Marie Laurencin (Γαλλία)
(…)έπρεπε να παλέψω με ένα συγκεκριμένο φάντασμα. Και το φάντασμα ήταν μια γυναίκα που όταν άρχισα να την γνωρίζω καλύτερα της έδωσα το όνομα της ηρωίδας από ένα γνωστό ποίημα, ο Άγγελος του Σπιτιού. (…) Ήταν εξαιρετικά συμπαθητική. Απέραντα γοητευτική. Απεριόριστα ανιδιοτελής. Διακρινόταν για τον τρόπο που επέλυνε τα δύσκολα οικογενειακά προβλήματα. Θυσιαζόταν καθημερινά. Αν υπήρχε κοτόπουλο, έτρωγε το πόδι. Αν υπήρχε ρεύμα, εκεί θα καθόταν. Με λίγα λόγια, ήταν έτσι καμωμένη που ούτε δικές της απόψεις, ούτε δικές της επιθυμίες είχε, αλλά προτιμούσε πάντοτε να συμπάσχει και να ακολουθεί τις σκέψεις και τις επιθυμίες των άλλων. Πάνω από όλα, και αυτό δεν χρειάζεται να το αναφέρω, ήταν αγνή.(…) Και όταν ήρθε η στιγμή να γράψω ήρθα αντιμέτωπη μ’ αυτή από τις πρώτες μου λέξεις. Η σκιά των φτερών της έπεσε στην σελίδα μου. Άκουσα το θρόισμα του φουστανιού της στο δωμάτιο για να είμαι πιο ακριβής, όταν πήρα στο χέρι την πένα για να γράψω την κριτική για το μυθιστόρημα κάποιου φημισμένου άντρα, αυτή γλύστρισε πίσω μου και ψιθύρισε: «Αγαπητή μου, εσύ είσαι μια νέα κοπέλα και γράφεις για ένα βιβλίο που έγραψε ένας άντρας, να είσαι συμπονετική, τρυφερή, να κολακεύεις, να εξαπατάς, χρησιμοποίησε όλη τη δεξιοτεχνία σου και τα τεχνάσματα του φύλου μας. Ποτέ μην αφήσεις κανέναν να μαντέψει πως έχεις τη δική σου σκέψη. Πάνω από όλα να είσαι αγνή.» Και πήγε να κατευθύνει την πένα μου. Τώρα φέρνω στη μνήμη μου μια πράξη για την οποία επαινώ τον εαυτό μου. Στράφηκα και την άρπαξα από τον λαιμό. Έκανα ότι μπορούσα για να τη σκοτώσω. Η δικαιολογία μου, αν επρόκειτο να δικαστώ για αυτό, θα ήταν ότι βρισκόμουνα σε άμυνα. Αν δεν τη σκότωνα εγώ θα με σκότωνε εκείνη.
Virginia Woolf: Δοκίμια (scripta)
(…)έπρεπε να παλέψω με ένα συγκεκριμένο φάντασμα. Και το φάντασμα ήταν μια γυναίκα που όταν άρχισα να την γνωρίζω καλύτερα της έδωσα το όνομα της ηρωίδας από ένα γνωστό ποίημα, ο Άγγελος του Σπιτιού. (…) Ήταν εξαιρετικά συμπαθητική. Απέραντα γοητευτική. Απεριόριστα ανιδιοτελής. Διακρινόταν για τον τρόπο που επέλυνε τα δύσκολα οικογενειακά προβλήματα. Θυσιαζόταν καθημερινά. Αν υπήρχε κοτόπουλο, έτρωγε το πόδι. Αν υπήρχε ρεύμα, εκεί θα καθόταν. Με λίγα λόγια, ήταν έτσι καμωμένη που ούτε δικές της απόψεις, ούτε δικές της επιθυμίες είχε, αλλά προτιμούσε πάντοτε να συμπάσχει και να ακολουθεί τις σκέψεις και τις επιθυμίες των άλλων. Πάνω από όλα, και αυτό δεν χρειάζεται να το αναφέρω, ήταν αγνή.(…) Και όταν ήρθε η στιγμή να γράψω ήρθα αντιμέτωπη μ’ αυτή από τις πρώτες μου λέξεις. Η σκιά των φτερών της έπεσε στην σελίδα μου. Άκουσα το θρόισμα του φουστανιού της στο δωμάτιο για να είμαι πιο ακριβής, όταν πήρα στο χέρι την πένα για να γράψω την κριτική για το μυθιστόρημα κάποιου φημισμένου άντρα, αυτή γλύστρισε πίσω μου και ψιθύρισε: «Αγαπητή μου, εσύ είσαι μια νέα κοπέλα και γράφεις για ένα βιβλίο που έγραψε ένας άντρας, να είσαι συμπονετική, τρυφερή, να κολακεύεις, να εξαπατάς, χρησιμοποίησε όλη τη δεξιοτεχνία σου και τα τεχνάσματα του φύλου μας. Ποτέ μην αφήσεις κανέναν να μαντέψει πως έχεις τη δική σου σκέψη. Πάνω από όλα να είσαι αγνή.» Και πήγε να κατευθύνει την πένα μου. Τώρα φέρνω στη μνήμη μου μια πράξη για την οποία επαινώ τον εαυτό μου. Στράφηκα και την άρπαξα από τον λαιμό. Έκανα ότι μπορούσα για να τη σκοτώσω. Η δικαιολογία μου, αν επρόκειτο να δικαστώ για αυτό, θα ήταν ότι βρισκόμουνα σε άμυνα. Αν δεν τη σκότωνα εγώ θα με σκότωνε εκείνη.
