Παρασκευή, Φεβρουαρίου 02, 2007

No 414

Image Hosted by ImageShack.usGregorio Prieto (Ισπανία)

Από την αρχή της οδύσσειάς του στην Αμερική, η παιδική ηλικία του Λόρκα είχε αποτελέσει το κυρίαρχο μοτίβο του ταξιδιού του. Μακριά από την Ισπανία, είχε να παλέψει όχι μόνο με την απώλεια της παιδικής του αθωότητας, αλλά και με τη στειρότητα που συνεπάγεται η ζωή του ομοφυλόφιλου. Σε ένα σονέτο με τον τίτλο «Αδάμ» - ένα ποίημα που έγραψε στο Μανχάταν αλλά τελικά προτίμησε να μην το συμπεριλάβει στον Ποιητή στη Νέα Υόρκη – ο Λόρκα αναλογίζεται τη βιωσιμότητα δυο ειδών απογόνων: του υπαρκτού, θνητού παιδιού με σάρκα και φλέβες, και του φανταστικού, αιώνιου παιδιού της τέχνης. Το πρώτο είναι προϊόν του ετεροσεξουαλικού «Αδάμ» ο οποίος ονειρεύεται «στον πυρετό της λάσπης / παιδάκι, που, καλπάζοντας, πλησιάζει / μεσ’ απ’ των μηνιγγιών το διπλό χτύπο». Το δεύτερο και ανώτερο, όπως υπονοείται, παιδί το έχει δημιουργήσει ένας «άλλος, σκοτεινός Αδάμ», ο οποίος ονειρεύεται «πέτρινο, ουδέτερο, άσπαρτο φεγγάρι, / όπου θα καεί το φωτεινό παιδάκι».
Ο Λόρκα είχε αρχίσει σταδικά να συμβιβάζεται με την ιδέα του εαυτού του ως «άλλου Αδάμ». Απαλλαγμένος από την επιρροή της οικογενειακής ζωής και από τους περιορισμούς της ισπανικής κοινωνίας, έγινε πιο ειλικρινής στις Ηνωμένες Πολιτείες, πιο πρόθυμος να αποκαλύψει τον εαυτό του μέσα από το έργο του.

Λέσλι Στέιντον: Λόρκα. Η μπαλάντα μιας ζωής (Μεταίχμιο)

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Η παρουσίαση του βιβλίο από το site των εκδόσεων “Μεταίχμιο”:

Η ζωή του Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα υπήρξε η πολυτιμότερη καλλιτεχνική του δημιουργία. Την πορεία της ζωής του και το πώς αυτή επηρέασε το έργο του καταγράφει η Λέσλι Στέιντον, αντλώντας πληροφορίες από άγνωστες ως σήμερα επιστολές, από αποκλειστικές συνεντεύξεις με φίλους, συγγενείς και γνωστούς του Λόρκα και από αρχειακό υλικό που ανακαλύφθηκε πρόσφατα.

Στο βιβλίο λοιπόν παρακολουθούμε την ξένοιαστη παιδική ηλικία του ποιητή στην ύπαιθρο της Ανδαλουσίας, και στη συνέχεια στη Νέα Υόρκη, την Αβάνα και το Μπουένος Άιρες, τις στενές του σχέσεις με άλλους ισπανούς καλλιτέχνες, όπως ο Νταλί, ο Μπουνιουέλ και ο Μανουέλ ντε Φάγια και, τελικά, την πολιτική του ανάμειξη στον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο, η οποία, παρότι μικρή, του στοίχισε τη ζωή.

