Αυτοί (οι φιλόσοφοι) ισχυρίζονται ότι ο έρωτας δεν έχει καμιά σχέση με ακολασίες και διαφωνούν σε αυτό το θέμα με τον Επίκουρο, ο οποίος, κατά τη γνώμη μου, δεν είχε και πολύ άδικο. Διότι τι εννοούν όταν λένε «έρωτας με αντικείμενο τη φιλία»; Πώς εξηγείται ότι κανείς δεν ερωτεύεται έναν άσχημο νεαρό ή έναν ωραίο γέρο; Προσωπικά, πιστεύω ότι αυτή η συνήθεια προέρχεται από τα γυμνάσια των Ελλήνων, όπου οι έρωτες αυτού του είδους ήταν ελεύθεροι και αποδεκτοί. Οπότε έχει δίκιο ο Έννιος:
Η αισχρότητα αρχίζει, από τη γύμνια, όταν το σώμα σου εκθέτεις
γυμνό μπροστά στους συμπολίτες σου.
Ακόμη και αν τηρούν τους κανόνες της ευπρέπειας, πράγμα που δεν αποκλείεται, και πάλι δεν μπορούν να αποφύγουν την αγωνία και τη στενοχώρια, πόσω μάλλον όταν είναι υποχρεωμένοι να συγκρατούν και να περιορίζουν τον ίδιο τους τον εαυτό. Αφήνω τον έρωτα των γυναικών, απέναντι στον οποίο η φύση έχει δείξει μεγαλύτερη ανοχή. Ποιος δεν καταλαβαίνει τι εννοούν οι ποιητές με τον μύθο της αρπαγής του Γανυμήδη; Ποιος έχει κάποια αμφιβολία ως προς το τι λέει και τι επιθυμεί ο Λάιος στον Ευριπίδη; Εξάλλου, τι φανερώνουν για τον ίδιο τους τον εαυτό άνθρωποι μορφωμένοι και σπουδαίοι ποιητές στους στίχους και τις ωδές τους; Ο Αλκαίος ήταν φημισμένος στην πατρίδα του για τη γενναιότητα του, και κοίτα τι γράφει για τον έρωτα των αγοριών! Περιττό να μιλήσω για τον Ανακρέοντα, ο οποίος έγραψε αποκλειστικά ερωτική ποίηση. Ο δε Ίβυκος από το Ρήγιο ήταν ο πιο φλογερός εραστής από όλους, σύμφωνα με όσα γράφει.
Αλλά οι έρωτες σε όλα αυτά τα παραδείγματα είναι ακόλαστοι. Άλλωστε εμείς οι φιλόσοφοι ήμαστε αυτοί που πήραμε την πρωτοβουλία (αρχής γενομένης από τον ίδιο τον Πλάτωνα, τον οποίο δικαίως επιτιμά ο Δικαίαρχος) να δώσουμε τόση εξουσία στον έρωτα. Και πράγματι, οι Στωικοί ισχυρίζονται ότι ο σοφός μπορεί να ερωτευθεί. Ορίζουν μάλιστα τον έρωτα ως «προσπάθεια εδραίωσης μιας φιλίας, η οποία εμπνέεται από την ιδέα του κάλλους». Αν υπάρχει πουθενά στον κόσμο τέτοιος έρωτας -χωρίς στενοχώριες, χωρίς πόθο, χωρίς έγνοιες, χωρίς αναστεναγμούς-, τότε έχει καλώς! Διότι αυτός ο έρωτας δεν έχει το στοιχείο της άκρατης επιθυμίας. Εδώ όμως μιλάμε για την επιθυμία.
[...]
