Τετάρτη, Φεβρουαρίου 11, 2009

Νο 592

Image Hosted by ImageShack.usAlberto Giacometti

«Από μια έμφυτη κλίση που είχα για τον κόσμο των παραμυθιών» γράφει ο Ζενέ στο Ημερολόγιο ενός κλέφτη «ήμουν έτοιμος να πράξω όχι σύμφωνα με τους νόμους της ηθικής, αλλά σύμφωνα με ορισμένους νόμους μιας μυθιστορηματικής αισθητικής». Το κριτήριο για να κρίνει κανείς μια πράξη ή έναν άνθρωπο δεν είναι το αγαθό που αυτός παράγει αλλά το ωραίο για το οποίο είναι αυτουργός, «το άσμα που ξεσηκώνει μέσα μου και το οποίο μεταφράζω σε λέξεις έτσι ώστε να μπορώ να το μεταδώσω». Στο έργο του Ζενέ «η αισθητική είναι αυτή που θεμελιώνει την ηθική» συνοψίζει ο Μισέλ Κορβέν χωρίς να έχει καμία συνέπεια αυτή του η διαίσθηση, η κατά τα άλλα απολύτως ακριβής’ διότι η υποταγή της ηθικής στην αισθητική είναι μια από τις θεμελιώδεις αρχές του λογοτεχνικού φασισμού από τον Ντ’ Ανούντσιο ως τον Μπραζιγιάκ.
Το ωραίο δένεται με τις πράξεις και με τους ανθρώπους που κατευθύνονται από το κακό.

Ιβάν Γιαμπλόνκα: Ζαν Ζενέ. Οι ανομολόγητες αλήθειες (Καστανιώτης)

3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Δηλωμένος παράνομος, ομοφυλόφιλος και θαυμαστής μεγάλων εγκληματιών και τρομοκρατών, ο Ζενέ δεν έπαψε ποτέ να γοητεύει. Η Δεξιά τον μίσησε, οι Σαρτρ, Φουκό και Ντεριντά τον εκθείασαν, και ο ίδιος προσπάθησε σε όλη του τη ζωή να ανατρέψει τη δυτική ιουδαιοχριστιανική ηθική. Σήμερα, ο Ζενέ αποτελεί πλέον σύμβολο αντίστασης κατά της αδικίας και της καταπίεσης, αν και αυτή η θεώρηση υποσκάπτει τον «άλλο» Ζενέ, εκείνον που υπήρξε προστατευόμενο παιδί της Κοινωνικής Πρόνοιας, που εξελίχθηκε σε αντισημίτη και που ένιωσε έλξη για τα εγκλήματα των ναζιστικών στρατοπέδων συγκέντρωσης. Επιβάλλεται, επομένως, μια καινούργια προσέγγιση της περίπτωσης Ζενέ. Η μελέτη του φακέλου του στην Κοινωνική Πρόνοια, κάτι που δεν είχε ποτέ δει το φως της δημοσιότητας ως σήμερα, και ο παραλληλισμός ανάμεσα στην αισθητική του και το φασιστικό ιδεώδες δίνουν την ευκαιρία στον Γιαμπλόνκα να αποδομήσει όλες τις ως τώρα «καθωσπρέπει» ερμηνείες. Οι ανομολόγητες αλήθειες του Ζαν Ζενέ δεν είναι μονάχα μια αποκαλυπτική βιογραφία, αλλά κι ένα δοκίμιο που επιχειρεί να ρίξει φως στο λογοτεχνικό κόσμο του Ζενέ αλλά και γενικότερα στην πολιτισμική ιστορία της Γαλλίας του 20ού αιώνα.

kastaniotis.com

Ανώνυμος είπε...

