Το ν’ αγαπάς δεν σημαίνει μόνο ν’ «αγαπάς», αλλά κυρίως να καταλαβαίνεις. Και το να καταλαβαίνεις, σημαίνει να ξεπερνάς τα ελαττώματα, να μην μιλάς γι’ αυτά. Οι άνθρωποι έχουν ανάγκη να μην φοβούνται, να νιώθουν ασφαλείς, να έχουν ζεστασιά, να αγαπιούνται. Οι άνθρωποι φοβούνται τη ζωή, φοβούνται μήπως χάσουν τα πάντα, φοβούνται πραγματικά.
Τα δύο βασικά χαρακτηριστικά που ζητάω απ’ τους φίλους είναι το χιούμορ και η αφιλοκέρδεια: οι δυο μεγάλες ιδιότητες της φιλίας. Το χιούμορ σημαίνει εξυπνάδα κι έλλειψη υποκρισίας, κι η αφιλοκέρδεια είναι η γενναιοδωρία, η καλοσύνη.
Θεωρώ τον έρωτα σπουδαιότερο απ’ όλα τα πράγματα που θεωρώ επιθυμητά – τον έρωτα, τον θαυμασμό, τον σεβασμό την εκτίμηση. Αυτό που ονομάζουμε έρωτα είναι εγωϊστικό, υπερβολικό αίσθημα, η επιθυμία να κατέχεις. Αλλά είναι κάτι άλλο, είναι η συνεχής τρυφερότητα, η γλύκα, η έλλειψη.
Συχνά ο έρωτας είναι πόλεμος. Μια μάχη όπου ο καθένας προσπαθεί να νικήσει τον άλλο. Είναι φτιαγμένος από ζήλεια, κατάκτηση, ακόμα και όταν η συμπεριφορά μας είναι φαινομενικά γενναιόδωρη. Έχει θύματα, όπως όλες οι μάχες. Πάντα υπάρχει κάποιος που αγαπάει περισσότερο απ’ τον άλλο, κάποιος που υποφέρει, κάποιος άλλος που υποφέρει γιατί σε κάνει να υποφέρεις. Ευτυχώς δεν είναι πάντα οι ίδιοι κι η σχέση μπορεί να αντιστραφεί. Αλλά υπάρχει μια τρυφερότητα που σε κάνει να δεχθείς τον άλλο, και που είναι ταυτόχρονα εμπιστοσύνη και χάρη. Η δυστυχία είναι πως οι άνθρωποι προσπαθούν να κερδίσουν σ’ έναν τομέα αυτό που χάνουν στον άλλο. Υπάρχουν πολύ λίγοι που είναι ευχαριστημένοι απ’ την κατάστασή τους ή την υλική τους ζωή. Προσπαθούν να αναπληρώσουν αυτό που τους λείπει απ’ τους άλλους στις ερωτικές τους σχέσεις, γιατί θέλουν να κερδίσουν τουλάχιστον σ’ έναν τομέα. Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει τίποτα για να κερδίσουν. Κερδίζεις πάντα, όταν δίνεις, όταν αφήνεις τα πράγματα να τραβήξουν το δρόμο τους. Κι ύστερα υπάρχει ένα «κόλπο» που πρέπει να εφαρμόζεται στις ερωτικές σχέσεις: πρέπει ν’ αφήνεις μια φαινομενική ελευθερία στον σύντροφό σου για ν΄ αναρωτιέται αν τον αγαπάς πραγματικά. Δεν μ’ αρέσει και πολύ αυτό. Υπάρχει μια φυσική τάση του πνεύματος που συνίσταται στο να πιστεύεις πως αν κάποιος κοιμάται μαζί σου, ζει μαζί σου και κυρίως γελάει μαζί σου, αυτό σημαίνει πως σ’ αγαπάει: γιατί λοιπόν να σκεφθείς πως θα φύγει μακριά;
Ο έρωτας είναι εμπιστοσύνη. Το να καταλάβεις πως κάποιος σ' αγαπάει γιατί ζηλεύει, ίσως να σε μεθάει, ασφαλώς είναι μια εκδήλωση αγάπης αλλά στην πραγματικότητα μία από τις τελευταίες. Τα παιχνιδάκια της ζήλειας είναι αξιοθρήνητα. είμαι υπέρ της αγάπης με πλήρη εμπιστοσύνη κι αν κάνεις λάθος, τόσο το χειρότερο. Αυτό στοιχίζει συνήθως πολύ ακριβότερα σ' εκείνους που απατούν παρά σ'εκείνους που απατούνται. Πολλοί άνθρωποι αναζητούν έναν παροξυσμό στον έρωτα και χρησιμοποιούν τη ζήλεια για να τον πετύχουν. Οι σύντροφοί τους γοητεύονται, αλλά αυτό οφείλεται στη βία. Δεν είναι ανθρώπινες σχέσεις αλλά σχέσεις κυρίου και υπηρέτη ή αφέντη και σκλάβου.