Να λοιπόν πώς πρέπει να θεραπεύεις ένα άτομο που βρίσκεται σε αυτή την ελεεινή κατάσταση: Πρέπει να του διευκρινίσεις τη φύση αυτού που επιθυμεί, να του δείξεις πόσο ασήμαντο, ευτελές και τετριμμένο είναι, πόσο εύκολα θα μπορούσε να το βρει κάπου αλλού ή με κάποιον άλλο τρόπο, ή και να το βγάλει τελείως από το μυαλό του. Επίσης, θα μπορούσες να στρέψεις τη σκέψη του σε άλλα ενδιαφέροντα, έγνοιες, φροντίδες ή καθήκοντα, ή ακόμη και να τον θεραπεύσεις με μια αλλαγή τόπου, όπως κάνουμε με τους αρρώστους που αργούν να αναρρώσουν. Κάποιοι λένε, επίσης, ότι η καινούργια αγάπη διώχνει την παλιά, όπως ένα καινούργιο καρφί μπαίνει στη θέση του παλιού. Το πιο σημαντικό όμως είναι να τον προειδοποιήσεις σε τι παραλογισμούς μπορεί να τον οδηγήσει ο έρωτας. Από όλα τα αισθήματα που ταράζουν την ψυχή, ο έρωτας είναι το πιο βίαιο∙ ακόμη και αν δεν θέλεις να καταδικάσεις τις ακρότητες του -τις ακόλαστες σχέσεις, τις αποπλανήσεις, τις μοιχείες, έως και τις αιμομιξίες, όλες πράξεις αισχρές και αξιοκατάκριτες-, ακόμη, λοιπόν, κι αν τα εξαιρέσεις αυτά, και πάλι, αυτός καθαυτόν ο έρωτας ως ψυχική διαταραχή είναι κάτι το φρικτό. Έστω ότι παραβλέπουμε τις εκδηλώσεις της μανίας του∙ πόσο άστατος είναι ακόμη κι όταν υποτίθεται ότι δεν υπερβαίνει το μέτρο!
Βρισιές και ζήλιες, τσακωμοί κι ανακωχές·
τη μία πόλεμος, την άλλη ειρήνη.
Θες με τη λογική να κάνεις βέβαιο το αβέβαιο;
Χαμένος κόπος· μην ψάχνεις να βρεις λογική στην τρέλα.
Ποιος δεν θα τρόμαζε από τη διαστροφή που κρύβουν όλα αυτά τα καπρίτσια και οι επιπολαιότητες; Τέλος, θα πρέπει να επαναλάβουμε αυτό που λέμε για όλες τις ψυχικές διαταραχές, ότι είναι θέμα αντίληψης, κρίσης και επιλογής. Αν ο έρωτας ήταν κάτι το φυσικό, τότε θα ήμαστε όλοι συνεχώς ερωτευμένοι, και μάλιστα με τον ίδιο άνθρωπο, ενώ αυτό που συμβαίνει στην πράξη είναι άλλος να μην μπορεί να ερωτευθεί επειδή ντρέπεται, άλλος επειδή σκέφτεται πολύ, κι άλλος επειδή νιώθει χορτασμένος.
Κικέρων: Για τον πόνο και τα πάθη (Ωκεανίδα)
5 σχόλια:
Ο Μάρκος Τύλλιος Κικέρων (γνωστός και απλά ως Κικέρων, στα λατινικά Marcus Tullius Cicero, 3 Ιανουαρίου 106 π.Χ. - 7 Δεκεμβρίου 43 π.Χ.) ήταν ρήτορας και πολιτικός που έζησε στα τέλη της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας. Θεωρείται ευρέως ως ένας από τους μεγαλύτερους ρήτορες και συγγραφείς στη λατινική γλώσσα.
