Τετάρτη, Ιανουαρίου 17, 2007

No 408

Image Hosted by ImageShack.usRon Mueck(Αυστραλία)

Ναι, είχε αμαρτήσει: ένα πρωί, μονάχος του, μέσα στο βρόμικο μπάνιο, στο τετράγωνο, γκρίζο σαν τη σκόνη κλουβί που ήταν γεμάτο με την μπόχα του πατέρα του. Μερικές φορές, σκυμμένος πάνω από τη ραγισμένη μπανιέρα, που είχε ένα γκρίζο χρώμα που αποκάλυπτε πολλά, έτριβε τη ράχη του πατέρα του’ και κοίταζε, σαν τον καταραμένο γιο του Νώε, την αποκρουστική γύμνια του πατέρα του. Ηταν κρυφή, σαν αμαρτία, και γλοιώδης, σαν τον όφη, και βαριά, σαν τη ράβδο. Μισούσε τότε τον πατέρα του και λαχταρούσε να αποκτήσει τη δύναμη να τον τσακίσει.
Μήπως αυτός ήταν ο λόγος που κείτονταν εδώ, αποκομμένος από κάθε ανθρώπινη ή ουράνια βοήθεια απόψε; Αυτό και όχι το άλλο, το θανάσιμο αμάρτημά του, που είχε κοιτάξει τη γύμνια του πατέρα του και τον είχε χλευάσει και καταραστεί από μέσα του; Αχ, εκείνος ο γιος του Νώς ήταν καταραμένος, ως τη σημερινή γενιά που στέναζε: Οικέτης έσται τοις αδελφοίς αυτού.

Τζέιμς Μπόλντουιν: Φώναξέ το στα βουνά (Μεταίχμιο)

3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Aπό ΤΑ ΝΕΑ, 5 Ιανουαρίου 2007
Γράφει ο Πέτρος Τατσόπουλος

Ο Τζέιμς Μπόλντουιν αποχαιρετά την παιδική του ηλικία

Η καταστολή και η παρηγοριά


Ο Τζέϊμς Μπόλντουιν (1924 - 1987), εμβληματική μορφή στην ιστορία της αφροαμερικανικής λογοτεχνίας, δεδηλωμένος ομοφυλόφιλος και μαχητικός ακτιβιστής του κινήματος πολιτικών δικαιωμάτων των μαύρων, τάραξε τα νερά με το πρώτο του κιόλας μυθιστόρημα, το «Φώναξε το στα βουνά», δημοσιευμένο το 1954. Λίγον καιρό προτού αφυπνιστεί - αμετάκλητα - η μαύρη Αμερική, ο Μπόλντουιν ανατρέχει στο Χάρλεμ της δεκαετίας του 1930 και αποχαιρετά την παιδική του ηλικία


Γιος ευαγγελιστή ιεροκήρυκα, ο μικρός Τζέιμς Μπόλντουιν δανείζει και το χλευαστικό παρατσούκλι του, «Βατραχομάτης», στον Τζον Γκράιμς, τον κεντρικό του ήρωα - και δεν είναι παρά η πιο ασήμαντη από τις αναμνήσεις που του δανείζει. Στην πραγματικότητα ο Μπόλντουιν αφηγείται το δικό του πέρασμα στην εφηβεία, τη δική του «αφύπνιση» και αναπλάθει μια νέγρικη κοινότητα, μεσοπολεμική, βυθισμένη στη θρησκοληψία. Το κείμενο, με τις απανωτές του αναφορές τόσο στην Παλαιά όσο και στην Καινή Διαθήκη, καθώς και με τη γενικότερη «αποκαλυπτική» του ατμόσφαιρα, όπου ευθέως παραπέμπει στην Αποκάλυψη του Ιωάννη, ίσως ξενίσει όσους δεν είναι εξοικειωμένοι με τη βαθιά επίδραση των ευαγγελιστών - με τις δεκάδες παραφυάδες τους - στους υπόδουλους πρώτα και απελεύθερους έπειτα μαύρους. Γιατί όμως, ευθύς εξαρχής, σημείωσαν τόσο μεγάλη επιτυχία οι ευαγγελιστές με τον προσηλυτισμό των μαύρων; Τι κοινό μπορούσε να φαντάζεται ο μαύρος σκλάβος ότι έχει με έναν γαλανομάτη ξανθό Ιησού;