Φρανσουάζ Σαγκαν: Εξομολογήσεις (Δίδυμοι)
3 σχόλια:
«Μα αστειεύεστε; Φυσικά και πιστεύω στο πάθος. Σε τίποτε άλλο». Η Φρανσουάζ Σαγκάν «σωματοποίησε» το πνεύμα του αντικομφορμισμού και της ελευθεριότητας με την αδυναμία της στα γρήγορα αμάξια, στις ιπποδρομίες, στον τζόγο, στους ωραίους άνδρες και στις ωραίες γυναίκες. Ζούσε στα κράσπεδα της ηθικής ¬ παρέσυρε ακόμη και τον Μιτεράν στο οικονομικό σκάνδαλο της εταιρείας ELF. Η ζωή της ήταν ένα πυροτέχνημα που έληξε άδοξα. Πέθανε σε συνθήκες απόλυτης ένδειας το 2004 σε ηλικία 69 ετών.
Το πώς μια 19χρονη γοήτευσε με το πρώτο βιβλίο της, το πασίγνωστο Καλημέρα θλίψη, τον Ρενέ Ζουλιάρ, τον διάσημο και οπορτουνιστή εκδότη του οίκου Julliard, είναι μια άλλη ιστορία. Είναι ωστόσο ενδεικτική του ταμπεραμέντου της Σαγκάν που την έκανε ακαταμάχητη. Στο πρώτο ραντεβού που της ζήτησε, στις 11 το πρωί στο γραφείο του, τον έστησε επειδή κοιμόταν. Οταν συναντήθηκαν, στις 5 το απόγευμα, απαίτησε 25.000 φράγκα. Εκείνος διπλασίασε την τιμή. «Θα αγοράσω μια Τζάγκουαρ» απάντησε εκείνη ανέμελα. Το βιβλίο εκδόθηκε τον Μάρτιο του 1954. Τον Σεπτέμβριο είχαν πουληθεί 45.000 αντίτυπα. Η Σαγκάν ήταν ήδη βεντέτα και εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο τη νέα της θέση στην κοινωνία.
Το 1957 η 22χρονη Φρανσουάζ περίμενε τη Μελίνα Μερκούρη και τον Ζυλ Ντασσέν για δείπνο στη βίλα που νοίκιαζε στο Σεν Τροπέ, αλλά εκείνοι τηλεφώνησαν ότι θα καθυστερήσουν. Ανυπόμονη καθώς ήταν, βγήκε στους δρόμους με τη νέα Aston Martin της. Το αυτοκίνητο ντελαπάρισε και την πλάκωσε ενάμιση τόνος ατσάλι. Η Φρανσουάζ Σαγκάν έπεσε σε κώμα ¬ ο Τύπος βιάστηκε να την αποκαλέσει «θηλυκό Τζέιμς Ντιν», αφού εκείνος είχε σκοτωθεί πριν από έξι μήνες ¬ αλλά ως εκ θαύματος σώθηκε. Στην κλινική Μαγιό, όπου θεραπευόταν, εθίστηκε στη μορφίνη. Παίρνοντας εξιτήριο από το νοσοκομείο εισήχθη σε κλινική απεξάρτησης. Βγαίνοντας και από εκεί ανακάλυψε τελικά το αλκοόλ. Μέρος του «Toxique» (1964, έκτο μυθιστόρημα της Σαγκάν) γράφτηκε ενόσω προσπαθούσε να συνέλθει. Το 1966, για να επιβραβεύσει τον εαυτό της μετά την επιτυχία του «La Chamade», αγόρασε μια Φεράρι.
