24 Μαΐου
Αγαπημένη μητέρα,
Τι αιώνιος Άμλετ που σου είναι ο άνθρωπος, τι ωραία που φιλοσοφούσα στα τελευταία μου γράμματα και σε τι αξιοθρήνητη κατάσταση με έφεραν τώρα οι πράξεις μου! Φοβάμαι πως έφτασα στο σημείο όπου ο πνευματικός δεσμός ανάμεσα μας έσπασε, πέφτοντας σε άλλες μαγικές παγίδες.
Αυτή τη νύχτα... ντρέπομαι σχεδόν να σου τα αφηγηθώ... δεν μπορώ να το εξηγήσω μήτε στον ίδιο τον εαυτό μου, αλλά αφότου ο πνευματικός μου έρωτας για τον Ανατόλ έσβησε, τον βρίσκω τόσο ωραίο, να... να, αυτή ακριβώς είναι η λέξη: γοητευτικό.
Άρα η ομορφιά του σώματος είναι κι αυτή κάτι, όταν υπάρχει και η ομορφιά της ψυχής. Και όταν ένα πλάσμα έχει τόσο πλούσια χαρίσματα, αυτό δεν το οφείλει βασικά στην εκπαίδευση του; Αυτό το πλάσμα το τόσο λαμπρά προικισμένο, δεν θα μπορούσε επίσης να έχει κερδίσει και σε βάθος; Αλλά να που φιλοσοφώ και πάλι. Αυτή τη νύχτα, λοιπόν... Αχ! Είμαι λίγο ταραγμένος σήμερα... Να είσαι επιεικής μαζί μου.
Μέχρι τώρα είχα δει τον Ανατόλ μονάχα με τη ρωσική μαύρη φορεσιά του που οι φαρδιές πτυχώσεις της σε άφηναν να μαντεύεις μάλλον τη σιλουέτα του. Αυτή τη νύχτα εμφανίστηκε για πρώτη φορά με ένα εφαρμοστό ρούχο από μοβ βελούδο, το χρώμα που τόσο αγαπώ, και με τις μακριές ξανθές μπούκλες του έμοιαζε με σκανδαλιάρη νεαρό ακόλουθο της εποχής του Λουδοβίκου 14ου. Καθώς ερχόταν προς εμένα, και το βελούδο που εφάρμοζε στενά στις εξαίσιες γραμμές του κορμιού του θρόιζε και έτριζε σε κάθε κίνηση του, για πρώτη φορά στη ζωή μου, καταλήφθηκα από εκείνη τη δύναμη της φύσης από την οποία κανείς θνητός δεν μπορεί να ξεφύγει εντελώς, μήτε για πάντα.
Ένιωσα τη μυστηριώδη επιρροή της σωματικής ομορφιάς.
Για να κρύψω τη διέγερση μου, άρπαξα μηχανικά ένα βιβλίο που βρισκόταν πεσμένο στα μαξιλάρια του ντιβανιού.
Ο Ανατόλ το παρατήρησε, έπεσε με μια κραυγή στην αγκαλιά μου και προσπάθησε να μου πάρει το βιβλίο.
Για μια στιγμή παλέψαμε κι ένιωσα ένα τρυφερό, σχεδόν παρθενικό στήθος να ακραγγίζει το δικό μου• το αίμα μου ανέβηκε στο πρόσωπο.
Αλλά κρατούσα το βιβλίο και, για να σωθώ, βύθισα σε αυτό το βλέμμα μου. Ο Ανατόλ είχε πέσει στο ντιβάνι και καταντροπιασμένος έκρυβε το πρόσωπο με τα χέρια του. Καθώς διάβαζα χαμηλόφωνα Τα πάθη τον νεαρού Βέρθερον, μου έριξε ένα παιχνιδιάρικο βλέμμα, μισο-κρυμμένο ακόμα πίσω από τα δάχτυλα του.
Κι εγώ, την ίδια στιγμή, βρέθηκα στα πόδια του και σκέπαζα το χέρι του με φιλιά, ήμουν ξαναμμένος κι έτρεμα. Αλλά μέσα στα γαλάζια και περήφανα μάτια του είδα μια λάμψη θριάμβου.
Αυτό με συνέφερε.
Σηκώθηκα και κάθισα στο πιάνο.
Ο Πλάτωνας σου.
