Mel Odom
Εκείνη τη στιγμή κάτι την έσπρωξε να στραφεί και να κοιτάξει την Ήντι Τουάιμπορν, αν και διαισθάνθηκε πως η γηραιά κυρία είχε γυρίσει και την κοιτούσε.
Κοιτάχτηκαν στα μάτια: τα μάτια της Ήντιθ, από θρυμματισμένο γαλανό και χρυσαφί, να λαμποκοπούν από την ένταση, από την απόφαση να μην ενδώσουν’ της Ήντιθ, από θαμπό τοπάζι, μάτια γέρικου, ανήσυχου σκύλου. Το μαλακό άσπρο σεβρό πρόσωπο, τα άχρωμα χείλια άρχισαν να συσπώνται τόσο βίαια, που τελικά η μαστροπός στράφηκε μπροστά.
Συνέχισαν να κάθονται πλάι πλάι, ώσπου η Ήντι βρήκε τηδύναμη να ψαχουλέψει την τσάντα της, και όταν βρήκε το μολύβι που ήθελε, προχειρόγραψε κάτι στο λευκό εμπροσθόφυλλο του προσευχητάριου.
Η Ήντιθ παρέλαβε αυτό το τρεμάμενο ορνιθοσκάλισμα, και διάβασε: «Είστε ο γιος μου ο Έντι;» (…)
Αν μπορούσε να χαλαρώσει η Ήντιθ… Αν χαλάρωνε, όμως, μπορεί να τσάκιζε. Εν πάση περιπτώσει, δεν είχε καμία εμπιστοσύνη στα χείλια της.
Οπότε πήρε το μολύβι και χάραξε κάτι στο εμπροσθόφυλλο, με μια αγριότητα που δεν ένιωθε.
Η Ήντι Τουάιμπορν, όταν ξαναπήρε το βιβλίο, διάβασε: «Όχι, αλλά είμαι η κόρη σας η Ήντιθ».
Οι δυο γυναίκες εξακολούθησαν να κάθονται μαζί στη σκιά που πύκνωνε.
Τώρα η Ήντι είπε: «Πόσο χαίρομαι! Πάντοτε ήθελα μια κόρη».
Πάτρικ Γουάιτ: Η υπόθεση Τουάιμπορν (Εστία)
Εκείνη τη στιγμή κάτι την έσπρωξε να στραφεί και να κοιτάξει την Ήντι Τουάιμπορν, αν και διαισθάνθηκε πως η γηραιά κυρία είχε γυρίσει και την κοιτούσε.
Κοιτάχτηκαν στα μάτια: τα μάτια της Ήντιθ, από θρυμματισμένο γαλανό και χρυσαφί, να λαμποκοπούν από την ένταση, από την απόφαση να μην ενδώσουν’ της Ήντιθ, από θαμπό τοπάζι, μάτια γέρικου, ανήσυχου σκύλου. Το μαλακό άσπρο σεβρό πρόσωπο, τα άχρωμα χείλια άρχισαν να συσπώνται τόσο βίαια, που τελικά η μαστροπός στράφηκε μπροστά.
Συνέχισαν να κάθονται πλάι πλάι, ώσπου η Ήντι βρήκε τηδύναμη να ψαχουλέψει την τσάντα της, και όταν βρήκε το μολύβι που ήθελε, προχειρόγραψε κάτι στο λευκό εμπροσθόφυλλο του προσευχητάριου.
Η Ήντιθ παρέλαβε αυτό το τρεμάμενο ορνιθοσκάλισμα, και διάβασε: «Είστε ο γιος μου ο Έντι;» (…)
Αν μπορούσε να χαλαρώσει η Ήντιθ… Αν χαλάρωνε, όμως, μπορεί να τσάκιζε. Εν πάση περιπτώσει, δεν είχε καμία εμπιστοσύνη στα χείλια της.
Οπότε πήρε το μολύβι και χάραξε κάτι στο εμπροσθόφυλλο, με μια αγριότητα που δεν ένιωθε.
Η Ήντι Τουάιμπορν, όταν ξαναπήρε το βιβλίο, διάβασε: «Όχι, αλλά είμαι η κόρη σας η Ήντιθ».