Γεννήθηκε στην έπαυλη της οικογενείας του στο Αρπίνο. Μορφώθηκε στη Ρώμη με δασκάλους τον γραμματικό Λεύκιο Αίλιο (Πραικονίνο Στίλωνα), τον Απολλώνιο Μόλωνα, έναν από τους μεγαλύτερους ρήτορες της Σχολής της Ρόδου, τον αρχηγό της αποκαλούμενης τετάρτης ακαδημίας Λαρισαίο Φίλωνα, τον επικούρειο Φαίδρο και τον στωικό Διόδοτο. Παράλληλα, παρακολουθούσε τις αγορεύσεις των μεγάλων ρητόρων της εποχής, τον Λεύκιο Λικίνιο Κράσσο, τον Μάρκο Αντώνιο και άλλους. Δασκάλους στο Δίκαιο και στους Νόμους είχε τον οιωνοσκόπο Κόιντο Μούκιο Σκαιόλα και τον μεγάλο ποντίφικα Κόιντο Μούκιο Σκαιόλα. Συνδέθηκε φιλικά με τους ποιητές Μάρκο Άκιο και Αντιοχέα Άρχιο, ο οποίος από το 102 π.Χ. ζούσε στη Ρώμη ως προστατευόμενος του Λούκουλλου. Στον Συμμαχικό Πόλεμο (90-88 π.Χ.) πολέμησε υπό τον στρατηγό Γναίο Πομπήιο Στράβωνα σε ηλικία 18 ετών.
Με το τέλος του πολέμου συνέχισε τις σπουδές του στη Φιλοσοφία και τους Νόμους. Όταν ήταν δικτάτορας ο Σύλλας, το 81 π.Χ., εκφώνησε τον πρώτο του λόγο υπέρ του Κοϊντίου (Pro Quintio) λόγο δικανικό του ιδιωτικού δικαίου. Κατόπιν εκφώνησε το δεύτερο λόγο του, κατά του Χρυσογόνου (Pro Roscio Amerino). Ο Χρυσόγονος ήταν ένας πολύ ισχυρός απελεύθερος του Σύλλα, ο οποίος κατηγόρησε τον Ρώσκιο, αφού πρώτα του πήρε την περιουσία μέσω των προγραφών, για πατροκτονία. Ο νεαρός Κικέρων κέρδισε τη δίκη, αποκτώντας μεγάλη φήμη.
Το 79 π.Χ. έφυγε από τη Ρώμη και επισκέφθηκε για δύο χρόνια την Αθήνα, τη Μικρά Ασία και τη Ρόδο. Λόγος της φυγής του ήταν είτε ότι φοβήθηκε την οργή του Σύλλα είτε κάποιο πρόβλημα υγείας είτε η επιθυμία να συμπληρώσει τις σπουδές του. Στην Αθήνα γνώρισε τον Ασκαλωνίτη Αντίοχο, μαθητή του προαναφερθέντος Φίλωνα, που δίδασκε στο γυμνάσιο του Πτολεμαίου. Στη Ρόδο μαθήτευσε και πάλι στον Απολλώνιο Μόλωνα, ο οποίος, όταν άκουσε τον Κικέρωνα να απαγγέλλει κάποιο ρητορικό γύμνασμα, λέγεται ότι είπε: "Σὲ μέν, ὦ Κικέρων, ἐπαινῶ καὶ θαυμάζω, τῆς δ' Ἑλλάδος οἰκτίρω τὴν τύχην, ὁρῶν ἃ μόνα τῶν καλῶν ἡμῖν ὑπελείπετο, καὶ ταῦτα Ῥωμαῖος διά σου προσγινόμενα, παιδείαν καὶ λόγον.". Όταν επέστρεψε στη Ρώμη, μετά το θάνατο του Σύλλα, ασχολήθηκε με την πολιτική.
Το 75 π.Χ. έγινε ταμίας και στάλθηκε στη Σικελία, όπου έγινε πολύ δημοφιλής για την τιμιότητα και την καλή συμπεριφορά του, τόσο ώστε οι κάτοικοι του νησιού του ανέθεσαν να τους εκπροσωπήσει στη διένεξή τους με τον Ουέρρο, ο οποίος επί τρία χρόνια τους είχε καταληστέψει. Τελικά ο Κικέρων κέρδισε την υπόθεση. Το 69 π.Χ. έγινε αγορανόμος και το 66 π.Χ. πραίτωρ. Τότε έβγαλε και τον πρώτο πολιτικό του λόγο, De imperio Cn Pompei (ή Pro Lege Manilia) για να υποστηρίξει την πρόταση του δήμαρχου Μανίλιου να ανατεθεί στον Πομπήιο, εκτός από την αρχηγία του πολέμου κατά των πειρατών, και ο πόλεμος εναντίον του Μιθριδάτη με έκτακτη πληρεξουσιότητα. Τελειώνοντας η θητεία του ως πραίτορα, δεν πήρε, ως όφειλε, τη διοίκηση κάποιας επαρχίας, αλλά παρέμεινε στη Ρώμη. Με τις δημηγορίες του υπέρ των πελατών του προετοιμαζόταν να πάρει το αξίωμα του υπάτου.