Το ειδύλλιο

Ο ίδιος ο Μπόλντουιν, συστηματικός μελετητής της Βίβλου - υπό την πατρική επίβλεψη και πίεση, μας αφήνει να εικάσουμε -, δίνει και τα κλειδιά για να κατανοήσουμε αυτό το αλλόκοτο θρησκευτικό ειδύλλιο. Η Παλαιά Διαθήκη εξηγεί (χοντροκομμένα βέβαια, αλλά και ποιος σκοτίστηκε τότε για πιο λεπτεπίλεπτες εξηγήσεις;) την κακοδαιμονία των αφρικανικών φυλών. Σύμφωνα λοιπόν με τον «Θείο Λόγο», οι Αφρικανοί - όπως και οι Βαβυλώνιοι, οι Φιλισταίοι και οι Χαναναίοι - κατάγονται από τους Χαμίτες, τους τέσσερις γιους του Χαμ, που με τη σειρά του ήταν ο δευτερότοκος γιος του Νώε και ο πατέρας του τον καταράστηκε διά βίου επειδή ο Χαμ τον είδε γυμνό. Ως «καταραμένοι» οι Αφρικανοί δεν δικαιούνται παρά να επιζητούν μια ζωή την εξιλέωση. Ως δούλοι επίσης, βίαια μεταφερμένοι στην Αμερική, ταυτίζονται εύκολα με τον περιούσιο λαό του Ισραήλ, τον καιρό που ζούσε κι εκείνος υπόδουλος στην Αίγυπτο, και προσδοκούν τη δική τους «Έξοδο» - μια περίοδο που πολλοί από αυτούς (οι πιο ευκολόπιστοι) βλέπουν να ξεπατικώνεται αυτούσια πάνω στον εμφύλιο πόλεμο (1861 - 1865), την απελευθέρωση των μαύρων από τα δεσμά της δουλείας και τη μαζική φυγή τους προς τις βόρειες πολιτείες. Να γιατί το αφελές κήρυγμα των φονταμενταλιστών χριστιανών βρίσκει τόσο πρόσφορο έδαφος στις μαύρες καρδιές.

