Τετάρτη, Δεκεμβρίου 21, 2005

No 250

Με το ποίημα του Γιώργου Χρονά θα σας αποχαιρετήσουμε για φέτος.
Σας ευχόμαστε «Καλές Γιορτές» και «Ευτυχισμένο το 2006».
Ανανεώνουμε το καθημερινό ραντεβού μας για την Τετάρτη 4 Ιανουαρίου κι ελπίζουμε να είστε όλες και όλοι εδώ.
.
.
Image Hosted by ImageShack.us Bret Wexler
.
ΑΠΗΓΟΡΕΥΜΕΝΟ ΕΡΩΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ
.
Δε νομίζω να φωτογραφηθήκαμε ποτέ μαζί
Μόνο τώρα θυμάμαι
μια μέρα βγαίνοντας από το σινεμά
είδαμε το σχήμα μας στον καθρέφτη
ενός εμπορικού καταστήματος – πουλούσε έπιπλα φορμάϊκας
τραπέζια, φτηνά κάδρα, νομίζω,
κι εσύ κούμπωσες βιαστικά το πουκάμισο
γύρω στο λαιμά σου, σα να πήγες σε χαμάμ
οδός Ζήνωνος, οδός Επικούρου
και αγαπήθηκες με πάθος στο χαμάμ
και βγαίνοντας στο δρόμο το απόγευμα
από το χαμάμ πρόσεχες τα βήματα,
τις αιωρήσεις των χεριών σου.
Έπρεπε να τό 'χαμε σκεφτεί
πριν μπει ο χειμώνας
μια κυριακάτικη φωτογραφία μαζί,
όπως σ' εκείνες τις εκδρομές με το μηχανάκι
στο Μαραθώνα, στα Βίλλια, στη Λούτσα
να χορεύεις με δίσκους στα τζουκ-μποξ
μάμπο το Τεκίλα ή άλλοτε ζεϊμπέκικο
και μελαγχολία σάμπας και να μεθάς.
Έπρεπε να τό 'χαμε σκεφτεί πριν μπει ο χειμώνας
μια κυριακάτικη φωτογραφία μαζί,
μετά θα μπορούσες να φύγεις
για το Νείλο ή τ' Αλγέρι
με τους ποδηλατιστές του ήλιου.
Τώρα πια τ' απογεύματα δεν έχω όνομα
Αν βγω στο δρόμο έξω
έχω συμφωνήσει ν' ακούω στα ονόματα
Αλέξανδρος, Αλέξιος, Αλέξης, Βασίλειος, Γεράσιμος, Γρηγόρης, Ραχήλ, Δημήτριος, Γιάννης, Λεωνίδας, Νίκος, Μιχάλης, Μάρθα, Κωνσταντίνος, Μανώλης.


Γιώργος Χρονάς : Τα αρχαία βρέφη (Άκμων)

Τρίτη, Δεκεμβρίου 20, 2005

No 249

O ΚΑΤΑΔΙΚΟΣ

Είσαι ένα μικρό, μαδημένο τριαντάφυλλο
σε αδειασμένο λουτήρα

Μια πεσμένη καρέκλα, ή απλά, ένα φύσημα
πίσω από μια άσπρη κουρτίνα

Είσαι η στάχτη στο βαθύ σου ξημέρωμα
σωριασμένη σε χίλια κεντίδια

Είσαι ένα σώμα από αίμα και αλάβαστρο
καμωμένο για εφήβους και νήπια.

Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου: Ωδές στον πρίγκιπα (Ύψιλον)

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 19, 2005

No 248

Image Hosted by ImageShack.us Frazer Diesel (Ν. Αφρική)

I
Προστάτης της γης μου
κι αφέντης του σώματος,
κανείς δεν ξέρει πιο καλά
τον κίνδυνο που διατρέχω
κάτω απ’ το βλέμμα σου.
Μιλάς κι απολύομαι
απ’ την πλειάδα των άστρων
και σε πυκνά καταφεύγω δασύλλια
με το φόβο του ζώου
δαγκώνοντας μου την έπαρση.
Σωπαίνεις και χάνομαι
ανάμεσα στο χτες και στο αύριο,
στο μηδέν της οργής μου.

Λαχτάρα μου είσαι
κι οροθεσία στυγνή
της αβύσσου μου.

Λουκάς Θεοδωρακόπουλος : Τέσσερις ποιητικές συλλογές (Νεφέλη)

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 16, 2005

No 247

ΔΥΟ ΑΓΟΡΙΑ

Τα δυο παιδιά φορούσαν μπλε εργατικές στολές.
Τα μάγουλά τους ροδαλά και άτριχα τα στήθια.
Μόνο τα χέρια τους είχαν σκληρύνει απ΄ τη δουλειά.
Καθίσανε στο καφενείο ανάμεσα σε κρότους από πούλια.
Βλαστήμιες των χαρτοπαικτών και ιταμές παραγγελίες.
Χαμογελούσαν λίγο αδέξια αλλά τρισχαριτωμένα
(σα να ζητούσανε συγγνώμη που ήταν τόσο όμορφα τόσο διακριτικά…)
Ανέβασαν ταυτόχρονα στα χείλη τα ποτήρια με το κρύο νερό. Στο γκαρσόνι φέρθηκαν ήπια κ’ ευγενικά.
Ανάμεσα στο σαματά και τις φωνές ο χρόνος είχε σταματήσει.
Σηκώθηκαν να φύγουνε κ’ όπως τα ρούφηξε η νύχτα
Τότε ευθύς αγκαλιαστήκανε και φιληθήκανε στο στόμα.

Νίκος Σπάνιας: Το μαύρο γάλα της αυγής (Οδός Πανός)

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 15, 2005

No 246

ΟΡΕΣΤΗΣ (απόσπασμα)

Μια λέξη ερωτική μένει πάντα κλεισμένη στο στόμα μας, ανείπωτη,
σαν ένα χαλίκι στο σανδάλι μας ή και ένα καρφί΄ βαριέσαι
να σταθείς , να το βγάλεις, να λύνεις τα κορδόνια σου,
ν’ αργοπορείς΄- σ’ έχει κυριεύσει ο μυστικός ρυθμός της πορείας
πιότερο απ’ την ενόχληση του χαλικιού, πιότερο
απ’ την επίμονη υπενθύμιση της κούρασής σου,
της αναβλητικότητας σου΄ κι είναι ακόμη
κάποια μικρή, αγκαθωτή αναγάλλια κι αναπόληση
που τούτο το χαλίκι το κρατάς από ακρογιάλι αγαπημένο,
από σεργιάνι ευχάριστο με ωραίους διαλογισμούς, με υδάτινες εικόνες,
όταν ακούγονταν απ΄ το παραθαλάσσιο καπηλειό οι κουβέντες των καπνεμπόρων
μαζί με το τραγούδι των θαλασσινών και το τραγούδι της θάλασσας
μακριά, μακριά, χαμένο, κοντινό, ξένο, δικό μας.

Γιάννης Ρίτσος: Ορέστης (Κέδρος)

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 14, 2005

No 245

Image Hosted by ImageShack.usTed Fusby (ΗΠΑ)

ΜΑΝΑ: Περίμενε, περίμενε, περίμενε. Προσπαθείς να συγκρίνεις το γάμο μου με το γάμο σου με τον Άλαν; (Υπεροπτικά και εξαγριωμένα) Ο πατέρας σου κι εγώ ήμασταν παντρεμένοι επί τριάντα πέντε χρόνια, κάναμε δυο παιδιά και περάσαμε μια θαυμάσια ζωή. Έχεις την τόλμη να συγκρίνεις τη ζωή σου με τη δική μας;
ΑΡΝΟΛΝΤ (φοβισμένα): Δεν εννοώ αυτό, μιλάω για την απώλεια.
ΜΑΝΑ : Τι απώλεια είχες; Επειδή σαχλαμάριζες με κάποιο αγόρι; Από πού και ως πού να κάνεις σύγκριση μ’ ένα γάμο τριάντα πέντε χρόνων;
ΑΡΝΟΛΝΤ: Μαμά έχασα κάποιον που αγαπούσα πάρα πολύ.
ΜΑΝΑ: Και φυσικά λυπήθηκες. Ίσως έκλαψες και λίγο. Αλλά τι ξέρεις απ’ όσα υπέφερα εγώ; Τριάντα πέντε χρόνια ζούσα μ’ αυτόν τον άνθρωπο. Αρρώστησε, τον έφερα στο νοσοκομείο και ξέρεις τι μου επέστρεψαν; Τους έδωσα έναν άντρα… και μου έδωσαν πίσω μια χάρτινη σακούλα με το ρολόι του, το πορτοφόλι και τη βέρα του. Πώς θα μπορούσες ποτέ να ξέρεις πώς ένιωσα; Μου πήρε δυο μήνες μέχρι να μπορέσω να κοιμηθώ μόνη στο κρεβάτι μας, κι ένα χρόνο για να μάθω να λέω «εγώ»
Αντί «εμείς». Και τώρα θα ‘ρθεις να μου μιλήσεις για «χηρεία». Πώς τολμάς;
ΑΡΝΟΛΝΤ: Τι σωστά που τα λες, Μαμά. Πώς τολμώ.(…) Άκου, Μαμά μου, για σένα ήταν εύκολο. Έχεις τριάντα πέντε χρόνια να θυμάσαι, εγώ έχω μόνο πέντε. Είχες τα παιδιά σου και τους φίλους σου να σε παρηγορήσουν, εγώ είχα τον εαυτό μου μόνο! Οι φίλοι μου βαριόντουσαν να μ’ ακούνε να μιλάω για όλα αυτά. ,που έλεγαν: «Τι κόλλησες πια εκεί και δεν μπορείς να ξεκολλήσεις; Τουλάχιστον είχες έναν εραστή». Επειδή όλοι ξέρουν πως οι πούστηδες δεν αισθάνονται τίποτα. Πώς τολμώ να λέω ότι τον αγαπούσα; Εσύ τα βρήκες εύκολα, Μαμά. Έχασες τον άντρα σου, σ’ ένα ωραίο καθαρό νοσοκομείο, όμως εγώ τον έχασα εκεί χάμου. Τον σκότωσαν εκεί, πάνω στο δρόμο. Σκοτωμένος από μια συμμορία αληταράδων με ρόπαλα του μπέιζ-μπωλ. (Η μαμά φεύγει τρέχοντας από το δωμάτιο). Από παιδιά. Παιδιά που τα δίδαξαν άνθρωποι σαν κι εσένα. Γιατί όλοι ξέρουν πως οι ανώμαλοι δεν έχουν καμιά αξία! Οι ανώμαλοι δεν αγαπάνε! Κι αυτοί που αγαπήσανε, καλά να πάθουν!

Χάρβεϋ Φέρστιν: Ερωτική τριλογία (Γνώση)
Μετάφραση: Ανδρέας Αγγελάκης

Τρίτη, Δεκεμβρίου 13, 2005

No 244

Image Hosted by ImageShack.usJoseph D. Lawrence (ΗΠΑ)
.
ΤΖΕΡΡΥ: (Μαλακά): Δε θα βρεις αστυφύλακα εδώ γύρω, έχουν όλοι σκορπιστεί στη δυτική πλευρά του πάρκου και κυνηγάνε τις αδελφές πάνω στα δέντρα και τους θάμνους. Αυτό κάνουνε μόνο. Αυτή είν’ η δουλειά τους. Γι’ αυτό, γκάριξε όσο θες, δε θα βγάλεις τίποτα.
ΠΗΤΕΡ (Φωνάζει): Αστυνομία! Σε προειδοποιώ, θα τους πω να σε συλλάβουν. (Φωνάζει) Αστυνομία! (Σταματάει) Φώναξα την αστυνομία! (Σταματάει) Αισθάνομαι γελοίος.

ΤΖΕΡΡΥ. Πάλεψε, πάλεψε, ρε μαλάκα!(Χαστουκίζει τον Π σε κάθε «πάλεψε».) Πάλεψε για τα παπαγαλάκια σου, πάλεψε για τις γάτες σου, πάλεψε για τις κόρες σου, πάλεψε για τη γυναίκα σου, πάλεψε για τον ανδρισμό σου, πάλεψε, ρε ανίκανο φυτό!(Φτύνει τον Π. στο πρόσωπο) Ρε συ, ούτ’ ένα γιο δεν κατάφερες να κάνεις στη γυναίκα σου.
ΠΗΤΕΡ (Τσακίζει, έξαλλος): Είναι κληρονομικό αυτό. Δε φταίει ο δικός μου ανδρισμός, ρε κτήνος. (Ορμάει, αρπάζει το σουγιά και κάνει λίγο πίσω, ασθμαίνοντας.) Σου δίνω μια τελευταία ευκαιρία, φύγε από δω κι άσε με ήσυχο! (Κρατάει το σουγιά σφιχτά, αλλά μακριά του, όχι για να επιτεθεί αλλά για να υπερασπιστεί τον εαυτό του.)
ΤΖΕΡΡΥ (Αναστενάζοντας βαριά): Έτσι πρέπει!
(Ορμάει, αρπάζει το χέρι του Π. με το σουγιά και καρφώνεται πάνω του. Για μια στιγμή απόλυτη σιωπή. Ο Τ. καρφωμένος στο σουγιά, που κρατάει σφιχτά ο Π., μετά ο Π. ουρλιάζει κι αποτραβιέται, αφήνοντας τον σουγιά στον Τ…)
ΠΗΤΕΡ (Ψιθυριστά): Ω, Θεέ μου! Ω Θεέ μου! Ω Θεέ μου!
ΤΖΕΡΡΥ (Χαμογελώντας): Σ’ ευχαριστώ, Πήτερ. Το εννοώ αυτό. Σ’ ευχαριστώ πολύ.

Έντουαρντ Άλμπη: Η ιστορία του ζωολογικού κήπου (Πατάκης)
Μετάφραση: Ερρίκος Μπελιές

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 12, 2005

No 243

Image Hosted by ImageShack.usJean Marc Plassard(Γαλλία)
.
ΕΝΤΙ: Δεν έχεις να πας πουθενά.
ΚΑΘΡΗΝ: Έντι, δεν είμαι παιδί πια. Εσύ…
(Απλώνει ξαφνικά το χέρι του, την τραβάει κοντά του και καθώς εκείνη παλεύει να ελευθερωθεί, τη φιλάει στο στόμα).
ΡΟΝΤ: Μη! (Τραβάει το χέρι του Έντι.) Ντροπή. Έντι, μη!
ΕΝΤΙ, την αφήνει πιεζόμενος από τον Ροντ: Τι θες εσύ, ρε;
ΡΟΝΤ: Θα τη κάνω γυναίκα μου. Αυτό θέλω. Γυναίκα μου.
ΕΝΤΙ: Και τι θα κάνετε;
ΡΟΝΤ: Θα σου δείξω εγώ τι:
ΚΑΘΡΗΝ: Περίμενε έξω συ: Μη μιλάς μαζί του!…
ΕΝΤΙ: Έλα ντε, δείξε μου. Τι θα κάνετε, ρε, δείξε μου:
ΡΟΝΤ, με δάκρυα οργής: Μη μου μιλάς έτσι εμένα!
(Ο Ροντ του ρίχνεται. Ο Έντι του πιάνει τα χέρια γελώντας και τον φιλάει στο στόμα.)

ΕΝΤΙ: Αυτή είναι η αλήθεια. Μια γυναίκα πρέπει να πιστεύει στον άντρα της. Αφού σου λέω δεν είναι εντάξει- δεν είν’ εντάξει.
ΜΠΗ: Και πώς το ξέρεις;
ΕΝΤΙ: Το ξέρω, όπως σε βλέπω και με βλέπεις. Τι θαρρείς, στον αέρα μιλάω;

Άρθουρ Μίλλερ: Ψηλά απ’ τη γέφυρα (Δωδώνη)
Μετάφραση: Μάνθος Κρίσπης

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 09, 2005

No 242

Image Hosted by ImageShack.usEmma Fernández

Εκείνη τη νύχτα η Μάρτς είδε ένα άλλο όνειρο. Ονειρεύτηκε πως η Μπάνφορντ ήταν νεκρή, κι εκείνη, η Μαρτς, έκλεγε απαρηγόρητα. Ύστερα, λέει, έπρεπε να βάλει την Μπάνφορντ μέσα στο φέρετρο της, και το φέρετρο ήταν εκείνο το χοντροκομμένο ξύλινο κασόνι που στοίβαζαν τα κούτσουρα, κοντά στη φωτιά, μέσα στην κουζίνα. Αυτό ήταν το φέρετρο όλο κι όλο, δεν υπήρχε τίποτ’ άλλο και η Μαρτς βρισκόταν σε απόγνωση και τάχε χαμένα ψάχνοντας μέσα στην αγωνία του ονείρου να βρει κάτι να ντύσει το κασόνι, κάτι να το κάνει πιο απαλό, κάτι που να καλύψει μ’ αυτό τη φτωχή, νεκρή, αγαπημένη φίλη. Γιατί δεν μπορούσε να τη βάλει έτσι, με το λεπτό άσπρο νυχτικό της μέσα στο φριχτό ξύλινο κασόνι. Κι έτσι, έψαχνε ολόγυρω, κι άρπαζε τα πράγματα το ένα μετά το άλλο και τα πέταγε μακριά, μέσα στην αγωνία του φριχτού εφιάλτη. Και μέσα στην απελπισία της το μόνο κατάλληλο για την περίσταση πράγμα που βρήκε ήταν το τομάρι μιας αλεπούς. Μέσα της ήξερε πως δεν ήταν σωστό, πως δεν ήταν αυτό που έπρεπε να βάλει στο φέρετρο’ μα ήταν το μόνο που μπόρεσε να βρει. Κι έτσι, δίπλωσε τη φουντωτή ουρά της αλεπούς, την έκανε προσκέφαλο κι ακούμπησε εκεί πάνω το κεφάλι της αγαπημένης Τζιλλ. Ύστερα, δίπλωσε το τομάρι και σκέπασε μ’ αυτό το σώμα της έτσι που έμοιαζε με ένα ζεστό, κοκκινωπό, φλογάτο σκέπασμα’ και έκλαιγε, έκλαιγε απαρηγόρητα ωσότου ξύπνησε κι ένιωσε τα δάκρυα να κυλάνε πραγματικά στο πρόσωπο της.