Γνωστός στο ντόπιο κοινό τόσο μυθιστορηματικά όσο και θεατρικά, ο Ζενέ έχει το δικό του κλαμπ και τους φανατικούς αναγνώστες του.
Τα στοιχεία της ταυτότητάς του είναι ερεθιστικά: «Κλέφτης, δειλός, προδότης, πούστης και υμνητής των ναζί», κατάφερε μέσα από τον κοινωνικό του εξευτελισμό να στήσει ένα έργο που ταΐζει τις προκαταλήψεις αδιαφορώντας για την ηθική. Πόθεν λοιπόν η αξία και η ευφυΐα του Ζενέ; 'Αμα τη λήξει του πολέμου, ο Σαρτρ ανέλαβε προσωπικά την αποκατάσταση του συγγραφέα γράφοντας ένα ογκώδες βιβλίο, αποκαλώντας τον «άγιο» και σώζοντάς τον ουσιαστικά από τις αρπάγες της δικαιοσύνης που οδήγησε κάποιους προδότες στη θανατική ποινή. Στη Γαλλία υπήρξε «ζήτημα Ζενέ», όχι μόνο φιλολογικό και κριτικό, αλλά βαθύτατα εθνικό. Ακριβώς αυτό το πρόβλημα αναλαμβάνει ο Γιαμπλόνκα να φωτίσει πιάνοντας την ιστορία από την αρχή. Αληθεύουν οι πληροφορίες περί του ατόμου του; Ήταν όντως αυτό που λέει και γράφει; Έχει δίκιο ο Σαρτρ ή έπλασε μια μουτσούνα αγιότητας για να δικαιώσει τον υπαρξισμό του;
Το πιο εντυπωσιακό μέρος του βιβλίου είναι βέβαια το ζήτημα του «γαλλικού φασισμού», που δεν αποτελούσε βέβαια πρωτοτυπία του Ζενέ. Ολόκληρη χορεία πρωτοκλασάτων συγγραφέων (ακόμη και ο Μπλανσό και ο Μπατάιγ...) είχαν συγκλονιστεί από το τελετουργικό μέρος του ναζισμού - ήτοι την αναζωογόνηση εθνικών μύθων, τη λατρεία της βίας, το μυστικισμό του μεγάλου και υπάκουου πλήθους, την περιφρόνηση της δημοκρατίας, του καπιταλισμού κ.λπ. Ο Γιαμπλόνκα είναι ευγενής με όλους, δεν αφήνει τίποτα να του ξεφύγει, είναι Γάλλος αλλά και αυστηρός. τελικά έγραψε ένα βιβλιοσυναρπαστικό.
Πάνω στο θέμα του γαλλικού φασισμού ο αναγνώστης μπορεί να προσφύγει και στην πραγματεία του Ρίτσαρντ Γουόλιν «Η γοητεία του ανορθολογισμού» (εκδ. Πόλις), στην οποία τα γαλλικά παρασκήνια της Αντίστασης ανοίγουν διάπλατα. Η μετάφραση είναι του Γιάννη Στρίγκου.


Κωστής Παπαγιώργης, (athinorama.gr)

ReyCorazón είπε...

Μια νέα βιογραφία του Ζαν Ζενέ, του «μαύρου πρόβατου» των παγκόσμιων γραμμάτων που μέσα από τις φυλακές και τα αναμορφωτήρια έδωσε ένα εξαιρετικά πρωτότυπο και προκλητικό έργο
Ο τελευταίος των «καταραμένων»

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΔΑΦΕΡΜΟΥ (tovima.gr)

Ο Ζαν Ζενέ είναι καλλιτέχνης» δήλωσε ο πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας το 1948, όταν του απένειμε χάρη, γλιτώνοντάς τον από ισόβια κάθειρξη που του επιβλήθηκε ύστερα από επανειλημμένες καταδίκες για κλοπή. «Ο Ζαν Ζενέ είναι άγιος» διεκήρυξε ο πατέρας του υπαρξισμού Ζαν Πολ Σαρτρ στο περίφημο δοκίμιο Αγιος Ζενέ, θεατρίνος και μάρτυρας (1952), που τοποθέτησε τον ομότεχνό του στα υψίπεδα της λογοτεχνικής ζωής. Εκείνος όμως διαφωνούσε: «Είμαι παιδεραστής. Είμαι κλέφτης».

