Γιάννης Τσαρούχης
Η πολλαπλότητα των αναφορών και δανείων από διαφορετικούς γεωγραφικούς και πολιτισμικούς χώρους δεν επιτρέπει να ταυτίσουμε μονομερώς είτε τον όρο Ανατολή είτε τον όρο Δύση με την παράδοση ή αντίθετα με τη σύγχρονη τέχνη. Από την άποψη αυτή ο μετεωρισμός του ζωγράφου ανάμεσα στο παλιό και το νέο σημαίνεται διαφορετικά από το αντίστοιχο αισθητικό δίλημμα της γενιάς του, στη διατύπωση του οποίου είχε συμβάλει και ο ίδιος στα τέλη της δεκαετίας του ’30. αν κατά την περίοδο αυτή οι όροι Ανατολή και Δύση ήταν συνώνυμοι με την παράδοση και τη νεοτερικότητα αντίστοιχα, εξετάζοντας το συνολικό έργο του Τσαρούχη διαπιστώνουμε μια αντιστροφή στη χρήση τους. Παραδόξως, ο όρος Ανατολή εμφανίζεται ως μεταφορά του μοντέρνου και της εικαστικής αυτονομίας. Αντίθετα ο όρος Δύση συμπυκνώνει μεταφορικά την έννοια του προ-μοντέρνου ή αλλιώς τη μιμητική λειτουργία της ζωγραφικής.
(…) Η μιμητική σύλληψη της πραγματικότητας αποδεικνύεται ως ένα αναγκαίο στάδιο προτού ο ζωγράφος απομακρυνθεί από αυτήν και κατακτήσει την αυτονομία του πίνακα. Είναι φανερή από τη μια μεριά η έλξη που ασκεί στον καλλιτέχνη το θέμα (κατά το πλείστον, το ανδρικό σώμα), και από την άλλη η βούλησή του να το υπερβεί. Η αληθοφάνεια του μοντέλου δίνει τη θέση της στη χρωματική εκφραστικότητα και η φυσικότητα στο σχεδιαστικό ρυθμό. Ποτέ ίσως άλλοτε ο αισθησιασμός που εκλύεται από το έργο του Τσαρούχη, δεν βρήκε με τόση πληρότητα και ευστοχία, όσο στα έργα αυτά, το εικαστικό του αντίστοιχο.
Γιάννης Τσαρούχης, ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση. Επιλογές από τη συλλογή του Ιδρύματος Γ. Τσαρούχη (Υπουργείο Πολιτισμού)
Επιμέλεια: Άννα Καφέτση
Η πολλαπλότητα των αναφορών και δανείων από διαφορετικούς γεωγραφικούς και πολιτισμικούς χώρους δεν επιτρέπει να ταυτίσουμε μονομερώς είτε τον όρο Ανατολή είτε τον όρο Δύση με την παράδοση ή αντίθετα με τη σύγχρονη τέχνη. Από την άποψη αυτή ο μετεωρισμός του ζωγράφου ανάμεσα στο παλιό και το νέο σημαίνεται διαφορετικά από το αντίστοιχο αισθητικό δίλημμα της γενιάς του, στη διατύπωση του οποίου είχε συμβάλει και ο ίδιος στα τέλη της δεκαετίας του ’30. αν κατά την περίοδο αυτή οι όροι Ανατολή και Δύση ήταν συνώνυμοι με την παράδοση και τη νεοτερικότητα αντίστοιχα, εξετάζοντας το συνολικό έργο του Τσαρούχη διαπιστώνουμε μια αντιστροφή στη χρήση τους. Παραδόξως, ο όρος Ανατολή εμφανίζεται ως μεταφορά του μοντέρνου και της εικαστικής αυτονομίας. Αντίθετα ο όρος Δύση συμπυκνώνει μεταφορικά την έννοια του προ-μοντέρνου ή αλλιώς τη μιμητική λειτουργία της ζωγραφικής.
(…) Η μιμητική σύλληψη της πραγματικότητας αποδεικνύεται ως ένα αναγκαίο στάδιο προτού ο ζωγράφος απομακρυνθεί από αυτήν και κατακτήσει την αυτονομία του πίνακα. Είναι φανερή από τη μια μεριά η έλξη που ασκεί στον καλλιτέχνη το θέμα (κατά το πλείστον, το ανδρικό σώμα), και από την άλλη η βούλησή του να το υπερβεί. Η αληθοφάνεια του μοντέλου δίνει τη θέση της στη χρωματική εκφραστικότητα και η φυσικότητα στο σχεδιαστικό ρυθμό. Ποτέ ίσως άλλοτε ο αισθησιασμός που εκλύεται από το έργο του Τσαρούχη, δεν βρήκε με τόση πληρότητα και ευστοχία, όσο στα έργα αυτά, το εικαστικό του αντίστοιχο.
