Τετάρτη, Φεβρουαρίου 24, 2010

No 671

Frances Burrows (ΗΠΑ)

ΤΡΑΓΟΥΔΩ ΤΟ ΗΛΕΚΤΡΙΚΟ ΚΟΡΜΙ
2
Ο έρωτας για το κορμί του άντρα ή της γυναίκας δεν χωρά περιγραφή, το κορμί το ίδιο δεν περιγράφεται,
Το αντρικό κορμί είναι αψεγάδιαστο, το γυναικείο εξίσου αψεγάδιαστο.
Η έκφραση του προσώπου δεν χωρά περιγραφή,
Μα η έκφραση του καλοκαμωμένου άντρα δεν φαίνεται μοναχά στο πρόσωπό του,
Τη βλέπεις στα άκρα και στις κλειδώσεις του, παράδοξο, κι όμως βρίσκεται στους αρμούς των γοφών και των καρπών του,
Τη βλέπεις στην περπατησιά του, στο στητό λαιμό, στο λύγισμα της μέσης και των γονάτων του, τα ρούχα δεν τον κρύβουν,
Η γλυκιά του δύναμη ξεπροβάλλει μέσα απʼ τη φανέλα και την τσόχα,
Η θέα του καθώς περνά φανερώνει όσα και το ύψιστο ποίημα, ίσως και πιο πολλά,
Κόβεις λίγο το βήμα να δεις τη ράχη, τον αυχένα, τις ωμοπλάτες του.
Τα τροφαντά βρέφη στην κούνια, οι κόρφοι και τα κεφάλια των γυναικών, οι πτυχές των φουστανιών τους, η χάρη τους όταν τις προσπερνάμε στο δρόμο, των κορμιών τους το καμπυλόγραμμα,
Ο κολυμβητής που κάνει το μπάνιο του γυμνός, τον βλέπεις να σχίζει με απλωτές τη διάφανη σμαραγδένια επιφάνεια, ή να ξαπλώνει ανάσκελα και σιωπηλά να πλέει πέρα-δώθε όπως τον πάει το νερό,
Το κύρτωμα μια μπρος, μια προς τα πίσω των κωπηλατών στις λέμβους, ο καβαλάρης πάνω στη σέλα του,
Κορίτσια, μανάδες, νοικοκυρές σʼ όλα τους τα συγυρίσματα
Οι εργάτες, μεσημέρι, καθισμένοι με ανοιχτές τις καραβάνες τους και οι γυναίκες τους που σπίτι καρτερούνε,
Η μητέρα που νανουρίζει το παιδί, η κόρη του αγρότη στο περιβόλι ή στο βουστάσιο,
Το παλικάρι που τσαπίζει το αραποσίτι, ο αμαξάς που οδηγεί τα έξι του άλογα μέσα απʼ το πλήθος,
Των παλαιστών η πάλη, δυο παραγιοί, σχηματισμένοι άντρες πια, όλο σφρίγος και καλή καρδιά, ντόπια παιδιά, έξω στην αλάνα με τη δύση, ύστερα απʼ τη δουλειά,
Σακάκια και καπέλα πεταμένα, ο εναγκαλισμός της αγάπης και του αγώνα,
Η πάνω λαβή και η κάτω, τα μαλλιά ανάκατα, τυφλώνουν τα μάτια.
Η προέλαση των πυροσβεστών με τη στολή τους, το παιχνίδισμα των αντρίκιων μυώνων μέσα από τα εφαρμοστά παντελόνια και τις ζώνες .
Η αργή επιστροφή από την πυρκαγιά, η ανάπαυση προτού χτυπήσει πάλι ξαφνικά το καμπανάκι, το άκουσμα του συναγερμού,
Οι φυσικές, τέλειες του καθήκοντος κινήσεις, το κεφάλι σκυφτό, σκυμμένος ο αυχένας, η καταμέτρηση.
Τέτοιους αγαπώ – ξεχύνομαι, περνώ ελεύθερα, είμαι στον κόρφο της μάνας μαζί με το μωρό,
Κολυμπώ με τους κολυμβητές, παλεύω με τους παλαιστές, βαδίζω στη γραμμή με τους πυροσβέστες, και στέκω, αφουγκράζομαι, μετρώ.