Δ.Ε. Λώρενς : Η αλεπού (Άγκυρα)

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 08, 2005

No 241

Image Hosted by ImageShack.usDolores Barreiro

Μήνες πέρασαν έτσι. Φαίνεται τελικά πως ήταν αδύνατον για μένα να παραμείνω ικανοποιημένη από τη σχέση με την Αθηνά. Χρειαζόμουν τη Μελίνα, την οποιαδήποτε Μελίνα. Το πιθανότερο είναι πως στο βάθος του μυαλού της η Αθηνά γνώριζε ότι διατηρούσα «εξωσυζυγική» σχέση. Όμως τώρα όλα πήγαιναν καλά μεταξύ μας και ίσως ένιωθε πως θα μ’ έχανε αν μιλούσε για τους φόβους της. Εφόσον κάθε βράδυ γυρνούσα σ’ αυτή, είχε ακόμα τον έλεγχο. Δεν κάναμε πια έρωτα, αλλά αυτό δεν πείραζε καμιά μας. Το πάθος που έβγαλε στη φόρα όλα τον πόνο κι όλους τους φόβους μας εκείνη τη μέρα, το πάθος που μας θύμιζε το θάνατο, αποφασίσαμε να το αποφύγουμε. Σαν να ‘χαμε κάνει ένα συμβόλαιο αιώνιας ψυχικής δέσμευσης, και οι δύο παραμέναμε ικανοποιημένες απ’ τη νέα μορφή της σχέσης μας. Η προσωπική μας ζωή είχε αδειάσει, κι έτσι είχαμε ανοίξει προς τον κόσμο. Καλούσαμε συχνά φίλους στο σπίτι και βγαίναμε πολύ έξω. Η Μελίνα ήταν απ’ τα πρόσωπα που μας επισκέπτονταν συχνά με την ιδιότητα της κοινής φίλης. Σεβόταν τη σχέση μου με την Αθηνά, κι έτσι ουδέποτε φανερώθηκε κάποιο σημάδι της κρυφής μας ιστορίας.

Μάρα Σέη : Μόνο γυναίκες (Κέδρος)

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 07, 2005

No 240

Image Hosted by ImageShack.usSalvador Dalí(Ισπανία)

Μέσα σ’ ένα χρόνο είχα φύγει από το Σαν Φραντσίσκο κι είχα έρθει στο Παρίσι. Εκεί πήγα να δω την κυρία Στάιν που είχε γυρίσει στο μεταξύ στο Παρίσι κι εκεί στο σπίτι της συνάντησα τη Γερτρούδη Στάιν,. Με εντυπωσίασαν η κοραλένια καρφίτσα που φορούσε και η φωνή της. (….) Μ’ αυτό τον τρόπο άρχισε η νέα γεμάτη ζωή μου.

Γερτρούδη Στάιν : Η αυτοβιογραφία της Άλις Τόκλας (Οδυσσέας)

Τρίτη, Δεκεμβρίου 06, 2005

No 239

Image Hosted by ImageShack.usFrida Kahlo (Μεξικό)

Πήρε ένα ακόμη κομμάτι γλυκό, μου έδωσε το μισό και έφαγε το υπόλοιπο κλείνοντας τα μάτια με φανερή ευχαρίστηση.
Την άγγιξα με την άκρη των δακτύλων μου, όπως όταν αγγίζουμε ένα πολύτιμο αντικείμενο με θαυμασμό και φόβο μαζί. Μου αρκούσε να τη βλέπω έτσι, με κλειστά μάτια, χαλαρωμένη στον καναπέ, έχοντας κάνει εξαίρεση στον κανόνα της, εξαίρεση για μένα. Αν αυτό δεν ήταν μια μικρή ευτυχία, τότε τι ήταν;
Εγώ, εγώ, Ελμίνα, η Ελένη Κάστα, η μέτρια σε όλα, γινόμουν αποδεκτή από ένα τόσο χαρισματικό άτομο.(…)
Σαν να διάβαζε τις σκέψεις μου η Άννα, γύρισε το κεφάλι της προς το μέρος μου και είπε απλά «Ελένη, θέλω να γίνουμε φίλες».

Μάκης Συνοδινός : Η περιττή του Θεού (Πατάκης)

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 05, 2005

No 238

Image Hosted by ImageShack.usTamara de Lempicka (Πολωνία-ΗΠΑ)

Ανοίγω τα χαρτιά. Διαλέγει. Δέκα καρό. Τρία κούπα. Ύστερα ντάμα πίκα.
«Τυχερό χαρτί. Το σύμβολο της Βενετίας. Κερδίσατε.»
μου χαμογέλασε και βγάζοντας τη μάσκα άφησε να φανούν δυο γκριζοπράσινα μάτια με χρυσαφιές πιτσιλιές. Τα μήλα του προσώπου της είναι ψηλά και τα έχει βαμμένα. Τα μαλλιά της κόκκινα σαν τα δικά μου, λίγο πιο σκούρα.
«Θα ξαναπαίξετε;»
κούνησε το κεφάλι της αρνητικά και είπε σ’ ένα σερβιτόρο να της φέρει μια μποτίλια σαμπάνια. Κι όχι οποιαδήποτε.
Της Κυρίας Κλικό. Το μόνο καλό πράγμα που μας ήρθε απ’ τη Γαλλία. Κράτησε το ποτήρι σιωπηλή σαν να έκανε πρόποση – ίσως στην καλή της τύχη. Η ντάμα πίκα κερδίζει πολλά κι εμείς προσπαθούμε να την αποφύγουμε. Ωστόσο εκείνη δεν εμίλησε, με κοίταξε μόνο μέσα από το κρύσταλλο κι ύστερα, ξαφνικά, στράγγιξε το ποτήρι και μου χάιδεψε το μάγουλο. Μ’ άγγιξε μόνο μια στιγμή κι ύστερα χάθηκε κι εγώ έμεινα με την καρδιά μου νε χτυπάει στο στήθος μου και μια σχεδόν γεμάτη μποτίλια από την καλύτερη σαμπάνια. Τις έκρυψα και τις δυο.
Τον έρωτα τον αντιμετωπίζω ρεαλιστικά και έχω γνωρίσει την ηδονή τόσο με άντρες όσο και με γυναίκες. Ποτέ ως τώρα όμως δεν χρειάστηκε να προφυλάξω την καρδιά μου. Είναι ένα όργανο που πάνω του στηρίζομαι.

Ζανέτ Ουίντερσον : Το πάθος (Μέδουσα)

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 01, 2005

No 237

Image Hosted by ImageShack.usWilliam Etty (Μ.Βρετανία)

Ο Νικ κειτόταν γυμνός πάνω στο πάπλωμα, με την καρδιά να σφυροκοπά από έκπληξη. Ο Λίο είχε τηλεφωνήσει στη μητέρα του, της είχε πει πως θα κοιμόταν εκεί: ήταν ένα ρίσκο, μια παραχώρηση κι επομένως μια δέσμευση. Ο Νικ άκουγε το σφύριγμα του ντους στο μπάνιο απέναντι. Τότε, κοιτάζοντας τον εαυτό του στον καθρέφτη της ντουλάπας, μπήκε κάτω απ’ τα σκεπάσματα(…)
Υπήρχε κάτι το μαγικό έτσι όπως ήταν ξαπλωμένος στο κρεβάτι, στο μονό κρεβάτι, με όλα όσα υπονοούσε, χαϊδεύοντας απαλά τον εαυτό του και περιμένοντας τον εραστή του να έρθει. Ήταν η στάση μιας ισόβιας μοναχικότητας, αδιάλειπτων φαντασιώσεων, η υπεροχή του αγοριού σ’ έναν κόσμο ονείρων, όπου διαρκώς εμφανίζονταν άντρες για να του κάνουν τις χάρες’ και τώρα, αυτό το στρίγκλισμα της πόρτας του μπάνιου, το κλικ του διακόπτη, το τρίξιμο του δαπέδου στο κεφαλόσκαλο, ήταν τα σημάδια ενός αληθινού ερχομού και μέσα σε τρία δευτερόλεπτα η πόρτα άνοιγε και θα ‘μπαινε ο Λίο…

Άλαν Χόλινγκχερστ: Η γραμμή της ομορφιάς (Καστανιώτης)

Τετάρτη, Νοεμβρίου 30, 2005

No 236

Image Hosted by ImageShack.usNebojsa Zdravkovic (Σερβία)

Οι σελίδες με τις προσωπικές υπηρεσίες έμοιαζαν να έχουν αυξηθεί, τόσο σε αριθμό όσο και σε ειλικρίνεια, μέσα στον τελευταίο χρόνο που είχε να τις χρησιμοποιήσει, και οι πιο πολλοί διαφημιζόμενοι είχαν πλέον εντελώς γυμνές φωτογραφίες, αν και κάποιες φορές το πρόσωπο ήταν μουτζουρωμένο. Άλλοι είχαν φωτογραφίες μόνο προσώπου, και αυτές ήταν που προτιμούσε. Ακόμα καλύτερες ήταν όσες είχαν μόνο κείμενο. Του άρεσαν όσες είχαν τους δυνατότερους υπαινιγμούς σε συνδυασμό με κάποια έκπληξη, σαν το καλύτερο δυνατό ραντεβού στα τυφλά. Αν τα πράγματα πήγαιναν καλά μπορεί και να τους ξαναέβλεπε, αλλά το πιο ωραίο ήταν η άφιξη κάποιου εντελώς άγνωστου άντρα. Φυσικά, ο Τζάστιν ήταν ένας πανέμορφος, νεαρός άντρας τριανταπέντε χρονών, και γι’ αυτό το λόγο οι άγνωστοι ένιωθαν συνήθως ανακούφιση και διέγερση. Συχνά τον ρωτούσαν γιατί δεν πήγαινε απλώς σε ένα μπαράκι να διαλέξει.
Ίσως και να υπήρχαν υπερβολικά πολλά αγόρια που ψωνίζονταν τώρα πια. Ο Τζάστιν αναγκάστηκε να χρησιμοποιήσει στυλό για να σημειώσει τις πιθανές περιπτώσεις. Σκέφθηκε πως θα ‘πρεπε να υπάρχει μια πιο αυστηρή διαβάθμιση σχετικά με τα υπερθετικά του όρου "προικισμένος". Κανείς δεν παραδεχόταν ότι ήταν κάτι λιγότερο από πολύ προικισμένος, πολλοί ήταν πολύ-πολύ ή τεράστια προικισμένοι, που μάλλον δεν ήταν σωστό, θα έπρεπε να είναι σε τεράστιο βαθμό προικισμένοι.

Alan Hollinghurst : Η έλξη (σέλας)

Τρίτη, Νοεμβρίου 29, 2005

No 235

Image Hosted by ImageShack.usTom of Finland (Φιλανδία)
.
Από τη στιγμή που πέρασα τη βαριά, ηχομονωμένη πόρτα με το μικρό παραθυράκι, βρέθηκα σ’ ένα μέρος τόσο οικείο (…) επικρατούσε η ίδια τρελή ψεύτικη αίγλη, η ίδια κακογουστιά, το ίδιο φθηνό πνεύμα, τα ίδια ,μελαγχολικά, ξεφωνημένα αδελφίστικα φερσίματα και, κάτω απ’ όλα αυτά, η ίδια βιασύνη και προκλητικότητα. Κανένας μας δε χρειαζόταν παλάτι – μας άρεσε αυτή η όλο ζωντάνια σκατότρυπα με τους ατροφικούς κανόνες και τύπους της, τα ξωτικά της και τις μασκότ της.
Όχι, δηλαδή, ότι κατάφερα να νιώσω απόλυτα άνετα. Ήμουν ένας νεοφερμένος, ένας άγνωστος, κάποιος σε διακοπές, ίσως ένας ντροπαλός πρωτοεμφανιζόμενος. Μερικά κεφάλια στράφηκαν προς το μέρος μου και μου φάνηκε ότι έγιναν και κάποια σχόλια. Όμως καθώς πήρα το μπουκάλι μου με την ακριβή μπύρα της μόδας και άρχισα να τριγυρίζω, ήξερα ότι δεν είχα προκαλέσει αίσθηση. Κάτι δυνατό και περήφανο μέσα μου ήθελε να λάμψω, η σεμνότητα και η μετριοφροσύνη μου όμως ανακουφίστηκαν που δε συνέβη κάτι τέτοιο. Και, φυσικά, οι τακτικοί πελάτες δεν ψάχνουν όλοι τους για κάτι καινούργιο! Μπορεί να ήθελαν να γοητέψουν κάποια ξένη αγγελική ομορφιά, αλλά ξέρουν ότι εκείνος ο οδηγός της νταλίκας με τα καφέ δόντια και τη διάσημη ψωλή θα τους προσφέρει ό,τι πρόσμεναν όλη την εβδομάδα. Οι μεγαλύτεροι άντρες στη γωνία κοιτάζουν με φθόνο τους νεότερους, αλλά και με κάποιο είδος συναίσθησης της προσωρινότητας των πάντων.

Άλαν Χόλινγκχερστ: Τα σκοτεινά μονοπάτια του έρωτα (Σ.Ι. Ζαχαρόπουλος)

Δευτέρα, Νοεμβρίου 28, 2005

No 234

Image Hosted by ImageShack.usLucian Freud (Γερμανία-Μ.Βρετανία)
.
Κατέβηκα τα πλακόστρωτα σκαλοπάτια ανάμεσα στους επενδυμένους με πλακάκια τοίχους και με τύλιξε η παράξενη και γλυκιά μυρωδιά του αντισηπτικού. Ήταν όλα πεντακάθαρα. Σε μερικούς ουρητήρες κάτω από τις γυαλιστερές χάλκινες βρύσες (που τους αξίζει κάθε τιμή) στέκονταν κάποιοι, καλύπτοντας με τα αδιάβροχά τους από τον ανυποψίαστο επισκέπτη ή τους φιλύποπτους αστυφύλακες τα επί ώρες βρώμικα ξεροσταλιάσματα τους. Ένιωσα αηδία. Όχι αποδοκιμασία, μόνο φόβο μήπως κάποια μέρα τους μοιάσω. Τα κεφάλια τους, γκρίζα και απωθητικά, γύρισαν αυτόματα προς το μέρος μου με προσδοκία. Πόσες μακροχρόνιες επενδύσεις με μηδαμινά οφέλη!… άραγε έγνεφαν ο ένας στον άλλο με τα γέρικα χέρια τους, καθώς τη μια μέρα μετά την άλλη έπαιρναν τις θέσεις τους δίπλα δίπλα στον κύκλο των υπόγειων δημόσιων ουρητηρίων; Συνέβη ποτέ κάτι; Μήπως κάποτε, απελπισμένοι από την άκαρπη αναζήτησή τους, που σίγουρα ποτέ δεν ήταν μόνο για σεξ, αλλά περισσότερο για μια φευγαλέα ματιά σε κάτι άξιο να μείνει στη μνήμη, στράφηκαν ο ένας στον άλλο; Είχα τη σίγουρη αίσθηση ότι δεν το έκαναν. Είχαν σιωπηλά συμφωνήσει να ζητούν αέναα αλλού αυτό που ποτέ δεν μπορούσαν να έχουν. Δεν ήμουν ντροπαλός, αλλά ήμουν πολύ υπερήφανος και σεμνός για να πάρω θέση ανάμεσα τους και μόνο μια στιγμή δίστασα πριν πάρω την απόφαση μου.
.
Άλαν Χόλινγκχερστ : Η βιβλιοθήκη της πισίνας (Σ.Ι. Ζαχαρόπουλος)

Παρασκευή, Νοεμβρίου 25, 2005

No 233

Image Hosted by ImageShack.usΜιχαήλ Άγγελος (Ιταλία)
.
Ακόμη και πριν από την υιοθέτηση του Ναπολεόντειου Κώδικα η Φλωρεντία επιδείκνυε μια εξαιρετικά ανεκτική συμπεριφορά στην ομοφυλοφιλία. Ο σοδομισμός, αν όχι η ομοφυλοφιλία με τη σύγχρονή της έννοια, είχε υπάρξει χαρακτηριστικό στοιχείο του βίου της πόλης τουλάχιστον από τον δέκατο τέταρτο αιώνα, όταν οι ερωτικές σχέσεις μεταξύ ανδρών και αγοριών είχαν επικρατήσει σε τέτοια έκταση, ώστε χρειάστηκε να συγκροτηθεί ένα ειδικό δικαστικό σώμα, το επονομαζόμενο «Συμβούλιο της Νύχτας» για να αντιμετωπίσει την κατάσταση. Στο σύγγραμμα Forbidden Friendships: Homosexuality and Male Culture in Renaissance Florence, ο ιστορικός Μάικλ Ροκ περιγράφει μια κοινωνία, όπου η συνουσία μεταξύ ανδρών και αγοριών ήταν ανεκτή στο βαθμό που ο παθητικός ερωτικός σύντροφος ήταν κάτω των δεκαοκτώ ετών. Από την άλλη πλευρά, άνδρες μεγαλύτερης ηλικίας που απολάμβαναν παθητικό ρόλο αντιμετωπίζονταν σαν πλάσματα τερατώδη, και συχνά τους περίμενε δημόσια εκτέλεση ή ακρωτηρισμός των αυτιών ή της μύτης. Η γέφυρα Πόντε Βέκιο, που αποτελούσε για την εποχή την αποκλειστική επικράτεια των χασάπηδων (τώρα είναι αποκλειστική επικράτεια των κοσμηματοπωλών), ήταν ένα είδος σεξουαλικής ζώνη σύρραξης, ένας διάδρομος τον οποίο κανένα αγόρι δεν αποτολμούσε να διασχίσει από φόβο μην «κλαπεί ο σκούφος του».(…) Το διπλό καθεστώς της πόλης, ως πρωτεύουσας της υψηλής τέχνης και παραδείσου ανεκτικότητας κάθε ερωτικής συμπεριφοράς, την καθιστούσε ιδιαίτερα ελκυστικό προορισμό για τους ομοφυλόφιλους καλλιτέχνες και λογίους.