Ιδιοφυής και περιθωριακός

Ο γάλλος θεατρικός συγγραφέας, πεζογράφος και ποιητής Ζαν Ζενέ (1910 - 1986) ήταν πράγματι τόσο αντιφατικός και γριφώδης όσο φανερώνουν και αυτά τα λίγα προλεγόμενα. Ακραίος ομοφυλόφιλος, κλέφτης, φίλος των ναζιστών, φίλος και των απόκληρων της κοινωνίας, εχθρός της υποκρισίας της έννομης τάξης. Ιδιοφυής συγγραφέας. Η νέα σχολαστική μελέτη Ζαν Ζενέ, οι ανομολόγητες αλήθειες του γάλλου πανεπιστημιακού Ιβάν Γιαμπλόνκα προβάλλεται ως «στοχασμός πάνω σε μια περίοδο της γαλλικής λογοτεχνίας... μέσα στην οποία παρεμβάλλονται ένα πρόσωπο, ένα έργο, ένας επαγγελματικός χώρος και μια κοινωνία». Είναι δοκίμιο και όχι βιογραφία stricto sensu.

Καθ' όλη τη διάρκεια της εφηβείας του μπαινόβγαινε σε αναμορφωτήρια, άσυλα, αγροτικές φυλακές και υποβαλλόταν σε κρίσεις ψυχιάτρων. Τα υπόλοιπα τα έχει ομολογήσει στο Ημερολόγιο ενός κλέφτη (1949): «Η οκνηρία μου και η τάση μου για την ονειροπόληση με είχαν οδηγήσει ως το αναμορφωτήριο του Μετρέ, όπου ήμουν υποχρεωμένος να παραμείνω ως τα "είκοσι ένα μου", αλλά εγώ το έσκασα και κατατάχτηκα στον στρατό για πέντε χρόνια έτσι ώστε να πάρω το ποσόν της κατάταξης. Υστερα από μερικές ημέρες λιποτάκτησα παίρνοντας μαζί μου βαλίτσες που ανήκαν σε μαύρους αξιωματικούς».

Διάσημος κλέφτης

Του έλεγαν «είσαι κλέφτης». Και ο Ζενέ πίστευε με μια διεστραμμένη λογική ότι όσο περισσότερο κακό έκανε τόσο περισσότερο θα πλησίαζε αυτή την «κακή» του φύση. Εφόσον δεν μπορεί να ξεφύγει από το πεπρωμένο, «θα γίνει ο ίδιος το πεπρωμένο του», όπως σημείωσε ο Σαρτρ.

Ακολούθησε μια πλανόδια ζωή στους δρόμους του Παρισιού και της Βαρκελώνης, σε συνθήκες απόλυτης ένδειας. Ανάμεσα στο 1937 και στο 1943 ο Ζενέ συνελήφθη και πέρασε από 13 δίκες, ως επί το πλείστον για κλοπές. Μέσα στο κελί του έγραψε το πασίγνωστο πεζογράφημα Ο καταδικασμένος σε θάνατο (1942), όπου περιγράφει με άκρα ωμότητα τις εμπειρίες του εκτός νόμου. Ακολουθεί Η Παναγία των λουλουδιών (1944) που την εμπνεύστηκε από τις ερωτικές ενοράσεις του στη φυλακή. Ο αφηγητής μέσα από το κελί του ανασταίνει μόνος του τους μεγάλους εγκληματίες. Ενας φρουρός έκαψε το πρώτο του χειρόγραφο. Ο Ζενέ δεν δίστασε να το ξαναγράψει από την αρχή. Το 1943 αυτός ο άγνωστος συγγραφέας με τον ταραχώδη βίο τράβηξε την προσοχή του Κοκτό, ο οποίος συνέβαλε στη διάδοση των δύο αυτών έργων. Οκτώ χρόνια μετά, ο Gallimard εξέδωσε το σύνολο του έργου του και το 1952 ο Σαρτρ τού χάρισε την παγκόσμια καταξίωση.

