Πέμπτη, Ιανουαρίου 22, 2009

No 586

Image Hosted by ImageShack.usΓιάννης Τσαρούχης

Στο παρελθόν, γνωστός καθηγητής και λόγιος κατηγόρησε τον Ιωάννου ως «επαρχιώτη». Ανοιχτοί λογαριασμοί μεταξύ Θεσσαλονικέων. Ούτε οι πρώτοι, ούτε οι τελευταίοι. Δεν μας ενδιαφέρουν πια. Όμως υπάρχει μια αλήθεια σε αυτό. Ο Ιωάννου μοιάζει περιχαρακωμένος στη γενέθλια πόλη του. (…) Ένας άνθρωπος της περιφέρειας λοιπόν (…) παραμένει ένας πεζογράφος της περιφέρειας. Παρά το γεγονός ότι αργότερα ξεπέρασε το σύνδρομο αυτό γράφοντας θέματα πανελλήνιας εμβέλειας σε ημερήσιες εφημερίδες. Αυτή η σκιά του “επαρχιώτη” λοιπόν, που στον Παπαδιαμάντη καθαγιάζεται, εκείνον μοιάζει να τον ακολουθεί σαν κατάρα. Αυτή μπορεί να είναι μια από τις μομφές που ίσως τον κρατούν μακριά από τα σημερινά ενδιαφέροντα των ανθρώπων του κλεινού άστεως.

Μένης Κουμανταρέας: Ένας Σειληνός στην ακολουθία του Επιταφίου στο Νάσος Βαγενάς, Γιάννης Κοντός, Νινέττα Μαυρονικόλα (επιμ.): Με τον ρυθμό της ψυχής. Αφιέρωμα στον Γιώργο Ιωάννου (Κέδρος)

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Το 2005 συμπληρώθηκαν είκοσι χρόνια από το θάνατο του κορυφαίου Θεσσαλονικιού πεζογράφου, ποιητή και δοκιμιογράφου Γιώργου Ιωάννου (1927-1985). Ο δημιουργός που ανανέωσε τη νεοελληνική πεζογραφία με έργα-σταθμούς όπως τα Για ένα φιλότιμο, Η σαρκοφάγος, Το δικό μας αίμα, Η πρωτεύουσα των προσφύγων, ο ακαταπόνητος μελετητής της λαϊκής μας παράδοσης, ο εκφραστής ενός ποιητικού ρεαλισμού που αποτύπωσε εύστοχα την ανθρώπινη μοίρα και περιπέτεια, εξακολουθεί να παραμένει επίκαιρος και να συγκινεί με την ενάργεια και την οξύνοια του λόγου του.Στα πλαίσια των εκδηλώσεων μνήμης και τιμής για τον Γιώργο Ιωάννου οι εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ κυκλοφορούν το συλλογικό τόμοΜε τον ρυθμό της ψυχής – Αφιέρωμα στον Γιώργο Ιωάννου, στον οποίο συμμετέχουν είκοσι εννέα γνωστοί συγγραφείς και κριτικοί: Κώστας Ακρίβος, Νάσος Βαγενάς, Θανάσης Βαλτινός, Γιάννης Βαρβέρης, Βασίλης Βασιλικός, Αντιγόνη Βλαβιανού, Γιώργης Γιατρομανωλάκης, Κωστής Γκιμοσούλης, Νίκος Δαββέτας, Γεράσιμος Δενδρινός, Μάρω Δούκα, Anna Zimbone, Νένα Ι. Κοκκινάκη, Γιάννης Κοντός, Δημήτρης Κοσμόπουλος, Μένης Κουμανταρέας, Ελευθερία Κρούπη, Κώστας Λαχάς, Στέλιος Λουκάς, Γιώργος Μανιώτης, Χριστόφορος Μηλιώνης, Λέων Α. Ναρ, Θανάσης Θ. Νιάρχος, Κώστας Γ. Παπαγεωργίου, Ηλίας Χ. Παπαδημητρακόπουλος, Μιχάλης Πιερής, Θεοδόσης Πυλαρινός, Βαγγέλης Χατζηβασιλείου, Έλενα Χουζούρη.
Ο Νάσος Βαγενάς σημειώνει στον πρόλογο της έκδοσης: «Όπως ο Παπαδιαμάντης, ο Μπόρχες ή ο Καλβίνο, ο Ιωάννου είναι ένας ποιητής που έγραφε σε πρόζα. Μια πρόζα βέβαια εντελώς διαφορετική από εκείνη των ποιητικιζόντων πεζογράφων. Το νέο πεζογραφικό ύφος που δημιούργησε, το οποίο γονιμοποίησε τη γραφή πολλών νεότερων ομοτέχνων του, προσγείωσε τη λυρικών διαθέσεων πεζογραφία μας σε ποιητικά εδάφη ρεαλιστικότερα, αποπεζοποιώντας ταυτόχρονα και τη ρεαλιστική μας πεζογραφία.»