Έγινε ύπατος το 63 π.Χ. Κατά τη χρονιά που ήταν ύπατος αποκάλυψε τη συνωμοσία του Κατιλίνα κι έσωσε τη Ρώμη από τον κίνδυνο, που αυτή ενείχε. Τότε έβγαλε τους 4 περίφημους λόγους του Κατά Κατιλίνα, δύο στη Σύγκλητο και δύο μπροστά στο δήμο. Γι' αυτό ανακηρύχθηκε Pater Patriae. Δημιούργησε όμως και εχθρούς, καταδικάζοντας σε θάνατο τους πέντε συνενόχους του, που συνελήφθησαν στη Ρώμη, παρά την υπέρ αυτών συνηγορία του Καίσαρα (ο Κατιλίνας κατάφερε να διαφύγει). Ο δήμαρχος Πόπλιος Κλαύδιος, εχθρός του Κικέρωνα, πρότεινε την ψήφιση νόμου για εκείνους που θα καταδίκαζαν σε θάνατο Ρωμαίους πολίτες άκριτους. Η ψήφιση του νόμου αυτού θα έβαζε σε κίνδυνο τη ζωή του Κικέρωνα, που τότε (58 π.Χ.) είχε πολύ κακές σχέσεις με τους ισχυρούς Καίσαρα, Πομπήιο και Κράσσο, επειδή αυτός ήταν που είχε προτείνει και πετύχει την καταδίκη σε θάνατο των 5 συνενόχων του Κατιλίνα. Γι' αυτό, πριν ψηφισθεί ο νόμος του Κλαύδιου, έφυγε από τη Ρώμη. Η απουσία του κράτησε 17 μήνες. Τον κήρυξαν εξόριστο, ο δε Κλαύδιος έκαψε το σπίτι του στον Παλατίνο Λόφο κι έχτισε στη θέση αυτή ναό της Ελευθερίας. Η περιουσία του βγήκε σε πλειστηριασμό, αλλά, όπως γράφει ο Πλούταρχος, δεν παρουσιάστηκαν αγοραστές.
Επέστρεψε στη Ρώμη από τη Θεσσαλονίκη, όταν, με πρωτοβουλία του δημάρχου Λευκίου Νικίου, ψηφίστηκε νόμος να ανακληθεί από την εξορία. Την πρόταση υποστήριξαν ο φίλος του ύπατος Λεύκιος και ο Πομπήιος. Η επάνοδος ήταν θριαμβευτική. Ο ίδιος λέει χαρακτηριστικά: «Η Ιταλία τον εισήγαγεν εις την Ρώμην, φέρουσα αυτόν επί των ώμων της». Με 4 λόγους του ο Κικέρων εξέφρασε την ευγνωμοσύνη του στη Σύγκλητο και στο δήμο, πρότεινε δε να ανατεθεί στον Πομπήιο η αρμοδιότητα του επισιτισμού της Ρώμης. Αλλά η φιλία με τον Πομπήιο δεν επρόκειτο να κρατήσει πολύ. Η τριαρχία (Καίσαρ, Πομπήιος, Κράσσος) συγκρούστηκε με τη φατρία των ολιγαρχικών όπου ανήκαν ο Κικέρων και ο Κάτων. Το 53 π.Χ. έγινε οιωνοσκόπος. Το 52 π.Χ. υπερασπίστηκε τον Μίλωνα, ο οποίος με την ομάδα του από δούλους και μονομάχους, συγκρούστηκε στην Αππία Οδό με την αντίστοιχη ομάδα του Κλαύδιου, του παλιού εχθρού του Κικέρωνα, και τον σκότωσε. Έβγαλε έναν θαυμάσιο λόγο (Pro Milone) στο δήμο. Τον απήγγειλε όμως κάπως φοβισμένα επειδή το ακροατήριο ήταν εχθρικό προς τον Μίλωνα, με αποτέλεσμα ο Μίλων τελικά να εξοριστεί.