Ντέιβιντ Λίβιτ: Φλωρεντία (Μεταίχμιο)

Πέμπτη, Νοεμβρίου 24, 2005

No 232

Image Hosted by ImageShack.usAntonio Bazzi (Il Sodoma) (Ιταλία)
.
... η Αναγέννηση, που αποτέλεσε επανάσταση στην ιστορία της τέχνης, ήταν έργο μεγάλων ομοφυλόφιλων καλλιτεχνών, ανθρώπων αναγνωρισμένων και αξιοσέβαστων, όπως ο Μποτιτσέλι και ο Ραφαήλ. Ο Λεονάρντο ντα Βίντσι, σε νεαρή ηλικία, είχε εμπλακεί σε μια υπόθεση παιδεραστίας, ενώ ο Τζοβάνι Αντόνιο Μπάτσι, γνωστός ως Σοδομιστής (Il Sodoma), έφερε υπερηφάνως το παρατσούκλι του. Ο Καραβάτζιο έχασε περιουσίες ολόκληρες και μπαινόβγαινε στις φυλακές, γιατί αδυνατώντας να τιθασεύσει τις ορμές του, βίαζε τους εφήβους που ζωγράφιζε, ακόμη και αν ήσανευγενείς. Την ίδια εποχή, ο Σαίξπηρ ΄ργραφε τα ερωτικά σονέτα του για έναν νεαρό από το φιλικό του περιβάλλον, και ο Μιχαήλ Άγγελος έντυνε την οροφή της Καπέλα Σιξτίνα με τα Ignudi του, που είχαν ακάλυπτο το ανδρικό μόριο.

Giles Néret: Ομοερωτική Τέχνη (Taschen)

Τετάρτη, Νοεμβρίου 23, 2005

No 231

Image Hosted by ImageShack.usΛεονάρντο ντα Βίντσι (Ιταλία)

Ενδεικτικό της στάσης που τηρούσαν οι Φλωρεντινοί τού 15ου αιώνα απέναντι στην ομοφυλοφιλία είναι το γεγονός ότι κατά τη δεκαετία τού 1470 η κοινή γερμανική λέξη για τον ομοφυλόφιλο ήταν Florenzer. Επίσης, η ομοφυλοφιλία ήταν περισσότερο αποδεκτή σε ελευθερόφρονες ανθρώπους – καλλιτέχνες, συγγραφείς και μουσικούς – που όλο και περισσότεροι συνέρρεαν στη Φλωρεντία. Ως γνωστόν, ο Βερόκιο ήταν ομοφυλόφιλος και ζούσε κάτω από την ίδια στέγη με τους βοηθούς και τους μαθητές του. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, και με τόσους νεαρούς άνδρες – μέχρι και δώδεκα – να ζουν σε ένα μικρό δωμάτιο, ήταν δύσκολο να αποφευχθεί η ομοφυλοφιλία.
Μπορούμε λοιπόν να υποθέσουμε ότι ο νεαρός Λεονάρντο ήταν αρκετά εξοικειωμένος με την ιδέα της ομοφυλοφιλίας και ίσως είχε από πολύ νωρίς τη σχετική προδιάθεση. Ωστόσο, στην αρχή κιόλας της σταδιοδρομίας του ως απελευθερωμένου καλλιτέχνη, η όποια σεξουαλική ελευθερία που ίσως απολάμβανε αμαυρώθηκε αμετάκλητα από ένα δυσάρεστο γεγονός. Ακριβώς στα είκοσι τρία του, κατηγορήθηκε για σοδομία.

Michael White : Λεονάρντο ντα Βίντσι. Ο πρώτος επιστήμονας (κάτοπτρο)

Τρίτη, Νοεμβρίου 22, 2005

No 230

Image Hosted by ImageShack.usGeorge Dudley
.
Το φθινόπωρο του 1982, ένας καινούργιος άντρας - νέος, σέξι, ζωντανός - μπήκε στη ζωή του Ροκ. Ο Μάρκ Κρίστιαν Μακ Γκίνις ήταν ψηλός ένα κι ογδόντα, ξανθός, γαλανομάτης, μυστακοφόρος και καλοφτιαγμένος - η τέλεια ενσάρκωση του αθλητή σέρφερ από τη Νότια Καρολίνα. Είχε ένα ακαταμάχητο χαμόγελο και ήταν εύστροφος και δηκτικός. Φορούσε καλοξεβαμμένα τζηνς, σπορ παπούτσια, πουκάμισα με ανοιχτό γιακά, και λευκα παπούτσια του τένις - ο τέλειος παίδαρος.(...)
Σύμφωνα πάντα με τον Κρίστιαν, αυτός και ο Χάτσον έκαναν για πρώτη φορά έρωτα την άνοιξη του 1983, κάπου έξι μήνες μετά το πρώτο τους ραντεβού στο διαμέρισμα του. «Είχαμε βγει να φάμε στο Μέλανα Δρυμό (ένα γερμανικό εστιατόριο που άρεσε στον Ροκ) και μετά δεν ήθελε να γυρίσει σπίτι του», θυμάται ο Κρίστιαν. «Θα μείνω εδώ, στο Βάλευ. Δε θέλω να γυρίσω σπίτι. Θα βρω ένα δωμάτιο γι’ απόψε. Μου ζήτησε να μείνω μαζί του. Είπα ναι. Πήγαμε σε ένα μοτέλ». Έκαναν έρωτα εκείνη τη νύχτα. Ο Ροκ είχε έναν εκνευρισμό, κατά τα λεγόμενα του Κριστιάν.(…)
Ο Ροκ δεν ανησυχούσε όταν έβγαινε δημοσίως με τον Κριστιάν. «Έλεγε ότι δεν τον ενδιέφερε τι έλεγε και τι δεν έλεγε ο κόσμος. ''Δεν πρόκειται να βγω και να το κοινοποιήσω ότι είμαι ομοφυλόφιλος'' έλεγε. ''Αν το ξέρουν, το ξέρουν. Αν δεν το ξέρουν, δεν το ξέρουν. Ποιος τους γαμεί!'' Έτσι κι αλλιώς, τις περισσότερες φορές πήγαιναν σε μπαρ και ρεστοράν για ομοφυλόφιλους.

Τζέρι Οπενχάιμερ – Τζακ Βίτεκ: Ροκ Χάτσον. Η ζωή του (Αστάρτη)

Δευτέρα, Νοεμβρίου 21, 2005

No 229

Image Hosted by ImageShack.usRobert C. Rore
.
Όμως, οι βραδιές του νεαρού καλλιτέχνη δεν είναι μόνο θεατρικές. Καμιά φορά περιφέρεται στα μπαρ της 3ης Λεωφόρου που είναι ανοιχτά όλο το βράδυ, και στα τούρκικα χαμάμ που αφθονούν στα στενά και προσελκύουν τους ομοφυλόφιλους. Ένας ναύτης χτυπιέται πάνω από έναν κουλοχέρη και ο Τζίμυ αρχίζει να χάνει την υπομονή του γιατί θέλει να παίξει προτού πάει να κοιμηθεί. Το μηχάνημα μπλοκάρει. Ο ηθοποιός προθυμοποιείται να το φτιάξει. Ο ναύτης τον ευχαριστεί και πίνουν μια μπύρα μαζί. Το τέλος της νύχτας τούς βρίσκει στο δωμάτιο του ξενοδοχείου του άγνωστου άντρα και την επομένη πηγαίνουν για μπάνιο στο Φάιερ Άιλαντ, την κατεξοχήν γκέι παραλία της Νέας Υόρκης.
.
Β. Meyer-Stabley: James Dean.Ο έκπτωτος άγγελος (Ηλέκτρα)

Παρασκευή, Νοεμβρίου 18, 2005

No 228

Image Hosted by ImageShack.usJ. Hass

«Σχεδόν δεν τον αναγνώριζα πια τον μαζεμένο και εσωστρεφή αφηγητή της πρώτης βραδιάς στο Γκαίτε. Ήταν τώρα ένας άνθρωπος που κρατούσε κατάστιχα και ξερνούσε χολή. Θυμάμαι πως είχα προσπαθήσει να τον αναχαιτίσω – και δεν ήμουν ο μόνος – θυμίζοντάς του πόσο δραστικά είχε λειτουργήσει ο υπαινιγμός στα πρώτα του βιβλία, μα εκείνος ήταν αμετάπειστος. Έβλεπε παντού εχθρούς και ήταν μουλαρωμένος. Πρόσφυγας, προλετάριος, από πατέρα σιδηροδρομικό, περασμένος από τη στέρηση των κατηχητικών και την οικονομική ανέχεια, ξεσπούσε τώρα σε καταγγελίες». Αυτό το απόσπασμα από το κείμενο του Μένη Κουμανταρέα «Σκέφτομαι τον Ιωάννου» απαντάει σε μεγάλο βαθμό στις παραπάνω ερωτήσεις. Να προσθέσουμε και την έλλειψη μιας ουσιαστικής αγάπης, μιας σχέσης σε διάρκεια, χωρίς προφάσεις και κρυψίματα. Όμως δεν το τόλμησε, άλλωστε οι εποχές από τις οποίες προερχόταν κάθε άλλο παρά αποδεκτές έκαναν τέτοιες σχέσεις, ούτε φυσικά και η χώρα μας με όλα τα παραδοσιακά οικογενειακά πρότυπα εν ισχύ, τα οποία ουδέποτε κλονίσθηκαν. Ουσιαστικά, ουδέποτε απέβαλε το συναίσθημα του περιθωριοποιημένου, το οποίο γεννά η ομοφυλόφιλη ιδιαιτερότητα, αν προσθέσουμε μάλιστα και τα χριστιανικά συναισθήματα της ενοχής και της αμαρτίας, τότε φθάνουμε πάλι σ’ αυτό που ο Βρασίδας Καραλής αποκαλεί αμαρτωλότητα. Ένας τέτοιος ψυχισμός είναι εξαιρετικά ευαίσθητος ως προς τις εξωτερικές προσλαμβάνουσες και αντιδρά ανάλογα. « Ήταν υπερευαίσθητος για ό,τι τον αφορούσε και ζούσε κατάμονος. Περιστατικά που σ’ άλλους θα προκαλούσαν το χαμόγελο, ή έστω το πικρό σχόλιο, αυτόν τον αναστάτωναν. Όταν αισθανόταν ότι τον αδικούν θιγόταν και συμπεριφερόταν σαν να τον είχε βρεί μεγάλο κακό», σημειώνει ο Γιώργος Αράγης.
.
Έλενα Χουζούρη: Γιώργος Ιωάννου. «Σαν σπόρος αγκαθιού…» (Ηλέκτρα)

Πέμπτη, Νοεμβρίου 17, 2005

No 227

Η ερωτική ιδιαιτερότητα των προσώπων της πεζογραφίας του Ιωάννου, η λατρεία του ανδρικού σώματος, όπως πλάγια εκφράζεται από την καλλιτεχνική συγκίνηση των Βυζαντινών αγιογράφων στην "Παρέλαση των προσφύγων" είναι καταδικασμένη από την κοινωνία. Γι' αυτό ο έρωτας στο έργο του Ιωάννου είναι ένας έρωτας κυνηγημένος, ένας έρωτας υπό κατηγορίαν. Η ερωτική επιθυμία, λοιπόν, υποχρεώθηκε να εκφραστεί "εν παραβολαίς", όπως στους "Ψύλλους" ή στη "Λαζαρίνα", ή υπαινικτικά, όπως στα "Κελιά".
Όπως η επιθυμία που αναρριπίζει ο ερωτισμός, αναφέρεται σε έναν ολόκληρο κόσμο, σε έναν ατελείωτο φοβερό φετισχισμό. Φετιχισμό πραγμάτων και, φυσικά, λέξεων(....).Ο ερωτισμός του Ιωάννου "οργανώνει" τον κόσμο. Κατατάσσει τα πάντα όχι κατά το αισθησιακό, αλλά κατά το ενωτικό, τη σφοδρή του επιθυμία για ένωση με κάθε τι που τον έλκει.
Από αυτή την πλευρά ο ερωτισμός πλησιάζει τη θρησκευτική εμπειρία. Και η θρησκευτική εμπειρία συχνά βρίσκεται στα πεζογραφήματα του Ιωάννου δεμένη με την ερωτική εμπειρία.
.
Αρης Δρουκόπουλος: Γιώργος Ιωάννου. Ένας οδηγός για την ανάγνωση του έργου του (Ειρμός)

Τετάρτη, Νοεμβρίου 16, 2005

No 226

Image Hosted by ImageShack.usFraser Diesel (Ν. Αφρική)
.
Βέβαια, το φαινόμενο που είναι περισσότερο συνδεδεμένο στη συνείδηση του κόσμου, με την Ομόνοια, είναι η ερωτική αναζήτηση, ιδίως η ομοφυλόφιλη ερωτική αναζήτηση. Όπου συχνάζουν φαντάροι, επαρχιώτες νέοι και υποψιασμένα κορμιά, είναι φυσικό να μαζεύονται και ομοφυλόφιλοι, εννοώ δηλαδή άνθρωποι πιο συνειδητοί σ' αυτού του είδους τον έρωτα. Και τι σημασία έχει αυτό; Γιατί θεωρείται τόσο αξιομνημόνευτο στις περιγραφές και στις συζητήσεις; Οι περισσότεροι από τους ανθρώπους αυτούς δεν παρουσιάζουν καμιά διαφορά από τους άλλους. Η μόνη διαφορά τους - και μιλάμε για τα εξωτερικά στοιχεία που πιάνει ένα κοινό μάτι - ότι είναι εξαιρετικά φιλήσυχοι. (....)
Νιώθω απέραντη συμπάθεια για όλους αυτούς - για όλους, λέγω, αυτούς - καθώς τους βλέπω σταματημένους παράμερα στο πεζοδρόμιο να κοιτάνε ή ριζωμένους στη μέση στο πεζοδρόμιο να κοιτάνε και να συζητάνε ή στα τραπέζια μέσα καμαρωτοί και αγαλμάτινοι να κοιτάνε προς την τσαχπίνα, βρώμικη, σπαρταριστή ομορφιά, που συζητάει με την παρέα της στο βάθος δήθεν αμέριμνη για άρρητα αθέμιτα. Δεν τους θεωρώ ούτε τραγικα θύματα της ζωής ούτε μόνιμα χαρούμενες υπάρξεις ούτε καν πλάσματα που υφίστανται άγρια δήθεν οικονομική εκμετάλλευση για λόγους ερωτικής αδυναμίας.(...) Οι προσφερόμενοι για παρέα νέοι είναι, συνήθως, πολύ λογικοί στις απαιτήσεις τους και σταθεροί στις συναλλαγές τους. Αφήνω πως υπάρχουν και μερικές, σπανιότατες, έστω, περιπτώσεις τέλειας αφιλοκέρδειας.
.
Γιώργος Ιωάννου: Ομόνοια 1980 (Οδυσσέας)
.
(Βλ. και Νο 39, Νο 135)

Τρίτη, Νοεμβρίου 15, 2005

No 225

(...)
Θα πλαγιάζω μαζί με τον έρωτα.
Το ξυπνητήρι θα βάζω του έρωτα.
Θα ψήνω καφέ, θα βάφω παπούτσια κατάμαυρα.
Υποχείριος θα 'μαι του έρωτα.
Ποτέ μονάχος πια'
δούλος ιερός του έρωτα.