Φασιστικές φαντασιώσεις


Ενόσω όμως βρισκόταν ακόμη στην αφάνεια, ο Ζαν Ζενέ διαμόρφωσε και στέριωσε τις φασιστικές του φαντασιώσεις. Ποια πλευρά του ναζισμού είναι που «συγκινούσε» τον Ζενέ; Πρώτον, ότι ασκεί «τον πιο ασύλληπτο ληστοσυμμοριτισμό». Εκείνος ήταν μέρος αυτού του λαού, ταυτιζόταν μαζί τους. Ο ναζιστικός λόγος ταίριαζε με τις νεοπαγανιστικές πεποιθήσεις του που κορυφώνονται στη μυσταγωγία του αίματος. «Μεθά με τις αναθυμιάσεις του αίματος [που] τυλίγουν τον δολοφόνο και τον κάνουν να εκστασιάζεται» γράφει στο Θαύμα του ρόδου (1946). Εκεί περιγράφονται με χειρουργική ακρίβεια ο τρόπος λειτουργίας των φυλακών της Τουρέν με όλα τα «πολύπλοκα τελετουργικά της νυχτερινής κατάκλισης».

Ο καταπιεστικός θαυμασμός του Σαρτρ

Ο Σαρτρ εγγυήθηκε ότι οι μαζικές σφαγές των ναζιστών δεν ενδιέφεραν τον Ζενέ και πως αν τους θαύμαζε, αυτό γινόταν αυτόματα και απέβαινε εις βάρος του: η νέα τάξη πραγμάτων των ναζιστών στο τέλος θα καταδίκαζε την κλοπή και θα έθετε τη ζωή του σε κίνδυνο. «Ο Σαρτρ λοιπόν ρίχνει όλο το βάρος στη ζυγαριά και για τον αναγνώστη του 1952 αυτή η πολύτιμη εγγύηση αποτελεί από μόνη της πιστοποίηση αθωότητας» γράφει ο Γιαμπλόνκα.

Πολλοί μελετητές και βιογράφοι συμφώνησαν ότι ο Σαρτρ έγινε η αιτία να ανακοπεί η έμπνευσή του. Από το 1947 ως το 1952 ο Ζενέ διανύει περίοδο δημιουργικής στειρότητας. Εξάλλου και ο ίδιος είχε κατηγορήσει τον Κοκτό: «Εσύ και ο Σαρτρ με μεταμορφώσατε σε φάντασμα». Και όταν διάβασε τον Αγιο Ζενέ ομολόγησε ότι ένιωσε «ένα είδος αηδίας [...] Ο Σαρτρ με ξεγύμνωσε [...] Ενιωθα σχεδόν ανίκανος να συνεχίσω να γράφω [...] Το βιβλίο του [...] επέφερε ένα είδος ψυχολογικής κατάπτωσης». Ο πιο έγκυρος βιογράφος του Ζενέ, ο Εντμουντ Γουάιτ, θα παρατηρούσε: «Ανακηρυχθείς σε άγιο, έχοντας λάβει χάρη, έχοντας καθιερωθεί και αφομοιωθεί, ο Ζενέ δεν ήταν πια μάστιγα της κοινωνίας, αλλά η μασκότ της». Ο Γιαμπλόνκα όμως διαφωνεί: «Δεν είναι βέβαιο ότι ο Ζενέ επλήγη από την καθιέρωση που πάντα αναζητούσε και που δεν έλαβε από τον Σαρτρ ως δώρο Θεού αλλά την κατέκτησε ύστερα από μεγάλες μάχες».