Τα φληναφήματα των ευαγγελιστών εγκλωβίζουν τους μαύρους σε ένα καθεστώς αέναης υποτέλειας συνδυάζοντας απαράμιλλα την παρηγοριά με την καταστολή. Ο μαύρος μπορεί να βρει ανακούφιση μονάχα κοντά στον Ιησού Χριστό και με όπλο την πίστη του να καταπολεμήσει τον αποκλειστικό του εχθρό: την αμαρτία. «Ας θυμηθούμε ότι γεννιόμαστε μέσα στην αμαρτία», κηρύσσει ο Γκάμπριελ Γκράιμς, ο (υποτιθέμενος) πατέρας του Τζον, «μέσα στην αμαρτία μάς συνέλαβαν οι μητέρες μας - η αμαρτία βασιλεύει σε όλα μας τα μέλη, η αμαρτία είναι ο φυσικός χυμός της βρόμικης καρδιάς, η αμαρτία κοιτάζει μέσα από τα μάτια, αμήν, και οδηγεί στον πόθο, η αμαρτία βρίσκεται στην ακοή και οδηγεί στην αφροσύνη, η αμαρτία κάθεται πάνω στη γλώσσα και οδηγεί στον φόνο». Σε αυτό το αμαρτοκρατούμενο σύμπαν, ο μαύρος αμαρτωλός οφείλει να παραγκωνίσει την καθημερινή του μιζέρια (όλοι οι μαύροι ήρωες στο βιβλίο του Μπόλντουιν, ακόμη και οι πιο διακεκριμένοι στη μαύρη κοινότητα, δουλεύουν ως υπηρέτες ή καθαριστές στα σπίτια των λευκών) και να συρθεί γονατιστός στον βωμό του ναού των ευαγγελιστών, να απαρνηθεί τα μιαρά του ανομήματα εντάσσοντας αυτοδίκαια τον εαυτό του στην «κοινότητα των αγίων» - σε αντίστιξη με την άλλη, την κολασμένη μαύρη κοινότητα που μεθοκοπάει με παράνομο ουίσκι (έχουμε ποτοαπαγόρευση), παραδίδεται στους λάγνους ρυθμούς της τζαζ (τυχαία νομίζετε την απαγόρευσαν τότε όλα τα ολοκληρωτικά καθεστώτα;) και εκπορνεύεται. Από τη μια η σωτηρία, από την άλλη η καταδίκη. Από τη μια η αγνότητα, από την άλλη η φαυλότητα. Από τούτο το μανιχαϊστικό ψευτοδίλημμα δεν θα μπορέσει η μαύρη κοινότητα - αλλά και όλη η Αμερική, έχουμε την εντύπωση - να απεγκλωβιστεί πριν από τα τέλη της δεκαετίας του 1950. Είναι η εποχή που ο - δέκα χρόνια αυτοεξόριστος - Τζέιμς Μπόλντουιν θα επιστρέψει στην πατρίδα του και θα αγωνιστεί για τον απεγκλωβισμό των Αφροαμερικανών.


ΣΗΚΩΝΟΝΤΑΣ ΤΟ ΚΑΠΑΚΙ

Ο Αμερικανός συγγραφέας Τζέιμς Μπόλντουιν

Το ηθικοπλαστικό παραλήρημα του Γκάμπριελ δεν τον εμποδίζει να διακρίνει την ταρτούφικη στάση των περισσότερων ευαγγελιστών ιεροκηρύκων, όπως δεν θα εμποδίσει και τον Τζον να διακρίνει ότι ο «ενάρετος» Γκάμπριελ, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, κατέστρεψε τη ζωή όσων είχαν την ατυχία να τον πλησιάσουν. Ο Μπόλντουιν διατρέχει, με ασυνήθιστη αφηγηματική δύναμη, τα βασανισμένα πεπρωμένα όλων των συγγενών του, πρόχειρα καλυμμένων κάτω από μυθοπλαστικές προβιές - της θείας Φλόρενς, της άτυχης Ντέμπορα (θύμα ομαδικού βιασμού από λευκούς), της στωικής μητέρας Ελίζαμπεθ - και αφουγκράζεται τα πάθη τους να κοχλάζουν κάτω από το θρησκοληπτικό καπάκι. Με ένα αμφίσημα ειρωνικό τέλος, ο δεκατετράχρονος πια Τζον, απενοχοποιημένος ήδη για την ομοφυλοφιλική του κλίση, θα σηκώσει το καπάκι και θα αφήσει τους ατμούς να κατακλύσουν την αφηγηματική του κουζίνα. Δεν είναι παρά το πρώτο πιάτο στην τριαντάχρονη συγγραφική του σταδιοδρομία.

Ανώνυμος είπε...

