Cornelius McCarthy (Ηνωμένο Βασίλειο)
Ο Κόκροφτ ξεκούμπωσε το παντελόνι του, κατέβασε το φερμουάρ και τον έβγαλε έξω. Ο Βόσνιος κοίταξε το πουλί του γέρου όπως στεκόταν μισοσηκωμένο, κοιτάζοντάς τον με το μοναδικό, σκιστό μάτι του. Έσκυψε προς τα κάτω αλλά. Αμέσως τραβήχτηκε. «Μπάνιο», είπε. «Κάνε ένα μπάνιο πρώτα». Δεν είχε καμιά όρεξη να γλείψει κάτι που έζεχνε μπαγιάτικο ιδρώτα και ούρα.
Ο Κόκροφτ πήγε υπάκουα στο λουτρό. Ύστερ’ από λίγο βγήκε φορώντας τη ρόμπα του. «Πάμε στα ενδότερα», είπε. Ο Βόσνιος δεν είχε ξαναδεί το υπνοδωμάτιο του Κόνκροφτ. Δεν ήθελε. Ανέβηκαν τη σκάλα. Υπήρχε ένα μεγάλο, ξέστρωτο κρεβάτι κι ολόγυρα σκόρπιες κάτι άλλες φωτογραφίες του ευνοούμενου του γέρου – μια με το ασημί του σορτς και μια άλλη όπου ήταν ολόγυμνος, ξαπλωμένος μπρούμυτα πλαί σε μια πισίνα, μ’ ένα κοκτέιλ στο χέρι. Ο γέρος ξάπλωσε ανάσκελα, με τα πόδια ανοιχτά και το καθαρό, απρόσμενα ερεθισμένο μικρό πραγματάκι ορθωμένο σαν κεραία ανάμεσα στο θύσανο από μαύρες και γκρίζες τρίχες. Ο Βόσνιος ακούμπησε τα χείλη του στην άκρη κι ύστερα το πήρε ολόκληρο στο στόμα του. Ο γέρος βόγκηξς. «Τα δόντια. Πρόσεχε τα δόντια», είπε.
«Οκέι», απάντησε μπουκωμένος ο Βόσνιος, με το πέος ακόμη στο στόμα του. Προσπαθούσε να βρει τη σωστή γωνία, κι έκανε λίγο πίσω για να δει μήπως ήταν καλύτερα έτσι.
«Μη σταματάς, σε παρακαλώ. Μια χαρά τα πας»
Νταν Ρόουντς: Τιμολέων Βιέτα, γύρνα σπίτι (Ωκεανίδα)
Ο Κόκροφτ ξεκούμπωσε το παντελόνι του, κατέβασε το φερμουάρ και τον έβγαλε έξω. Ο Βόσνιος κοίταξε το πουλί του γέρου όπως στεκόταν μισοσηκωμένο, κοιτάζοντάς τον με το μοναδικό, σκιστό μάτι του. Έσκυψε προς τα κάτω αλλά. Αμέσως τραβήχτηκε. «Μπάνιο», είπε. «Κάνε ένα μπάνιο πρώτα». Δεν είχε καμιά όρεξη να γλείψει κάτι που έζεχνε μπαγιάτικο ιδρώτα και ούρα.