Το 51-50 π.Χ. διετέλεσε ανθύπατος της Κιλικίας, επαναφέροντας στο θρόνο της Καππαδοκίας τον Αριοβαρζάνη και συντρίβοντας τις ληστρικές συμμορίες του Αμανού Όρους. Γι' αυτές τις επιτυχίες του ανακηρύχθηκε imperator από τους στρατιώτες του. Όταν γύρισε στη Ρώμη, είχε ήδη ξεσπάσει ο εμφύλιος πόλεμος ανάμεσα στον Καίσαρα και στον Πομπήιο. Ο Κικέρων, αν και έκλινε μάλλον προς την πλευρά του Πομπήιου, δίστασε να πάρει ανοιχτά θέση.
Τον Ιούνιο του 49 π.Χ. πήγε στο Δυρράχιο, αποφασισμένος να ταχθεί με τον Πομπήιο. Μετά την μάχη στα Φάρσαλα, τον Αύγουστο του 48 π.Χ., πήγε στο Μπρίντιζι (Βρινδήσιον), όπου παρέμεινε ένα χρόνο, ώσπου ο Καίσαρ του επέτρεψε να ξαναγυρίσει στη Ρώμη. Το 46 και το 45 π.Χ. έμεινε μακριά από την πολιτική δράση και ασχολήθηκε με το συγγραφικό του έργο. Επανήλθε στην πολιτική μετά τη δολοφονία του Καίσαρα, την οποία επιδοκίμασε, πιστεύοντας ότι έτσι θα αποκαθίστατο η ελεύθερη πολιτεία. Αλλά σύντομα διαπίστωσε ότι πέθανε μεν ο τύραννος, αλλά όχι και η τυραννία.
Μπήκε επικεφαλής της αντιπολίτευσης κατά του Αντωνίου, στον οποίο επιτέθηκε με τους περίφημους 14 λόγους του, που ονομάστηκαν φιλιππικοί, από τους περίφημους λόγους του Δημοσθένη κατά του βασιλιά Φίλιππου της Μακεδονίας. Επιδίωξε χωρίς επιτυχία να συνασπιστούν η Σύγκλητος και ο Οκτάβιος εναντίον του Αντωνίου.
Όταν ο Οκτάβιος έγινε ύπατος, συμμάχησε με τον Αντώνιο και τον Λέπιδο και αποτέλεσαν τη δεύτερη τριανδρία.
Προγράψανε πάνω από 200 πολίτες ανάμεσά τους τον Κικέρωνα και τον αδελφό του Κόιντο. Για τον Κικέρωνα επέμειναν ο Αντώνιος και ο Λέπιδος. Ο Οκτάβιος δεν ήθελε τον θάνατό του. Ο Κικέρων βρισκόταν μαζί με τον αδελφό του στο Τούσκλο όταν έμαθε για την προγραφή. Φύγανε για τα Άστυρα, σκοπεύοντας να πάνε στη Μακεδονία και να συνενωθούν με τον Βρούτο, τον δολοφόνο του Καίσαρα. Στο δρόμο χωρίστηκαν κι ο Κόιντος ανέλαβε να βρει λεφτά. Ο Κικέρων περιπλανήθηκε στο Κίρκαιο και στη Γαέτα. Τον συνέλαβαν όμως, ενώ μεταφερόταν με φορείο, οι άνθρωποι του Αντωνίου, ο εκατόνταρχος Ερέννιος και ο χιλίαρχος Ποπίλιος (τον οποίο παλιά ο Κικέρων είχε υπερασπιστεί όταν κατηγορήθηκε για πατροκτονία) και τον σκότωσαν. Όταν ο Κικέρων, ακούγοντας θόρυβο από τους διώκτες του που πλησίαζαν, έβγαλε το κεφάλι του από το φορείο, του το έκοψε ο Ερέννιος. Το κεφάλι και τα χέρια, τα οποία επίσης έκοψαν, τα πήγανε στον Αντώνιο, που εκείνη την ώρα προέδρευε σε αρχαιρεσίες. Τα τοποθέτησε στο βήμα, πράξη, που, όπως γράφει ο Πλούταρχος, απεικονίζει την ψυχή του Αντωνίου. Λέγεται ότι, βλέποντας το κομμένο κεφάλι του Κικέρωνα, ο Αντώνιος είπε πως τελείωσαν οι προγραφές και διέταξε να σταματήσουν ενώ η γυναίκα του, η Φουλβία, τράβηξε έξω τη γλώσσα του και την τρύπησε επανειλημμένα με βελόνα, λόγω των όσων είχε πει ο ρήτορας για κείνη και το σύζυγό της.