Ομίχλης σύννεφο στο σπίτι ο έρωτας.
Με φώτα θα διέρχομαι τους διαδρόμους του.
Σαν μαξιλάρι πουπουλένιο ο έρωτας,
για πνίξιμο αθόρυβο κατάλληλος.
Αχ, μουλιασμένος με λαγνείας οράματα
περπατώ στης Αθήνας τα κράσπεδα

Γιώργος Ιωάννου: Τα χίλια δέντρα και άλλα ποιήματα(Κέδρος)

Δευτέρα, Νοεμβρίου 14, 2005

No 224

Image Hosted by ImageShack.usDouglas Simonson
.
Και αργότερα, όταν πια σαν έφηβο σε πολιορκούσαν μέρα νύχτα με τα βλέμματα, όχι γι’ αυτά που έκαμνες, αλλά γι’ αυτά που κόντευες να κάνεις, και που είχες αρχίσει να τα νιώθεις κάπως κι εσύ, να τα ονοματίζεις ή να τα λες, και σε μαστιγώνανε με τα βλέμματα και τα πικρά λόγια, είτε απευθείας είτε πλάγια είτε με τα μουρμουρίσματά τους, για να ακούς και να ζαρώνεις, να σιγολιώνεις μέσα σου, να μην ξεθαρρεύεσαι ποτέ σου και ένιωθες κλεισμένος από παντού, χωρίς καμιά διέξοδο και καμιά ελπίδα… Αργότερα, όταν οι εξάψεις σου τόλμησαν να προσδιορίσουν το ερωτικό αντικείμενο τους, να το ανακαλύψουν δηλαδή και να το πλάσουν εντός σου με κάθε επιθυμητή λεπτομέρεια, μια και βρέθηκαν έτοιμα τόσα υλικά, πήρες να προσηλώνεσαι σ’ αυτό που έχασες κάπως ή και πολύ, την επαφή σου με τον εαυτό σου. Τώρα μέσα σου βρίσκονταν άλλα είδωλα, πλασμένα ή πραγματικά, που τα αποτύπωνες κατευθείαν απ’ το δρόμο και που τα ‘χες για παρηγοριά σου και μέλλουσα διέξοδο. Κι έτσι έγινε πραγματι για χρόνια.
.
Γιώργος Ιωάννου: Καταπακτή (Κέδρος)

Σάββατο, Νοεμβρίου 12, 2005

No 223

Όμως αυτή η ντροπή τού προκαλεί ηδονή. Ο Πενθέας φοράει ένα μακρύ φόρεμα με ουρά κι ένα παρδαλό ελαφοτόμαρο, καθώς και μια ανοιχτόξανθη περούκα με μακριές μπούκλες. Τραγουδάει και χορεύει κουνώντας το κεφάλι και τα χέρια του. Όταν ο ξένος τού διορθώνει την περούκα που έχει φύγει από τη θέση της από τα κουνήματα του χορού, ο Πενθέας τρέμει από ταραχή. «Έλα, συγύρισε με, γιατί στη διάθεση σου είμαι». Ο Διόνυσος οδηγεί τον Πενθέα έξω από τη Θήβα, όπως πιο πριν είχε οδηγήσει τις γυναίκες. Όταν φτάνουν στα φαράγγια του Κιθαιρώνα, ο θεός λυγίζει μέχρι το χώμα ένα πεύκο κι ύστερα αφήνει να σηκωθεί αργά αργά ο κορμός, το δένδρο ξανά στέκει όρθιο με τον Πενθέα να κρέμεται από την κορυφή του. Ο σεξουαλικός συμβολισμός αυτής της εικόνας είναι εκπληκτικός. Όμως ο Πενθέας για λίγο μόνο θ’ απολαύσει το θέαμα.
Οι μανιασμένες γυναίκες τον ανακαλύπτουνε. Δεν είναι πια θεατής, αλλά θύμα της ιεροτελεστίας…
Βγάζει την κατσαρή περούκα απ’ το κεφάλι του. Όμως η μητέρα του η Αγάυη δεν αναγνωρίζει το γιο της.
Εγώ, μάνα, είμαι ο γιος σου ο Πενθέας, που μ’ εγέννας…
Πρώτα η μητέρα του, του Βάκχου ιέρεια, έκανε αρχή του φόνου και πέφτει επάνω του…Τυφλωμένη πιστεύει ότι σκότωσε λιοντάρι, κι έφερε τρόπαιο στη σκηνή το κεφάλι του…

Γιαν Κοττ : Θεοφαγία (Εξαντας)

Παρασκευή, Νοεμβρίου 11, 2005

No 222

Μου είπαν ότι τον έχουν στο νεκροτομείο. Φυσικά ήμουν προετοιμασμένη γι’ αυτή τη στιγμή. Τι, ψέματα να πω; Το μαντάτο με βρήκε να καθαρίζω κάτι φρέσκα φασολάκια. Τα παράτησα όλα, έριξα κάτι επάνω μου, πήρα ταξί και πήγα. Μόλις μπήκα μέσα, τα έχασα. Ήτανε στο μάρμαρο, γυμνός. Φορούσε μόνο το σταυρό και το κολιέ. Έβαλα τα κλάματα. Του χάιδευα το χέρι. Τότε πλησίασε η γυναίκα που καθάριζε τα πτώματα και με ρώτησε γιατί κλαίω. Της εξήγησα:
«Το γιο μου!»
«Σε λάθος πτώμα κλαις, κυρά μου», μου είπε.
«Μα τι λες τώρα…»
«Ο γιος σου είναι εκεί πέρα, αυτή είναι γυναίκα αγνώστου ταυτότητος. Ρώτησε όποιον θέλεις, τα ίδια θα σου πεί».
Έκρινα σκόπιμο να κάνω γνωριμία μαζί της:
«Πώς σε λένε;»
«Λαμπρινή»
«Άκου, Λαμπρινή, εμένα με λένε Ανδριανή και αυτή που βλέπεις εδώ ντυμένη μόνο μ’ ένα κολιέ κι ένα σταυρό είναι ο γιος μου!»

Βασίλης Καββαθάς : Το δεύτερο φουστάνι (Καστανιώτης)

Πέμπτη, Νοεμβρίου 10, 2005

No 221

…ο Άρθουρ ήθελε να σκύψει και να βαρέσει μια γερή σ’ αυτή τη μακιγιαρισμένη μούρη, να ξεσκίσει το πόδι του και ν’ ακούσει τον πούστη τον αδερφό του να σκούζει…Ίσιωσε το κορμί του και στάθηκε για μια στιγμή στην άκρη του κρεβατιού μισακούγοντας τους λυγμούς και τις σκέψεις του αδερφού του, μετά προχώρησε δίπλα του και η ματιά του καρφώθηκε στο κυλοτάκι με την αστερόεσσα και το Ζ. Βρε βρωμιάρη, ανώμαλε. Έχεις το θράσος να κάθεσαι εκεί φορώντας αυτό το πράγμα μπροστά στη μάνα μου! Τινάχθηκε και χαστούκισε τη Ζωρζέτ άγρια, η μάνα παρακαλούσε, έκλαιγε, προσπαθώντας να τον ηρεμήσει, και η Ζωρζέτ κουλουριάστηκε και έκανε να γραπώσει το κυλοτάκι που είχε κατεβάσει ο Άρθουρ, η μάνα παρακαλούσε τον Άρθουρ ν’ αφήσει ήσυχο τον αδερφό του – ΑΔΕΡΦΟ; - εκείνος όμως το τραβούσε και ούρλιαζε σκεπάζοντας τις φωνές των άλλων δυο ώσπου στο τέλος το έβγαλε και το πέταξε στο διπλανό δωμάτιο. Πώς μπορείς και τον ανέχεσαι έτσι που είναι; Δεν είναι παρά μια πουστάρα. Θα ‘πρεπε να τον πετάξεις στο δρόμο. Είναι αδερφός σου, γιε μου. Πρέπει να τον βοηθήσεις. Είναι γιος μου ( είναι το μωρό μου. Το μωρό μου ) και τον αγαπώ και θα ‘πρεπε να τον αγαπάς κι εσύ.

Χούμπερτ Σέλμπυ Jr : Τελευταία στάση στο Μπρούκλιν (Οδυσσέας)

Τετάρτη, Νοεμβρίου 09, 2005

No 220

Image Hosted by ImageShack.usTom Asad(ΗΠΑ)
.
Ο Μάικ αδυνατούσε να εξηγήσει αυτό που έβλεπε απέναντί του. Τώρα έβλεπε ένα ανδρικό πρόσωπο με ψεύτικες βλεφαρίδες, που κι αυτές ξεκόλλησαν με προσεκτικές κινήσεις. Το βαμβάκι περάστηκε γύρω από την περιοχή των ματιών, καθαρίζοντας τις μαύρες μολυβιές κάτω από τα μάτια. Η καστανόξανθη περούκα έμοιαζε αφύσικη πάνω στο ανδρικό πρόσωπο, που διατηρούσε όμως κάποια λεπτότητα στα χαρακτηριστικά του. Απέμεινε να βγει η περούκα και αυτό έγινε με μια απότομη κίνηση. (…)
Το Παρτάλι σηκώθηκε και πλησίασε την ντουλάπα, απ’ όπου τράβηξε ένα φόρεμα, ένα αυθεντικό κομμάτι. Πρώτα όμως έβγαλε τα γυναικεία από πάνω του. Το γδυτό σώμα του ήταν εντελώς αδύνατο. Κάποτε μπορεί και γεροδεμένο. Μια ελαφρά πλαδαρότητα απλωνόταν παντού. Τρίχωμα δεν υπήρχε πουθενά, εκτός από την ήβη, απ’ όπου κρεμόταν το πέος. Ξεγύμνωτος, ήρθε και στάθηκε μπροστά στον Μάικ. Η προκλητική επίδειξη του πέους άγγιζε τα όρια μιας χαλαρής στύσης. Ποιος θα τον έσωζε από εδώ μέσα πώς να έφευγε άτρωτος;

Θεόδωρος Γρηγοριάδης : Το Παρτάλι (Πατάκης)

Τρίτη, Νοεμβρίου 08, 2005

No 219

ΛΗΣΤΕΣ – «ΑΔΕΛΦΕΣ»
(Ε, αυτό πια είναι, στην κυριολεξία, απ’ τα Άγραφα!)
Μεγάλη Παρασκευή οι ληστές θα ξεκινήσουν για τον Δομοκό και θ’ ανέβουν στα Άγραφα, όπου θα περάσουν τις άγιες ημέρες του Πάσχα διασκεδάζοντας, ενώ τα καταδιωκτικά αποσπάσματα θα τους αναζητούν στον Όλυμπο… Ο Μαμαλάκης, γράφει ο Γιώργος Ζαχαρίου, θα αφηγηθεί πως είχαν μαζί τους και δυο νεαρούς ληστές ωραιότατους, που ασχολούνταν πολύ με το χτένισμα και την περιποίηση τους. Θεωρούνταν, κατά τον Μαμαλάκη, μάλλον ως…δεσποινίδες και οι σύντροφοί τους τους φώναζαν …Στυλιανή και Νικολέτα!
Αναφέρω το γεγονός γιατί είναι η πρώτη φορά που γίνεται λόγος για ληστές με μια κάποια …διαφορετικότητα, που εκείνη τουλάχιστον την εποχή δεν ήταν και ιδιαίτερα κατανοητή και διαδεδομένη…
Βασίλης Τζανακάρης : Τα Παλληκάρια τα Καλά Συντρόφια τα σκοτώνουν (Καστανιώτης)
ΠΑΟΛΑ (ΠΑΥΛΟΣ ΡΕΒΕΝΙΩΤΗΣ)
«Έλα, ρε παίδαρε, να με κάνεις άρχοντα!» (Αφήγηση της στο περιοδικό «01» για κάποιο «κούκλο» που συνάντησε στην Καλαμάτα)
«Μέχρι τότε θα είμαι τραβεστί, δηλαδή ένα αρσενικό που ντύνεται γυναίκα και που είναι και τα δυο συγχρόνως. Θα με ποθείτε, θα αηδιάζετε και θα με φοβάστε συγχρόνως, ναι και τα δυο συγχρόνως, γιατί θα δείχνω στο αρσενικό πόσην θηλυκότητα κρύβει μέσα του και στις γυναίκες τι ψευτιά κρύβεται στον λεγόμενο «ανδρισμό». Θα με χτυπάτε στην πιάτσα, θα με κλέβετε, αλλά όμως θα έρχεστε το βράδυ να χαϊδέψετε τα γυναικεία μου στήθη και τ’ αρσενικά μου γεννητικά όργανα. Και θα γίνεστε κι εσείς μαζί μου άνδρας και γυναίκα ταυτοχρόνως. Δε θα τολμάτε όμως να το ομολογήσετε, γι’ αυτό κι εγώ μέχρι τότε θάμαι τραβεστί…»
.
Βασίλης Καββαθάς : Who is who. Ποιος είναι ποια. Άνδρες ντυμένοι γυναίκες (Ελληνικά γράμματα)

Δευτέρα, Νοεμβρίου 07, 2005

No 218

Άνοιξη του ’35. νωρίς τ’ απόγευμα στην παραλία του Αϊ Θανάση, έξω από τα Λεχαινά, οκτώ νέοι άντρες διασκεδάζουν χωρίς γυναίκες. Οι έξη απ’ αυτούς χορεύουνε κατά ζεύγη, οι άλλοι δυο κοιτάνε …μαζί τους έχουν ένα γραμμόφωνο που κλείνει και γίνεται βαλίτσα…
Το φως έπεσε κι άλλο. Η άμμος σκούρυνε. Η θάλασσα μαύρισε. Μέσα της σαλεύουν σκιές σαν φωτογραφία που έπεσε και μούλιασε κι έχασε το φως της. Ο Ηλίας κλείνει βιαστικά το γραμμόφωνο και το φορτώνεται στην πλάτη όπως οι λατερνατζήδες. Ακολουθούν μετρημένοι και σοβαροί ο Χαρίλαος με τον Άγγελο, ο Χρήστος με περασμένο το χέρι στους ώμους του Διονύση. Οι άλλοι χασομεράνε. Ο Ανδρέας με τον Γιώργο καλαμπουρίζουνε. « Του χρόνου να ντυθούμε γυναίκες», σκουντάει με τον αγκώνα ο Γιώργος τον Ανδρέα. « Αμ τι», αποκρίνεται εκείνος, «μόνο οι γυναίκες μας θα ντύνονται τις Απόκριες άντρες;»
Ο Χρήστος όλο κάτι θέλει να πει στον Διονύση – είναι ο μόνος συνομήλικος του…

Μένης Κουμανταρέας : Η μέρα είναι για τα γραπτά κι η νύχτα για το σώμα (Κέδρος)

Παρασκευή, Νοεμβρίου 04, 2005

No 217

Image Hosted by ImageShack.usMyro(ΗΠΑ)
.
Πέταξε την πέμπτη γόπα στο χιόνι και επέστρεψε στο πόστο του ερεθισμένος απ’ την περιέργεια. Τα πράγματα είχαν πάρει επικίνδυνη τροπή. Δεν τραγουδούσε πια ο Λαζάρου, αφού έδειχνε πεθαμένος στην αγκαλιά του Καραμανίδη, που συνέχιζε να κλαίει και να βηματίζει, ευτυχώς πάντα σε περίοπτο σημείο. Κρατούσε σφιχτά τον τηλεφωνητή, ώσπου αντιλήφθηκε ότι έσερνε το αναίσθητο σώμα του. Έντρομος άρχισε να τον φιλά με πάθος, χώνοντας τη γλώσσα του στο στόμα του Λαζάρου. Φιλούσε και φυσούσε ταυτόχρονα, ενώ με το αριστερό χέρι του ξεκούμπωνε όσα κουμπιά υπήρχαν στο τζάκετ και στο παντελόνι, και πάλι στόμα με στόμα. Και πάλι η πράσινη γλώσσα του αξιωματικού επίμονα διερευνητική και τα χέρια του να του μαλάζουν τους κροτάφους. Όταν αποείδε ότι τα φιλιά και τα χάδια δεν έφερναν αποτέλεσμα, τον πλάκωσε στα χαστούκια. Φιλιά και χαστούκια. Και διαταγές πνιχτά:
«Άνοιξε τα μάτια σου, αγόρι μου…Έλα, παλιομαλάκα Αθηναίε, άνοιξε τα μάτια σου…»

Γιάννης Ξανθούλης : Το τανγκό των Χριστουγέννων (Καστανιώτης)

Πέμπτη, Νοεμβρίου 03, 2005

No 216

Image Hosted by ImageShack.usDavid Haskins
.
Χωρίς ντροπή, έβγαλα όλα μου τα ρούχα κι έμεινα ολόγυμνος, στάθηκα μπροστά στη σόμπα που φούντωνε, γιατί την είχα στο φουλ, και με όση θερμότητα πήρα κολλημένος σχεδόν πάνω της μπήκα στο κρεβάτι, κάτω απ’ τα στρωσίδια, και τον αγκάλιασα νιώθοντας τα νεύρα του απειθάρχητα, τους μυς έτοιμους να εκραγούν, το στομάχι του ν’ ανεβοκατεβαίνει, το φύλο του ανύπαρκτο απ’ το άλγος.
Τον άγγιζα παντού, σαν κάτι εύθραυστο και πολύτιμο μαζί, ενώ οι πορτοκαλιές σκιές απ’ τις φλόγες πύρωναν την κάμαρα. Τον αγκάλιασα κι όλο μου ‘ρχόταν στο νου η Πιετά και οι γοτθικές αναπαραστάσεις της Αποκαθήλωσης. Πήρε να συνέρχεται, να ηρεμεί. Αμίλητοι κι οι δυο, κοντά κοντά, δυο γυμνά σώματα μείναμε έτσι ώρες.

Γιάννης Ξανθούλης : Ο χάρτινος Σεπτέμβρης της καρδιάς μας (Καστανιώτης)

Τετάρτη, Νοεμβρίου 02, 2005

No 215

Image Hosted by ImageShack.usVictor Gadino (ΗΠΑ)
.
Το καυτό νερό και οι ατμοί με συνέφεραν κάπως. Το χαμάμ, λόγω Μεγάλης Εβδομάδας, είχε ελάχιστους πελάτες. Κάτι γερόντια με άτριχα ποδάρια, με τα μάτια καρφωμένα στ’ αρχίδια μου, περιφέρονταν ένα γύρω όπως οι τρελοί στα άσυλα σε κάτι έργα τρόμου.
Ένας μαυριδερός τύπος, ίσως να ‘ταν και γύφτος, κοιμόταν μπρούμυτα στο άσπρο μάρμαρο καταμεσής στην αίθουσα και παραπέρα ο «τρίφτης» του «Ηφαίστου», υπέργηρος αλλά νταβραντισμένος, έτριβε μ’ ένα τρίχινο γάντι βουτηγμένο στη σαπουνάδα την πλάτη ενός ξασπρουλιάρη καχεκτικού, που σφάδαζε σε κάθε άγγιγμα από ευχαρίστηση.(…)
Σ’ ένα σπασμένο καθρέφτη είδα το πρόσωπο μου. Είχε ξαναβρεί το σωστό χρώμα. Η ένταση και η κακουχία είχαν φύγει. Εξάλλου αισθανόμουν ξεκούραστος. Άδειος ίσως, αλλά έτοιμος ν’ αναρριχηθώ στα βορινά προάστια, όπου αποφάσισα ότι ανήκω πια οριστικά και αμετάκλητα.