Ο Κόκροφτ πήγε υπάκουα στο λουτρό. Ύστερ’ από λίγο βγήκε φορώντας τη ρόμπα του. «Πάμε στα ενδότερα», είπε. Ο Βόσνιος δεν είχε ξαναδεί το υπνοδωμάτιο του Κόνκροφτ. Δεν ήθελε. Ανέβηκαν τη σκάλα. Υπήρχε ένα μεγάλο, ξέστρωτο κρεβάτι κι ολόγυρα σκόρπιες κάτι άλλες φωτογραφίες του ευνοούμενου του γέρου – μια με το ασημί του σορτς και μια άλλη όπου ήταν ολόγυμνος, ξαπλωμένος μπρούμυτα πλαί σε μια πισίνα, μ’ ένα κοκτέιλ στο χέρι. Ο γέρος ξάπλωσε ανάσκελα, με τα πόδια ανοιχτά και το καθαρό, απρόσμενα ερεθισμένο μικρό πραγματάκι ορθωμένο σαν κεραία ανάμεσα στο θύσανο από μαύρες και γκρίζες τρίχες. Ο Βόσνιος ακούμπησε τα χείλη του στην άκρη κι ύστερα το πήρε ολόκληρο στο στόμα του. Ο γέρος βόγκηξς. «Τα δόντια. Πρόσεχε τα δόντια», είπε.
«Οκέι», απάντησε μπουκωμένος ο Βόσνιος, με το πέος ακόμη στο στόμα του. Προσπαθούσε να βρει τη σωστή γωνία, κι έκανε λίγο πίσω για να δει μήπως ήταν καλύτερα έτσι.
«Μη σταματάς, σε παρακαλώ. Μια χαρά τα πας»
Νταν Ρόουντς: Τιμολέων Βιέτα, γύρνα σπίτι (Ωκεανίδα)
3 σχόλια:
Από το site της Ωκεανίδας:
Ένα συναισθηματικό ταξίδι με απρόσμενες ανατροπές και σπαραχτική ανθρωπιά από έναν από τους πιο πρωτότυπους και ταλαντούχους Βρετανούς συγγραφείς της γενιάς του.
Ο Τιμολέων Βιέτα είναι το πρώτο μυθιστόρημα του 32χρονου Νταν Ρόουντς, ενός από τους πιο πρωτότυπους και ταλαντούχους συγγραφείς της γενιάς του, σύμφωνα με τον περίφημο κατάλογο των «20 Καλύτερων Νέων Βρετανών Μυθιστοριογράφων» που καταρτίζει ανά δεκαετία το έγκυρο περιοδικό GRANTA.
Ένας συνταξιούχος μουσικοσυνθέτης ζει με μοναδική συντροφιά τον πιστό του Τιμολέοντα Βιέτα, έναν μπάσταρδο σκύλο με τα πιο όμορφα μάτια του κόσμου, που όμως κάποια στιγμή ξεκινάει μια ατέλειωτη περιπλάνηση σ’ όλη την Ιταλία.
Μεσ' από τα μάτια του σκύλου γνωρίζουμε όλους τους προσωρινούς φίλους και ιδιοκτήτες του, ανθρώπους κάθε ηλικίας κι εθνικότητας, τελείως διαφορετικούς μεταξύ τους, καθένας με τη δική του μοίρα και τη δική του συναρπαστική ζωή.
Γνωρίζουμε ανθρώπους ξένους για μας αλλά και τόσο οικείους, αφού τους συνδέει η κοινή μοίρα όλων μας, τα απλά όνειρα του καθενός και καθημερινές κωμικοτραγικές καταστάσεις, που όλα καθρεφτίζονται στα μάτια του Τιμολέοντα Βιέτα, σ' αυτά τα μάτια που, όσες ψευδαισθήσεις και υποκρισία κι αν έχουμε εμείς, λένε και δείχνουν πάντα την αλήθεια.
Κι ενώ η κριτική («Irish Times») δεν διστάζει να τον παραλληλίσει με τους Δύσκολους Έρωτες του Καλβίνο και τη Φωνή της Θάλασσας του Μοράβια, ο Τιμολέων Βιέτα μιλάει με το δικό του μοναδικό τρόπο για τους χαμένους έρωτες, παρασύροντας τον αναγνώστη σ' ένα «συναισθηματικό ταξίδι», κατά τον ίδιο το συγγραφέα, που ισορροπεί με μαεστρία ανάμεσα στο μελοδραματισμό και την καυστική ειρωνεία.
