
Λίγες μέρες αργότερα ρίχτηκε στο κυνήγι του εισπράκτορα Μωχάμετ ελ-Αντλ, και μέσω αυτού, η Αλεξάνδρεια θα γινόταν η Ιδανική Πόλη του (…)
Στη φλογερή πολιορκία του Μωχάμετ από τον Φόρστερ ο φόβος έδινε το «παρών», όπως παραδέχτηκε, όταν έθιξε το θέμα αυτής της σχέσης στη Φλόρενς στις 29 Μαϊου 1917: «Έχω πέσει με τα μούτρα σε μια ανησυχητική μα πολύ ωραία σχέση». Όμως, τα έβαζε με τον εαυτό του και έλεγε πως δεν ήταν κακό να φοβάται, γιατί ο «ο φόβος είναι ένα συναίσθημα» που πρέπει να αντιμετωπίζεται με ειλικρίνεια’ εξαχρειωτική ήταν η πίεση της συνήθειας και των κοινωνικών συμβάσεων που ήθελαν στανικά να τον κάνουν να αισθάνεται διαφορετικά από αυτό που πραγματικά ένιωθε. Αυτός ήταν ο κόσμος που είχε γνωρίσει στην Αγγλία, ο κόσμος της μητέρας του, στον οποίο παρέμενε παιδί. Τρεις μέρες αργότερα, αναφερόμενος ξανά στον Μωχάμετ, ανακοίνωσε στη Φλόρενς το πέρασμα του σε μια νέα διάσταση: «Πρώτη φορά αισθάνομαι ώριμος άνδρας».(…)
Ο φόρστερ μπορεί να χάρισε ευτυχία στις αδελφές Σλέγκελ υπό την μορφή του σιωπηρού γάμου τους στο Χάουαρντ Έντ, ωστόσο η δική του ανάγκη για εκπλήρωση παρέμεινε μεταμφιεσμένη και ανικανοποίητη’ ούτε και έδωσε χάρη στον εαυτό του γράφοντας τον Μωρίς, το καταφανέστατα ομοφυλοφιλικό μυθιστόρημά του.
Μάικλ Χάαγκ: Αλεξάνδρεια. Η πόλη της μνήμης. Φόρστερ, Καβάφης, Ντάρρελ (Ωκεανίδα)