Γιάννης Ξανθούλης : ο ΣΟΟΥΜΑΝ δε θα ‘ρθει απόψε (Καστανιώτης)

Τρίτη, Νοεμβρίου 01, 2005

No 214

Image Hosted by ImageShack.usVasily Surikov(Ρωσία)
.
(…)
Ακούοντας τα βήματα
σταμάτησα.
Από τα εσωτερικά δωμάτια
μ’ εμπρός τον δούλο που κρατούσε τον πυρσό
εβγήκανε τρεις άντρες
στη μέση αυτός.

Ήταν χλωμός,
αλλά μου φάνηκε
ότι φωτίστηκε η αίθουσα
απ’ τη μορφή του περισσότερο παρά ‘πο τον πυρσό.
Καθώς με προσπερνούσε, μου έριξ’ ένα βλέμμα
και λέγοντας: «Κάπου σε είδα εσένα, φιλαράκο»
απομακρύνθηκε στο δώμα του αστρολόγου.
Από ώρα ο άσπρος του χιτώνας είχε χαθεί,
εχάθηκε και του πυρσού το φως,
όμως εγώ στεκόμουνα ακίνητος, κρατώντας την αναπνοή μου,
κι όταν μετά στην κλίνη του στρατώνα
αισθάνθηκα
τον πλαγιασμένο Μάρκιο
να μου ακουμπά το χέρι με τη συνηθισμένη μας χειρονομία,
επροσποιήθηκα πώς εκοιμόμουν…

Μιχαήλ Κουζμίν \ Ρωσία
Σόνια Ιλίνσκαγια : Ο Κ.Π. Καβάφης και η ρωσική ποίηση του «Αργυρού αιώνα» (Νάρκισσος

Δευτέρα, Οκτωβρίου 31, 2005

Νο 213

Image Hosted by ImageShack.usPedro Filipe Carreira Rodrigues (Πορτογαλία)
.
ΚΑΒΑΦΗΣ, ΣΤΙΣ ΜΑΚΡΙΝΕΣ ΜΕΡΕΣ ΤΟΥ 1903

Κανείς δεν ήταν τόσο μοναχικός, ακόμη κι όταν
ξυπνούσε με τα μάτια του φίλου του στα μάτια του,
σαν τον Έλληνα εκείνο που στους στίχους του τολμούσε
να μιλάει για ό,τι όλοι σιωπούσαν
ή μόνο στα κρυφά ομολογούσαν –
κανείς τόσο μοναχικός, τόσο δοσμένος
στη βοή του πόθου και των δρόμων της Αλεξάνδρειας.

Εουζένιο ντε Αντράντε \ Πορτογαλία
Μετάφραση : Μαρία Παπαδήμα
Από την Ανθολογία ξένων καβαφογενών ποιημάτων
Συνομιλώντας με τον Καβάφη (Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας)

Κυριακή, Οκτωβρίου 30, 2005

No 212

ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΣΤΟΝ ΟΥΟΛΤ ΟΥΙΤΜΑΝ (απόσπασμα)

Ανοίχτε μου όλες τις πόρτες!
Θα περάσω ό,τι και να γίνει!
Το σύνθημα : Ουόλτ Ουίτμαν!
Αλλά δεν λέω κανένα σύνθημα…
Περνάω χωρίς εξηγήσεις…
Κι αν χρειστεί γκρεμίζω τις πόρτες…
Ναι – εγώ ο καχεκτικός και πολιτισμένος, γκρεμίζω τις πόρτες,
γιατί τούτη τη στιγμή δεν είμαι μήτε καχεκτικός μήτε πολιτισμένος,
είμαι ΕΓΩ, ένα σύμπαν που σκέπτεται από σάρκα και οστά, που θέλει να περάσει,
και θα περάσω ό,τι και να γίνει, γιατί όταν θέλω να περάσω είμαι Θεός!

Φερνάντο Πεσσόα \ Πορτογαλία
Άλβαρο ντε Κάμπος : Η «Θαλασσινή Ωδή» και άλλα ποιήματα (Εξάντας)
Μετάφραση : Μαρία Παπαδήμα

Σάββατο, Οκτωβρίου 29, 2005

No 211

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΝ ΚΑΤΟΥΛΟ ΑΠ’ ΤΗ ΒΕΡΟΝΑ

Το σφαιριστήριο είναι μια σάλα μαγική
όπου ταπέτα πράσινα και φώτα σιωπηλά
μπερδεύονται με μηχανές που μπαρουτοκαπνίζουν
τύχες με σφαίρες ατσαλένιες
και γελαστά κορίτσια. Όπου πυροβολείς
πίσω από κρύσταλλα σε λαγούς σαλταδόρους
και πελώριες αρκούδες που βρουχιώνται. Ένα μέρος
όπου συχνάζοντας περνάει προκλητικά
η Ομορφιά. Όπως εσύ περνάς και παίζεις
μ’ αυτό ή μ’ εκείνο, μ’ απονιά
εφηβική, αργοπορώντας τα μαύρα μαλλιά σου
και το μαύρο νεαρότατό σου βλέμμα
και τα σβέλτα σου εξαίσια πόδια.
Της Ομορφιάς πειρασμέ, δεν είναι δύσκολο
να φαντασθώ το ηδονικό κορμί σου
απαλό στο στρωσίδι. Προσφερμένο
σε μια τέλεια γυμνότητα βουβή
και συνένοχη. Εσύ, ντελικάτη Ομορφιά,
που ανάμεσα περνάς απ’ τα μπιλιάρδα,
ψάχνοντας για τον πιο καλό τσοπάνο ή για το δόσιμο
μετά απ’ το τυχερό παιγνίδι και το πιοτό, απλόχερα.

Τι παράξενο δώρο η ομορφιά!
Το ξέρει όποιος την έχει; Πούθε προέρχεται,
πώς γεννιέται, γιατί μουντή είναι τόσο;
Η γέννα της και τόσο ανόμοιοι οι κάτοχοι της;
Πού χρωστάει τη μαγεία της και πώς
μπορεί να ξεπροβάλλει μες στην πυκνή μυρουδιά κάποιων μπιλιάρδων;

Luis Antonio de Villena \ Ισπανία
Ηλίας Ματθαίου : Σύγχρονη Ισπανική Ποίηση (Γνώση)

Παρασκευή, Οκτωβρίου 28, 2005

No 210

Image Hosted by ImageShack.usVictoria Contreras Flores(Ισπανία)
.
Τον συγκράτησε η νύχτα,
το διάφανο σκοτάδι του στερεώματος
έπεφτε στο λόφο.
Στο στήθος ένιωσε το δάσος,
την ασυγκράτητη δύναμη του αναστήματός του,
και το πέρασμα του αίματος.
Ο άνθρωπος είναι πηγή, μονολογούσε,
κρυμμένη, πιο απόκρυφη
απ’ τη φωτιά της γης.
Και κοίταζε τα φώτα,
η πόλη περίμενε το γυρισμό του.

Ευτυχισμένος αγάπησε. Έκλαιγε.
Κι άκουσε. Περνούσαν οι άνεμοι ψηλά
ανάμεσα στα φύλλα, οι γρύλοι τρελάθηκαν
κι άκουσε του αίματος του το βόμβο,
δυνατό σαν ένα θαλασσινό χτύπημα.
Άκουσε την υπόκωφη πάλη της σελήνης
που εισχωρούσε στο δάσος, πιο πάνω
το λεπτεπίλεπτο άγγιγμα των άστρων,
κι άνοιξε τα χέρια, και πλάτυνε το στήθος του το ρημαγμένο, νυχτερινό,
και μπήκε μέσα του η γη.
Κι ήταν καλόγευστη η επιστροφή του.
Ύστερα κοίταξε τα χέρια του
μεγάλα, υπάκουα, γυμνά
και μέσα τους έκρυψε το ήρεμο πρόσωπό του.

Προαισθανόταν ήδη την αυγή,
κι ελεύθερος, ύψωσε φωνή,
άφησε την κραυγή του στην τύχη του αέρα,
γέμισε ο λόφος μακριούς,
τρεμουλιαστούς ψιθύρους.
Μακριά, μέσα στον ύπνο, η πόλη έτρεμε.

Francisco Brines : Ποιήματα της παλιάς ζωής (Γαβριηλίδης)
Μετάφραση : Τάσος Δενέγρης
.
(Βλ επίσης και Νο 142)

Πέμπτη, Οκτωβρίου 27, 2005

No 209

Image Hosted by ImageShack.usSteve Walker(Καναδάς)

ΕΠΙΛΟΓΟΣ
(ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΕΝΑ ΚΟΡΜΙ)
(…)
Η χάρη και το χαμόγελο σου,
σύντροφοι ημερών αλλοτινών, γυρίζουν
παντοδύναμα σε μένα, τώρα που είμαι,
όπως τόσες άλλες
προτού σε γνωρίσω, μόνος.

Ταγμένη διορία είχε
η γνωριμία μας κι ο δεσμός μας, όπως όλα
στη ζωή, και μια μέρα, μια οποιαδήποτε μέρα
χωρίς αιτία φανερή ούτε αφορμή
πάψαμε να βλεπόμαστε. Το προαισθάνθηκες;
Εγώ ναι, εγώ που είχα πάντα το προαίσθημα.

Ο πειρασμός με τριγυρίζει
να σκεφτώ, γιατί όλος εκείνος
ο παιδεμός του έρωτα, αρχαίος όπως ο κόσμος,
που κάτι λιγοστές στιγμές φθάνουν να εξαγοράσουν;
Βάσανα του έρωτα χαμένα.

Όχι. Μην απαρνιέσαι εκείνον,
στον έρωτα μην επιορκείς.
Ήταν όλα πληρωμένα, ναι, ήταν όλα καλά πληρωμένα,
όμως άξιζε ο κόπος, ο κόπος για του έρωτα
το βάσανο, που σήμερα θάρρεψες για χαμένο.

Την ώρα το θανάτου
(Εάν μπορεί ο άνθρωπος γι’ αυτή την ώρα
να κάνει προγνωστικά, λογαριασμούς),
η εικόνα σου στο πλάι μου
ίσως να μου χαμογελάσει όπως σήμερα μου χαμογέλασε,
φωτίζοντας τούτη τη σκοτεινή κι απόμερη ύπαρξη
με τον έρωτα, μοναδικό φέγγος του κόσμου.

Luis Cernuda – Ισπανία
(Εκηβόλος, τεύχος Νο 10)
Μετάφραση : Νίκη Δ. Παπαθάνου

Τετάρτη, Οκτωβρίου 26, 2005

No 208

ΩΔΗ ΣΤΟΝ ΟΥΩΛΤ ΟΥΙΤΜΑΝ (απόσπασμα)
Γι’ αυτό δε βάζω τις φωνές, γέροντα Ουώλτ Ουίτμαν,
ενάντια στο παιδί που μουτζαλώνει
τ’ όνομα μιας μικρής στο μαξιλάρι του,
ούτε στ’ αγόρι που ντύνεται νύφη
μέσα στη σκοτεινιά της γκαρνταρόμπας,
ούτε ενάντια στους μοναχικούς των καζινό
που πίνουν με απέχθεια το ύδωρ της πορνείας,
ούτε ενάντια στους άντρες της πράσινης ματιάς
που αγαπούνε άντρα και φλέγονται τα χείλια τους μέσα στη σιωπή.
Αλλά ναι, εναντίον σας, των πόλεων αδελφές,
με τυμπανιαία σάρκα και σκέψεις βρωμερές.
Μάνες της λάσπης. Άρπυιες. Στεγνοί εχθροί
του Έρωτα που στέμματα μοιράζει της χαράς.
Πάντα ενάντια σας, που δίνετε στ’ αγόρια
σταγόνες βρωμερής θανής με φάρμακο πικρό.
Πάντα ενάντια σας,
Νεράιδες της Βορείου Αμερικής,
Πάχαρος της Αβάνας,
Χότος του Μεξικού,
Σαράσας των Γαδείρων,
Άπιος της Σεβίλλιας,
Κάνκος της Μαδρίτης,
Φλόρας της Αλικάντης,
Αδελαϊδες της Πορτογαλίας.
.
Χρίστος Γούδης: Λόρκα. Ποιητής στη Νέα Υόρκη (Τραυλός)
.
(Βλ επίσης και Νο 53)

Τρίτη, Οκτωβρίου 25, 2005

No 207

Image Hosted by ImageShack.usSteve Walker(Καναδάς)
.
Είχε άραγε ο Λόρκα επαφές με τους κύκλους των ομοφυλόφιλων της Νέας Υόρκης; Έτσι φαίνεται. Μια μέρα ο Άνχελ Φλόρες, εκδότης του Alhambra, δυο χρόνια νεότερος από το Φεντερίκο, τον πήγε στο Μπρούκλυν για να γνωρίσει το Χαρτ Κρέιν, που έκανε τότε τις τελικές διορθώσεις στη συλλογή The Bridge (Η γέφυρα). Στο σπίτι του γινόταν πάρτι, και βρήκαν τον Αμερικανό ποιητή τριγυρισμένο από μεθυσμένους ναύτες. Ο Κρέιν ενδιαφερόταν για ό,τι συνέβαινε στην Ισπανία, μα δε μιλούσε τη γλώσσα. Αφού ο Φλόρες τον σύστησε στο Φεδερίκο και μετέφρασε τις πρώτες τους κουβέντες, φαίνεται πως οι δυο ποιητές άρχισαν να συνεννούνται με τα λιγοστά γαλλικά τους. Ο Φλόρες κατάλαβε αμέσως ότι ο Κρέιν και ο Λόρκα είχαν πολλά κοινά, αρχής γενομένης με το ενδιαφέρον τους για τους ναύτες, και αποσύρθηκε διακριτικά. Καθώς έφευγε, γύρισε και είδε τον Κρέιν, στο κέντρο μιας παρέας, να αστειεύεται και το Λόρκα να μιλάει σε μια άλλη.
Όπως αρκετοί ομοφυλόφιλοι, έτσι και ο Λόρκα – στο νου έρχεταο ο Querelle de Brest του Ζενέ – γοητεύοταν από το αρχέτυπο του ναύτη, κι είναι αδύνατον να μη συνδέσουμε τους ναυτικούς που εμφανίζονται συχνά στα αμερικανικά ποιήματα και σκίτσα του, σε συνάρτηση με το σαρκικό έρωτα και το αλκοόλ, με τη σκηνή που περιγράφει ο Φλόρες. Δε γνωρίζουμε ωστόσο αν ο Λόρκα και ο Κρέιν συναντήθηκαν ξανά.

Ίαν Γκίμπσον : Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα (μικρή άρκτος)

Δευτέρα, Οκτωβρίου 24, 2005

No 206

[ Η ΖΩΗ… ΕΙΝΑΙ…]
.
Η ζωή… είναι να θυμάμαι το θλιβερό
ξύπνημα σε ένα αβέβαιο τρένο, την αυγή: να έχω
δει έξω το αβέβαιο φως: να έχω νιώσει
στο μουσκεμένο κορμί την παρθενική
και σκληρή μελαγχολία του τσουχτερού ανέμου.

Αλλά ακόμη πιο γλυκό είναι να θυμάμαι
την απροσδόκητη λύτρωση: δίπλα μου
ένας νεαρός ναύτης: το μπλε και το
άσπρο της στολής του κι έξω
μια θάλασσα νωπή από χρώμα.

Σάντρο Πέννα – Ιταλία
Μαρία Λαϊνά : Ξένη ποίηση του 20ου αιώνα (Λωτός)
Μετάφραση: Σωτήρης Παστάκας

Κυριακή, Οκτωβρίου 23, 2005

No 205

Image Hosted by ImageShack.usSteveWalker(Καναδάς)
.
Μακριά από μένα, περπατούσαν δυο νέοι, που ο ευδιάκριτος ήχος της φωνής τους ακουγόταν από μακριά. Σταμάτησαν κάποια στιγμή κάτω από το φως ενός φαναριού και είδα καθαρά, πάνω στα σκούρα ρούχα τους το άσπρο του χεριού να ψάχνει και να βρίσκει άλλο άσπρο. Δυο στενές επιφάνειες σάρκας εμφανίστηκαν, και τα χέρια καθώς αποτραβήχτηκαν, έμειναν απροστάτευτα και τρυφερά κάτω από το φως του φαναριού. Τα λόγια, σε χαμηλωμένο τόνο, παρέμεναν ήρεμα και σαφή μέσα στην ησυχία γύρω. Ένας από τους δυο νέους επέμενε, μιλούσε για κείνη την καθαρή σάρκινη λουρίδα στον φίλο, μετά, σαν να ‘ δειχνε κάποια λεπτομέρεια, έβλεπα το λευκό του χεριού να συγχέεται με το άλλο λευκό. Μετά έφυγαν με πολύ αργό βήμα, μέσα στο σκοτάδι και την γαλήνη της ώρας.