Ο Κικέρων παντρεύτηκε την Τερεντία με την οποία απέκτησε τον Μάρκο και την Τυλλία, αλλά τη χώρισε γιατί ήταν αλανιάρα και ξαναπαντρεύτηκε με την Πουβλιλία, πολύ ευκατάστατη, σκοπεύοντας με τα λεφτά της να πληρώσει τα χρέη του, καθώς είχε χάσει τη μεγάλη περιουσία του. Έτσι τουλάχιστον λέει ο απελεύθερός του, ο Τύρωνας. Η περιουσία η δική του ήταν πολύ μεγάλη, απόδειξη ότι διατηρούσε πολυτελείς επαύλεις στο Τούσκλο, τους Ποτιόλους, τη Φορμία, την Πομπηία και την Κύμη. Ο γιος του Κικέρων Μάρκος Τύλλιος γεννήθηκε το 65 π.Χ. Ως πολιτικός ο Κικέρων έσωσε την πατρίδα του αποκαλύπτοντας τη συνωμοσία του Κατιλίνα. Στις δημόσιες λειτουργίες που του ανατέθηκαν ανταποκρίθηκε με μετριοπάθεια και ακεραιότητα, πάντα δε υπερασπίστηκε τους φιλελεύθερους θεσμούς. Ήταν όμως ασταθής στον χαρακτήρα, διστακτικός, επιρρεπής στις κολακείες, του έλειπε το σθένος και τον διέκρινε φιλαυτία.
Τα συγγράμματα του Κικέρωνα μπορούν να διαιρεθούν στις παρακάτω κατηγορίες:
Ρητορικοί λόγοι. Είναι 107, πολιτικοί και δικανικοί (κάποιους τους έγραψε μόνο αλλά ποτέ δεν τους απήγγειλε). Διασώθηκαν 57 ακέραιοι, από 20 λόγους κάποια αποσπάσματα ενώ 30 είναι γνωστοί μόνο επειδή διασώθηκαν οι επιγραφές τους. Οι καλύτεροι ρητορικοί του λόγοι είναι ο De Imperio Cn Pompei, οι κατά Ουέρρου, οι κατά Κατιλίνα, ο Pro Murena, ο Pro Milone και κάποιοι από τους 14 φιλιππικούς κατά του Αντωνίου. Τον δεύτερο απ’ αυτούς ο Ιουβενάλης τον αποκάλεσε divinam Philippicam.
Τεχνολογικά συγγράμματα. Είναι 7 θεωρητικά βιβλία, αναφερόμενα στην τέχνη της Ρητορικής. Ο ίδιος τα ονόμασε Oratorii libri.
Φιλοσοφικά συγγράμματα. Είναι 13 έργα (De republica, De legibus, Tusculanarum disputationum libri V, De natura deorum, De officiis, κ.ά.) και στηρίζονται σε ελληνικές πηγές. Σε αυτά γίνεται αναφορά και σε 5 χαμένα έργα που χαρακτηρίζονται τα σπουδαιότερα. Ο Κικέρων είναι θαυμαστής του Πλάτωνα, αποδέχεται εν πολλοίς τη διδασκαλία των Στωικών (κυρίως την ηθική), δίνει όμως μεγαλύτερη έμφαση στη νεώτερη ακαδημία, η πιθανολογία της οποίας ταίριαζε με τη ρητορική.
