Δευτέρα, Ιουλίου 10, 2006

No 321

Το γεγονός ότι ο καθένας καθορίζεται ως αρσενικό ή θηλυκό αφορά στη σεξουαλική ταυτότητα του υποκειμένου ενώ η ομοφυλοφιλία παραμένει ένα ζήτημα «επιλογής αντικειμένου», ζήτημα δόμησης της επιθυμίας. Όποια και να είναι τα προβλήματα που εγείρει η ομοφυλοφιλική επιλογή, εντούτοις δεν αμφισβητεί, από ψυχαναλυτική άποψη, τη διαφορά των φύλων ούτε και την έσχατη θεμελίωση της διαφοράς αυτής στην αναπαραγωγή. Με αντίθετη αφετηρία, από τα μέσα της δεκαετίας του εβδομήντα οι ομοφυλοφιλικές και οι λεσβιακές σπουδές (gay & lesbian studies) στις Ηνωμένες Πολιτείες επιχείρησαν να αποδείξουν ότι τα δυο φύλα είναι το αποτέλεσμα μιας πολιτισμικής κατασκευής, σχετικοποιώντας ταυτόχρονα υπερβολικά τη διαφορά ανάμεσα στην «ομοφυλοφιλία» και στην «ετεροφυλοφιλία». (…) μια διολίσθηση νοήματος που μας έκανε να περάσουμε από μια κατηγοριοποίηση των αντικειμένων επιθυμίας σε μια κατηγοριοποίηση των υποκειμένων γενικώς, και η οποία θέτει σήμερα ερωτήματα σχετικά με την ταυτότητα, ατομική ή συλλογική.

Συλβιάν Αγκασενσκί: Πολιτική των φύλων (Πόλις)

3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Aπό ΤΟ ΒΗΜΑ, 22-04-2001
Γράφει η Κατρίν Βελισσάρη

…Η βασική θέση της Αγκασενσκί μπορεί να διατυπωθεί ως εξής. Ο καθένας μας γεννιέται κορίτσι ή αγόρι, ο καθένας μας γίνεται γυναίκα ή άντρας. Η διαφορά των φύλων είναι ένα φυσικό δεδομένο που όμως οι κοινωνίες ερμηνεύουν ποικιλοτρόπως, με βασικό ερμηνευτικό μοντέλο την κυριαρχία του αρσενικού πάνω στο θηλυκό. Το κλασικό φεμινιστικό κίνημα επεχείρησε να αποκαταστήσει την ισότητα περιφρονώντας τη θηλυκότητα. Η Αγκασενσκί προτείνει μια φιλοσοφία της διττότητας που αρνείται το ανδροκρατικό μοντέλο αλλά αποδέχεται την θηλυκότητα. Ασκώντας κριτική στην Σιμόν ντε Μπωβουάρ, η συγγραφέας υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει καμιά αντίφαση ανάμεσα στην ελευθερία των γυναικών και στο βιολογικό τους πεπρωμένο και ότι η μητρότητα αποτελεί προνομιακή εμπειρία.

Ο αναστοχασμός με θέμα τη διαφορά των φύλων, το γεγονός ότι η ανθρωπότητα είναι φτιαγμένη από άντρες και από γυναίκες, παρά την κοινοτοπία των λέξεων, είναι ένας πραγματικός αναστοχασμός για τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία μας, μια νέα ιδέα που προαναγγέλλει τη φιλοσοφία της «μεικτότητας».