Οι δυο γυναίκες εξακολούθησαν να κάθονται μαζί στη σκιά που πύκνωνε.
Τώρα η Ήντι είπε: «Πόσο χαίρομαι! Πάντοτε ήθελα μια κόρη».
Πάτρικ Γουάιτ: Η υπόθεση Τουάιμπορν (Εστία)
4 σχόλια:
O βασικός ήρωας στην Yπόθεση Tουάιμπορν, στις συχνά τραγελαφικές προσπάθειές του να βρεί σημεία επαφής με τον γύρω του κόσμο, γίνεται αφορμή για ένα από τα πιο αξιοπερίεργα και τα πιο βαθυστόχαστα μυθιστορήματα του εικοστού αιώνα, που είναι γραμμένο με ανελέητη ειρωνεία και ταυτόχρονα με μεταδοτική συμπόνια. H αναζήτηση του απόλυτου και η σισύφια απόπειρα του ανθρώπου να ορίσει την ταυτότητά του χαρακτηρίζουν αυτό το περίπλοκο έργο, που η σκαμπρόζικη περίπτωση του κεντρικού του ήρωα δεν το εμποδίζει να αναδειχτεί σε έπος της ανθρώπινης ψυχοσύνθεσης.
hestia.gr
Σε ειδυλλιακό χωριό της γαλλικής Ριβιέρας, παραμονές του Πρώτου
Παγκοσμίου Πολέμου, ένα εύπορο ζεύγος Αυστραλών γοητεύεται από την
Ευδοξία, τη νεαρή, όμορφη και μυστηριώδη σύντροφο του κατά πολύ
μεγαλύτερού της Αγγελου Βατάτζη, απογόνου της φερώνυμης βυζαντινής
δυναστείας της Νίκαιας. Όταν η πραγματική της ταυτότητα κινδυνεύει
να αποκαλυφθεί, η Ευδοξία τρέπεται σε φυγή με τον Βατάτζη. Μετά τον
πόλεμο, ο παρασημοφορημένος επ' ανδραγαθία Έντι Τουάμπορν επιστρέφει
στην πατρίδα του την Αυστραλία. Μοναχογιός ενός ευυπόληπτου δικαστή,
αποφασίζει να πάει στο κτήμα ενός οικογενειακού φίλου ως
μαθητευόμενος κτηνοτρόφος. Εκεί, τη γαλήνη της επαφής του με το
αυστραλέζικο τοπίο τη διαταράσσει η ίδια του η ανικανοποίητη
αισθησιακή φύση, οδηγώντας τον σε ερωτικές περιπέτειες που θα τον
υποχρεώσουν να τραπεί σε φυγή. Στο Λονδίνο, στο τέλος του
μεσοπολέμου, η Ήντιθ Τρίστ, εκκεντρική διευθύντρια ενός πορνείου
πολυτελείας, διατηρεί με τον προστάτη της, έναν φιλήδονο λόρδο, μια
σχέση που μόνο εξαιτίας της δικής της, ανεξήγητης επιμονής παραμένει
πλατωνική. Η πληροφορία ότι η μητέρα της βρίσκεται στο Λονδίνο, και
το ξέσπασμα του πολέμου θα αλλάξουν μια ρουτίνα που το αδιέξοδό της
είχε ήδη αρχίσει να γίνεται φανερό.