~~~~~~~~~~~~
To βιβλίο κυκλοφόρησε στην Ελλάδα τον Φεβρουάριο του 2005, σε μετάφραση του Αλέξη Εμμανουήλ.
Από το ίδιο site:
Κριτικές και σχόλια του Τύπου
«To ιδιαίτερο πεδίο του Νταν Ρόουντς είναι η κωμικοτραγικότητα της ανθρώπινης επιθυμίας. Την εξερευνά με ένα ιδιόρρυθμο ύφος και μια έντονη αίσθηση του παραλόγου… Στο Τιμολέων Βιέτα, γύρνα σπίτι!, εποπτεύει ευρύτερα το θέμα της ερωτικής απογοήτευσης, εξετάζοντας με ένα δελεαστικό μίγμα χιούμορ και συγκινησιακής φόρτισης τους μύριους τρόπους με τους οποίους η αγάπη προσφέρεται, προδίδεται ή χάνεται».
-Benedicte Page, «The Bookseller», 31/1/2003-
* *
«Η γλώσσα του είναι χαλαρή και υπέροχα ισορροπημένη, κι ωστόσο η πλοκή βρίθει από τραγικές ανατροπές, που ώρες-ώρες δίνουν την εντύπωση ότι αγγίζουν τα όρια του σαδισμού. [...] Γράφει με τέτοια χάρη, που δυσκολεύομαι να τον πιστέψω όταν διατείνεται πως έχει αποκηρύξει για πάντα την τέχνη του μυθιστοριογράφου».
-Lloyd Evans, «The Daily Telegraph», 22/3/2003-
* *
«Το Τιμολέων Βιέτα, γύρνα σπίτι! [...] είναι ίσως υπερβολικά εκκεντρικό, υπερβολικά διακεχυμένο για όσους έχουν εθιστεί στη συμβατική αφήγηση. Εγώ πρέπει να πω ότι το αγάπησα ιδαίτερα».
-Paul Bailey, «The Independent», 29/3/2003-
* *
«Έργο κωμικοτραγικό με την έμφαση στο κωμικό, το Τιμολέων Βιέτα, γύρνα σπίτι!είναι ένας εξαιρετικά αεράτος και ευαίσθητος στοχασμός πάνω στον χαμένο έρωτα και την ανεξευμένιστη οργή. Δεν πρέπει λοιπόν να εκπλαγούμε, όταν διαβάζουμε ότι ο Νταν Ρόουντς έχει δηλώσει πως “Όπως όλοι οι συγγραφείς, παρακινούμαι κυρίως από μίσος και εκδικητικότητα”. Ωστόσο καταλαβαίνουμε, όταν πια έχουμε ολοκληρώσει την ανάγνωση αυτού του ωραίου και συχνά συγκινητικού βιβλίου, ότι δεν είναι καθόλου το μίσος και η εκδικητικότητα, αυτά που τον ωθούν».
-Dan Crowe, «The Independent on Sunday», 20/4/2003-
* *
«Για τον Νταν Ρόουντς, το κύριο έναυσμα για να γίνει επαγγελματίας μυθιστοριογράφος ήταν ότι δεν θα ήταν αναγκασμένος να σηκώνεται πρωί. Ωστόσο ο Ρόουντς [...] βλέπει τώρα το όνομά του να συμπεριλαμβάνεται στον περίφημο κατάλογο των 20 Καλύτερων Νέων Βρετανών Μυθιστοριογράφων που καταρτίζει ανά δεκαετία το περιοδικό GRANTA».