Μέσα από αυτήν τη διαδρομή αναδύεται παραστατικά ένας βαθιά διχασμένος άνθρωπος, ο οποίος πάλεψε για θέματα ταξικά, πολιτιστικά και κυρίως ταυτότητας, αφήνοντας ανεξίτηλη τη σφραγίδα του με το διαχρονικό και πολυδιάστατο έργο του. Ένας ποιητής-παιδί, ένας από τους διασημότερους καλλιτέχνες του 20ού αιώνα, τον οποίο συνέτριψε η ιστορία.
~~~~~~~~~~~~

Για το βιβλίο έγραψαν:

O Πέτρος Τατσόπουλος στα ΝΕΑ:

«Με όλους τους αδικοχαμένους δημιουργούς, αυτόχειρες ή δολοφονημένους, θα μένει πάντοτε αναπάντητο το ερώτημα: συνέβαλε η πρόωρη ανακοπή του βίου τους στην οικοδόμηση του μύθου τους; Στην περίπτωση του Φρεντερίκο Γκαρθία Λόρκα πάντως, που εκτελέσθηκε από τους φαλαγγίτες του Φράνκο, το ερώτημα είναι και εν μέρει άστοχο. Ο Λόρκα ήταν ήδη ζωντανός μύθος. Η Λέσλι Στέιντον στο «Λόρκα: Η μπαλάντα μιας ζωής» (Μεταίχμιο) χρησιμοποιεί επιστολές και αρχειακό υλικό που ανακαλύφθηκαν πρόσφατα και υπογράφει μία από τις πιο απολαυστικές βιογραφίες του μεγάλου Ανδαλουσιανού.»

Σάββατο 16 Δεκεμβρίου 2006

* * *

H Mάνια Στάικου στο haravgi.com.cy:

«Μια νέα βιογραφία με τίτλο «Λόρκα - Η μπαλάντα μιας ζωής» (εκδόσεις Μεταίχμιο) φωτίζει τη ζωή, τις ερωτικές σχέσεις και το έργο του μεγάλου ποιητή και θεατρικού συγγραφέα. Η συγγραφέας του βιβλίου, Λέσλι Στέιντον, αντλώντας πληροφορίες από ανέκδοτες επιστολές και αποκλειστικές συνεντεύξεις με φίλους, συγγενείς και γνωστούς του Λόρκα, σκιαγραφεί με μοναδική ευαισθησία το πορτρέτο του. Παράλληλα, κάνει μια πλήρη αποτίμηση του έργου του, ξεκινώντας από τα νεανικά χρόνια στή Γρανάδα, όταν ο μικρός Λόρκα σκάρωνε αυτοσχέδιες παραστάσεις, και φτάνοντας στις μεγάλες θεατρικές επιτυχίες του που δέχτηκαν επιθέσεις από την Εκκλησία και τους ακροδεξιούς κύκλους. Ακολουθούν τρία χαρακτηριστικά αποσπάσματα από το βιβλίο που αναφέρονται στη σχέση του Λόρκα με τον Σαλβαντόρ Νταλί και στις τελευταίες δραματικές στιγμές του.»

* * *

O Roberto Gonzáles Echevvaria:

H ζωή του Γκαρθία Λόρκα υπήρξε η πολυτιμότερη καλλιτεχνική του δημιουργία. Γι αυτό το λόγο και υπάρχει μια τραγική καταλληλότητα στον πρόωρο θανατό του. Ο βαθμός της έλξης που του ασκούσε ο θάνατος και της εμμονής του με τη θυσία ήταν τέτοιος, που σίγουρα θα απολάμβανε τη δραματική σημασία του ίδιου του χαμού του. Είναι ένας από τους διασημότερους καλλιτέχνες που έπεσε θύμα της πολιτικής του εικοστού αιώνα: ο ποιητής-παιδί, ο οποίος είχε αρνηθεί να μεγαλώσει, συντρίφτηκε από την αδυσώπητη ιστορία.