Στις αρχές της δεκαετίας του '70 η Sylviane Agacinski συναντά τον Ζακ Ντεριντά. «Παρά την απομόνωση και τις εχθρικές διαθέσεις των πανεπιστημιακών», ο Ντεριντά εργάζεται με μια μικρή ομάδα (Jean-Luc Nancy, Philippe Lacoue-Labarthe) πάνω σε μια εν τω γίγνεσθαι φιλοσοφική έννοια: τη διαφορετικότητα (το πρόβλημα του Αλλου). Ο αναστοχασμός τους προσπαθεί να εξηγήσει ότι δεν υπάρχει απλή καταγωγή, ότι κάθε άτομο είναι εξαρχής ετερογενές, διπλό, διαιρεμένο και όχι ενιαίο. Αυτό το ερώτημα θα επηρεάσει αποφασιστικά τον τρόπο σκέψης της νεαρής φιλοσόφου. Την ίδια περίοδο ένα άλλο γεγονός θα παίξει αποφασιστικό ρόλο στη ζωή της: η συνάντηση με τον μελλοντικό πρωθυπουργό Λιονέλ Ζοσπέν. Η πολιτική δεν τους απασχολεί ιδιαίτερα, ο Ζοσπέν επιδιώκει μια θέση πρεσβευτή, η Sylviane Agacinski, καθηγήτρια Φιλοσοφίας στην Ecole des Hautes Etudes en Sciences Sociales (EHESS), διευθύνει ένα σεμινάριο με θέμα τη φιλοσοφία της τέχνης. Θα χρειαστεί η αποτυχία του τότε πρωθυπουργού Μισέλ Ροκάρ και η άρνηση του Ζακ Ντελόρ να θέσει υποψηφιότητα στις προεδρικές εκλογές για να βρεθεί και πάλι ο Λιονέλ Ζοσπέν στο κέντρο της πολιτικής κονίστρας. Με την έλευσή του στην εξουσία αγωνίζεται να επιβάλει, με τη μέθοδο της ποσόστωσης, μεγαλύτερη συμμετοχή των γυναικών στην πολιτική ζωή της Γαλλίας. Θα ακολουθήσει μια έντονη ανταλλαγή απόψεων γι' αυτό που στη Γαλλία θα ονομαστεί «ισοτιμία» (parite). Η κοινή γνώμη παθιάζεται και διαιρείται. Η Sylviane Agacinski τοποθετείται δημοσίως, με τον τρόπο της όμως, ως πολίτης και φιλόσοφος. Επικεντρώνει τη φιλοσοφική της ενασχόληση στην έννοια της διαφορετικότητας, η οποία στην περίπτωση των γυναικών επιτρέπει να διαμορφωθεί το ιδεώδες της πολιτικής ισοτιμίας (νομοθετική πραγματικότητα σήμερα) και να ανοίξουν δρόμοι για πολλές άλλες μεταρρυθμίσεις που χρόνια φεμινιστικών αγώνων είχαν καταστήσει αδύνατες.

Πράγματι, μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο οι γυναίκες απείχαν από την εξουσία ή από τα άμεσα πολιτικά διακυβεύματα. Εμπιστεύονταν την αρχή του δημοκρατικού ουνιβερσαλισμού, σύμφωνα με την οποία η ιδιότητα του «πολίτη» καθιστά ίσους όλους τους ανθρώπους, λευκούς και μαύρους, άντρες και γυναίκες, προβάλλοντας ένα και μοναδικό πρότυπο, το σεξουαλικά ουδέτερο και καθ' όλα ίσο άτομο. Αυτός ο ουνιβερσαλισμός όμως μεθόδευσε, με τρόπο υπόγειο, την αφομοίωση των γυναικών μέσα στον κόσμο των αντρών, διότι, ανεξάρτητα από όσα λέγονται, ζούμε σε έναν κόσμο που συνέλαβαν και οικοδόμησαν οι άντρες και στον οποίο το καθολικό ταυτίζεται με το αρσενικό. Διδάσκοντας Πλάτωνα ή Κίρκεγκαρντ η Sylviane Agacinski διαπιστώνει με έκπληξη ότι δεν αναλύει τον αναστοχασμό παγκόσμιων και ουδέτερων ατόμων αλλά ατόμων με φυλετική ταυτότητα των οποίων οι έννοιες διαποτίζονται από την ιεραρχία αρσενικό/θηλυκό. Τα ίχνη αυτής της φιλοσοφίας πάνω στα εννοιολογικά οικοδομήματα, είναι έντονα. Οι πρώτες φεμινίστριες ­με τη Σιμόν ντε Μποβουάρ επικεφαλής­, στις οποίες οφείλουμε τόσα πολλά, προσπαθώντας να αποτινάξουν τον ρόλο-ζυγό που η κοινωνία επέβαλλε στις γυναίκες αποδέχθηκαν την ταύτιση με τους άντρες, αρνούμενες ακόμη και τα δικαιώματα του φύλου τους, όπως το δικαίωμα να φέρνουν στον κόσμο παιδιά, ένα από τα ωραιότερα σύμβολα της θηλυκότητας, και ακολούθησαν την πεπατημένη οδό της φιλοσοφίας όλων των εποχών. Η Agacinski θέτει το ερώτημα του αποκλεισμού της αναπαραγωγής από τη φιλοσοφία. Γιατί από την εποχή του Συμποσίου του Πλάτωνα η φιλοσοφία αναγκάστηκε να επιλέξει ανάμεσα στον έρωτα για τις ιδέες (και την ψυχή των εφήβων) και στην επιθυμία για απόκτηση απογόνων (επομένως την επιθυμία της γυναίκας).

