Πέμπτη, Δεκεμβρίου 08, 2011

Νο 787



Οι ερωτικές σχέσεις ανάμεσα σε πρόσωπα αρσενικού φύλου δεν ήσαν ηθικά αδιάφορες για τους Ρωμαίους, γι’ αυτό και οι σχετικές πράξεις με τέτοιας μορφής σχέσεις διώκονταν σύμφωνα με την έκτακτη διαδικασία και συνεπάγονταν ορισμένες ανικανότητες στον τομέα του δημόσιου βίου. Εντατικότερη έγινε όμως η δίωξη γύρω στα μέσα του 4ου αιώνα, όταν με νόμο του αυτοκράτορα Κωνσταντίου προβλέφθηκε η ποινή της θανατώσεως με ξίφος. Σε αυτήν την απότομη σκλήρυνση της έννομης τάξης δεν είναι ίσως αμέτοχη και η Εκκλησία. Η διάταξη αυτή διατήρησε την ισχύ της επί πολλούς αιώνες, τουλάχιστον τυπικώς, γιατί στην πράξη, κατά τις μαρτυρίες των ιστορικών, οι ένοχοι παιδεραστίας δεν θανατώνονταν πάντοτε. Συχνά τους επιβαλλόταν η ποινή της «καυλοτομής», της αποκοπής δηλαδή του πέους, πιθανότατα κάτω από την επίδραση μιας ιδέας ειδικής προλήψεως. [...]
Είναι επίσης ενδιαφέρον να παρατηρηθεί ότι οι ομοφυλοφιλικές σχέσεις ανάμεσα σε γυναίκες δεν θεωρήθηκαν από τον πολιτειακό νομοθέτη ως ποινικώς αξιόλογες, έτσι ώστε δεν βρίσκουμε διατάξεις αφιερωμένες στην πρόβλεψη αυτών των πράξεων.

Σ. Τρωιάνος: Έρως και Νόμος στο Βυζάντιο
στο Σ. Τρωιάνος (επιμ.): Έγκλημα και τιμωρία στο Βυζάντιο (Ίδρυμα Γουλανδρή-Χορν)

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Στη νομοθεσία των Ισαύρων διατηρείται η θανατική ποινή — περιέργως, γιατί η Εκλογή είναι το κατεξοχήν νομοθέτημα πού σε πολλά εγκλήματα έχει αντικαταστήσει τη θανατική ποινή με ποινές ακρωτηριασμού — λαμβάνεται όμως πρόνοια για τα ανήλικα θύματα των παιδεραστών, που χωρίς την ειδική ρύθμιση θάπρεπε κι αυτό να υποστούν την ίδια ποινή. Έτσι, κάτω από τα 12 χρόνια εισάγει η νομοθεσία αμάχητο τεκμήριο για έλλειψη διάκρισης. Η ειδική αυτή μεταχείριση διατηρήθηκε (με μικρές διαφοροποιήσεις ως προς την ηλικία) και στις επόμενες δεκαετίες, ακόμη και στη νομοθεσία των Μακεδόνων.
Το πολιτειακό ποινικό δίκαιο δεν προσδιορίζει από ποιο σημείο των ερωτικών σχέσεων αρχίζει η ποινική ευθύνη των υπαιτίων. Τα σχετικά κείμενα εκφράζονται γενικά με τη χρησιμοποίηση όρων, όπως «ο ποιών» καί «ο πάσχων» ή «ο υπομένων», που μάλλον δικαιολογούν την υπόθεση, ότι ο νομοθέτης προϋποθέτει πλήρη διενέργεια τής γενετήσιας πράξης
Το κανονικό δίκαιο προχωρεί αντίθετα σε λεπτότερες διακρίσεις. Έτσι διαφοροποιείται η μεταχείριση αυτού που «Εις τους μηρούς την ροήν εδέξατο» από αυτόν, του όποιου «ερράγη τό σκεύος». Ενδιαφέρον τέλος είναι ότι οι ομοφυλοφιλικές σχέσεις ανάμεσα σε γυναίκες δεν κρίθηκαν από τον πολιτειακό νομοθέτη ποινικά αξιόλογες, έτσι ώστε διατάξεις αφιερωμένες στην πρόβλεψη αυτών των πράξεων βρίσκουμε μόνο στο κανονικό δίκαιο.

Σπύρος Τρωιάνος: Η ερωτική ζωή των βυζαντινών μέσα από το ποινικό τους δίκαιο (περ. Αρχαιολογία, 10/1984)

Οι ποινές για τις λεσβιακές δραστηριότητες –παρ’ ότι σπάνιες- στοχεύουν κυρίως στις μοναχές και είναι εκπληκτικά ήπιες: υπήρχε μια δωδεκαετής ποινή στο εκκλησιαστικό Δίκαιο για γυναίκες που έκαναν έρωτα χωρίς άντρες, κάτι το οποίο ήταν πιο σοβαρό από τον αυνανισμό (μαλακία), λιγότερο σοβαρό όμως από τις αντρικές ομοφυλοφιλικές δραστηριότητες (την πρωκτική συνουσία: αρσενοκοιτίας). Η εκκλησιαστική ποινή ήταν ογδόντα ημέρες για τις γυναίκες που αυνανίζονταν μαζί. Αν το έκανε η μια μοναχή στην άλλη, τότε η ποινή ήταν περιορισμός με νερό και ψωμί για τριάντα οκτώ μέρες. Αν μια μοναχή κοιμόταν με μιαν άλλη, τότε η ποινή ήταν σαράντα ημέρες. Αν δυο μοναχές κοιμόντουσαν μαζί και η μια χάιδευε τα στήθη της άλλης και την «καβαλούσε», τότε επιβαλλόταν ποινή σαράντα ημερών, συν εκατό μέρες μετάνοιας και για τις δυο, αν όμως υπήρχαν «υγρά» τότε η ποινή ήταν δυο έτη.

Τζων Μπόσγουελ: Γάμοι μεταξύ ανδρών. Οι ομοφυλοφιλικές σχέσεις στην αρχαία Ελλάδα, Ρώμη και μεσαιωνική Ευρώπη (Σ. Ι. Ζαχαρόπουλος, 2004)