Είναι προς τιμήν την Leslie Stainton ότι, στην ολόπλευρη, μετρημένη και απολαυστική της βιογραφία, δεν προσβάλλει το πάθος του Γκαρθία Λόρκα. Υπάρχει ένας τόνος ειρωνείας, ακόμα και μελαγχολίας, στην εξιστόρηση των περιπετειών του Γκαρθία Λόρκα. Οι θαυμάσιες επιτυχίες του και η ξαφνική φήμη συσσωρεύονται σαν ένα χρέος, το οποίο θα πληρώσει αναπόφευκτα. Το οδοιπορικό του έχει σαν φόντο το θάνατο: από το Φουέντε Βακέρος κοντά στη Γρανάδα, μέχρι τη Μαδρίτη, τη Νέα Υόρκη, την Αβάνα, το Μοντεβιδέο, το Μπουένος Άιρες και, ξανά, τη Μαδρίτη και από εκεί, σαν να τον έλκει μια ακαταμάχητη δύναμη, πάλι πίσω στη Γρανάδα, όπου τον περίμενε ο θάνατος.
[...]
Σύμφωνα με την Stainton, η δολοφονία του Λόρκα υπήρξε ένας από τους παράγοντες που οδήγησαν τον χιλιανό ποιητή Πάμπλο Νερούδα στην πολιτική δράση. Η δολοφονία αυτή είναι ένα σταυροδρόμι στη σύγχρονη ιστορία της αλληλεπίδρασης ανάμεσα στην ποίηση και τη πολιτική στον ισπανικό κόσμο και πέρα από αυτόν

ΔΙΑΒΑΖΩ, τ. 466 – Σεπτ. 2006

Ανώνυμος είπε...

Από το ίδιο βιβλίο:

Στα είκοσι τρία του χρόνια, ο Νταλί βρισκόταν στα πρόθυρα της διεθνούς αναγνώρισης. Στα τέλη του 1926, πραγματοποίησε μια δεύτερη έκθεση ζωγραφικής στη Βαρκελώνη. Το γεγονός προσέλκυσε αγοραστές από το Παρίσι και έναν αντιπρόσωπο του Ινστιτούτου Κάρνεγκι του Πίτσμπεργκ, ο οποίος αγόρασε δύο πίνακες του Νταλί.

Τον Φεβρουάριο του 1927, ο ζωγράφος κλήθηκε στο στρατό για να υπηρετήσει την εννιάμηνη θητεία του. «Carisimo amigo» [«Πολυαγαπημένε φίλε»] έγραψε ο Νταλί στον Λόρκα τον Μάρτιο. «Δεν μπορείς να φανταστείς. Είμαι φαντάρος εδώ και ένα μήνα!» Περνούσε καλά κατά τη θητεία του. «Έχω δυναμώσει από την πυγμαχία και είμαι πολύ μαυρισμένος» του ανέφερε τον Μάιο. Του έλειπε ο Λόρκα: «Τώρα αρχίζουμε εδώ πέρα να έχουμε ανάγκη τις τρέλες μας, τις περιπλανήσεις μας, τα δάκρυα και τα γέλια μας, και την πείνα μας!».

Στα μέσα Μαΐου, ο Λόρκα ξεκινούσε για τη Βαρκελώνη.
Ο Νταλί με τη στρατιωτική του στολή ήταν εκθαμβωτικός, σαν αστέρας του Χόλιγουντ. Ψηλός, μαυρισμένος και λεπτός, φωτογραφήθηκε άνετος δίπλα στον Λόρκα λίγο μετά την άφιξη του ποιητή στη Βαρκελώνη εκείνη την άνοιξη. Ο Νταλί είχε χτενίσει τα μαλλιά του προσεκτικά προς τα πίσω, τονίζοντας το πορσελάνινο πρόσωπό του· είχε βάλει τα χέρια στις τσέπες και είχε απλώσει με χάρη το ένα πόδι μπροστά από το άλλο. Δίπλα του, ο Λόρκα φάνταζε νεαρός και χονδροειδής. Φορούσε ένα τσαλακωμένο γκρίζο κοστούμι και είχε τα χέρια του σταυρωμένα σφιχτά μπροστά του. Ένας γνωστός του που τον είχε συναντήσει κατά την παραμονή του στην Καταλονία το 1927 θυμόταν ότι «απέπνεε το 'νότο' από κάθε του πόρο». Ανίκανος να συναγωνιστεί τον αστικό εξευγενισμό του Νταλί, ο Λόρκα πρόβαλλε τις χωριάτικες ανδαλουσιανές ρίζες του. Χλεύαζε εύθυμα τον ένθερμο καταλανικό εθνικισμό που κυριαρχούσε τότε στη Βαρκελώνη, λέγοντας σε έναν ντόπιο δημοσιογράφο: «Είμαι από το βασίλειο της Γρανάδα!». Aρχισε να φοράει ένα κόκκινο γαρίφαλο στο πέτο του.