Η Σιμόν ντε Μποβουάρ και οι γυναίκες της γενιάς της δεν είδαν ή δεν θέλησαν να δουν ότι δεν ήταν δυνατή η υλοποίηση της ισότητας αν ο κόσμος παρέμενε ίδιος. Για τη Sylviane Agacinski, αν ο ουνιβερσαλισμός συνίσταται στο να αγνοούμε πλήρως τη διαφορά μεταξύ των δύο φύλων, δηλαδή τον ουσιώδη μεικτό χαρακτήρα του ανθρωπίνου γένους, τότε επιβάλλεται η κριτική του, από φιλοσοφική και πολιτική σκοπιά, και η απόδειξη ότι κάθε φορά που αποσιωπούμε αυτή τη διαφορά ταυτίζουμε το ανθρώπινο είδος με ένα μόνο φύλο, το ανδρικό φύλο. Για να ξαναβρούμε την ελευθερία σκέψης και να προχωρήσουμε, πρέπει να αποδεχθούμε την παγκοσμιότητα της διαφοράς.

Πρόκειται για μια σκέψη «που ωθεί καθένα από τα δύο φύλα να συνειδητοποιήσει ότι από μόνο του είναι ενσάρκωση του "ανθρώπου" και το υποχρεώνει να συνυπάρχει με το άλλο φύλο». Ένα νέο αλφάβητο των πιθανών σχέσεων διαμορφώνεται, πιο πολύπλοκο και πιο εύθραυστο, διότι προϋποθέτει μεγάλη ανοχή. Δεν θα ξεχνάμε έτσι ότι στα δημοκρατικά πολιτεύματά μας ένας πολίτης στους δύο είναι γυναίκα.

Ανώνυμος είπε...

Από ΤΑ ΝΕΑ, 14 Οκτωβρίου 2000
Γράφει η Έφη Φαλίδα

Άξονας ο Άνθρωπος

Τα δύο φύλα στην πραγματικότητα είναι το εξής ένα: ο άνθρωπος και οι αντιλήψεις του που τον φέρνουν σε αντιπαλότητα. Η φιλοσοφία αλλά και η λογοτεχνία εξετάζουν το ζήτημα από διαφορετική οπτική.