Γιάννης Τσαρούχης, ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση. Επιλογές από τη συλλογή του Ιδρύματος Γ. Τσαρούχη (Υπουργείο Πολιτισμού)
Επιμέλεια: Άννα Καφέτση
3 σχόλια:
«Για μένα δεν υπάρχουν δύο τεχνοτροπίες εχθρικές η μία με την άλλη : η ανατολίτικη και η δυτική, η μοντέρνα και η παλιά. Είμαι από εκείνους τους ζωγράφους που θέλουν να παραστήσουν ό,τι τους ενδιαφέρει από την πραγματικότητα. Και ξέρω πως ό,τι είχε σχέση με αναπαράσταση πειστική, έχει σχέση, αλίμονο, με σύνθεση. […] Είναι εντούτοις αδύνατον, ένας ζωγράφος που επιθυμεί να αναπαραστήσει, ν' αγνοεί τους δύο μοναδικούς τρόπους με τις χίλιες παραλλαγές… Ο ένας τρόπος είναι ο ανατολίτικος, που βασίζεται στο χρώμα και τους αρμονικούς συνδυασμούς του και στην αναδημιουργία της φόρμας, και μοιραία στο βιασμό της προοπτικής, και ο άλλος ο ελληνικός ή ελληνιστικός, που κατά βάση είναι ο ίδιος με τον ανατολίτικο -αρμονία γραμμών, αρμονία χρωμάτων- αλλά που προσπαθεί να δώσει αντικειμενικά, σαν ένας καθρέφτης σχεδόν, την πραγματικότητα, δηλαδή που σέβεται λίγο ή πολύ την προοπτική.
Υπήρχε η Δύση και η Ανατολή. Η αστική τάξη είχε φέρει αυτό που ονομάζουμε "ευρωπαϊκό πολιτισμό" και ο φτωχός κόσμος, ο λαός, διατηρούσε, όσο μπορούσε, τις παλιές του συνήθειες. Πόσο ωραία πράγματα με περιτριγυρίζανε, φερμένα από τη Γαλλία, από τη μυθώδη πόλη που λεγόταν Παρίσι! Αλλά και πόσα μυστηριώδη πράγματα μ' αγγίζανε από το λαό, που είχε κρατήσει τα παλιά!
Όταν αισθάνομαι δυτικός, ο Βερμέερ είναι για μένα ο μεγαλύτερος ζωγράφος. Όταν είμαι ελληνοανατολικός, μ' αρέσει ο Σπαθάρης και ο Δεδούσαρος ως ζωγράφοι.»
"Θάμουνα έξη ετών, όταν μέσα στον ηλεκτρικό Αθηνών-Πειραιώς έβλεπα δύο κόσμους, χωρίς κανένας να μου μιλάει γι' αυτούς: γυναίκες με καπέλλα παριζιάνικα, με λουλούδια ή φτερά, με κοσμήματα ευρωπαϊκά, και δίπλα Καστελοριζιές - γυναίκες απ' το Καστελόριζο - με μεταξωτές ριγωτές κάλτσες, με τα χρυσοκέντητα βελούδινα πανωφόρια τους, με τον κεφαλόδεσμό τους σαν της Παναγίας. Ανατολίτισσες και Παριζιάνες πηγαίνανε στην εκκλησία. Τη μία μέρα με πήγαινε ο πατέρας μου στο Θέατρο να δω το δίδαγμα του Αριστοφάνη και του Ευριπίδη, διασκευασμένο απ ' το Παρίσι - δηλαδή το ευρωπαϊκό θέατρο -, την Κοτοπούλη σ' έργο του Μπέρνσταϊν ή τα "Παναθήναια", και την άλλη μέρα πήγαινα στην εκκλησία κι έβλεπα μιαν άλλη διασκευή του αρχαίου κόσμου που επέβαλαν οι αυστηροί πατέρες για να σωθεί ό,τι ήταν δυνατό. Τι φοβερό να γεννηθείς σ'ένα χωριό που είναι σταυροδρόμι. Πικρό προνόμιο."
Γιάννης Τσαρούχης
(από το ίδιο βιβλίο)
H παρουσίαση του βιβλίου από τον Ριζοσπάστη:
Κειμήλια λόγου
«Ομορφη και παράξενη πατρίδα / ωσάν αυτή που μου 'λαχε δεν είδα(...)». Η αίσθηση αυτής της πατρίδας και των «θαυμάτων» της και οι στίχοι του Ελύτη, συνειρμικά, μας πλημμύρισαν, διαβάζοντας - απνευστί - τα πέντε κείμενα του αείμνηστου Γιάννη Τσαρούχη, στο μικρού σχήματος βιβλίο «Ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση» (εκδόσεις «Άγρα» ).