Επιστολές. Είναι ίσως ο κορυφαίος Ρωμαίος επιστολογράφος. Στις επιστολές του αναφέρεται στην πολιτική και κοινωνική ζωή του ρωμαϊκού κράτους επί των ημερών του καθώς και εκτενώς σε θέματα που αφορούν την προσωπική του ζωή και δράση. Χωρίζονται σε 4 συναγωγές, προς τους οικείους του, προς τον Αττικό, προς τον αδελφό του Κόιντο και προς τον Μ. Βρούτο.
Σε παιδική ηλικία έγραψε το μικρό ποίημα «Πόντιος Γλαύκος», αργότερα δε τα «Αράτεια», μετάφραση των «Φαινομένων» του Αράτου και τα «Προγνωστικά». Στο έργο του ανήκουν ακόμα ιστορικά έργα όπου αφηγείται τα πεπραγμένα της υπατείας του, προβάλλοντας ιδιαίτερα τον εαυτό του, ένα σύγγραμμα Γεωγραφίας καθώς και άλλα ανέκδοτα κείμενα.
Τα συγγράμματά του αποτελούν πρότυπο ύφους στη λατινική γλώσσα. Στα πρώτα έργα του De inventione rhetorica, Pro Quincio, Pro R. Amerino υπάρχουν επιρροές ρητόρων από την Ασία, οι οποίοι έδιναν έμφαση στο ρυθμό. Στην ασιατική ρητορική ο Κικέρων διέκρινε αφενός την έμφαση στην κομψότητα και αφετέρου την έμφαση στο πάθος (μέσω των εικόνων και των έντεχνα δημιουργημένων ονομάτων). Θαύμαζε άλλωστε τον μεγαλύτερό του ρήτορα Ορτήνσιο, που στους λόγους του συνταίριαζε το πάθος με την κομψότητα.
Στα έργα της ωριμότητάς του μετέβαλε το ύφος του, έχοντας αρνηθεί και την ασιατική (αν και ποτέ δεν απαλλάχθηκε εντελώς από τις επιδράσεις της) και την αττική ρητορική. Είχε επηρεαστεί από τη διδασκαλία του Μόλωνος και τις αρχές της Σχολής της Ρόδου, που βρισκόταν στο μέσο μεταξύ ασιατικού και αττικού ύφους. Επίσης τον επηρέασε η μελέτη Ελλήνων συγγραφέων, κάποιων εκ των οποίων τα έργα μετέφρασε στα λατινικά, όπως τον «Οικονομικό» του Ξενοφώντα, τον «Περί του στεφάνου» λόγο του Δημοσθένη, τον «Κατά Κτησιφώντος» του Αισχίνη, τους διαλόγους «Τίμαιο» και «Πρωταγόρα» του Πλάτωνα κ.ά. Τα έργα αυτά της ωριμότητάς του χαρακτηρίζονται από την προσεκτική επιλογή των ονομάτων, την αποφυγή της χρήσης ξένων λέξεων κυρίως ελληνικών, την αποφυγή νεολογισμών, από συχνές ρητορικού χαρακτήρα ερωτήσεις, από ταχεία εναλλαγή ερωτήσεων και απαντήσεων, από την επανάληψη κάποιων λέξεων και φράσεων, από ένα προσωπικό ύφος καθότι ο Κικέρων, όπως και όλοι οι Ρωμαίοι συγγραφείς, γράφει σαν να έχει μπροστά του τον αντίπαλό του με τον οποίο συζητά και αντικρούει την επιχειρηματολογία του είτε του διατυπώνει ενστάσεις και τον ειρωνεύεται.
Λόγοι
Από τους συνολικά 107 λόγους του, μόνο πενήντα επτά σώζονται σήμερα.