Σάντρο Πέννα : Λίγος πυρετός (Οδός Πανός)

Σάββατο, Οκτωβρίου 22, 2005

No 204

ΟΛΗ ΜΕΡΑ ΔΟΥΛΕΥΩ

Όλη μέρα δουλεύω όπως ένας καλόγερος
και τη νύχτα σε γύρες, όπως ένας βρομόγατος
Αναζητώντας έρωτα… Θα προτείνω
στη Σύνοδο να μ’ ανακηρύξει άγιο.
Στην απάτη απαντώ αληθινά
με γαλήνη. Με το μάτι κοιτώ
ζωγραφιάς τους ανθρώπους της βίας.
.
****
Eνδιαφέρουσα είναι ασφαλώς κι η ιδεολογία που ανέπτυξε και που όπως είπαμε φανερώνεται διάχυτη μέσα στο έργο του. Ο Παζολίνι πίστευε σ’ ένα μαρξισμό λαϊκίστικο, ρομαντικό, ριζωμένο στην παράδοση και προεκτεινόμενο στην ουτοπία.
Κι όμως, όχι τυχαία, ο θάνατος προήλθε από τους ανθρώπους που ο ίδιος μια ζωή υπερασπίστηκε.
Τελειώνοντας, θα ήθελα να προσθέσω πως δυστυχώς το φαινόμενο Παζολίνι – παρά τις δεκάδες μελέτες- συζητιέται ακόμη στη χώρα του ποια θέση κατέχει. Όταν η υποκρισία πέσει κατά γης θα αποκαλυφθεί ως ο προεξάρχων της τετράδας που συγκλόνισε την ιταλική ποίηση...
.
Παζολίνι-Ουγγαρέτι-Κουαζιμόντο (Αιγόκερως)
Μετάφραση και σχόλια: Στέλιος Κάτσικας

Παρασκευή, Οκτωβρίου 21, 2005

No 203

Image Hosted by ImageShack.usW.P.Magill(ΗΠΑ)
.
Το να ζεις λοιπόν σημαίνει να αντιμετωπίζεις την τραγική καθημερινότητα με τον κοροϊδευτικό σαρκασμό μιας ψεύτικης ανωτερότητας, ή με τη διέξοδο της εξαγοράς, όπου μια και μόνη πράξη καλωσύνης λυτρώνει μια ζωή ξοδεμένη στο βούρκο της φτώχειας, ή με την άγρια σεξουαλικότητα ενός μελαγχολικού πλήθους από πόρνες, προαγωγούς, ομοφυλόφιλους, σημαδεμένους από μια θλίψη που χάνεται στο χρόνο και αποκλεισμένους από τη συνειδητότητα. Το άμορφο έχει ωστόσο δική του ζωή. Κινείται χωρίς νόημα, αλλά έχει φως. Πεθαίνει χωρίς σταυρούς, αλλά έχει το μεγαλείο και την ηθική απελπισία όποιου ξέρει, έχει καταλάβει και παραδεχτεί.

Sandro Petraglia: Pasolini (ηράκλειτος)

Πέμπτη, Οκτωβρίου 20, 2005

No 202

Μόλις τον χώσανε μέσα – στη Ρετζίνα Τσέλι κι όχι στην Πόρτα Πορτέζε, γιατί μόλο που ‘ μοιαζε ακόμα πιτσιρικάς είχε κιόλας πατήσει τα δεκαοχτώ – έξυσε τη σγουρή κεφάλα του και σκέφτηκε από μέσα του : «Εδώ σε θέλω κάβουρα πώς περπατάς στα κάρβουνα!» Και δεν έκανε λάθος, γιατί οι πρώτες κουβέντες που άκουσε μόλις βρέθηκε μέσα, από ‘ναν τύπο – φτυστός Λάζαρος αναστημένος ήταν : «Πολύ φίνο κωλαράκι μου ‘χεις, ρε φιλάρα». Αλλά για καλή του τύχη, ο αδερφός του, ο Λεντσέτα νούμερο ένα, ήτανε απ’ τους πιο αξιοσέβαστους κλέφτες της Ρετζίνα Τσέλι. Έτσι, από σεβασμό στον αδερφό του σεβαστήκανε και κείνον κι ας ήτανε γλυκούλης.

Πιέρ Πάολο Παζολίνι : Τα παιδιά της ζωής (Οδυσσέας)

Τετάρτη, Οκτωβρίου 19, 2005

No 201

ΚΑΤΑ ΤΙΣ ΘΕΡΜΕΣ ΤΟΥ ΚΑΡΑΚΑΛΑ
Κατά τις Θέρμες κατευθύνονται του Καρακάλα
οι νέοι φίλοι, καβαλικεύοντας
σε Rumi ή Ducati, μ’ αρσενική
αιδημοσύνη κι αρσενική αδιαντροπιά,
μες στων παντελονιών τους τις ζεστές πτυχές
κρύβοντας αδιάφοροι, ή φανερώνοντας
τα μυστικά των στύσεών τους…
Με το κεφάλι τους το κατσαρό, και το νεανικό
το χρώμα των πλεχτών τους, σκίζουν
τη νύχτα, με κίνηση κυκλοτερή
και άσκοπη, εισβάλλουν μέσα της,
λαμπροί κυρίαρχοί της. (...)

Παν. Χατζηγάκης : Pier Paolo Pasolini ( Δίφρος)

Τρίτη, Οκτωβρίου 18, 2005

Νο 200

Image Hosted by ImageShack.usMyles Antony(Μ.Βρετανία)
.
ΜΙΑ ΑΠΕΛΠΙΣΜΕΝΗ ΖΩΝΤΑΝΙΑ ΙΙΙ (απόσπασμα)
Και κάποιο απομεσήμερο, ή κάποιο βράδυ, ουρλιάζοντας έτρεξα
στους δρόμους της Κυριακής, μετά το ματς,
στο παλιό νεκροταφείο, εκεί, πίσω από τις ράγες του τραίνου,
κι έκανα, και ξανάκανα, μέχρι να ματώσω
την πιο γλυκιά πράξη της ζωής,
εγώ μόνος, πάνω σ’ ένα σωρούδι χώμα
δυο ή τριών τάφων
Ιταλών ή Γερμανών στρατιωτών
χωρίς όνομα στους σανιδένιους σταυρούς
- θαμμένων εκεί απ’ τον καιρό του άλλου πολέμου.

Και τη νύχτα, μετά, ανάμεσ’ απ’ τα στεγνά τα δάκρυα
τα ματωμένα σώματα εκείνων των φτωχών άγνωστων
ντυμένων στο χακί

ήρθαν σαν ένα τσαμπί πάνω απ’ το κρεβάτι μου
όπου κοιμώμουν γυμνός και άδειος,
να με λερώσουν με αίμα, ως την αυγή.

Pier Paolo Pasolini : Ποίηση σε σχήμα τριαντάφυλλου (τυπωθήτω)
Μετάφραση : Ανδρέας Ριζιώτης

Δευτέρα, Οκτωβρίου 17, 2005

Νο 199

Image Hosted by ImageShack.usSerhan Murat(ΗΠΑ)
.
Η ΙΤΑΛΙΑ ΜΟΥ (απόσπασμα)
Πράξη λαγνείας, πραξη λαγνείας
σε μια μόνο γειτονιά, σε μια μόνο πόλη
στην αυγή της νότιου Ιταλίας, Απουλίας
Καλαβρίας, Λουκανίας, ή Σικελίας μέσα
στα σπίτια των φτωχών, στην θάλασσα Θεέ μου
γίνεται κάτι σιγά σιγά το ανώμαλο.
Αισθάνομαι σαν καταδικασμένος
- και πράγματι η μια συνάντηση μέσα στα ερειπωμένα σπίτια
και η άλλη μέσα σε W.C.
Μεταξύ ενός έρωτος με γλυκούς γορίλες
- ομαδικώς –ντυμένοι με μπλουζίτσες θαλασσιές
και παντελόνι 100 δρχ και μεταξύ ενός έρωτα
μ’ εξευτελιστικά παζάρια στην τιμή.
Ληστείες, ιδρώτες, σεξ προχειροπλυμένα.
Δεν μου απομένει να κάνω άλλο, παρά την ποίησή μου
Ποίηση.

Μετάφραση : Δημήτρης Παπαδάκης (Ντακρέτας)
Γιώργος Χρονάς : Μια στιγμή Πιέρ Πάολο Παζολίνι (το Οκτασέλιδο του Μπιλιέτου Νο 42)

Κυριακή, Οκτωβρίου 16, 2005

Νο 198

Σκυμμένος πάνω του, σε μια κίνηση πιο πολύ προσκυνήματος παρά λαγνείας, απόδωσα τιμές στην ομορφιά του που τις δέχθηκε με την απόμακρη απάθεια ενός ειδώλου.
- Πάμε να πάρουμε λίγο αέρα, θέλεις;
Δεν ήξερα ακόμα τι θα του ζητούσα. Η μόνη μου επιθυμία για την ώρα ήταν να νιώσω τα παπούτσια μου να χώνονται στη λάσπη.
Ανάλαφρος και ζωηρός, σάμπως το κάθισμα της Άλφα Ρομέο να μη μας είχε χρησιμεύσει σαν νυφική παστάδα, είδε ένα άδειο κουτί πορτοκαλάδας και άρχισε να ντριπλάρει. Τον ακολούθησα και τον έφτασα στην είσοδο του γηπέδου. Κόλλησα από πίσω του, τον αγκάλιασα, έπιασα με τα δυο μου χέρια την πόρπη της ζώνης του και του είπα στ’ αυτί:
- Τώρα θα κάνεις τη γυναίκα.
Ταχύς σαν αίλουρος, γύρισε απότομα και μου κατάφερε μια φοβερή γροθιά στη μύτη. Έβγαλα το πουκάμισο για να σταματήσω το αίμα που έτρεχε ποτάμι.

Ντομινίκ Φερναντέζ : Εγώ ο Πιέρ Πάολο στα χέρια του αγγέλου (Αστάρτη)

Σάββατο, Οκτωβρίου 15, 2005

Νο 197

Image Hosted by ImageShack.usJohn Gibbons

ΟΙ ΓΛΥΚΙΕΣ ΜΕΡΕΣ, ΟΙ ΑΝΟΜΕΣ

Οι γλυκιές μέρες, οι άνομες, έφεγγαν όλη μέρα
και τρέμουν, να, στις χάλκινες τις αντηλιές της δύσης.
Κλείσε τα μάτια σου, φτωχιά ψυχή μου, κι έλα μέσα:
παγίδες στήνει ο πειρασμός. Θα κολαστείς, ψυχή μου!

Όλο έφεγγαν, καθώς κυματιστό χαλάζι φλόγες,
τα κλήματα όλα δέρνοντας στη ράχη, όλα λυγώντας
τα στάχυα των αγρών, και τον ολόγλαυκο εμόλευαν
τον ουρανό, τον μουσικό ουρανό, που σε φωνάζει.

Ω φρίκη! Ω φύγε, αργόπορη και δένοντας τα χέρια!
Τα ωραία μας τα Αύριο αν πέσουνε βορά στα Χτες - στοχάσου!
Το πάθος το παλιό αν ζητάει να πάει ακόμα πέτα;

Στρέφουν απάνω σου : χρωστάς ξανά να τις σκοτώσεις;
Μια έφοδο ανήμερη, σκληρή – η υπέρτατη, το ξέρω:
Ω προσευχήσου, ενάντια προς τη θύελλα, προσευχήσου.

Μετάφραση: Τέλλος Άγρας
Paul Verlaine : Νυχτερινή φαντασία (Ποταμός)

Παρασκευή, Οκτωβρίου 14, 2005

Νο 196

ΞΕΚΙΝΗΜΑ
Αρκετά είδα. Το όραμα αντάμωσα σ’ όλους τους αιθέρες.
Αρκετά πήρα. Βόμβους των πόλεων, το βράδυ, και στον ήλιο, και πάντα.
Αρκετά γνώρισα. Τις στάσεις της ζωής.- Ω Βόμβοι και Οράματα!
Ξεκίνημα μέσα σε καινούργιες αγάπες και θορύβους!

Arthur Rimbaud : Εκλάμψεις (Ηριδανός)
Μετάφραση : Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου

Πέμπτη, Οκτωβρίου 13, 2005

N0 195

ΜΙΑ ΕΠΟΧΗ ΣΤΗΝ ΚΟΛΑΣΗ
Αν θυμάμαι καλά, κάποτε η ζωή μου ήταν ένα ξεφάντωμα όπου άνθιζαν όλα τα αισθήματα κι έρεε κάθε λογής οίνος.
Μια βραδιά κάθισα στα γόνατα μου την Ομορφιά – Και τη βρήκα αφόρητη. – Και τη λοιδόρησα.
Ξεσηκώθηκα ενάντια στην εξουσία.
Πήρα τους δρόμους. Αχ, μάγισσες, δυστυχία, μίσος, σε σας εμπιστεύτηκα το θησαυρό μου!
Κατάφερα να σβήσω από τη σκέψη μου κάθε ανθρώπινη ελπίδα. Όρμησα ύπουλα, σαν άγριο θηρίο. Όρμησα ύπουλα, σαν άγριο θηρίο, να πνίξω κάθε χαρά.
Κάλεσα τους δήμιους, να δαγκώσω πεθαίνοντας το κοντάκι των τουφεκιών τους. Κάλεσα τις συμφορές, να πνιγώ μέσα στην άμμο και το αίμα. Θεός μου η δυστυχάι. Ξάπλωσα στη λάσπη. Στέγνωσα στον αέρα της αμαρτίας. Κι έπαιξα ωραία παιχνίδια με την τρέλα.
Και η άνοιξη μου χάρισε το φριχτό γέλιο του ηλίθιου. (…)

Arthur Rimbaud: Μια εποχή στην κόλαση (Γαβριηλίδης)
Μετάφραση : Χριστόφορος Λιοντάκης
.
ΑΙΜΑ ΚΑΚΟ
Η ανία δεν θάναι πια ο έρωτας μου. Λύσσες, τρέλλες, ασωτείες – εγνώρισα κάθε ακμή και παρακμή τους- αλάκερο το φορτίο μου αφήνω χάμω.
Ας αναμετρήσουμε, νηφάλιοι, την έκταση της αθωότητάς μου. Δεν θέλω πια να εκλιπαρώ βίτσες για παρηγοριές. Μήτε κ’ έχω σκοπό να σαλπάρω για το ταξίδι του γάμου με τον Ιησού – Χριστό πεθερό μου.
Δεν είμαι πια δέσμιος της λογικής μου.(….)
Όσο για την καθιερωμένη ευτυχία, οικογενειακή είτε… όχι, δεν αντέχω.
Έχω οργιάσει πάρα πολύ, πάρα πολύ εξασθενίσει.

Arthur Rimbaud : Μια εποχή στην κόλαση (Γνώση)
Μετάφραση : Νίκος Σπάνιας.

Τετάρτη, Οκτωβρίου 12, 2005

No 194

ΑΙΣΘΗΣΗ
Γαλάζιες του καλοκαιριού βραδιές, θα πάω στα μονοπάτια,
Στο κέντημα των σταχυών. Την κοντή θα πατώ χλόη
Ρεμβάζοντας, στα πόδια μου τη δροσιά της θα νιώθω.
Θ’ αφήσω τον άνεμο να λούζει το γυμνό μου κεφάλι.

Αμίλητος, κι ούτε σκέψη καμιά:
Μα ο άπειρος έρωτας την ψυχή θα μου πληρώσει,
Πέρα θα τραβήξω, μακριά πολύ, ίδιος τσιαγγάνος,
Στη φύση μέσα – ευτυχής όμοιος με γυναίκα.

Claude-Edmonde Magny: Ρεμπώ (Πλέθρον)
Μετάφραση: Γιώργος Σπανός

Τρίτη, Οκτωβρίου 11, 2005

No 193

Image Hosted by ImageShack.us
Lou Drew (ΗΠΑ)

Όταν ο ποιητής των Φωταψιών εμφανίσθηκε μεταξύ των μελών της οικογένειας Βερλαίν, διαδραματίσθηκε μια σκηνή γεμάτη περίεργο πάθος : ο καημένος ο Βερλαίν όρμησε στην αγκαλιά του φίλου του παίρνοντας όρκο ότι θα του έμενε αφοσιωμένος σε όλη του τη ζωή. Σ’ αυτό το ξέσπασμα ειλικρίνειας και συγκινητικής μετάνοιας η απάντηση του Ρεμπώ ήταν κατηγορηματικά αρνητική : συμφωνούσε με τη γνώμη των γυναικών, όλα έπρεπε να σταματήσουν μεταξύ τους και δεν είχε παρά να φύγει. Τότε η σκηνή έγινε τραγική: ο Βερλαίν, τρελός από απελπισία κι ερεθισμένος απ’ το αψέντι, πυροβόλησε δυο φορές τον φίλο του που επέμενε στην απόφαση του και τον πλήγωσε ελαφρά στον καρπό του χεριού. Αλλά αμέσως, υποφέροντας για τη «θλιβερή» του πράξη, εμπρός στα μάτια της πανικοβλημένης οικογένειας του, έπεσε κλαίγοντας στα πόδια του πληγωμένου που τον συγχώρεσε αμέσως και πήγε να του περιποιηθούν το τράυμα.

Ζαν Μπουργκινιόν – Σάρλ Ουέν : Η ζωή του Αρθούρου Ρεμπώ (Χατζηνικολή)

Δευτέρα, Οκτωβρίου 10, 2005

No 192

Image Hosted by ImageShack.us
Erzsébet Korb (Ουγγαρία)

O Verlaine στον Rimbaud
Στη θάλασσα,[3 Ιουλίου 1873]
[…] Εάν, και καταπώς φαίνεται είναι πολύ πιθανό, πρέπει να κάνω αυτή την τελευταία μαλακία, θα την κάνω τουλάχιστο σαν ένας γενναίος μαλάκας, Η τελευταία σκέψη μου, φίλε μου, θα είναι για σένα, για σένα που με φώναζες απ’ την προκυμαία και που όμως δεν ήθελα να ξαναδώ, γιατί έπρεπε να πεθάνω, - ΤΕΛΟΣΠΑΝΤΩΝ!
Θέλεις μήπως να σε φιλήσω πεθαίνοντας;
O φτωχός σου
P. Verlaine

Ο Rimbaud στον Verlaine
Λονδίνο. Παρασκευή απόγευμα [4 Ιουλίου 1873]
[…] Δεν σταμάτησα να κλαίω εδώ και δυο μέρες. Γύρισε. Θάρρος, ακριβέ μου φίλε. Τίποτα δεν χάθηκε. Δεν έχεις παρά να ξανακάνεις το ταξίδι. Θα ξαναφτιάξουμε τη ζωή μας εδώ με θάρρος και υπομονή. Αχ! Σε ικετεύω. Είναι για το καλό σου άλλωστε. Γύρισε, θα ξαναβρείς εδώ όλα σου τα πράγματα. Ελπίζω να καταλαβαίνεις τώρα πως δεν υπήρχε τίποτα αληθινό στη συζήτησή μας, Ω, η φρικτή στιγμή! μα κι εσύ, σαν σου ‘κανα νόημα να κατεβείς απ΄το πλοίο, γιατί δεν ερχόσουνα; Zήσαμε δυο χρόνια μαζί για να φτάσουμε ως εδώ; Tι θα κάνεις; Αν δεν θέλεις να γυρίσεις, θέλεις μήπως να ‘ρθω να σε βρω εκεί όπου βρίσκεσαι;
Nαι, το λάθος ήτανε δικό μου.
Ε, δεν θα με ξεχάσεις, έτσι;
Όχι δεν μπορείς να με ξεχάσεις.
Εγώ, σ’ έχω πάντα εδώ.
Έλα, απάντησε στο φίλο σου, μήπως δεν πρέπει πια να ζούμε μαζί;
Θάρρος, απάντησέ μου γρήγορα.
Δεν μπορώ να μείνω άλλο εδώ πέρα.
Ν’ ακούσεις μοναχά αυτό που σου λέει η καρδιά σου.
Γρήγορα λέγε αν πρέπει νάρθω να σε βρω.