Aπό το elogos.gr:

Το «Φώναξέ το στα βουνά» του Τζέιμς Μπόλντουιν είναι ένα μυθιστόρημα γύρω από τη ζωή των μαύρων της Αμερικής στη δεκαετία του 1930, τη καταφυγή τους στη θρησκεία για να αντιμετωπίσουν την πίεση που τους ασκεί η κοινωνική πραγματικότητα γύρω τους, τις προσπάθειές κάποιων να δραπετεύσουν από τη μοίρα τους και την αδυναμία τους να το καταφέρουν.
H ιδιαιτερότητα αυτού του έργου βρίσκεται στον τρόπο με τον οποίο οι ήρωές του βιώνουν τη θρησκεία. Είναι ένας τρόπος σε μεγάλο βαθμό σωματικός, όπου η έκσταση κι η αποκάλυψη του θεού στον καθένα ξεχωριστά δε θεωρείται μια σπάνια ευλογία αλλά σχεδόν ένα απαραίτητο ζητούμενο, μια εν ζωή ενθάρρυνση των ανθρώπων ότι βρίσκονται στο σωστό δρόμο. Ο συγγραφέας παρουσιάζει με ιδαίτερα επιδέξιο τρόπο μια θρησκεία που ενώ χρωματίζει κάθε πτυχή της ζωής, δεν επηρεάζει σχεδόν στο ελάχιστο τα μικρά και μεγάλα πάθη των ανθρώπων. Ο άνεμος της ελευθεριότητας που ήδη πνέει σε αυτόν τον αιώνα, παρασέρνει αναπόφευκτα όλους τους ήρωες, τους συντρίβει στην αδυναμία τους ν’ ανταποκριθούν σε προκλήσεις για τις οποίες δε διαθέτουν τα εφόδια. Αναγκάζονται να επιστρέφουν ξανά και ξανά στη θρησκεία, ν’ αναζητούν σ’ ολόκληρη τη ζωή τους τη σωτηρία, παλεύοντας διαρκώς ανάμεσα στην ενοχή και στη λαγνεία.

Το «Φώναξέ το στα βουνά» δεν είναι μια ιστορία με βασικούς ήρωες και γραμμική πλοκή, αλλά μια συρραφή των βιογραφιών μιας τυπικής οικογένειας μαύρων της οποίας ο αρχηγός είναι ιεροκήρυκας στην τοπική εκκλησία. Η γραφή είναι έντονη, συναισθηματική, αγχώδης, αποπνιχτική, ενορατική. Η ψυχολογία κι οι πράξεις των ηρώων διαγράφονται με μεγάλη καθαρότητα κι ειλικρίνεια, τα κίνητρα, η πορεία κι η μοίρα τους φαντάζουν ν’ ακολουθούν ένα προδιαγεγραμμένο σχέδιο, ολότελα διαφορετικό από αυτό το οποίο ελπίζουν. Δεν είναι τυχαίο ότι οι λευκοί απουσιάζουν σχεδόν ολοκληρωτικά από το σκηνικό. Ο συγγραφέας δεν τους θέλει σαν άλλοθι για την κατάσταση των ηρώων του και το μήνυμα είναι τελικά σαφές: το πρόβλημα αυτών των ανθρώπων είναι πρόβλημα χειραφέτησης. Η ψυχολογία του σκλάβου είναι δυνατότερη από τις αλυσίδες του.

Το «Φώναξέ το στα βουνά» έχει τις προδιαγραφές κλασικού έργου, αναφερόμενο σε συμπτώματα και συμπεριφορές που χαρακτηρίζουν οποιαδήποτε μικρή ή βρισκόμενη σε αδυναμία κοινότητα ανθρώπων. Μισό αιώνα μετά τη συγγραφή του, η ιστορία της μαύρης οικογένειας, θα μπορούσε να είναι η ιστορία οποιασδήποτε καταπιεσμένης μειονότητας του σήμερα.

Μπάικας Ποθητός
~~~~~~~~~~~~

H μετάφραση είναι της Μαρίας Κονδύλη

Προηγούμενες καταχωρήσεις για τον James Baldwin:
No.103 – To δωμάτιο του Τζοβάνι
και
Νο.110 – Μια άλλη χώρα

Ανώνυμος είπε...

Ανοησίες και φληναφήματα του υπερφίαλου Μπάικα που δεν κατανοεί ούτε ο ίδιος όσα γράφει.