[…]
Σε ένα μελαγχολικό σχέδιό του με τίτλο «Το φιλί», ζωγράφισε ένα πρόσωπο που έμοιαζε πολύ με το δικό του, με πυκνά μαύρα φρύδια και μαλλιά, το οποίο ήταν ενωμένο στα χείλη με ένα άλλο πρόσωπο, χωρίς χαρακτηριστικά. Το ωοειδές περίγραμμα του δεύτερου κεφαλιού μοιάζει με του Νταλί. Ο ίδιος ο Νταλί είχε αρχίσει τότε να συνδυάζει στα έργα του το κεφάλι του Λόρκα με το δικό του. Οι μορφές τους έμοιαζαν να ποθούν η μία την άλλη, ή να φοβούνται μήπως χαθούν η μία μέσα στην άλλη. Από αισθητική άποψη, ποτέ δεν είχαν έρθει τόσο κοντά. Ο Νταλί είπε αργότερα ότι κατά τη διάρκεια αυτού του σταδίου της καριέρας του, «για όσο κρατούσε μια έκλειψη», η σκιά του Λόρκα «ήρθε για να συσκοτίσει την παρθενική πρωτοτυπία του πνεύματος και της σάρκας μου».
[…]
Ο Νταλί επέμενε να αποκαλεί τον Σεβαστιανό «Aγιο Αντικειμενικότητα». Στα τέλη Ιουλίου, δημοσίευσε ένα εκτενές πεζοτράγουδο για τον μάρτυρα στο καταλανικό περιοδικό L'Amic de les Arts. Αφιερωμένο «Στον Φ. Γκαρθία Λόρκα», το ελικοειδές ποίημα του Νταλί εξυμνεί τον Σεβαστιανό ως ένα πρότυπο της σύγχρονης εποχής. Στη στάση «θεσπέσιας αγωνίας» του Σεβαστιανού, ο άγιος ενσαρκώνει μια αισθητική της αντικειμενικότητας που υπερνικά το συναισθηματισμό και τη «σήψη» που σιχαινόταν ο Νταλί. Σε πιο προσωπικό επίπεδο, ο Σεβαστιανός θύμιζε στο ζωγράφο τον Λόρκα. Είπε στον Λόρκα ότι, όταν δούλευε πάνω στο ποίημα, συχνά είχε την εντύπωση ότι ο άγιος «είσαι εσύ... Θα δούμε τελικά αν ο άγιος Σεβαστιανός είσαι εσύ».

Μέσω της εικόνας του Σεβαστιανού, οι δυο τους έκαναν υπαινικτικές αναφορές στην έντονη συναισθηματική -και ενδεχομένως σαρκική- φύση της σχέσης τους. Ο Νταλί μιλούσε απροκάλυπτα για τον «αλάβωτο κώλο» του αγίου. Ο Λόρκα ήταν πιο ασαφής. «Τα βέλη του αγίου Σεβαστιανού είναι φτιαγμένα από ατσάλι» έγραψε στον Νταλί εκείνο το καλοκαίρι, «αλλά η διαφορά ανάμεσά μας είναι ότι εσύ τα βλέπεις γερά καρφωμένα και καλοφτιαγμένα, κοντά βέλη που δεν αστοχούν, ενώ εμένα μου φαίνονται επιμήκη... τη στιγμή που τον πληγώνουν. Ο δικός σου φιλντισένιος άγιος Σεβαστιανός έρχεται σε αντίθεση με τον σαρκικό δικό μου, ο οποίος πεθαίνει συνεχώς, και έτσι πρέπει».

Παραμένει αδιευκρίνιστο σε ποιο βαθμό ο μάρτυρας αντικατόπτριζε την προσωπική σχέση τού Λόρκα με το ζωγράφο. Ύστερα από αρκετά χρόνια, ο Νταλί ισχυρίστηκε ότι είχε απορρίψει τις σεξουαλικές προτάσεις του Λόρκα. Όμως κάποιοι που γνώριζαν το ζωγράφο -ο Πεπίν Μπέγιο, ο Λουίς Μπουνιουέλ και ο Ραφαέλ Μαρτίνεθ Ναδάλ- υποπτεύονταν ότι ο Νταλί παραποιούσε την αλήθεια για να σοκάρει ή να διασκεδάσει τους θαυμαστές του, όπως είχε προσποιηθεί κάποτε ότι αγαπούσε ένα έφηβο κορίτσι επειδή του άρεσε να την παραπλανά. Ο Μπέγιο και ο Μπουνιουέλ θεωρούσαν τον Νταλί «ασεξουαλικό», έναν ενάρετο απολλώνιο, σε αντίθεση με τον εγκόσμιο, διονυσιακό Λόρκα.