Λεοπόλντ φον Ζάχερ-Μαζόχ: Ο έρωτας του Πλάτωνα (Αστάρτη)
Αγαπημένη μητέρα,
Τι αιώνιος Άμλετ που σου είναι ο άνθρωπος, τι ωραία που φιλοσοφούσα στα τελευταία μου γράμματα και σε τι αξιοθρήνητη κατάσταση με έφεραν τώρα οι πράξεις μου! Φοβάμαι πως έφτασα στο σημείο όπου ο πνευματικός δεσμός ανάμεσα μας έσπασε, πέφτοντας σε άλλες μαγικές παγίδες.
Αυτή τη νύχτα... ντρέπομαι σχεδόν να σου τα αφηγηθώ... δεν μπορώ να το εξηγήσω μήτε στον ίδιο τον εαυτό μου, αλλά αφότου ο πνευματικός μου έρωτας για τον Ανατόλ έσβησε, τον βρίσκω τόσο ωραίο, να... να, αυτή ακριβώς είναι η λέξη: γοητευτικό.
Άρα η ομορφιά του σώματος είναι κι αυτή κάτι, όταν υπάρχει και η ομορφιά της ψυχής. Και όταν ένα πλάσμα έχει τόσο πλούσια χαρίσματα, αυτό δεν το οφείλει βασικά στην εκπαίδευση του; Αυτό το πλάσμα το τόσο λαμπρά προικισμένο, δεν θα μπορούσε επίσης να έχει κερδίσει και σε βάθος; Αλλά να που φιλοσοφώ και πάλι. Αυτή τη νύχτα, λοιπόν... Αχ! Είμαι λίγο ταραγμένος σήμερα... Να είσαι επιεικής μαζί μου.
Μέχρι τώρα είχα δει τον Ανατόλ μονάχα με τη ρωσική μαύρη φορεσιά του που οι φαρδιές πτυχώσεις της σε άφηναν να μαντεύεις μάλλον τη σιλουέτα του. Αυτή τη νύχτα εμφανίστηκε για πρώτη φορά με ένα εφαρμοστό ρούχο από μοβ βελούδο, το χρώμα που τόσο αγαπώ, και με τις μακριές ξανθές μπούκλες του έμοιαζε με σκανδαλιάρη νεαρό ακόλουθο της εποχής του Λουδοβίκου 14ου. Καθώς ερχόταν προς εμένα, και το βελούδο που εφάρμοζε στενά στις εξαίσιες γραμμές του κορμιού του θρόιζε και έτριζε σε κάθε κίνηση του, για πρώτη φορά στη ζωή μου, καταλήφθηκα από εκείνη τη δύναμη της φύσης από την οποία κανείς θνητός δεν μπορεί να ξεφύγει εντελώς, μήτε για πάντα.
Ένιωσα τη μυστηριώδη επιρροή της σωματικής ομορφιάς.
Για να κρύψω τη διέγερση μου, άρπαξα μηχανικά ένα βιβλίο που βρισκόταν πεσμένο στα μαξιλάρια του ντιβανιού.
Ο Ανατόλ το παρατήρησε, έπεσε με μια κραυγή στην αγκαλιά μου και προσπάθησε να μου πάρει το βιβλίο.
Για μια στιγμή παλέψαμε κι ένιωσα ένα τρυφερό, σχεδόν παρθενικό στήθος να ακραγγίζει το δικό μου• το αίμα μου ανέβηκε στο πρόσωπο.
Αλλά κρατούσα το βιβλίο και, για να σωθώ, βύθισα σε αυτό το βλέμμα μου. Ο Ανατόλ είχε πέσει στο ντιβάνι και καταντροπιασμένος έκρυβε το πρόσωπο με τα χέρια του. Καθώς διάβαζα χαμηλόφωνα Τα πάθη τον νεαρού Βέρθερον, μου έριξε ένα παιχνιδιάρικο βλέμμα, μισο-κρυμμένο ακόμα πίσω από τα δάχτυλα του.
Κι εγώ, την ίδια στιγμή, βρέθηκα στα πόδια του και σκέπαζα το χέρι του με φιλιά, ήμουν ξαναμμένος κι έτρεμα. Αλλά μέσα στα γαλάζια και περήφανα μάτια του είδα μια λάμψη θριάμβου.
Αυτό με συνέφερε.
Σηκώθηκα και κάθισα στο πιάνο.
Ο Πλάτωνας σου.
Λεοπόλντ φον Ζάχερ-Μαζόχ: Ο έρωτας του Πλάτωνα (Αστάρτη)