Walt Whitman: Παιδιά του Αδάμ-Κάλαμος (Ηριδανός)
Mετάφραση:Τόνια Κοβαλένκο

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Στην πρώτη τους μορφή και έκδοση (κυκλοφόρησαν λίγες μέρες πριν από την 4η Ιουλίου του 1855, σε 795 μόλις αντίτυπα) τα «Φύλλα Χλόης» δεν έφεραν πουθενά το όνομα του συγγραφέα τους. Ωστόσο, απέναντι από τη σελίδα του τίτλου, υπήρχε ένα πορτρέτο του 36χρονου Ουώλτ Ουίτμαν, μια γκραβούρα της δαγκεροτυπίας που είχε φιλοτεχνήσει ο Γκάμπριελ Χάρισον το προηγούμενο καλοκαίρι. Απεικόνιζε τον Ουίτμαν με ρούχα εργατικά, πουκάμισο ανοιχτό στο στήθος, στραβά φορεμένο καπέλο, να κοιτάζει με ευθύ, προκλητικό σχεδόν βλέμμα τον μελλοντικό αναγνώστη του. Ήταν σαν να επανακαθόριζε με αυτή την ολόσωμη, χαλαρή του πόζα τον ρόλο του ποιητή και βγάζοντάς τον από τα στενά όρια του φιλολογικού κατεστημένου, να τον μετέτρεπε σε εκπρόσωπο όλων των ανθρώπων. Ο καινούριος αυτός ποιητής δεν εκφραζόταν μονάχα με το νου αλλά και με ολόκληρο το κορμί του κι αντλούσε την έμπνευσή του έξω, στον ανοιχτό αέρα, όχι στην πνιγηρή ατμόσφαιρα των βιβλιοθηκών. Ο ίδιος χαρακτήριζε την ποίησή του με τον ζωγραφικό όρο al fresco, υπονοώντας μια ποίηση που γράφεται – και βιώνεται - έξω από τους τέσσερις τοίχους, έξω, δηλαδή, από τους περιορισμούς της παράδοσης και της συμβατικότητας.
Ο Ουώλτ Ουίτμαν, έζησε τη μοναχική αλλά πληθωρική ζωή του χτίζοντας παράλληλα, εμπλουτίζοντας κι αναδομώντας το μοναδικό μα κι ανυπέρβλητο πνευματικό του τέκνο, τα «Φύλλα Χλόης». Η λυρική του αυτοβιογραφία, αριθμούσε αρχικά 12 εκτενή ποιήματα (μεταξύ των οποίων και το θεμελιώδες «Τραγούδι του εαυτού μου») και κατέληξε να απαρτίζεται από 389, στην έκδοση της ʽνεκρικής κλίνηςʼ (1891-92).

Μπορεί να μνημονεύεται πλέον σε κάθε ανθολογία ως ο πατέρας της αμερικανικής ποίησης, ο Ουίτμαν, όμως, γεύτηκε άφθονη απόρριψη από τους λογοτεχνικούς κύκλους της εποχής του. Εκτός από την ανήκουστη ʽαυθαιρεσίαʼ του ελεύθερου, ανομοιοκατάληκτου στίχου, την κατακραυγή των συμπατριωτών του πυροδότησε κυρίως η ενότητα των «Παιδιών του Αδάμ» (αρχικά LʼEnfants dʼ Adam). Αν και αργότερα έμελλε να σκανδαλίσει περισσότερο το εγκώμιο της ανδρικής αγάπης που πλέκει ο Ουίτμαν στον «Κάλαμο», στον καιρό του η μεγάλη αντίδραση ήρθε για τον τρόπο που απροκάλυπτα εξυμνεί ο ποιητής το ανθρώπινο κορμί (το γυναικείο και το αντρικό), τη γονιμότητα και την απαλλαγμένη από αναστολές γενετήσια πράξη, στα «Παιδιά του Αδάμ».

Μια γυναίκα με προσμένει, όλα τα περιέχει, τίποτε δεν της λείπει
Όλα, όμως, θα της έλειπαν, αν έλειπε το φύλο, ή αν έλειπε
του κατάλληλου άντρα ο χυμός.

Ανώνυμος είπε...