-Michael Brunton, «TIME», 28/4/2003-
* *
«Ο Νταν Ρόουντς χαρακτηρίζει το μυθιστόρημά του “Ένα Συναισθηματικό Ταξίδι”, και η αφήγησή του ταλαντεύεται επικίνδυνα ανάμεσα στη Σκύλλα του δακρύβρεχτου συναισθηματισμού και τη Χάρυβδη της σκωπτικής ειρωνείας· μολοντούτο κρατάει σταθερά την πορεία της, υποσκάπτοντας συνεχώς τις προσδοκίες του αναγνώστη, την ίδια στιγμή που ερεθίζει την ορμέμφυτη επιθυμία μας για τελική δικαίωση και ένα χάππυ εντ. Η ιστορία αφορά τη σκυλήσια αφοσίωση ενός σκύλου, και την αντιπαράθεσή της προς την άσπλαχνη ασυνέπεια των ανθρώπων. Θυμίζει, από ορισμένες πλευρές, παιδικό ανάγνωσμα, [...] αλλά η χάρη των πιο ανάλαφρων στιγμών υποκρύπτει μια πιο σκοτεινή, πιο καταχθόνια πρόθεση. [...]Ο Ρόουντς σερβίρει τα γεγονότα με ένα ασυνήθιστο κράμα χιούμορ, καρδιοστάλαχτης συγκίνησης και πατροπαράδοτου αφηγηματικού οίστρου».
Michiko Kakutani, «The New York Times», 12/8/2003
* *
«Καίτοι θυμίζει παιδικό ανάγνωσμα, απ' ορισμένες πλευρές, το παρόν μυθιστόρημα αποτελεί έναν στοχασμό πάνω στον χαμένο έρωτα και την αξευμένιστη οργή.»
-Κρίστυ Κουνινιώτη, εφ. «Πελοπόννησος», 25/03/2005-
* *
«Το μυθιστόρημα διαβάζεται απνευστί. Συγκινεί χωρίς να βαλτώνει σε βούρκους μελοδράματος, ενώ "ενδιάμεσες" ιστορίες μοιάζουν με μαγικά παραθυράκια στη ζωή πού πραγματικών ανθρώπων.»
-Λύο Καλοβυρνάς, περ. «TIME OUT OF ATHENS», 31/03/2005-
H συνέχεια και το τέλος του προηγούμενου σχολίου:
... μολοντούτο κρατάει σταθερά την πορεία της, υποσκάπτοντας συνεχώς τις προσδοκίες του αναγνώστη, την ίδια στιγμή που ερεθίζει την ορμέμφυτη επιθυμία μας για τελική δικαίωση και ένα χάππυ εντ. Η ιστορία αφορά τη σκυλήσια αφοσίωση ενός σκύλου, και την αντιπαράθεσή της προς την άσπλαχνη ασυνέπεια των ανθρώπων. Θυμίζει, από ορισμένες πλευρές, παιδικό ανάγνωσμα, [...] αλλά η χάρη των πιο ανάλαφρων στιγμών υποκρύπτει μια πιο σκοτεινή, πιο καταχθόνια πρόθεση. [...]Ο Ρόουντς σερβίρει τα γεγονότα με ένα ασυνήθιστο κράμα χιούμορ, καρδιοστάλαχτης συγκίνησης και πατροπαράδοτου αφηγηματικού οίστρου».
Michiko Kakutani, «The New York Times», 12/8/2003
* *
«Καίτοι θυμίζει παιδικό ανάγνωσμα, απ' ορισμένες πλευρές, το παρόν μυθιστόρημα αποτελεί έναν στοχασμό πάνω στον χαμένο έρωτα και την αξευμένιστη οργή.»
-Κρίστυ Κουνινιώτη, εφ. «Πελοπόννησος», 25/03/2005-
* *
«Το μυθιστόρημα διαβάζεται απνευστί. Συγκινεί χωρίς να βαλτώνει σε βούρκους μελοδράματος, ενώ "ενδιάμεσες" ιστορίες μοιάζουν με μαγικά παραθυράκια στη ζωή πού πραγματικών ανθρώπων.»
-Λύο Καλοβυρνάς, περ. «TIME OUT OF ATHENS», 31/03/2005-
Δημοσίευση σχολίου