Οι μεγαλοαστοί του Παρισιού λάτρεψαν τον τυχοδιωκτισμό της Σαγκάν. Ο έρωτας κυριαρχούσε στη ζωή της αλλά δεν έπαυε να γράφει σαν μανιακή. Τα θεατρικά της έργα συγκέντρωναν πάντα στη σκηνή μεγάλους σταρ. Ο Ροζέ Βαντίμ μετέφερε στη μεγάλη οθόνη το «Château en Suède» με πρωταγωνιστές τη Μόνικα Βίτι και τον Ζαν-Λουί Τρεντινιάν.
Παντρεύτηκε δύο φορές. Ο πρώτος της γάμος με τον Γκυ Σελέρ το 1958 δεν κράτησε ούτε έναν χρόνο. Το 1964 παντρεύτηκε έναν αμερικανό playboy ονόματι Μπομπ Γουέστοφ διότι έμεινε έγκυος. Πρέσβευε όμως ότι «η μοιχεία είναι ο μόνος τρόπος για να διασφαλίσεις τη διάρκεια ενός γάμου».
Ποτέ δεν έκρυψε την ομοφυλοφιλική της κλίση. Από τα δίχτυα της δεν είχε γλιτώσει, όπως υπονοεί και η βιογράφος, ούτε η Αβα Γκάρντνερ. Πρώτη της ερωμένη ήταν η Πάολα Σανζίστ ντι Τεουλάντα, από το γένος Στερν και Ρότσιλντ. Εζησαν μαζί στο Παρίσι σε ένα είδος κοινοβίου, με την πόρτα ανοιχτή σε άλλους φιλελεύθερους αστούς όπως ο Υβ Σεν Λοράν και ο Πιερ Μπερζέ, το πρώτο επίσημο ζευγάρι ομοφυλοφίλων στη Γαλλία.
Η Μαρί-Ντομινίκ Λελιέβρ υποστηρίζει ότι οι γυναίκες την πλήγωσαν περισσότερο από τους άνδρες. «Ανεπούλωτη πληγή» ήταν η Ελκε, κληρονόμος της οικογενείας Mercedes. Αρχές της δεκαετίας του 1970 η Φρανσουάζ διοργανώνει ένα από τα λαμπερά της πάρτι στο hotel particulier της στο Παρίσι. Παρούσες και οι Ζαν Μορό, Μελίνα Μερκούρη, Μαρί Ελέν ντε Ρότσιλντ («η βασίλισσα του Παρισιού»). Οταν όμως εμφανίστηκε η Μανούς, η νέα προστατευόμενή της και χήρα διαβόητου μαφιόζου, η καλή κοινωνία αποχώρησε από τη γιορτή προσβεβλημένη. Ανάμεσά τους και η Ελκε, η οποία επέστρεψε στο Μόναχο. Η Φρανσουάζ πήρε τη Μαζεράτι και έτρεξε να τη βρει.
Το 1973, είκοσι χρόνια μετά το «Καλημέρα θλίψη», με άφθονο ποτό, γάμους, έρωτες, ξενύχτια, ναρκωτικά, η Φρανσουάζ Σαγκάν πάσχει από βαριά κατάθλιψη και εισάγεται σε νευρολογική κλινική. Οταν γίνεται 40 ετών, ελαττώνει το ποτό διότι μια τεράστια κύστη έχει αναπτυχθεί στο πάγκρεας. Επισκεπτόταν τα φαρμακεία με βουλιμία και κατάπινε χαπάκια σαν να ήταν Smarties. Ηρεμιστικά για να χαλαρώσει, διεγερτικά για να σηκωθεί από το κρεβάτι, αμφεταμίνες για να πάρει εμπρός, ασπιρίνες σε κάθε ευκαιρία: να μην υποφέρει, αυτό ήταν το κύριο μέλημά της. Επαιρνε Maxiton τη δεκαετία του 1950, Corydrane τη δεκαετία του 1960, προτού βυθιστεί στην κοκαΐνη. Κατανάλωνε τρία-τέσσερα γραμμάρια κοκαΐνης καθημερινά.