Virginia Woolf: Δοκίμια (scripta)
1 σχόλιο:
Η παρουσίαση του βιβλίου και η αναδημοσίευση της κριτικής είναι από το site της Πρωτοπορίας (protoporia.gr):
Η παρούσα επιλογή έγινε με βάση τα θέματα που απασχόλησαν τη Woolf κατά τη δημιουργική περίοδο της ζωής της. Θέματα όπως: φεμινισμός, κοινωνική ισότητα, η αξία των βιβλίων, η σχέση της τέχνης με την πολιτική και τον άνθρωπο, η γραφή και η ανάγνωση σαν δημιουργία και σαν απόλαυση, καθώς επίσης και η λογοτεχνική παράδοση. Μέσα από αυτά ο αναγνώστης αποκτά μια κατά το δυνατόν σφαιρική εικόνα του προβληματισμού της Woolf και έτσι μπορεί να σκιαγραφήσει την πολυμερή προσωπικότητά της καθώς και τη θεματογραφία του σημαντικού και πολύπλευρου έργου της.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Η φεμινιστική κριτική, σε άνθηση την τελευταία τριακονταετία, ανέδειξε εμφατικά τη «γυναικεία» πτυχή του έργου της Βιρτζίνιας Γουλφ (1882-1941). Στα προγράμματα των πανεπιστημιακών «γυναικείων σπουδών», στα φεμινιστικά περιοδικά και βιβλία, στις διαλέξεις και εκδηλώσεις των απανταχού φεμινιστικών οργανώσεων το όνομα της Γουλφ φιγουράρει από τα πρώτα και δικαίως: κανένας δεν μπορεί να αμφισβητήσει την αγωνία της για την κοινωνική ισότητα των δύο φύλων, την αυτοσυνείδηση της σύγχρονης γυναίκας, την προώθηση των δικαιωμάτων της στον εργασιακό χώρο, στη σφαίρα του δημόσιου και του ιδιωτικού. Το Ένα δικό σου δωμάτιο (1929), οι Τρεις γκινέες (1938) καθώς και πλείστα φεμινιστικά άρθρα και δοκίμιά της φιλοτέχνησαν το προφίλ της δυναμικής, μαχητικής αγωνίστριας για τη δικαίωση του φύλου της. Ωστόσο η συμβολή της στην ανανέωση της λογοτεχνικής γραφής και ειδικότερα στη διαμόρφωση του «μοντέρνου», αντιρεαλιστικού μυθιστορήματος είναι πολύ μεγαλύτερη και την αναδεικνύει μείζονα συγγραφέα, μεταξύ των μεγάλων ονομάτων (Προυστ, Τζόις, Κάφκα, Μπέκετ) που άλλαξαν τον ρου της πεζογραφίας στον 20ό αιώνα. Από το πρώτο της μυθιστόρημα, το Ταξίδι (1915), ως το τελευταίο, Ανάμεσα στις πράξεις (1941), με κορυφαίους ενδιάμεσους σταθμούς την Κυρία Νταλλογουέη (1925), το Στο φάρο (1927), τον Ορλάντο (1928) και Τα κύματα (1931), η Γουλφ αντιμάχεται με πείσμα και συνέπεια τις βολές και τις αδράνειες του λογοτεχνικού βικτωριανισμού και της ρεαλιστικής αφήγησης: τα σαφή περιγράμματα των χαρακτήρων, η αρραγής, «αντικειμενική» πραγματικότητα και η χωροχρονική ευταξία της πλοκής δεν εμπίπτουν στο συγγραφικό της αίτημα. Εκείνο που προσπαθεί να αποτυπώσει στα κείμενά της είναι η περίφημη «συνειδησιακή ροή», ο θρυμματισμένος κόσμος της καθημερινότητας όπως τον βιώνουν άνθρωποι αντιφατικοί και μπερδεμένοι, με τις αμφιβολίες, τις απορίες και τους δισταγμούς τους. Με βάση τον στιβαρό σκελετό του μυθιστορήματος του Μπαλζάκ ή του Ντίκενς, ο μυθιστορηματικός κόσμος της Γουλφ είναι αντιλογοτεχνία, χάος και «σκόρπια ζωή».
