Πέμπτη, Ιουλίου 12, 2007

No 449

Image Hosted by ImageShack.usMaurice Heerdink (Ολλανδία)

(…) θρασύτατος, καμιά φορά έλεγα πως βιαζόμουν γιατί έπρεπε να βγω, χωρίς να διευκρινίζω τον προορισμό μου. Άκουγα τον δυστυχή Δημήτρη να μαραίνεται αυτοστιγμεί, δεν τολμούσε να με ρωτήσει, αλλά η υποψία και μόνο τον καταρράκωνε. Όπως ακριβώς ήθελα να συμβεί. Γιατί αν υπέθετε πως κάθε νύχτα απέρριπτα εν ψυχρώ το αβρό τηλεφωνικό του φλερτ για να βγω στο κυνήγι ανώνυμων κωλομπαράδων, μοιραία η φλόγα θα έσβηνε μέσα του, αργά ή γρήγορα. Ο εγωισμός και των πλέον ερωτοχτυπημένων ανθρώπων είναι θνητός, όπως και οι ίδιοι οι άνθρωποι, το έχω διαπιστώσει. Μπορεί η αντοχή του να ποικίλει, όμως κάποτε εξαντλείται και τότε ο έρωτας παύει. Αυτό περίμενα κι απ’ τον Δημήτρη.

Αύγουστος Κορτώ: Ο δαιμονιστής (Καστανιώτης)

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Από το site της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Σερρών

Γράφει ο Δημήτρης Αθηνάκης

«Δεν μπορώ να σας πω το όνομά μου, γιατί δεν έχω όνομα. Είμαι γόνος μιας αρχαίας ράτσας. Είμαι δαιμονιστής. Κι αυτή είναι η ιστορία μου»

Έτσι ξεκινά το τελευταίο μυθιστόρημα του Αύγουστου Κορτώ. Ψευδώνυμο του Πέτρου Χατζόπουλου, ο Κορτώ αποτελεί έναν από τους εργατικότερους συγγραφείς της εποχής μας. Μόλις 28 ετών σήμερα και έχει εκδώσει 13 μυθιστορήματα, 7 παιδικά και έχει κάνει 13 μεταφράσεις και συνεχίζει να δουλεύει ακούραστα.

Έχει κανείς την αίσθηση ότι κάθε νέο μυθιστόρημα είναι και μια νέα προσπάθεια του συγγραφέα να αποδομήσει το προηγούμενο. Δεν ξέρω εάν αυτό είναι μια απόπειρα αυτοπροσδιορισμού ή ένας αγώνας στην ομίχλη, αυτό που με σιγουριά μπορώ να πω είναι ότι ανήκει στην κατηγορία αυτών που δεν αρέσκονται να αναλώνονται στα ίδια χωράφια.

Ωστόσο, ακόμα δεν έχει δώσει το μέγιστο των αφηγηματικών του δυνατοτήτων, αν και δεν μπορώ να αρνηθώ ότι δεν έχει κάνει γενναία βήματα στο «Δαιμονιστή». Και ίσως αδικείται ο Κορτώ με αυτήν μου την έκφραση, ωστόσο το τελευταίο αυτό μυθιστόρημα –στη δική μου ανάγνωση- είναι το εφαλτήριο μιας νέας εποχής για το συγγραφέα.

Ο δαιμονιστής, λοιπόν. Ένα πλάσμα βγαλμένο από τον έσχατο μυχό της ύπαρξης του κόσμου τούτου (καμία σύνδεση δεν υπάρχει πουθενά στο έργο του Κορτώ με υπερφυσικές τρόπον τινά οντότητες), μία οντότητα που συνδιαλέγεται με τον ρου της ιστορίας. Ο δαιμονιστής, ξεκινώντας από το χρόνο μηδέν, περνά με την οποιασδήποτε μορφής ερωτική πράξη ή περίπτυξη από το ένα σώμα στο άλλο. Αδιακρίτως και χωρίς προαπαιτούμενα. Έχει ήδη μπει, μέχρι το σημείο του αφηγηματικού παρόντος, σε παντός είδους ανθρώπινα, καθημερινά πλάσματα και έχει γνωρίσει όλες τις μεγάλες ιστορικές περιόδους εκ…των ένδον! Αρκετά χαρακτηριστικά, κάπου αναφέρεται και ο αυτόχειρ της Πρεβέζης…

Όταν ο δαιμονιστής αυτός μπει σε κάποιο σώμα το εξουσιάζει απόλυτα. Του αλλάζει τη ζωή, γιατί έχει προσωπικότητα (άλλο ένα χαρακτηριστικό της συγγραφής του Κορτώ), του καθορίζει τις επιλογές και τις αξίες. Ωστόσο, δεν είναι παντοδύναμος. Είναι απλώς ψυχή με έρεισμα στον κόσμο των ανθρώπων. Έτσι, δεν μπορεί, για παράδειγμα, να αντισταθεί σε βίαιες συμπεριφορές.