Το 1973 η Σουηδική Ακαδημία απένειμε στον αυστραλό πεζογράφο Πάτρικ
Γουάιτ το βραβείο Νομπέλ Λογοτεχνίας επειδή «εισήγαγε μια καινούργια
ήπειρο στη λογοτεχνία» η περιβόητη ήπειρος δεν είναι άλλη από την
Ωκεανία, που απέδειξε ότι μπορεί να παράγει και συγγραφείς. Εναν
χρόνο αργότερα στη Μελβούρνη, στο περιθώριο κάποιων επίσημων
εκδηλώσεων προς τιμήν του, ο Γουάιτ βρέθηκε μπροστά σε έναν
ιμπρεσιονιστικό πίνακα που απεικόνιζε τρεις νωχελικές μορφές κάτω
από μια πέργκολα. Η κατ' εξοχήν γυναικεία φιγούρα της σύνθεσης ήταν
ο ιδιόρρυθμος ομοφυλόφιλος Χέρμπερ Ντάις Μέρφι, που είχε γεννηθεί
στην Αυστραλία και διήγαγε ένδοξο βίο παρενδυσίας στην Ευρώπη των
αρχών του 20ού αιώνα. Αυτός ο άσος των μεταμφιέσεων αιχμαλώτισε
αμέσως τη φαντασία του συγγραφέα, τον έκανε να νιώσει ακαταμάχητη
ταύτιση και τον οδήγησε στη σύνθεση του ογκώδους μυθιστορήματος Η
υπόθεση Τουάιμπορν, που εκδόθηκε στην πατρίδα του το 1979. Το βιβλίο
αποτελείται από τρία μέρη, καθένα από τα οποία χαρακτηρίζεται από
χωροχρονική αυτονομία. Στο πρώτο μέρος ο Εντι Τουάιμπορν (το επίθετο
του οποίου σημαίνει διφυής) ντύνεται τον ρόλο της Ευδοξίας, της
ερωμένης που πάντα ονειρευόταν ο Αγγελος Βατάτζης, ένας
αλαφροΐσκιωτος και ηλικιωμένος Ελληνας, με βαθιές ρίζες στο
αυτοκρατορικό Βυζάντιο. Είναι Μάρτιος του 1914 και το παράξενο
ζευγάρι περνάει τις ημέρες του στη γαλλική Ριβιέρα, σε ένα μικρό και
ετοιμόρροπο εξοχικό σπίτι, όπου τα πάντα αποπνέουν περασμένα
μεγαλεία και γλυκιά παρακμή. Το κλίμα ξηλωμένης δαντέλας και
θεατρινίστικης υπερβολής που επικρατεί φαίνεται να ενθουσιάζει τον
παραληρηματικό γέρο και την ανδροπρεπή κοπέλα, το φέρσιμό τους έχει
καταγοητεύσει την κοινότητα των ανύποπτων τουριστών, αλλά ο Εντι
(Ευδοξία) πολιορκείται ολοένα και στενότερα από το φάσμα της
αποκάλυψης και του διασυρμού. Το δεύτερο μέρος αρχίζει αμέσως μετά
το τέλος του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Εντι, που έχει ζήσει την
κόλαση των χαρακωμάτων και έχει παρασημοφορηθεί, επιστρέφει στο
αντρικό κοστούμι και στην πατρίδα του, την Αυστραλία. Θέλει να
γεφυρώσει το χάσμα που τον χωρίζει από τους γονείς του και να
προσπαθήσει, μέσα από τη σκληρή χειρωνακτική εργασία σε ένα
αγρόκτημα της ενδοχώρας, να δυναμώσει την ατροφική αντρική διάστασή
του. Και οι δύο στόχοι που θέτει θα αποτύχουν παταγωδώς. Το
μυθιστόρημα οδηγείται προς το τέλος με τον κεντρικό ήρωα να έχει
υιοθετήσει την περσόνα της Ιντιθ Τριστ, της λυπημένης πορνοβοσκού,
της ηγουμένης σε πολυτελές λονδρέζικο πορνείο του Μεσοπολέμου.
Κανένας σε ολόκληρο το Λονδίνο δεν θα καταλάβει ότι η διάσημη
προαγωγός είναι τραβεστί, το μασκάρεμά της θα αγγίξει την τελειότητα
και θα εμπνεύσει τον ειλικρινή έρωτα ακόμη ενός ξεπεσμένου άντρα,
άγγλου αριστοκράτη αυτή τη φορά. Ο Εντι (Ιντιθ) όμως δεν μπορεί να
ενδώσει στους πειρασμούς της σάρκας, δεν τολμάει να αφαιρέσει τη
θηλυκή πανοπλία που τον προστατεύει από τις δυσκολίες της
πραγματικής ζωής και φθάνει σε ένα αδιέξοδο από το οποίο μόνο ο
θάνατος μπορεί να τον βγάλει.