Το κριτικό της έργο, καθώς και τα ημερολόγιά της ή η πλούσια αλληλογραφία της είναι λιγότερο γνωστά παρ' ότι ολοκληρώνουν ιδανικά τη συγγραφική της προσωπικότητα. Το σύνολο της παραγωγής της, σύμφωνα με ορισμένους μελετητές της, αποτελεί προβολή του ταραγμένου ψυχικού κόσμου της• σίγουρα πάντως πρόκειται για γραφή μουσική, ρευστή, δίχως ορατούς κανόνες, με εσωτερικά και υπόγεια κέντρα, με μια αμέθοδη μέθοδο να οδηγεί ανεπαίσθητα τον αναγνώστη μέσα από πολλαπλούς περιδινούμενους κύκλους στον πυρήνα της σκέψης της.
Το δοκίμιο ως είδος δημιουργικής γραφής απασχόλησε τη Βιρτζίνια Γουλφ ήδη από τα μέσα της πρώτης δεκαετίας του αιώνα μας, πολύ πριν από την εμφάνιση των μυθιστορηματικών της κειμένων. Με τη μορφή βιβλιοκρισιών, βραχύμορφων ομιλιών και εισηγήσεων σε διάφορες εκδηλώσεις, η Γουλφ διοχετεύει την αναγνωστική της βουλιμία, υπεραναπληρώνει την έλλειψη συστηματικής, ακαδημαϊκής παιδείας και γίνεται δυναμικό, ηγετικό στέλεχος της ομάδας των διανοουμένων του Μπλούμσμπερι (Bloomsbury), δηλαδή του νευραλγικού κέντρου του αγγλικού μοντερνισμού. Ο δοκιμιακός της λόγος ακουμπά στη μεγάλη παράδοση του είδους, όπως έχει διαμορφωθεί από τον Μονταίνιο, τον Φ. Μπέικον ή τον Λαμπ (Charles Lamb), αλλά είναι διάστικτος και από το πνεύμα του Μπλούμσμπερι, την αισθητική του, τη λεπτή ειρωνεία και την κριτική του ματιά στα λογοτεχνικά και εικαστικά τεκταινόμενα της λονδρέζικης επικαιρότητας. Μια προσεκτική μελέτη αυτού του κριτικού της έργου δείχνει τις άμεσες διασυνδέσεις του με το λογοτεχνικό της έργο καθώς και με τις εγγραφές του προσωπικού της ημερολογίου• πρόκειται για ενιαίο φάσμα γραφής, όπου δύσκολα μπορεί να διακρίνει κανείς πού σταματά η μία απόχρωση και πού ξεκινά η άλλη.