Πρόκειται για μικρά αριστουργήματα λόγου, ο οποίος αναλογεί απολύτως στην αρχαία ρήση «σοφόν το σαφές» και στο αντίστροφο «σαφές το σοφόν». Ο Τσαρούχης δεν ήταν μόνο μεγάλος δημιουργός. Με τη σεμνότητα και ταπεινοσύνη του ανώνυμου διέθετε και τη σπανιότατη «προίκα» της αποφθεγματικής σοφίας και σαφήνειας στο γραπτό και προφορικό λόγο του. Σοφία και σαφήνεια, «καρπός» της βαθύπλουτης, αλλά τέλεια αφομοιωμένης γνώσης του για τα δημιουργήματα του πολιτισμού σε Ανατολή και Δύση. Για τον Τσαρούχη έγραψαν και μίλησαν πολλοί, κατατάσσοντας σε εκείνο ή το άλλο αισθητικό ρεύμα το έργο του. Εκείνος, όμως, ήταν πέραν όλων των αστικής αντίληψης επαίνων καταξίωσης και κρίσεων τεχνοτροπικής οριοθέτησής του, αρνούμενος να γίνει «δέσμιός» τους. Τι ήταν το έργο του, ποιοι «δάσκαλοι», ποια η παντοτινή αγάπη του (ο Καραγκιόζης, ο Θεόφιλος, ο Δεδούσαρος, η ανώνυμη λαϊκή τέχνη), ποιες οι «πηγές» κι οι αταλάντευτες αξίες του, το λέει υπέροχα ο ίδιος σ' αυτά τα κείμενα, που αξίζει να διαβαστούν από κάθε καλλιτέχνη, φιλότεχνο και λάτρη της ομορφιάς της γλώσσας μας και από τα οποία αποθησαυρίζουμε ελάχιστες σκόρπιες φράσεις:
«Για μένα δεν υπάρχουν δυο τεχνοτροπίες, εχθρικές η μια με την άλλη: η ανατολίτικη και η δυτική, η μοντέρνα και η παλιά. Αγαπώ την Κάλλας και τη Σωτηρία Μπέλλου. Και δεν αισθάνομαι διχασμένος. Ακολούθησα αρχικώς κι εγώ τη διεθνή αστική μανία ν' αλλοτριώσω καθετί που δεν είναι αστικό, που να μη διευθύνεται από την αχόρταγη αστική τάξη. Αργότερα κατάλαβα πως ο ελληνικός λαός δεν ήταν αποθήκη μοτίβων αλλά η αυθεντική αριστοκρατία, πεσμένη στη σκλαβιά και την περιφρόνηση (...), ότι είμαστε και εμείς οι ίδιοι (σ.σ. οι καλλιτέχνες) λαός και κινδυνεύουμε ν' αλλοτριωθούμε και να γίνουμε σαν τα μούτρα αυτών που μας αδικούν. Συγκλονιζόμουν από την ομορφιά του λαού. Τους πανάρχαιους νόμους της ζωγραφικής μερικοί τους ξέρουν εκ γενετής, όπως το χελιδόνι ξέρει να χτίζει τη φωλιά του χωρίς να έχει πάει σε αρχιτεκτονική σχολή. Το αληθινό έργο του καλλιτέχνη είναι να ξεχωρίζει, ν' απορροφά, να υψώνει την ελευθερία που την τσακίζουν οι αφόρητοι ανταγωνισμοί».
Αριστούλα Ελληνούδη
H παρουσίαση του βιβλίου από το site των εκδόσεων «Άγρα»:
Το παρόν βιβλίο εκδόθηκε με την ευκαιρία της έκθεσης έργων του Γιάννη Τσαρούχη με τον τίτλο Ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση - Επιλογές από τη συλλογή του Ιδρύματος Γ. Τσαρούχη στο παλιό εργοστάσιο Φιξ, τον Φεβρουάριο - Απρίλιο 2000, με τη συνεργασία του Υπουργείου Πολιτισμού, της Εταιρείας Αττικό Μετρό Α.Ε. και του Ιδρύματος Γιάννη Τσαρούχη, με επιμέλεια έκθεσης της Άννας Καφέτση. Η επιλογή των πέντε κειμένων έγινε από το Ίδρυμα Γ. Τσαρούχη.