Ο Πάτρικ Γουάιτ στην αυτοβιογραφία του
Ψεγάδια στον καθρέφτη αναφέρεται με κάποιο καμάρι στη σεξουαλική
αμφισημία που πίστευε ότι τον χαρακτήριζε, επισημαίνοντας ότι του
χάρισε διορατικότητα για την ανθρώπινη φύση. Αυτή η άποψη του
συγγραφέα για τον εαυτό του έχει μια ηθικολογική, συνδικαλιστική
χροιά και στην Υπόθεση Τουάιμπορν μάλλον του θολώνει την κρίση, τον
κάνει μεροληπτικό και τον οδηγεί σε αντιφάσεις. Στο συγκεκριμένο
μυθιστόρημα ο κεντρικός ήρωας περιγράφεται τόσο ρομαντικά, τόσο
υπερβατικά, που είναι φανερό ότι κατέχει στο μυαλό του Γουάιτ θέση
ινδάλματος: με το προσωπείο της Ευδοξίας ο Εντι σαγηνεύει τον
Βατάτζη, την παντρεμένη λεσβία Τζόαν, τον σύζυγό της και αρκετούς
γάλλους χωρικούς• με αντρικό ντύσιμο στο αγρόκτημα αποπλανεί τη
γοητευτική γυναίκα του μεγαλοκτηματία και τον κτηνώδη παλικαρά
επιστάτη• με την πομπώδη ταυτότητα της ματρόνας δεν προλαβαίνει να
αποκρούει τις προτάσεις των καλύτερων πελατών του πορνείου. Επιπλέον
η σεξουαλική αμφιταλάντευση για τον Εντι Τουάιμπορν είναι
περισσότερο ένα σχήμα λόγου• το ουσιαστικό δίλημμα είναι ανάμεσα στη
σκέτη ομοφυλοφιλία και στον τραβεστισμό. Αντίθετα, όσοι περιβάλλουν τον περιπετειώδη ήρωα έχουν
πολλά πράγματα να κρύψουν, πολλά συναισθήματα να καταπιέσουν είναι
χαρακτηριστικό το παράδειγμα του υπεραρσενικού επιστάτη που, όταν
ήταν μικρός, η μάνα του τον έντυνε με φορεματάκια. Ολα τα παραπάνω
θα μπορούσαν να θεωρηθούν απλώς στοιχεία της πλοκής που, σε τελική
ανάλυση, επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του συγγραφέα. Υπάρχουν
όμως κάποιες άλλες συνιστώσες του μυθιστορήματος που με τίποτε δεν
γίνεται να παραβλεφθούν. Ο Γουάιτ κυριολεκτικά αναλώνεται στην
καλλιέπεια. Οι πανταχού παρούσες περιγραφές λουλουδιών, υφασμάτων,
επιδερμικών αισθήσεων, μικροαναστεναγμών και ο επιτηδευμένος,
αριστοκρατικού τύπου, διάλογος μεταξύ Αυστραλών υποδηλώνουν
βεβιασμένο μόχθο για να επιτευχθεί «λογοτεχνικότητα» και δημιουργούν
μια αίσθηση σκονισμένης αντίκας. Η υπόθεση Τουάιμπορν είναι γραμμένη
παλιομοδίτικα από έναν άνθρωπο σύγχρονο (ο Πάτρικ Γουάιτ γεννήθηκε
το 1912 και πέθανε το 1990) και έχει τη γεύση αγγλικού τέιου
σερβιρισμένου σε φλιτζάνι που το στολίζουν ιστοί αράχνης. Και αυτή η
ατμόσφαιρα φθάνει σε μας αυτούσια χάρη στην πολύ καλή μετάφραση του
Σεραφείμ Βελέντζα. Η υπόθεση Τουάιμπορν βέβαια έχει και κάποιες
σημαντικές αρετές. Κατ' αρχάς βασίζεται σε έναν ήρωα που έχει
επιλεγεί για τις πλούσιες δυνατότητές του να εκλύει δράση. Επειτα το
μυθιστόρημα διαθέτει ένα ευφάνταστο, απογειωτικό τρίτο μέρος που
αμβλύνει κάπως την αρχική γλυκερή εντύπωση. Δυστυχώς, όμως, δεν την
ανατρέπει.
Μιχάλης Μιχαηλίδης ΤΟ ΒΗΜΑ, 05-09-1999
Δημοσίευση σχολίου