kedros.gr

Ανώνυμος είπε...

Ο Ιωάννου όπως τον γνώρισαν


Της ΠΑΡΗΣ ΣΠΙΝΟΥ, (Ελευθεροτυπία)


«Γιώργο μου, έχω να σε δω είκοσι χρόνια. Κοιτάζω τις φωτογραφίες και τα βιβλία σου. Κείμενα ήθους και ομορφιάς της ελληνικής γλώσσας. Σε θαύμαζα (και πάντα θα σε θαυμάζω)...»



Με αυτό τον χαιρετισμό ο ποιητής Γιάννης Κοντός απευθύνεται στον Γιώργο Ιωάννου στο αφιέρωμα με τίτλο «Με τον ρυθμό της ψυχής» που ετοίμασε ο «Κέδρος» -το 2005 συμπληρώθηκαν 20 χρόνια από τον θάνατο του Ιωάννου. Μαζί του, 29 συγγραφείς και κριτικοί (από τον Νάσο Βαγενά και τον Θανάση Βαλτινό μέχρι τον Γιώργη Γιατρομανωλάκη, τη Νένα Κοκκινάκη, τον Μένη Κουμανταρέα και τον Γιώργο Μανιώτη) σκέφτονται τον εξομολογητικό λογοτέχνη που «συνέθεσε την τοιχογραφία του καιρού του», τον εσωστρεφή «ασκητή» που έγραφε στο ημιφωτισμένο δωμάτιό του.

Το πορτρέτο του όμως κάνουν και 32 ζωγράφοι με ισάριθμα έργα που θα παρουσιαστούν, μαζί με το βιβλίο την Τετάρτη το βράδυ στο Νέο Μουσείο Μπενάκη, στην Πειραιώς. Οι Κ. Κατζουράκης, Α. Κυριτσόπουλος, Χρ. Μποκόρος, Χρ. Μπότσογλου, Α. Παπαδοπεράκη, Εδ. Σακαγιάν, Σ. Σόρογκας, Αλ. Φασιανός, Μ. Χάρος, Γ. Ψυχοπαίδης και πολλοί άλλοι αποτύπωσαν τα χαρακτηριστικά του προσώπου του Ιωάννου, επηρεάστηκαν από την ατμόσφαιρα των ποιημάτων του ή βάδισαν στα μέρη όπου σύχναζε κι αυτός.