Πρώιμη καριέρα (πριν από τη εξορία του)
(66 π.Χ.) Pro Lege Manilia ή De Imperio Cn. Pompei (Υπέρ Μανίλιου Νόμου ή Περί αυτοκρατορίας του Γναίου Πομπηίου)
(63 π.Χ.) De Lege Agraria contra Rullum (Περί Νόμου Αγροτικού κατά Ρύλλου)
(63 π.Χ.) In Catilinam (Κατά Κατιλίνα)
(59 π.Χ.) Pro Flacco (Υπέρ Φλάκκου)
Όψιμη καριέρα
(52 π.Χ.) Pro Milone (Υπέρ Μίλωνα)
(46 π.Χ.) Pro Marcello (Υπέρ Μαρκέλλου)
(46 π.Χ.) Pro Ligario (Υπέρ Λιγάριου)
(46 π.Χ.) Pro rege Deiotaro (Υπέρ βασιλέως Δηιοτάρου)
(44 π.Χ.) Philippicae (Φιλιππικοί κατά Μάρκου Αντωνίου)
(οι λόγοι Pro Marcello, Pro Ligario και Pro rege Deiotaro λέγονται και «Λόγοι Καισάριοι»).
Φιλοσοφία
Ρητορική
(84 π.Χ.) De inventione (Περί ανακάλυψης)
(55 π.Χ.) De oratore (Περί ρήτορος)
(54 π.Χ.) De partitiones oratoriae (Περί υποδιαιρέσεων ρητορικής)
(52 π.Χ.) De optimo genere oratorum (Περί καλύτερου τύπου ρητόρων)
(46 π.Χ.) Brutus (Βρούτος)
(46 π.Χ.) Orator ad M. Brutum (Ο Ρήτωρ, στον Μ. Βρούτο)
(44 π.Χ.) Topica (Τόπικα)
(?? π.Χ.) Rhetorica ad Herennium (Ρητoρικά στον Ερέννιο)
Άλλα φιλοσοφικά έργα
(51 π.Χ.) De Republica (Περί δημοκρατίας)
(45 π.Χ.) Hortensius (Ορτένσιος)
(45 π.Χ.) Lucullus ή Academica priora (Λούκουλλος η Πρότερα ακαδημαϊκά)
(45 π.Χ.) Academica posteriora (Ακαδημαϊκά αργότερα)
(45 π.Χ.) De finibus bonorum et malorum (Περί ορίων, καλών και κακών). Η πηγή του «Lorem ipsum»
(45 π.Χ.) Tusculanæ quaestiones (Ερωτήσεις Τυσκυλανές)
(45 π.Χ.) De natura deorum (Περί φύσεως θεών)
(45 π.Χ.) De divinatione (Περί μαντικής)
(45 π.Χ.) De fato (Περί μοίρας)
(44 π.Χ.) Cato Maior de senectute (Κάτων ο Πρεσβύτερος περί γήρατος)
(44 π.Χ.) Laelius de amicitia (Λαίλιος περί φιλίας)[1]
(44 π.Χ.) De officiis (Περί καθηκόντων)
(?? π.Χ.) Paradoxa stoicorum (Στωικά παράδοξα)
(?? π.Χ.) De legibus (Περί νόμων)
(?? π.Χ.) De consulatu suo (Περί της υπατείας του)
(?? π.Χ.) De temporibus suis (Περί της εποχής του)
(?? π.Χ.) Commentariolum petitionis (Εγχειρίδιο προεκλογικής εκστρατείας)
Επιστολές
(68 π.Χ.-43 π.Χ.) Epistulae ad Atticum (Επιστολές στον Αττικό)
(59 π.Χ.-54 π.Χ.) Epistulae ad Quintum fratrem (Επιστολές στον Κόιντο (τον αδελφό του))
(43 π.Χ.) Epistulae ad Brutum (Επιστολές στον Βρούτο)
(43 π.Χ.) Epistulae ad familiares (Επιστολές στους συγγενείς του)
el.wikipedia.org
Δημοσίευση σχολίου