Το 1989 η Φρανσουάζ χάνει τον αδελφό της Ζακ Κουαρέζ, τη μητέρα της που έπασχε από αλτσχάιμερ, τον Μπομπ Γουέστοφ και λίγο αργότερα τη στυλίστρια Πεγκί Ρος, τον πιο σταθερό δεσμό της ζωής της. «Με ποιον θα κοιμάμαι τώρα;» αναρωτήθηκε. Εξουθενωμένη, έπεσε στο στόμα του λύκου, εναπόθεσε την τύχη της στα χέρια του Μαρκ Φρανσελέ, ενός περιθωριακού πρώην δημοσιογράφου. Αυτός θα την παρασύρει στο σκάνδαλο ELF, της μεγάλης πετρελαϊκής εταιρείας, που έσκασε στη ζωή της σαν τελευταίο χτύπημα.
Το 1991 ο Φρανσελέ και ο Αντρέ Γκελφί, υψηλόβαθμο στέλεχος της εταιρείας, φιλοδοξούσαν να εκμεταλλευτούν πετρελαιοπηγές στο Ουζμπεκιστάν, αλλά ο υπουργός Εξωτερικών της Γαλλίας αρνούνταν να διαπραγματευθεί με μια μη δημοκρατική χώρα. Οι δύο συνεταίροι αποφάσισαν να ζητήσουν από τη Φρανσουάζ να μεσολαβήσει ώστε ο Μιτεράν να δεχθεί τον Γκελφί στο προεδρικό μέγαρο. Υπολογιζόταν ότι από το deal θα έβγαζαν 17.000.000 ευρώ και η Σαγκάν θα μπορούσε να πάρει τα μισά. Θρίαμβος, ο πρόεδρος δέχθηκε το ραντεβού. Είχε ιδιαίτερη αδυναμία στη Φρανσουάζ. Δύο χρόνια αργότερα ζήτησε από τον Μιτεράν να δεχθεί στο Μέγαρο των Ηλυσίων τον πρόεδρο του Ουζμπεκιστάν Ιβάν Καρίμοφ. Το 1994, κατά τη διάρκεια ενός επίσημου ταξιδιού, ο Φρανσουά Μιτεράν πραγματοποίησε μια απρόβλεπτη επίσκεψη στο Ουζμπεκιστάν και το 1995 ο Καρίμοφ βρισκόταν στη Γαλλία. Τέσσερα χρόνια αργότερα ο Αντρέ Γκελφί κλείστηκε στη φυλακή με την κατηγορία ότι δέχθηκε αμοιβή 40 εκατ. γαλλικών φράγκων από εξωκυβερνητικές πηγές. Δήλωσε ότι η Σαγκάν είχε λάβει προμήθεια ύψους 4 εκατ. γαλλικών φράγκων. Ποτέ όμως δεν βρέθηκε στοιχείο που να πιστοποιεί την ύπαρξη αυτής της συναλλαγής.
Στις 26 Φεβρουαρίου 2003 καταδικάστηκε σε δώδεκα μήνες φυλάκιση με αναστολή για φορολογική απάτη. Της πήραν τη βίλα και τα συγγραφικά της δικαιώματα, παρόντος και παρελθόντος. Δεν είχε λεφτά ούτε για ένα πακέτο τσιγάρα. Αλλά αυτό δεν ήταν το χειρότερο. Η κοκαΐνη της είχε ρουφήξει το αίμα, είχε απορροφήσει κάθε ικμάδα ζωντάνιας. Λίγο πριν από τον θάνατό της πήγε στην Πορτογαλία με τη φίλη της Φλοράνς. Κατέβαινε στην παραλία με μια μπουκάλα ουίσκι ανά χείρας. Το φορολογικό χρέος της Φρανσουάζ Σαγκάν παραμένει ακόμη ανοιχτό. (Κατερίνα Δαφέρμου - Το Βήμα, 27/1/2008)
Δημοσίευση σχολίου