Οι πίνακες του Νταλί υπαινίσσονται διαφορετικά πράγματα. Το 1927, οι νεοκλασικές γραμμές των πρώτων του έργων είχαν αντικατασταθεί πλέον από τα γυμνά τοπία ενός φροϋδικού σύμπαντος. Τα αισθησιακά πορτρέτα της Aννας Μαρίας είχαν παραχωρήσει τη θέση τους σε αινιγματικές αναπαραστάσεις του Λόρκα -συχνά με τη μορφή κομμένου κεφαλιού με κλειστά μάτια- ανάμεσα σε ανατριχιαστικές εκδηλώσεις του υποσυνειδήτου του Νταλί: γυμνούς γυνακείους κορμούς, κομμένα χέρια, ζώα σε αποσύνθεση, αεροπλάνα, ψάρια, φαλλικά εξαρτήματα, γεννητικά όργανα. Η διφορούμενη, μερικές φορές μισογυνιστική, απεικόνιση των γυναικών, σε συνδυασμό με την κυριαρχία ομοφυλοφιλικών και αυτοερωτικών εικόνων, φανερώνουν το βάθος της σεξουαλικής δυσφορίας του Νταλί και υποδηλώνουν ότι πιθανότατα οι δυο τους είχαν μια βραχύβια σαρκική σχέση.

Ο Λόρκα είχε γίνει έμμονη ιδέα στον Νταλί, και αυτή η εμμονή του τον αναστάτωνε. Σε αρκετούς πίνακες, ζωγράφιζε τα χαρακτηριστικά του Λόρκα πάνω στα δικά του ή τοποθετούσε το πρόσωπο του ενός στη σκιά του άλλου. Μερικές φορές απλώς συγχώνευε τα δύο πρόσωπα σε ένα. Οι ζωές τους ήταν εξίσου συνυφασμένες. Ο Νταλί είχε ξεκινήσει να γράφει ποίηση, ενώ ο Λόρκα περνούσε όλο και περισσότερο καιρό σχεδιάζοντας. Στο έργο τους, μιλούσαν την ίδια μεταφορική γλώσσα. Ο ένας εκθείαζε τον άλλο. «Ο Φεδερίκο είναι καλύτερα από ποτέ» έγραψε ο Νταλί στον Λουίς Μπουνιουέλ, που βρισκόταν στο Παρίσι εκείνο το καλοκαίρι. «Είναι σπουδαίος άνθρωπος. Τα σχέδιά του είναι εξαιρετικά».
[…]
Ο ποιητής Λουίς Θερνούδα, που γνώρισε τον Λόρκα κατά τη διάρκεια των επετειακών εορτασμών στη Σεβίλη, δεν ξέχασε ποτέ τη ζωντάνια του. Ο Θερνούδα πρωτοείδε τον Γραναδίνο καθώς ο Λόρκα κατέβαινε τη μαρμάρινη σκάλα στο ξενοδοχείο του. Ο Λόρκα φορούσε μαύρα· το σκούρο, αγγελικό πρόσωπό του ήταν διάστικτο από ελιές. Ο Θερνούδα σκέφτηκε ότι έμοιαζε με πρόσωπο που θα μπορούσε να είχε ζωγραφίσει ο Μουρίγιο. Η φωτεινότητά του έμοιαζε να πηγάζει από τα μάτια του - μεγάλα, εκφραστικά, μελαγχολικά μάτια, που έρχονταν κατά κάποιον τρόπο σε αντίθεση με το κοντόχοντρο σώμα του Λόρκα. Το παρουσιαστικό του και μόνο έμοιαζε χαρισματικό. Ο Θερνούδα είπε αργότερα ότι αρκούσε να μπει ο Λόρκα σε ένα δωμάτιο για να λάμψουν όλα τα πρόσωπα και να απλωθεί μια ξαφνική σιωπή. Ήταν σαν ποταμός, θυμόταν ο Θερνούδα, «πάντοτε ο ίδιος και πάντοτε διαφορετικός, έρρεε ανεξάντλητα».

~~~~~~~~~~~~

Άλλες καταχωρήσεις για τον Λόρκα: 53, 207, 208, 263, 264, 376.