Το ζήτημα, περί της διαφοράς των φύλων, αλλά από την πλευρά της πολιτικής. Και της ανάγκης για «ισάριθμη αντιπροσώπευση» αντρών και γυναικών στο πλαίσιο του γαλλικού πολιτικού συστήματος διακυβέρνησης. Γιατί η συγγραφέας, εκτός από φιλόσοφος, τυγχάνει να είναι η σύζυγος του Γάλλου πρωθυπουργού Λιονέλ Ζοσπέν, με συνέπεια η ανάμειξή της στα κοινά να είναι αναπόφευκτη. Γι' αυτό θέλησε να γράψει ένα βιβλίο που θα είναι τόσο μια φιλοσοφική πραγματεία ως εκ της επιχειρηματολογίας του όσο και μια προσωπική τοποθέτηση λόγω των επιλογών του. Υπερασπίζοντας το αίτημα των γυναικών για την ισότιμη εκπροσώπησή τους στην πολιτική, η Συλβιάν Αγκασενσκί εξετάζει από φιλοσοφική, ανθρωπολογική και πολιτική άποψη το φεμινιστικό κίνημα στην ιστορική του διαδρομή.
[…]
Η συγγραφέας επανεξετάζει το γυναικείο ζήτημα. Προχωράει πέρα από τις διεκδικήσεις νομικής ή κοινωνικής φύσης που χαρακτήρισαν το αίτημα της χειραφέτησης των γυναικών και εστιάζει στο ενδιαφέρον τους για την εξουσία και τους πολιτικούς θεσμούς.
~~~~~~~~~~~~
Από ΤΟ ΒΗΜΑ της 27ης Μαΐου 2001, με την ευκαιρία της επικείμενης παρουσίας της Συλβιάν Αγκασενσκί στην Αθήνα για την παρουσίαση του βιβλίου της “Πολιτική των φύλων”


Εστιάζοντας στις γυναίκες

…Η συγγραφέας, καθηγήτρια της Φιλοσοφίας στην École des Hautes Études en Sciences Sociales, ασχολήθηκε από τη δεκαετία του '70 με τη «διαφορετικότητα», όπως την οροθέτησε ο Ζακ Ντεριντά. Υποστήριξε δημόσια τις απόψεις για την πολιτική ισοτιμία των δύο φύλων αλλά κράτησε αποστάσεις από τον άγουρο φεμινισμό της εξομοίωσης ανδρών και γυναικών. Και ενώ εκείνη διατύπωνε τις απόψεις της σε φιλοσοφικό επίπεδο ο σύζυγός της Λιονέλ Ζοσπέν, πρωθυπουργός της Γαλλίας, έδινε τον δικό του αγώνα για την εφαρμογή της ιδέας των ποσοστώσεων.

Ανώνυμος είπε...

Μεταπτυχιακή εργασία από το aegean.gr/gender-postgraduate)


ΦΥΛΟ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Mελέτη της Δήμητρας Σαμίου, Ιστορικού

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ
Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και Ιστορίας
Π.Μ.Σ. “Γυναίκες και Φύλα: Ανθρωπολογικές και Ιστορικές Προσεγγίσεις”
2004

Οι εννοιολογήσεις των όρων “φύλο” και “πολιτική”

[…]Αν ο επιστημονικός ορισμός του φύλου παρουσιάζει, ιδιαίτερα στην ελληνική γλώσσα, εγγενείς δυσκολίες λόγω της επανάχρησης ενός ιστορικού όρου που έχει υποστεί αλλαγές στη σημασιοδότηση, εξίσου ο όρος πολιτική υπήρξε και εξακολουθεί να είναι πολυσήμαντος και επομένως να προσφέρεται σε πολλαπλές σημασιοδοτήσεις.

Ξεκινώντας από το φύλο παρατηρούμε αρχικά ότι ο όρος χρησιμοποιείται για να περιγράψει τους άνδρες ή τις γυναίκες ως βιολογική κατηγορία (sex, sexe). Σε αντιπαραβολή με αυτή τη χρήση, στις σύγχρονες ανθρωπιστικές και πολιτικές επιστήμες το “φύλο” ή “κοινωνικό φύλο” (gender, genre) υποδηλώνει κατά κύριο λόγο κοινωνικές κατηγορίες, οι οποίες υπόκεινται σε ιδιαίτερες συνθήκες κοινωνικής και πολιτικής ενσωμάτωσης και ρύθμισης. Κατ’ επέκταση, ο όρος φύλο χρησιμοποιείται για να δηλώσει τις διαφοροποιημένες κοινωνικές ιδιότητες που αποδίδονται συλλογικά σε άνδρες και γυναίκες, προσδιορίζοντας τα όρια και την υφή των ρόλων τους.

Στις σύγχρονες φεμινιστικές ιστοριογραφικές και πολιτολογικές αναλύσεις το φύλο θεωρείται κοινωνικό κατασκεύασμα (επινόημα), πάντοτε ιστορικά προσδιορισμένο, και όχι δοσμένη από τη φύση τάξη πραγμάτων, ακόμα κι όταν σ’ αυτό συμπεριλαμβάνονται φυσικά στοιχεία, όπως οι λειτουργίες του σώματος και η σεξουαλικότητα που όμως διαμορφώνονται/επηρεάζονται από τα κοινωνικά δεδομένα. Ως έμφυλες, επομένως, χαρακτηρίζονται όλες «οι ασύμμετρες εν-δομικές, σχεσιακές και συμβολικές κοινωνικές διαφοροποιήσεις ανάμεσα σε άνδρες και γυναίκες» (Acker 1989) μέσα σ’ ένα δοσμένο κοινωνικο-πολιτικό περιβάλλον.