Διαβάζοντας στίχους σαν αυτόν, η Αγγλίδα Ανn Τζίλκραϊστ, χήρα του βιογράφου τού Ουίλιαμ Μπλέικ, έγραψε επαινετικά άρθρα και ξεκίνησε αλληλογραφία με τον Ουίτμαν – ενθουσιώδη από τη μεριά της, συγκρατημένη από τη δική του. Έξι χρόνια μετά, τον Σεπτέμβριο του 1876, αποφάσισε να εγκατασταθεί μαζί με τα παιδιά της στη Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ, ώστε να ανταμώσει τον ʽτρυφερότερο απʼ όλους εραστήʼ, που έμενε στην απέναντι όχθη του ποταμού Ντέλαγουερ, στο Κάμντεν του Νιού Τζέρσεϊ. Εκείνος, βέβαια, την είχε προειδοποιήσει: ʽΔεν θα πρέπει να στήνεις με τη φαντασία σου μια ιδανική Μορφή και να της δίνεις το όνομά μου…Ο πραγματικός Ουώλτ είναι ένας πολύ απλός άνθρωπος κι εντελώς ανάξιος τόσης αφοσίωσηςʼ. Τελικά, οι δυο τους κατάφεραν να ξεπεράσουν την αμηχανία των πρώτων συναντήσεων και να συνδεθούν με ισόβια - αλλά πλατωνική μόνο - φιλική σχέση.

Αντίθετα, δεν χρειάστηκε παρά μια νύχτα με καταιγίδα, για να νιώσει αμέσως τρυφερά ο ηλικιωμένος ασπρομάλλης ποιητής για τον νεαρό οδηγό της ιππήλατης άμαξας στην οποία είχε επιβιβαστεί. Ο 21χρονος Ιρλανδός μετανάστης Πίτερ Ντόιλ, πρώην στρατιώτης της Ομοσπονδίας και μετέπειτα αχώριστος φίλος του Ουώλτ, θυμόταν αργότερα ότι ο Ουίτμαν ήταν ο μοναδικός επιβάτης εκείνο το βράδυ και ότι «αισθανθήκαμε απʼ την πρώτη στιγμή μια οικειότητα ο ένας για τον άλλο – έφερα το χέρι μου στο γόνατό του – καταλάβαμε…»

Τα «Παιδιά του Αδάμ» και ο «Κάλαμος», πρωτοεμφανίστηκαν και τα δύο μαζί στην έκδοση του 1860, την οποία ο μανιώδης τυπογράφος Ουίτμαν επιμελήθηκε προσωπικά, όπως και όλες τις εκδόσεις που είδαν το φως κατά τη διάρκεια της ζωής του. Τον 19ο αιώνα, τα ερωτικά «Παιδιά του Αδάμ» καταδικάστηκαν από την πουριτανική αμερικανική κοινωνία, ενώ οι συνθέσεις του «Κάλαμου» (που οφείλουν τον τίτλο τους στο ομώνυμο υδρόβιο φυτό με τον φαλλικό βλαστό), θεωρήθηκαν από τους περισσότερους ως αθώοι ύμνοι στη αντρική συντροφικότητα. Τον 20ό αιώνα, οι ρόλοι αντιστράφηκαν: τα ʽτολμηράʼ, φεμινιστικά «Παιδιά του Αδάμ» άρχισαν να γίνονται δεκτά με ανοιχτές αγκάλες, ενώ ο «Κάλαμος» κατηγορήθηκε ότι προάγει μια ʽαφύσικηʼ σεξουαλικότητα. Μερικές δεκαετίες αργότερα, οι αγώνες για τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων, ανέδειξαν τον «Κάλαμο» σε μανιφέστο του γκέι κινήματος. Σημεία των καιρών. Κι όμως, ο καιρός της απόλυτης ελευθερίας, ισότητας κι αδελφοσύνης, ο καιρός της αγάπης της μιας πολιτείας για την άλλη και της μιας γης γιʼ άλλη γη που προφητεύει με πάθος ο Ουώλτ Ουίτμαν, δεν φαίνεται να έχει έρθει ακόμα.

Θα ήθελα να κλείσω αυτό το σύντομο πρόλογο με μια αναφορά στη μνήμη του λογοτέχνη Νίκου Προεστόπουλου (1899 -1969), ο οποίος πρώτος στην Ελλάδα καταπιάστηκε με τα «Φύλλα Χλόης», και τα απέδωσε στη γλώσσα μας όχι πάντοτε πιστά, αλλά πάντως με τον δικό του γλαφυρό τρόπο.

Επίμετρο: Τόνια Κοβαλένκο