Δικός σου για όλη τη ζωή.
Rimbaud

Αρτύρ Ρεμπώ – Πωλ Βερλαίν : Aλληλογραφία (Ερατώ)

Κυριακή, Οκτωβρίου 09, 2005

No 191

Image Hosted by ImageShack.usHenri Fantin-Latour(Γαλλία)
.
Όταν γνωρίστηκαν, ο Πολ Βερλέν ήταν παντρεμένος, είκοσι εφτά χρόνων, και αρκετά διάσημος ποιητής, ενώ ο Αρθούρος Ρεμπό ήταν δεκαέξι μόλις χρόνων, ένας ταπεινός επαρχιώτης που έγραφε συναρπαστικούς στίχους. Συναντήθηκαν στο Παρίσι, τον Σεπτέμβριο του 1871’ δυο χρόνια μετά, ο Βερλέν προσπάθησε να σκοτώσει τον Ρεμπό πυροβολώντας τον. Στο μεταξύ, έζησαν τον επιθανάτιο ρόγχο ενός διεφθαρμένου και ταπεινωτικού πάθους. Ήταν, όπως είπε ο Ρεμπό, σύντροφοι στην κόλαση. (….)
Ο αστός Βερλέν πάντα φοβόταν να δείχνει αδυναμίες κι έτσι, ο άξεστος και ονειροπόλος Ρεμπό τον εμπόδιζε να συμβιβαστεί με τις κοινωνικές επιταγές και έδινε στην παράλογη και ανεξέλεγκτη ζωή του ένα υπερβατικό νόημα. Μήπως δεν έφταναν τις μυστικές και ποιητικές κορυφές, μέσα από την εξαθλίωση και την καταστροφή; Και οι δυο ήταν κληρονόμοι του Ρομαντισμού και παιδιά του χάους. Ζούσαν σ’ έναν κόσμο που μόλις είχε σκοτώσει τον Θεό και είχε ανακαλύψει πως το Κακό βρίσκεται μέσα μας και για να υπερασπίσουν τον εαυτό τους από το τόσο απρόσμενο κενό, θέλησαν να δημιουργήσουν μια καινούργια λογική της τρέλας. Κι έτσι, έτρωγαν χασίς (δεν το κάπνιζαν τότε αυτό το ναρκωτικό) και μεθούσαν συνειδητά με αψέντι και αγριαψιθιά, λαχταρώντας να υπερβούν τα όρια μιας λογικής που είχε αποδείξει ότι δε χρησίμευε σε τίποτε. Ο Ρεμπό, που ζούσε ήδη σε παραλήρημα, βρέθηκε με όλα αυτά σε μια κατάσταση διαρκούς σύγχυσης: έβλεπε σαλόνια στο βυθό των λιμνών, μιναρέδες στο περίγραμμα των εργοστασίων του Παρισιού.

Ρόζα Μοντέρο : Πάθη. Έρωτες και Μίση που άλλαξαν την ιστορία (Άγκυρα)

Σάββατο, Οκτωβρίου 08, 2005

No 190

Image Hosted by ImageShack.usRobert C. Rore
.
Τρίτη 16 Νοεμβρίου 1897
Βίλα Γκουιντίτσε, Ποζίλιπο.
Αγαπητέ μου Ρόμπυ, σήμερα το απόγευμα έλαβα ένα γράμμα από τον Χάνσελ, στο οποίο μου δήλωνε πως πρέπει να μου στερήσει το άθλιο εισόδημα μου, από την στιγμή που συγκατοικώ με τον Μπόζυ. Υποθέτω πως τίποτε δεν μπορεί να τον σταματήσει. Όμως θεωρώ πως πρέπει να σου γράψω. Οφείλω να διαμαρτυρηθώ για λογαριασμό δικό μου και του Μπόζυ. Δεν είναι δίκαιο ούτε ακριβές, από κοινωνική άποψη, να χαρακτηρίζει τον Μπόζυ «κακόφημο άτομο». Στο τέλος-τέλος, δεν κατηγορήθηκε για τίποτε σε καμία από τις δίκες μου. Δεν αποδείχθηκε τίποτε εναντίον του, ούτε έγινε καμία προσπάθεια να αποδειχθεί οτιδήποτε.
Εξάλλου, δεν είναι σωστό να λέει πως προκάλεσα «δημόσιο σκάνδαλο» επειδή είμαι μαζί του. Αν οι εφημερίδες κατέγραψαν το γεγονός, αυτή είναι η δουλειά τους. Αν ζούσα εδώ μαζί σου, πάλι το ίδιο δηλητήριο θα έχυναν, πάλι με την ίδια χυδαιότητα θα κατέγραφαν το γεγονός. Το ίδιο θα συνέβαινε ακόμη κι αν ο συγκάτοικός μου ήταν ο πιο αξιόλογος άνθρωπος, ακόμη κι αν διέθετε την πλέον περίοπτη κοινωνική θέση. Νομίζω πως θα έπρεπε να θεωρούμαι υπεύθυνος μόνο για το σκάνδαλο της εμπλοκής μου με τον νόμο. Η ίδια μου η ύπαρξη είναι ένα σκάνδαλο. Μα δεν φαντάστηκα ποτέ πως θα χρεωνόμουν σαν σκάνδαλο πως συνεχίζω να ζω. Γιατί, τελικά, αυτό συμβαίνει. Δεν μπορώ να ζήσω μόνος και ο Μπόζυ είναι ο μόνος από τους φίλους μου που είτε μπορεί είτε θέλει να μου προσφέρει την συντροφιά του.
.
Oscar Wilde: Μια ζωή επιστολές (Ηλέκτρα)

Παρασκευή, Οκτωβρίου 07, 2005

No 189

Image Hosted by ImageShack.usJohann Jacob Stunder (Δανία)
.
Όμως όλοι σκοτώνουν ό,τι αγαπάνε
κι ο καθένας τους τούτο πρέπει να ξέρει:
πώς άλλος με κόλακα λόγια σκοτώνει
άλλος με μάτια-φαρμακερό νυστέρι
ο δειλός με φιλί την πράξη αυτή κάνει
κι ο γενναίος άντρας με σπαθί στο χέρι

Όσκαρ Ουάιλντ : Μπαλάντα της φυλακης Ρήντινγκ (Γκοβόστης)
Μετάφραση : Στάθης Σπηλιωτόπουλος
.
Μα κι ο καθείς σκοτώνει ό,τι αγαπάει
Κι αυτό ας φτάσει σ’ όλωνε τ’ αυτιά
Άλλοι με κολακείες σε σκοτώνουν
Κι άλλοι με το φαρμάκι στη ματιά’
Οι δειλοί μ’ ένα φιλί τους σε σκοτώνουν
Κι αυτοί που ‘ναι γενναίοι με μια σπαθιά

Oscar Wilde : Η Μπαλάντα της Φυλακής του Ρήντιγ (Κοροντζης)
Μετάφραση: Ρήγα Γαρταγάνη

Πέμπτη, Οκτωβρίου 06, 2005

No 188

Image Hosted by ImageShack.usZoran Korac (FYROM)
.
Η παρουσία σου σιμά μου στάθηκε η ολοκληρωτική καταστροφή της τέχνης μου και, στον πιο απόλυτο βαθμό, ρίχνω στον εαυτό μου τη ντροπή και την κατάκριση, γιατί σου επέτρεψα να βρίσκεσαι αδιάκοπα ανάμεσα στην τέχνη και σε μένα. Δεν μπορούσες να ξέρεις, ούτε να καταλάβεις, δεν μπορούσες να εκτιμήσεις.
Δεν είχα κανένα δικαίωμα να ελπίζω από σένα. Άλλο δεν σ’ ενδιέφερε παρά τα γεύματά σου και οι φαντασιοπληξίες σου. Επιθυμίαν είχες μόνο για τις διασκεδάσεις, για διασκεδάσεις κοινές και κάτι λιγώτερο από κοινές. (….)
Ένα πρωινό η μητέρα σου άρχισε να μου μιλάει για το χαρακτήρα σου και μου αποκάλυψε τα δυο κύρια ελαττώματά σου : τη ματαιοδοξία σου και κείνο που αυτή ονόμασε έλλειψη επίγνωσης για χρηματικά ζητήματα.
Θυμάμαι καλά πόσο μ’ έκανε να γελάσω. Ούτε μου περνούσε στο μυαλό η ιδέα πώς το πρώτο απ’ αυτά τα ελαττώματα θα μ’ έφερνε στη φυλακή και το δεύτερο στη χρεωκοπία.(….)
Ζητούσες δίχως έλεος κι έπαιρνες δίχως ευχαριστώ.

Όσκαρ Ουάιλντ : De profundis (O Κεραμεύς)

Τετάρτη, Οκτωβρίου 05, 2005

No 187

Image Hosted by ImageShack.usPhilip Osborne (Μ. Βρετανία)
.
Ο Μπόζι κάθε άλλο παρά αθώος ήταν όταν γνώρισε τον Όσκαρ. Ήταν ήδη εξοικειωμένος με τον ομοφυλόφιλο υπόκοσμο ενώ ο Όσκαρ, εκτός από τον Ρόμπι Ρος και πιθανόν τον Τζον Γκρέι, φαινόταν να αρκείται περισσότερο στην ιδέα απ' ό,τι στην εφαρμογή. Απολάμβανε να περιστοιχίζεται από έξυπνους και όμορφους νεαρούς αλλά οι σεξουαλικές συναναστροφές, απ' όσα μπορούμε να συμπεράνουμε, ήταν σποραδικές και ακίνδυνες. Σε μια επιστολή γραμμένη όταν ο Ουάιλντ ήταν στη φυλακή, ο Ντάγκλας έλεγε: «Ο κόσμος με θεωρεί θύμα της μεγαλύτερης ηλικίας του και της σοφίας του… Όλα αυτά απέχουν πάρα πολύ από την πραγματική αλήθεια. Δεν ήταν αυτός που με αποπλάνησε, εγώ (ασυναίσθητα) τον έσπρωξα στον γκρεμό». Ο Μπόζι τον σύστησε στον κόσμο του «πόρνου», την αντρική πορνεία, και ο Όσκαρ γοητεύτηκε απ’ αυτό που βρήκε.
Ο κόσμος θεωρούσε φρικτό να προσκαλώ σε γεύμα τα αμαρτωλά πράγματα της ζωής και να απολαμβάνω τη συντροφιά τους. Όμως εκείνοι, από την άποψη από την οποία εγώ, ως καλλιτέχνης της ζωής, τους προσέγγιζα, ήταν ηδονικά πρόστυχοι και ερεθιστικοί. Ήταν σαν να γευμάτιζα με πάνθηρες. Ο κίνδυνος ήταν το ήμισυ της έξαψης… Για μένα ήταν τα πιο λαμπερά επιχρυσωμένα φίδια. Το δηλητήριό τους ήταν μέρος της τελειότητάς τους.

Μέρλιν Χόλαντ : Όσκαρ Ουάιλντ. Η ζωή και το έργο του (Ψυχογιός)

Τρίτη, Οκτωβρίου 04, 2005

No 186

Image Hosted by ImageShack.usWarwick Beecham(Αυστραλία)
.
-Μη μου λες τώρα πως θέλεις να γίνεις καλός! Διαμαρτυρήθηκε ο λόρδος Χένρυ βουτώντας τ' άσπρα του δάχτυλα σ' ένα μπωλ από κόκκινο χαλκό γεμάτο με ροδόνερο είσαι τέλειος. Φρόντισε να μην αλλάξεις.
Ο Ντόριαν Γκρέυ κούνησε το κεφάλι του.
-Όχι Χάρυ. Έκανα πολλά φριχτά πράγματα στη ζωή μου. Δε θέλω να κάνω άλλα πια. Άρχισα από χτες τις καλές μου πράξεις.
-Πού πήγες χτες;
-Στην εξοχή Χάρυ, έμεινα κλεισμένος ολομόναχος σ' ένα μικρό πανδοχείο.
-Μα αγαπητέ μου, έκανε χαμογελώντας ο λόρδος Χένρυ, και ποιος δεν θα ήταν ενάρετος στην εξοχή: Εκεί δεν συναντάς κανέναν πειρασμό. Αυτός είναι ο λόγος που οι άνθρωποι που ζουν μακριά από τις πόλεις δεν έχουν ίχνος πολιτισμού. Ο πολιτισμός είναι κάτι που δύσκολα καταχτιέται. Ο άνθρωπος δεν έχει παρά μόνο δυο τρόπους για να τον κατακτήσει: την υψηλή πνευματική καλλιέργεια και τη διαφορά. Μη έχοντας ούτε το 'να ούτε το άλλο στη διάθεση τους οι επαρχιώτες αποτελματώνονται.
-Πνευματική καλλιέργεια και διαφθορά! Επανάλαβε ο Ντόριαν. Κάπως τα έχω γνωρίσει και τα δυο. Τώρα μου φαίνεται φριχτό να πρέπει να τα βρίσκεις πάντα ζευγαρωμένα. Γιατί έχω ένα καινούργιο ιδανικό Χάρυ. Θ’ αλλάξω τρόπο ζωής. Νομίζω πως έχω κιόλας αλλάξει λιγάκι.

Όσκαρ Ουάιλντ : Το πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέυ (Άγκυρα)

Δευτέρα, Οκτωβρίου 03, 2005

No 185

Image Hosted by ImageShack.usMaurice Heerdink(Ολλανδία)
.
Προσπάθησε να δώσει άλλη μια σπρωξιά. Ένιωθα όλα τα νεύρα μου τεντωμένα, κι ένα ξαφνικό τίναγμα με πλημμύρισε και μ’ έκαψε. Μπήκε μέσα στο αίμα μου σαν τη φωτιά. Η λύτρωση είναι σαν δυνατό ποτό. Η αναπνοή του ήταν ακανόνιστη, πνιγότανε, βογγούσε…
«Πεθαίνω», ψιθύρισε, «αυτό είναι πολύ».
Κι έπεσε λιπόθυμος στα μπράτσα μου.
Ξεκουράστηκε για μισή ώρα περίπου, όταν ξύπνησε τα μάτια του ήταν πλημμυρισμένα από αγάπη.
«Μ’ έκανες να νιώσω αυτό που δεν έχω ξανανιώσει ποτέ!», μου είπε.
«Ένιωσα κι εγώ το ίδιο», του απάντησα.
«Δεν ήξερα αν ήμουν στ' αλήθεια στον παράδεισο ή στην κόλαση, έχασα τον εαυτό μου».
Σταμάτησε μια στιγμή για να με κοιτάξει και μετά μου είπε:
«Πόσο σ' αγαπώ Καμίλ! Σ' αγαπώ μέχρι τρέλας. Σ' αγάπησα από την πρώτη στιγμή που σε είδα.»
Tου διηγήθηκα λοιπόν, πόσες φορές πόνεσα και πόσο υπέφερα προσπαθώντας να τον διώξω απ' την καρδιά μου, να σβήσω την αγάπη μου γι' αυτόν. Πώς ήμουν σα στοιχιό μέρα-νύχτα. Και πόσο ευτυχισμένος ήμουνα τελικά που τον βρήκα.

Όσκαρ Ουάιλντ(;) : Τέλενυ (Ερατώ)

Κυριακή, Οκτωβρίου 02, 2005

No 184

Image Hosted by ImageShack.usHenry Bosdet R.A. (Μ. Βρετανία)
.
Ο Γουάιλντ πίστευε σε κάποιο πεπρωμένο του τεχνίτη, κι' ότι η ιδέα είναι πιο δυνατή κι' από τον άνθρωπο.
-«Υπάρχουν, έλεγε, δυο είδη καλλιτέχνες : οι πρώτοι δίνουν απαντήσεις, κι' οι άλλοι, ερωτήσεις. Πρέπει κανείς να ξέρη, αν είναι απ' αυτούς που απαντούν, ή μήπως από κείνους που ρωτούν' γιατί εκείνος που ρωτάει, ποτέ δεν είν΄ αυτός που απαντάει. Υπάρχουν έργα που προσμένουν, και που, για κάμποσον καιρό, μένουν ακατανόητα, - και τούτο, γιατί δίνουν απαντήσεις, σ’ ερωτήσεις, που δεν έγιναν ακόμα' γιατ' η ερώτηση, πολλές φορές, φτάνει τρομερά αργότερα, απ' την απάντηση της».