*Στις πρώτες σελίδες του αφιερώματος -αποσπάσματα του οποίου προδημοσιεύουμε σήμερα- ο Βασίλης Βασιλικός ανοίγει το άλμπουμ με τις παλιές φωτογραφίες κι ανακαλύπτει μια φωτογραφία του Ιωάννου από το 1955, όταν ήταν καθηγητής στον Σοχό, την πατρίδα της Ζυράννας Ζατέλη. Ο Θανάσης Νιάρχος περιγράφει την καθημερινότητα του συγγραφέα: «Ηταν για πολλούς μια οικεία φιγούρα στους δρόμους της Αθήνας, ακόμα κι αν δεν γνώριζαν πως είχαν να κάνουν μ' έναν σπουδαίο συγγραφέα. Εμπαινε στα μαγαζιά, ψώνιζε, ρωτούσε για τις τιμές, χρησιμοποιούσε τα μέσα συγκοινωνίας, συνδύαζε δουλειές για να μικραίνει τις αποστάσεις. Λάτρευε το κέντρο της Αθήνας, που το είχε διαλέξει άλλωστε για γειτονιά του. Οσο θορυβωδέστερη ήταν μια περιοχή τόσο προσφιλέστερη του γινόταν. Οταν χρειαζόταν να απομονωθεί, το κατόρθωνε στο ίδιο του το σπίτι, με τα κλειστά παράθυρα, τις κατεβασμένες κουρτίνες».

*«Διχασμένη φύση» τον αποκαλεί ο Μένης Κουμανταρέας και προσθέτει δεκάδες άλλους χαρακτηρισμούς: «Ενας Θρακιώτης -και θρακιώτη συγγραφέα έχουμε να δούμε από τον Βιζυηνό- ένας αργοπορημένος Βυζαντινός στα χρόνια μας, ένας ηθικολόγος με την ηθική ενός δασκάλου ερωτευμένου με έναν από τους μαθητές του. Ενας γραμματικός που είναι μαζί και ποιητής. Ενας ερευνητής των λέξεων που αποδελτιώνει μαζί με τη γνώση και τα ήθη των συγχρόνων του. Ενας λαϊκός βαθιά θρησκευόμενος που ερευνά μανιακά τον καραγκιόζη και ένας καραγκιοζοπαίχτης ο ίδιος όταν αποφασίζει να γίνει αστείος (...) Είναι, ακόμα, ένας γεωγράφος της περιφέρειας και μαζί γεωγράφος του ανθρώπινου κορμιού...»

*Η Μάρω Δούκα τον θυμάται να την παρακολουθεί, ενώ η ίδια, νεαρή συγγραφέας, έσκυβε στα γραπτά της: «Ασκήσεις επί χάρτου, μου έλεγε, με τα μολύβια μου και με τα τετράδιά μου και με το φως της λάμπας μου, απορώ πως δεν αποσπά την προσοχή σου ο θόρυβος από τα πλήκτρα της γραφομηχανής! Μα το πρώτο χέρι, του έλεγα απολογητικά εγώ, το κάνω πάντα με καλά ξυσμένο μολύβι, ούτε καν με στυλό. Εντάξει τότε, υποχωρούσε συγκαταβατικά, και αλλάζαμε κουβέντα».

*Ο Μιχάλης Πιερής αναπολεί τη μέρα που τον γνώρισε, στις αρχές του 1981. Βρισκόταν στο σπίτι του Ιωάννου και, καθώς τον ρωτούσε επίμονα «τι μας ετοιμάζετε», ο Ιωάννου του έδειξε ένα μυθιστόρημα που είχε στα σκαριά: «Χρειάζεται μεγάλη προεργασία αν θέλεις πράγματι να αναστήσεις μυθιστορηματικούς ήρωες και μια εποχή με την απαιτούμενη αληθοφάνεια» του είπε. «Αυτός ο ήρωας, για παράδειγμα, δείτε τι έχω καταγράψει στη στήλη του: τι σπούδασε, τι διάβαζε, πού εργάστηκε, που ταξίδεψε, ποια ήταν η ιδελογία του. Χωρίς αυτά δεν μπορώ να τον αναστήσω. Είμαι όμως έτοιμος. Μες στην επόμενη δεκαετία θα τυπώσω τρία τουλάχιστον ή και τέσσερα μυθιστορήματα».

Πού να φανταζόταν ότι το νήμα της ζωής του θα κοβόταν τόσο γρήγορα, τόσο απρόσμενα, λίγα χρόνια αργότερα.