Με τους Μαύρους Πάνθηρες

Ο Ζενέ ακολούθησε την ίδια συλλογιστική και όταν αγωνίστηκε με τους Μαύρους Πάνθηρες: «Οι επαναστάτες διατρέχουν τον κίνδυνο να χαθούν ανάμεσα στους πολλούς καθρέπτες» έγραψε στο Captif Amoureux, το ακροτελεύτιο έργο του. «Χρειάζονται εν τούτοις στιγμές αρπαγής και λεηλασίας, πολύ κοντά στον φασισμό, φτάνοντας ως αυτό το σημείο για μερικές στιγμές, κάνοντας πίσω και επιστρέφοντας εκεί με ακόμη μεγαλύτερη μέθη». Από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 ένωσε τις δυνάμεις του με τον Μισέλ Φουκό. Κατήγγειλαν τις συνθήκες υπό τις οποίες ζούσαν οι κρατούμενοι, συνεργάστηκαν στην υπεράσπιση των Μαύρων Πανθήρων. Ομοφυλόφιλοι και οι δύο, μάχονταν ενάντια στο όνειδος της καταναγκαστικής σιωπής, ενάντια στην καταστολή από τις αστυνομικές δυνάμεις, τις φυλετικές διακρίσεις και όλες τις προκαταλήψεις που καθιστούσαν τη Γαλλία του Πομπιντού άκαμπτη.

Το Captif Amoureux, που εκδόθηκε το 1986, σηματοδότησε την επιστροφή του στα γράμματα ύστερα από μια περίοδο σιωπής σχεδόν 25 χρόνων. Γράφτηκε υπό τη σκιά του θανάτου. Εκεί περιγράφονταν οι ημέρες που πέρασε στα στρατόπεδα των Παλαιστινίων στην Ιορδανία και στον Λίβανο όπου διέμενε κατά περιόδους μεταξύ 1970 και 1984.

Εξαίρετος θεατρικός συγγραφέας

Εν τούτοις, η άποψη του Ζενέ για την κοινωνία δεν μεταβαλλόταν, παρ' ότι εκείνος φαινομενικά άλλαζε στρατόπεδα και προτιμήσεις: Η κοινωνία διέπραττε τα ίδια αδικήματα της ψευτιάς, της προδοσίας, της βίας, της προδοσίας, της εκμετάλλευσης, της εξόντωσης που καταδικάζει στους άλλους. Την υποκρισία του νόμιμου εγκλήματος εικόνισε σε πολλά θεατρικά του έργα, όπως Το Μπαλκόνι (παίχτηκε στο Λονδίνο το 1957 και στο Παρίσι το 1960 σε σκηνοθεσία Πίτερ Μπρουκ): εκτυλίσσεται σε έναν οίκο ανοχής όπου οι πελάτες μασκαρεύονται σε στρατηγούς, επισκόπους, δικαστές. Ξεσπάει λαϊκή επανάσταση που σαρώνει το κατεστημένο και οι μασκαρεμένοι γίνονται τα πρόσωπα, τα αξιώματα, η εξουσία που είχαν υποδυθεί στο χαμαιτυπείο. Στους Νέγρους (1959) υποδηλώνεται ότι οι κατώτεροι φυλετικά και ταξικά είναι στο βάθος ανώτεροι, αφού μπορούν να πάρουν τελικά εκδίκηση. Στις Δούλες (1944), δύο αδελφές υπηρέτριες «μασκαρεύονται» με τα ρούχα της κυρίας τους και στο τέλος τη σκοτώνουν.

Οπως και οι ήρωές του, έτσι και ο Ζενέ μεταμφιεζόταν διαρκώς, αρνούμενος να υποταχτεί, ξεγλιστρώντας διαρκώς από την τάξη. Τα αγόρια στα έργα του γίνονται κορίτσια, οι υπηρέτριες κυρίες, οι νέγροι φορούν λευκές μάσκες. Το καλό είναι κακό, το ανήθικο ηθικό, η προδοσία πίστη. Ολη η ζωή του συμπυκνώνεται ίσως σε αυτή τη φράση του Γιαμπλόνκα: «Από τον Μποντλέρ και έπειτα η υπέρβαση είναι ο κανόνας στο λογοτεχνικό πεδίο. Αλλά ο Ζενέ, ως μελετηρός μαθητής, εξάντλησε το είδος, κατά τέτοιον τρόπο ώστε κάθε υπέρβαση ύστερα από αυτόν να δείχνει άχρωμη και άτολμη».