Γνωρίζουμε ότι το δοκίμιο λειτουργεί μάλλον ως τέχνη και λιγότερο ως επιστήμη ή δείγμα θεωρητικού λόγου, χαρακτηρίζεται από μια ζωτική ελευθερία, σχεδόν αναρχία, που δύσκολα τιθασεύεται από συγκεκριμένους κανόνες και η σύγκλιση που πραγματοποιεί του τυχαίου και του αναγκαίου γίνεται πηγή του χιούμορ και της ειρωνείας, χαρακτηριστικά γνωρίσματα κάθε αυθεντικού και μεγάλου δοκιμιογράφου. Το δοκίμιο, ενώ ξεκινά ως λόγος ευκαιριακός, «με την αφορμή» του τάδε βιβλίου ή του δείνα γεγονότος, αποτινάζει τον απλό ρόλο του αφοσιωμένου υπηρέτη, αυτονομείται και «δοκιμάζει» ακριβώς τις διανοητικές αντοχές του, σαν αυτοστοίχημα, ξεχνώντας σχεδόν τις αφετηρίες και τις αφορμές του. Λειτουργεί προδρομικά σαν μικρή ή μεγάλη υπόσχεση, αφήνοντας να διαφανεί εν μέρει, αποσπασματικά, το σύστημα του οποίου τη λογική επιχειρεί να δείξει. Κυκλώνει το θέμα του και το πολιορκεί χωρίς ποτέ να το εξαντλεί, να καταλήγει σε τελεσίδικα συμπεράσματα. Από αυτή την άποψη είναι λόγος «ανοικτός», ερωτηματικός, απορηματικός και πάρεργος, αντίθετος με κάθε έννοια ολοκληρωμένου συστήματος και προγράμματος. Το δοκίμιο, κατά τον Λούκατς που μελέτησε αλλά και άσκησε με επιτυχία τη δοκιμιογραφία, είναι ένα δικαστήριο• το ουσιαστικό και αποφασιστικό στοιχείο της αξίας του όμως δεν είναι η τελική κρίση, αλλά η ίδια η διαδικασία του κρίνειν.
Ιδιοσυγκρασιακά η Γουλφ βρίσκει στην τεχνική του δοκιμίου τον συγγραφικό της εαυτό και εκεί προπονείται επί μακρόν προετοιμαζόμενη για τη μεγάλη κούρσα του μυθιστορήματος• είναι ένα είδος που δεν θα σταματήσει καθόλου να το καλλιεργεί διά βίου: ασκεί την κριτική της ματιά, γυμνάζει την παρατηρητικότητα και την αναγνωστική της ευαισθησία, δοκιμάζει τη συμβίωση με την τρέχουσα επικαιρότητα, το «τυχαίον» με το «αναγκαίον», που αναφέραμε παραπάνω. Είναι οι μικρές της ανάσες, η επαφή της με την εγκόσμια πραγματικότητα, οι πειραματισμοί της σκέψης της προτού ανοιχθεί κάθε φορά στο πέλαγος ενός μυθιστορήματος ή μιας ακόμη νευρικής κατάπτωσης. Από τούτη την άποψη η κριτική, τα δοκίμια, είναι η άλλη όψη (και ταυτόχρονα η ίδια, σαν «καλή» και «ανάποδη» του υφάσματος) του έργου της Γουλφ• καμωμένα με την ίδια αγωνία, με εντονότερη την αίσθηση του διαλόγου με τους άλλους, με έκδηλη την αγάπη για τον κόσμο του βιβλίου, το πάθος για την ανάγνωση, τη διεκδίκηση προσωπικού ύφους. Γιατί και με τον δοκιμιακό της λόγο η Γουλφ συναριθμείται στους μεγάλους στυλίστες της αγγλικής γλώσσας. Κι εδώ βρίσκεται η μόνη μας ένσταση στην παρούσα συγκέντρωση εννέα αντιπροσωπευτικών δοκιμίων της αγγλίδας συγγραφέως: η μετακένωσή τους στη γλώσσα μας γίνεται με φτωχά και πρόχειρα ελληνικά, αδικώντας έτσι το νευρώδες ύφος του πρωτοτύπου. Παρά ταύτα είναι μια καλή προσπάθεια να ανακαλύψουμε αυτή τη μισοξεχασμένη ήπειρο, την κριτική όψη της Βιρτζίνια Γουλφ.
Λίζυ Τσιριμώκου, ΤΟ ΒΗΜΑ, 14-08-1999
~~~~~~~~~~
Προηγούμενες καταχωρήσεις για την Βιρτζίνια Γουλφ:
No.341 - Βιρτζίνια Γουλφ (βιογραφία) και No.342 - Ορλάντο
Δημοσίευση σχολίου