Εδώ κρύβεται και όλο το παιχνίδι του μυθιστορήματος. Ο δαιμονιστής δε είναι ανθρωπιστής ή αντι-ανθρωπιστής. Δε θέλει να αλλάξει την ανθρωπότητα. Έχει πάντα στο μυαλό του τη ρήση του Καμύ: ανθρωπιστής είναι αυτός που αγαπά όλη την ανθρωπότητα, γιατί δεν μπορεί να αγαπήσει τον κάθε άνθρωπο ξεχωριστά. Ο Κορτώ αγαπά τον κάθε άνθρωπο έστω και μέσα από το σκληρό κόσμο αυτοτιμωρίας και αναγέννησης που χτίζει.

Ο κόσμος του Αύγουστου Κορτώ είναι σκληρός. Είναι όμως τόσο σκληρός όσο οι άνθρωποι τού έχουν (του δαιμονιστή εν προκειμένω) επιτρέψει και βοηθήσει να είναι. Μπορεί να έχεις την αίσθηση, διαβάζοντας, ότι «τραβάει από τα μαλλιά» κάποιες καταστάσεις, ωστόσο ο συγγραφέας, όπως ο ίδιος πολλάκις έχει δηλώσει, ενδιαφέρεται και εργάζεται με βάση την αφήγηση και τη δομή της.

Οι λέξεις και τα πράγματα.

Η αφήγηση της καθημερινότητας του δαιμονιστή στο μυθιστόρημα αυτό έχει να κάνει ξεκάθαρα με την απέλπιδα προσπάθεια της ανθρώπινης ύπαρξης να βγει στον κόσμο και να κάνει αισθητή την παρουσία της. Χρησιμοποιώντας ευδιάκριτα αυτοβιογραφικά στοιχεία, ο Κορτώ δημιουργεί ένα μυθιστόρημα σκληρό αλλά όχι απάνθρωπο. Ακόμα και στις «δύσκολες» σκηνές που περιγράφονται, έχεις ως αναγνώστης την αίσθηση ότι ο συγγραφέας ψάχνει να βρει την άκρη του νήματος που θα τον οδηγήσει στην αποκρυπτογράφηση των πιο μύχιων σκέψεων και συμπεριφορών του κόσμου.

Διάχυτη είναι βεβαίως η εκλεκτική συγγένεια του Αύγουστου Κορτώ με όλη την –όχι ακόμα οριοθετημένη- ψυχαναλυτική λογοτεχνική παράδοση του 19ου αιώνα (όχι δομικά ή αισθητικά, αλλά ιδεολογικά) και με την φροϋδική ψυχανάλυση που επηρέασε (κακώς θα έλεγα εγώ) φανερά ολόκληρο τον 20ο αιώνα και εξακολουθεί να το κάνει.

Εδώ θα έδινα τον αρνητικό μου βαθμό στο «Δαιμονιστή».

Η περιρρέουσα, όχι παντού όχι πάντα, αίσθηση της ανάλυσης του «εγώ» με ταυτόχρονη αναφορά σε ένα «υπερεγώ» κάπου κρυμμένο, δίνει την εντύπωση ότι επαναφέρει στο προσκήνιο το αξίωμα ότι ο θόλος της λογοτεχνίας επικαλύπτεται από αγώνα δρόμου για την κατανόηση της πραγματικότητας μόνο με υλικά εξήγησης ονείρων και αισθήσεων. Όχι, τελικά, απτών εμπειριών με έρεισμα στην ύπαρξη όπως φαίνεται από έξω προς τα μέσα.

Σε ορισμένα σημεία του μυθιστορήματος χρειάζεται «γερό στομάχι», αλλά παντού ορίζεται ως βασική προϋπόθεση το ανοιχτό μυαλό.

«Ακριβώς επειδή δεν μπορούμε να συνδεθούμε πραγματικά με κανέναν άνθρωπο -εξαιτίας του μυστικού της φύσης μας που αδυνατούμε να αποκαλύψουμε- δεν μπορούμε ποτέ να ορίσουμε απολύτως τον εαυτό μας, το ποιοι είμαστε».