Στα εξομολογητικά αυτά κείμενα ο Γιάννης Τσαρούχης δίνει σαφείς πληροφορίες για την πορεία του στις καλλιτεχνικές του επιλογές, για τους ζωγράφους και τα ρεύματα που τον επηρέασαν ή τον οδήγησαν στο δικό του ξεχωριστό δρόμο ανάμεσα Ανατολή και Δύση.
…
Τα πέντε κείμενα είναι
1. "Απολογία" (α΄ δημοσίευση στο περ. Ζυγός, τ. 4, 1973 και β΄ στον τόμο Αγαθόν το εξομολογείσθαι, εκδ. Καστανιώτης, 1986)
2. Πρόλογος στον κατάλογο της Θεσσαλονίκης (α΄ δημοσίευση στην έκδοση του Μακεδονικού Κέντρου Σύγχρονης Τέχνης με την ευκαιρία της αναδρομικής του έκθεσης στη Θεσσαλονίκη, 1981 και β΄ στον τόμο Αγαθόν το εξομολογείσθαι, εκδ. Καστανιώτης, 1986)
3. Όσα δεν λέγονται με τα έργα (α΄ δημοσίευση στην έκδοση του καταλόγου του Μακεδονικού Κέντρου Σύγχρονης Τέχνης με την ευκαιρία της αναδρομικής του έκθεσης στη Θεσσαλονίκη, 1981 και β΄ στον τόμο Αγαθόν το εξομολογείσθαι, εκδ. Καστανιώτης, 1986. Περιλήφθηκε επίσης στον κατάλογο της έκθεσης Παρθένης, Ν. Χατζηκυριάκος-Γκίκας, Γ. Τσαρούχης, Γ. Μόραλης που έγινε στη Λευκωσία, Οκτ.-Νοέμ. 1995 και, στα γαλλικά, στον κατάλογο της έκθεσης Tsarouchis - Peintures et gouaches, Galerie Claude Bernard, Παρίσι, Μάιος 1997)
4. Η ιστορία μιας κατσαρίδας (α΄ δημοσίευση στο περ. Λέξη, τ. 51, 1986 και β΄ στον τόμο Αγαθόν το εξομολογείσθαι, εκδ. Καστανιώτης, 1986)
5. Νυν και αεί ή ποτέ πια (α΄ δημοσίευση στο περ. Ζυγός, τ. 4, 1973 και β΄ στον τόμο Αγαθόν το εξομολογείσθαι, εκδ. Καστανιώτης, 1986)
{ ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση }
Η Άννα Καφέτση, διευθύντρια του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, που επιμελήθηκε την έκδοση, ήταν και η επιμελήτρια της ιστορικής (και πιο σημαντικής) έκθεσης έργων του Γιάννη Τσαρούχη. Η έκθεση αυτή πραγματοποιήθηκε από τον Φεβρουάριο ως το καλοκαίρι του 2000 στο κτίριο Φίξ και οργανώθηκε από το υπουργείο Πολιτισμού, σε συνεργασία με το Ίδρυμα Τσαρούχη την Αττικό Μετρό Α.Ε., στο πλαίσιο των εκδηλώσεων για το Millenium.
Aπό ΤΑ ΝΕΑ της εποχής (23/02/2000) διαβάζουμε:
« [...] Στόχος της έκθεσης είναι να τεκμηριώσει το δίλημμα, την αντιπαράθεση των αισθητικών επιλογών τού κατ' εξοχήν Νεοέλληνα ζωγράφου ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση.
Ο Γιάννης Τσαρούχης ζωγράφιζε άλλοτε σαν Ανατολίτης, χτίζοντας τις συνθέσεις του με πλούσια και τολμηρά χρώματα, κι άλλοτε σαν αναγεννησιακός ζωγράφος, με ακριβές σχέδιο και φωτοσκιάσεις.
Πολλές φορές ζωγράφιζε το ίδιο θέμα με τους δύο αυτούς διαφορετικούς τρόπους και τις παραλλαγές τους, με διαφορετικά υλικά.
Ανατέμνοντας το ζωγραφικό έργο του Τσαρούχη, σύμφωνα με την Άννα Καφέτση, διαπιστώνεται ένας διχασμός, που ο ευφυής και εύστροφος Τσαρούχης συγκάλυπτε όταν μιλούσε κι όταν έγραφε, αν και τον απασχολούσε πολύ στην προσπάθεια να τον γεφυρώσει σε ένα ελληνικό κέντρο αναφοράς. «Για μια στιγμή νόμισα πως αυτοί οι δύο κόσμοι θα μπορούσαν να ενωθούν», έγραφε ο ίδιος. «Δεν χωρίζει χάος αυτές τις δύο τεχνοτροπίες»...
Δημοσίευση σχολίου