Αντρέ Ζιντ : Ο Όσκαρ Ουάιλντ και εγώ (Στοχαστής)
Απόδοση : Ναπολέων Λαπαθιώτης

Σάββατο, Οκτωβρίου 01, 2005

No 183

ΣΟΝΕΤΟ
Στον πολυαγαπημένο μου Ναπολέοντα

Του πόθου πηγές,
μια νιότη γυμνή,
του δρόμου θέλγητρο
προς τ’ άγνωστο πάντα,

μαδημένα τριαντάφυλλα
στης αγάπης το διάβα
κι αγάπες βρεγμένες
σε δάκρυα, πάντα…

Είμαστε, Ναπολέων,
ταξιδιώτες κυνηγημένοι;
Ω, τίποτ’ άλλο δεν είμαστε

παρ’ άνθρωποι μόνο,
που προσπάθειά τους υπερτάτη
ο έρωτας είναι ή ο θάνατος.

Ελληνική απόδοση από τον Γ.Ι.Φουσάρα του στα γαλλικά γραμμένου ποιήματος του Μ. Παπανικολάου Sonnet.
Μ. Παπανικολάου : Τα ποιήματα (Πρόσπερος)

Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 30, 2005

No 182

ΑΡΡΩΣΤΙΑ

Το φεγγάρι απόψε λάμπει
σε θερμούς ονειροπόλους,
σε ζευγάρια ερωτεμένα –
λάμπει σ’ όλους, και σε μένα…

Το κοιτώ, καθώς περνάει
ταξιδιάρικο στα χάη’
πέφτει στο κρεβάτι απάνω
που ίσως μέλλω να πεθάνω…

- Το δικό μου θέλεις πόνο;
Όλοι οι πόνοι μου κοιμούνται…
Ένα «χαίρε» δώσε μόνο
όπου ακόμα με θυμούνται…

Μήτσος Παπανικολάου
από την ανθολογία Ποιητές του Μεσοπολέμου (Καστανιώτης)

Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 29, 2005

No 181

Η φιλία του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη με το Μήτσο Παπανικολάου θα πρέπει ν’ άρχισε τα τελευταία χρόνια της δεύτερης δεκαετίας του αιώνα μας (….) Το πρώτο ως σήμερα, ντοκουμέντο της φιλίας τους είναι μια καρτ-ποστάλ ενός νεαρού άραβα που ο Μήτσος έστειλε στο Ναπολέοντα το 1921.(….) Πέρα από τη λογοτεχνία, οι δυο φίλοι συμπλέανε και στο νυκτόβιο τρόπο ζωής, αναζητώντας με πρότυπο μερικούς ξένους ομοτέχνους τους, όλο και πιο έντονες εμπειρίες – στον έρωτα κι αργότερα στα ναρκωτικά – που τους απελευθέρωναν, όπως νόμιζαν, από τα δεσμά της καθημερινότητας και τους φραγμούς της λογικής.
Πράγματι, σύμφωνα με μαρτυρίες κοινών τους φίλων, ο πάντοτε φοβισμένος Λαπαθιώτης περίμενε – προπάντων τα σαββατοκύριακα – έξω από τα γραφεία του περιοδικού « Μπουκέτο» το Μήτσο για να ξεχυθούν μαζί σε νυκτερινές περιπλανήσεις, που άρχιζαν από κάποιο φιλολογικό στέκι της εποχής – το καφενείο «Μπάγκειο», το ζαχαροπλαστείο «Αβέρωφ», το εστιατόριο « Ελληνικό» κ.ά. – για να καταλήξουν στα ξενυχτάδικα της Αθήνας, του Πειραιά ή των γύρω χωριών, ή , άλλοτε , σε μοναχικούς περιπάτους που τους αποκάλυπταν ένα πληθος πράγματα της πιο μεγάλης σημασίας εκεί που οι άλλοι δεν έβλεπαν τίποτα.
.
Τάσος Κόρφης : Ναπολέων Λαπαθιώτης (Πρόσπερος)

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 28, 2005

No 180

Είπα πιο πάνω πως η ποίηση του κ. Λαπαθιώτη είναι ρομαντική. Πρέπει όμως να προσθέσω ότι πολύ σπάνια έχει τις υπερβολές του ρομαντισμού. Είναι όσο το δυνατόν πιο απλή, χωρίς περιττά στολίδια, χωρίς τίποτε το εντυπωσιακό. Ο ελεγειακός τόνος δεν φτάνει ως την ανυπόφορη κλάψα και το αίσθημα διοχετεύεται στους στίχους πάντοτε μετρημένα. Όσο για την υποβολή, αυτή πετυχαίνεται με την αρμονία της μορφής και του περιεχομένου, με την καλαισθησία των φραστικών μέσων και την βαρύτητα του τόνου. Ο συνδυασμός μάλιστα όλων αυτών δημιουργεί το μουσικό εκείνο σύνολο, το τόσο απαραίτητο στη λυρική ποίηση.

Μήτσος Παπανικολάου : Κριτικά (Πρόσπερος)

Τρίτη, Σεπτεμβρίου 27, 2005

No 179

Image Hosted by ImageShack.us
Court Jones (ΗΠΑ)
.
Νυχτερινά ΙΙ

Ένα φεγγάρι πράσινο, μεγάλο,
που λάμπει μες στη νύχτα, - τίποτ’ άλλο.

Μια φωνή, που γρικιέται μες στο σάλο
και που σε λίγο παύει, - τίποτ’ άλλο.

Πέρα, μακριά, κάποιο στερνό σινιάλο
του βαποριού που φεύγει, - τίποτ’ άλλο

Και μόνο ένα παράπονο μεγάλο,
στα βάθη του μυαλού μου. –Τίποτ’ άλλο.
***

Η τεχνική, το δούλεμα του στίχου, η εκλογή μιας λέξης θα του γίνει σκοπός (Καταλαβαίνω αξιόλογα την νοοτροπία ενός ποιητή, που δε θα ‘κανε παρά πέντε –δέκα, το πολύ, ποιήματα σ’ όλη του τη ζωή, και που θα περνούσε το υπόλοιπο της, διορθώνοντάς τα και φορμάροντας τα διαρκώς, ώσπου να τους δώσει την άρτια, την οριστική μορφή, σημειώνει το 1931). Και το εξαντλητικό τούτο δούλεμα που έκανε στα ποιήματα του – γράφοντας και ξαναγράφοντάς τα επανειλημμένα, ακόμα και μετά τη δημοσίευση τους - και για να βρει ένα μόνο επίθετο πάλευε, πολλές φορές,, σε απίθανο αριθμό άλλων – δε φαίνεται πουθενά, στην τελικά κατορθωμένη λιτότητά του (Εκείνο που ζητώ, και προσπαθώ στα ποιήματά μου, έγραφε σε μια σημείωσή του τού 1941, είναι τούτο : ενώ δείχνουν καθαρά, από τη μια μεριά, πως δεν είναι τίποτ’ άλλο, παρά μουσικές και πλαστικές μορφές, να διατηρούν, ωστόσο, από την άλλη, όλη την αφέλεια και την υποβολή ενός πρσθόρμητου και αγνά συγκινημένου, πολύ απέριττου αυτοσχεδιασμού). Και το πέτυχε και το τελευταίο αυτό. Το πέτυχε, όμως, τόσο πολύ ώστε, μερικές φορές, η απλότητά του να ξεπερνά κι αυτή την απλότητα του δημοτικού τραγουδιού – όταν, τουλάχιστον, η μουσική λέξη μοιάζει να ‘χει πάθει καποια προσωρινή έκλειψη.

Αρης Δικταίος
από την εισαγωγή του βιβλίου Ναπολέων Λαπαθιώτης : Τα ποιήματα (Γ. Φέξης)

Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 26, 2005

No 178

Eπάγγελμα;
- Ποιητής.
Την ίδια απάντηση έδινες και μικρός, όταν σε ρώταγε η αγαπημένη σου μητέρα τι θα γίνεις σαν μεγαλώσεις. Οι σημερινοί κριτικοί, ξέρεις Ναπολέοντα, θεωρούν το έργο σου ελάσσονος σημασίας.
- Η ζωή μου όμως, υπήρξε μείζονος ενδιαφέροντος. Περιφρόνησα την κοινοτοπία, την κατεστημένη ηθική. Πριν από το γράψιμο στίχων, μ' ενδιέφερε η ποιητικότητα της ύπαρξής μου, ο τρόπος ζωής μου ως έργο τέχνης. Έχει μεγαλύτερη σημασία να ζεις και να φέρεσαι ως γνήσιος Ποιητής, παρά να γράφεις ποιήματα στα πλαίσια μιας κάποιας εργασιοθεραπείας της νεύρωσής σου, γιατί δεν ξέρεις να πλέκεις ή να κεντάς.
Γι αυτό, ίσως, σε χαρακτήριζαν εστέτ.
- Ήμουν εστέτ, επειδή μ' άρεζαν τα όμορφα πράγματα, επειδή ντυνόμουν κομψά και προκλητικά μοντέρνα για εκείνη την εποχή, επειδή είχα καλή ανατροφή, επειδή ήμουν εγωκεντρικός κι επειδή, εν γένει, ήμουν οπαδός της σχολής του αισθητισμού.
***
[Σπίρτο]
Μητσάκι μου, μου φαίνεται πως αδικείς το πνεύμα μου!
Δεν είμαι σπίρτο, φυσικά, σαν κάποιους από σας
- αλλ' έχω, καθώς τό 'νιωσες,πιστεύω κι απ' το γεύμα μου,
τίτλους λαμπρούς, οικόσημα, περγαμηνάς χρυσάς!
Πιστεύω να καμάρωσες τ' αρχοντικό σερβίτσιο μου,
και το μικρό μου το λακέ με την οικοστολή.
Όταν υπάρχουν όλ' αυτά και βρίσκεις και ψωλή,
το παραπάνω το μυαλό, τι να το κάνεις Μήτσο μου;...
.
Γιάννης Παλαμιώτης : Ναπολέων Λαπαθιώτης.Μια φανταστική συνέντευξη και δυο ανέκδοτα ποιήματα του (το Οκτασέλιδο του Μπιλιέτου Νο 10)

Κυριακή, Σεπτεμβρίου 25, 2005

No 177

Image Hosted by ImageShack.usCourt Jones (ΗΠΑ)
.
Οι πρώτοι στίχοι του Λαπαθιώτη ήταν γραμμένοι με τόλμη, ξεχείλιζαν ηδονικότητα. Έφηβος της ζωής και της ποιήσεως, παιδί του πάθους και του έρωτα, αδέσμευτος από κάθε πρόληψη, εμφανίστηκε με στίχους που και σήμερα ξαφνιάζουν με τη λιτότητα και τη πεζολογία τους. Θαρρείς και δε νιαζόταν παρά μόνο πώς να εξομολογηθεί, πώς να τραγουδήσει τους έρωτες, τις χαρές του, τις άπληστες στιγμές της ηδονής – κι ας σκανδαλίζονταν οι σεμνότυφοι με το νεαρό αυτόν εστέτ' υπήρχε η νεολαία που μεθούσε με τους στίχους του, που ζούσε την τόλμη του Λαπαθιώτη, την τόλμη των δικών της αισθήσεων. Δεν είχε φανεί ακόμα ο Αλεξανδρινός εκείνος, ο «ανδρείος της ηδονής» - τα λιγοστά ποιήματα που είχε γράψει ως τότε ήταν ακόμα συμβολικά – κι η νεολαία διψούσε για ίνδαλμα, ήθελε τον ποιητή της. Κι έπειτα δεν ήταν μόνο η τόλμη: απέναντι στο χείμαρρο της στιχουργημένης φιλοσοφίας του Παλαμά και στο στυλιζαρισμένο συμβολισμό της θολής μουσικής του Χατζόπουλου, οι πολύ απλοί, οι πολύ πεζολογικοί στίχοι του Λαπαθιώτη ήρθαν σαν φρεσκάρισμα, σα μια ανανέωση.

Ντίνος Χριστιανόπουλος (Διαγώνιος 1959 –No 1)

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 24, 2005

No 176

ΚΙ ΕΠΙΝΑ ΜΕΣ’ ΑΠ’ ΤΑ ΧΕΙΛΙΑ ΣΟΥ…

Κι οι μπερντέδες ήταν κόκκινοι
κι ήταν άσπρο το κρεβάτι,
κι όλο θόλωνε, όλο μέλωνε
το γλυκό γλυκό σου μάτι,

και τα χέρια σου πλεκόντουσαν
στο κορμί μου γύρω-γύρω,
κι έπινα μεσ’ απ’ τα χείλια σου
γλυκιάν άχνα σαν το μύρο,

και σταλάζανε απ’ τα χείλι σου
γλυκά λόγια, σαν τα μύρα,
κι ήταν άσπρο το κρεβάτι μας
κι οι μπερντέδες σαν πορφύρα…

Έτσι αγάπη μου, σε χόρτασα
κι έτσι, τη γλυκάδα σου ήπια
μέσα στ’ άνομα αγκαλιάσματα
στ’ άνομα τα καρδιοχτύπια,

κι απ’ το μέλι ποθοπλάνταζε
το κορμί σου και το μάτι
κι οι μπερντέδες ήταν κόκκινοι
κι ήταν άσπρο το κρεβάτι…

Ναπολέων Λαπαθιώτης : Ποιήματα (Ζήτρος)
.
(βλ. και Νο 36-Νο40)

Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 23, 2005

No 175

Image Hosted by ImageShack.us
.
Ώστε μένετε μόνος σας;
Όχι
Έχετε λοιπόν κάποιον να σας φροντίζει;
Δεν έχει σημασία. Κάντε μου την εισαγωγή.
Ο γιατρός κούνησε το κεφάλι αρνητικά.
Ο γέρος παραδόθηκε. Βυθίστηκε λίγο στη θέση του και είπε:
Καλά λοιπόν. Δεν μένω μόνος μου, μένω μαζί με έναν φίλο. Εγώ ψωνίζω, αυτός μαγειρεύει. Προχτές τον φέρανε εδώ. Είναι άρρωστος. Είναι μόνος του. Δεν έχει κανέναν εκτός από μένα. Είναι στην πτέρυγα 7.
Ο γιατρός κούνησε το κεφάλι του με κατανόηση.
Δεν έχει κανέναν εκτός από μένα κι εγώ δεν έχω κανέναν εκτός απ’ αυτόν, καταλαβαίνετε; Εκείνος μαγειρεύει, εγώ κάνω τα ψώνια. Για ποιόν θα ψωνίζω τώρα; Ποιος θα μου μαγειρεύει τώρα τα βράδια; Δεν καταλαβαίνετε. Ζούμε μαζί εδώ και είκοσι πέντε χρόνια. Δεν μου αρέσει να μαγειρεύω, παλιότερα έτρωγα έξω. Του Άντολφ του αρέσει. Τώρα δεν έχω να φάω τα βράδια. Σήμερα το βράδυ και χτες το βράδυ καθόμουν εκεί μέσα, μέσα στο άδειο δωμάτιο. Σιωπή, δεν ακουγόταν τίποτα, δεν μύριζε τίποτα. Δεν ακούω τίποτα πια τα βράδια στο σπίτι, δεν μυρίζω τίποτα. Κι εκείνος, εκείνος δεν βλέπει τίποτα, είναι μισότυφλος, τα βράδια του διάβαζα, εδώ ποιος θα του διαβάζει; Ε; ποιος θα διαβάζει στον Άντολφ τα βράδια;

Michael Kleeberg: Ο κομμουνιστής της Μονμάρτης και άλλες ιστορίες (Άγρα)

Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 22, 2005

No 174

Image Hosted by ImageShack.usJonh Mobius(Δανία)
.
Τίποτα δεν προκαλεί τόσο το ενδιαφέρον μιας μικρής και αξιοσέβαστης κοινωνίας, όσο η έντιμη προσπάθεια να ξεχωρίσεις τη δημόσια ζωή σου από την ιδιωτική. Τι έκανε άραγε ο Άθως Φαντιγκάτι, όταν η νοσοκόμα έκλεινε την τζαμωτή πόρτα του ιατρείου πίσω από τον τελευταίο πελάτη; Ο όχι και τόσο ξεκάθαρος ή τουλάχιστον όχι και τόσο φυσικός τρόπος που περνούσε τα βράδια του προκαλούσε συνεχώς την περιέργεια του κόσμου. Ναι, στον Φαντιγκάτι υπήρχε κάτι το παράξενο. Ωστόσο κι αυτό άρεσε, κι αυτό γοήτευε τον κόσμο. (…) Όταν ξαφνικά, χωρίς κανείς να ξέρει από πού ξεκίνησαν, άρχισαν να κυκλοφορούν κάτι παράξενες, πολύ παράξενες μάλιστα, διαδόσεις.
-Δεν το 'ξερες; Μα είναι βέβαιο πως ο γιατρός Φαντιγκάτι είναι…
-Τα 'μαθες τα νέα; Τον ξέρεις εκείνον το γιατρό Φαντιγκάτι που μένει στη βίλα Γκοργκαντέλο, εκεί στη γωνία με τη βία Βερσαλιέροι του Πάδου; Ε, λοιπόν, άκουσα ότι είναι…
Αρκούσε ένας μορφασμός, μια χειρονομία.
Έφτανε ακόμη να πεις ότι ο Φαντιγκάτι ήτανε «τέτοιος» ή «από κείνους».
Καμιά φορά όμως, όπως συμβαίνει όταν μιλάει κανείς για άσεμνα θέματα και κυρίως για σεξουαλικές διαστροφές, κάποιος χρησιμοποιούσε ειρωνικά λέξεις από κάποια τοπική διάλεκτο που χτυπάνε πάντα τόσο άσχημα στο αυτί σε σύγκριση με τη γλώσσα της καλής κοινωνίας. Κι ύστερα πρόσθετε μελαγχολικά
-Ε, τι να γίνει;
-Τι τύπος όμως!
-Πώς δεν το ‘χαμε σκεφτεί νωρίτερα;

Τζιόρτζιο Μπασάνι : Τα χρυσά γυαλιά (Κέδρος)