Από την άλλη, ο όρος “πολιτική” αποτελεί ουσιαστικοποιημένο επίθετο που πηγάζει από τα γραμματικά συντάγματα: ‘πολιτική διαδικασία’, ‘πολιτική βούληση’, ‘πολιτική πρακτική’. Αν και δεν υπάρχει ένας καθολικά αποδεκτός ορισμός της πολιτικής, έχει γίνει σήμερα κατανοητό ότι η πολιτική μπορεί να νοηθεί με τέσσερις βασικούς τρόπους. Ως πολιτική μπορεί να ορισθεί: α) ο συνολικός τρόπος με τον οποίο οργανώνεται μια κοινωνία, β) η κατανομή των αγαθών και των εργασιών, γ) το σύνολο της δραστηριότητας του κράτους, δ) ο αγώνας για την εξουσία.

Οι πιο πάνω ορισμοί της πολιτικής παρέχουν αντίστοιχα μια διευρυμένη ή συρρικνωμένη εικόνα των πολιτικών φαινομένων. Σύμφωνα με τους δύο πρώτους ορισμούς που αντιστοιχούν στην κλασική φιλελεύθερη παράδοση οι εννοιολογήσεις του πολιτικού επικεντρώνονται κυρίως στο θεσμικό εξουσιαστικό φαινόμενο και το κράτος, ενώ σύγχρονες ριζοσπαστικές πολιτολογικές θεωρήσεις αντιμετωπίζουν την πολιτική ως ένα ευρύ σύνολο δομών και διαδικασιών που αφορούν στη διαχείριση (διατήρηση ή μεταβολή) του κοινωνικού συστήματος εν γένει. Η V. Randall χαρακτηριστικά σημειώνει ότι η πολιτική, εκτός από εμπρόθετη κοινωνική δράση ή διαδικασία, συνιστά και άρθρωση των εξουσιαστικών κοινωνικών σχέσεων.

Καθοριστικός επίσης υπήρξε ο ορισμός του Max Weber, ο οποίος όρισε την πολιτική ως την «επιδίωξη συμμετοχής στην εξουσία ή άσκησης επιρροής στην κατανομή της εξουσίας είτε στο εσωτερικό ενός κράτους, ή στις ανθρώπινες ομάδες που υπάρχουν μέσα στο κράτος». Επομένως, βασικό στοιχείο για τον προσδιορισμό του πολιτικού χαρακτήρα των ιδεών και των πράξεων των υποκειμένων συνιστά η συνείδηση της επίτευξης ενός σκοπού, δηλαδή η συνειδητή επιλογή ενός σχεδιασμένου και προσανατολισμένου προς τη δημόσια ζωή στόχου μέσω του οποίου τα υποκείμενα επιθυμούν τη διατήρηση ή την ανατροπή της υπάρχουσας κατάστασης.

Κατά συνέπεια, η συνεξέταση του φύλου με την πολιτική περιλαμβάνει τη διερεύνηση της συλλογικά αποδιδόμενης προς τα άτομα κοινωνικής τους θέσης (μη ατομικά επιλεγμένης) με το θεσμό εκείνο που καθορίζει τη διαχείριση των κοινωνικών σχέσεων, δηλ. την πολιτική. Με άλλα λόγια, πρόκειται για τους τρόπους με τους οποίους ο πολιτικός χώρος ως χώρος διακίνησης πολιτικών ιδεών, διαχείρισης και ελέγχου της συλλογικής ζωής έρχεται να ταράξει τα νερά της παγιωμένης κοινωνικής θέσης των φύλων. Σε κάθε περίπτωση, μια έμφυλη μελέτη του πολιτικού δεν μπορεί παρά να λαμβάνει υπόψη της και τους τρεις τομείς της δημόσιας ζωής: κράτος, αγορά, κοινωνία των πολιτών, δηλ. δεν μπορεί παρά να συμπεριλαμβάνει τις δύσκολα μετασχηματιζόμενες δομές και σχέσεις εξουσίας όσο και τον τρόπο εκφοράς των έμφυλων συγκρούσεων. και τον τρόπο εκφοράς των έμφυλων συγκρούσεων.

Ειδικότερα όσο αφορά στο πολιτικό εξουσιαστικό φαινόμενο, διαφωτιστική είναι η σύντομη διατύπωση του ανθρωπολόγου Μ. Godelier, ο οποίος στον ορισμό της πολιτικής εξουσίας συμπεριλαμβάνει: α) τη δυνατότητα να αντιπροσωπεύει κάποιος την κοινωνία ως όλο, β) τη δυνατότητα να διαιτητεύει κανείς στο όνομα ενός κοινού καλού, γ) τη δυνατότητα προσφυγής στη βία (ή απειλής στην προσφυγή) καθώς και την επίκληση της συγκατάθεσης των άλλων και δ) τη συνύφανσή της με άλλες μορφές εξουσίας.

Τέλος, ας αναφερθεί ότι ο πολιτειολόγος Μ. Walzer θέλοντας να επισημάνει την πολιτειακή βαρύτητα της θεσμοθετημένης πολιτικής εξουσίας πάνω στο σύνολο της κοινωνίας έχει γράψει ότι η πολιτική εξουσία είναι η πιο σημαντική αλλά και η πιο επικίνδυνη μορφή εξουσίας στη θέσμιση των σύγχρονων δυτικών κοινωνιών.
...