε μόνο
όπου ακόμα με θυμούνται…

Μήτσος Παπανικολάου
από την ανθολογία Ποιητές του Μεσοπολέμου (Καστανιώτης)

4 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Υποσχέσεις

Μια νύχτα που σπατάλησα κάθε μου επιθυμία
στην ηδονή, και γύριζα τόσο απογοητευμένος,
σέρνοντας βάρος το ίδιο μου κορμί που του είμουν ξένος,
ώστε να συλλογίζομαι πως ποτέ, πια, καμμία

μέσ’ στη ζωή επανόρθωση θα μου το ξαναδόσει
κ΄ενώ το μέλλον έβλεπα με σκοτεινά σημεία,
τέλμα χωρίς ορίζοντα, γαλήνη ή τρικυμία,
που κύλαγα κατάδικος στην πτώση από την πτώση,

απελπισμένος ύψωσα στον ουρανό τα χέρια:
τότε στα μάτια όλα μαζί με φίλησαν τα’ αστέρια
που λάμπαν στο κεφάλι μου κι’ από τον κόσμο επάνω

πραγματοποιημένες μέσα στο χρυσάφι ελπίδες
όσων ποτέ σου στη ζωή και στ’ όνειρο δεν είδες!
Ω! πόσο εκείνη τη στιγμή θέλησα να πεθάνω!

Mήτσος Παπανικολάου

Ανώνυμος είπε...

Από το κερκυραϊκό περιοδικό “Exit magazine”

Η εποχή του μεσοπολέμου γέννησε μερικούς από τους πιο τρυφερούς και μελαγχολικούς ποιητές, της νεοελληνικής δημιουργίας. Η ποίηση τους, αισθαντική, σχεδιάζει βασανιστικές σκιές στο ημίφως, προσπαθώντας να ξορκίσει την πίκρα της ύπαρξης. Οι πρωταγωνιστές αυτού του ιδιότυπου καλλιτεχνικού ρεύματος, ισορροπούν ανάμεσα στην ζωή και το θάνατο, την χαρά και την απύθμενη θλίψη με θαυμάσιους μουσικούς στίχους. Ο Σωτήρης Τριβιζάς αγάπησε πολύ αυτές τις θλιμμένες υπάρξεις με τον περιπετειώδη βίο και τον συχνά άδοξο θάνατο και φρόντισε με αυτό το βιβλίο να τις αγαπήσουμε κι εμείς.

Μαρία Αργυροκαστρίτη

Ανώνυμος είπε...

ΧΩΡΙΣΜΟΣ

Μόνοι το δρόμο πήραμε και φθάσαμε στην άκρη.
και τώρα, αν θα χωρίσουμε, θα μας ενώνει ο πόνος
- σφίξε το χέρι δυνατά, μα κράτησε το δάκρυ...
Μόνος εγώ τραβάω μπροστά κι εσύ γυρίζεις μόνος.

- Πρόσμενε πάντα πρόσμενε ποιος ξέρει αν κάποια μέρα
με σταματήσει η κούραση και με γυρίσει πίσω
και νεκρωμένος τότε πια, γυρνώντας από πέρα,
σαν άστρα αθάνατης ζωής τα μάτια σου αντικρίσω;


ΧΑΜΕΝΗ ΑΓΑΠΗ

Αν άλλοτε μ’ αγάπησες κι αν πια δε μ’ αγαπάς
μέσ' στην καρδιά μου η αγάπη σου πάντοτε η ίδια μένει.
Μ’ αρκεί στη θλίψη ν’ αγαπάς της βαρυχειμωνιάς
μι’ άνοιξη περασμένη

Και τώρα μάταια αν ποθώ τα θεία σου φιλιά
την αγκαλιά σου αν έχασα και αν νοσταλγός σου μένω,
σ’ αυτό τον κόσμο πάντοτε –πικρή παρηγοριά-
μας μένει το χαμένο.

ο δείμος του πολίτη είπε...

Το ποίημα μου άρεσε πάρα πολύ. Ακόμα περισσότερο μου άρεσε που δημοσίευσες ένα ποίημα το οποίο δείχνει ακόμη μία φορά ότι η ομοφυλοφιλική ποίηση δεν είναι χυδαία -όπως τόσοι και τόσοι θέλουν να την παρουσιάζουν-, αλλά μένει πάντα ερωτική και δημιουργική. Την καλησπέρα μου.