Πέμπτη, Ιανουαρίου 05, 2006

No 252

Image Hosted by ImageShack.usToulous Lotrec (Γαλλία)
.
Ήταν θαύμα ιδέσθαι με το ψιλό λεπτό κορμί, που ‘χε σοκολατένια σάρκα. Καθόμουν σε μια γωνιά του κρεβατιού σταυροπόδι και ζαρωμένη, μισοτρέμοντας, μύριζα ένα μεγάλο γαρίφαλο που πήρα απ’ το ανθογυάλι. Ψιθύρισα «αν χόρευες έτσι». Είχε κέφι. Έκανε με κάτι λαφρά κινήματα έναν ισπανο-αιγυπτιο-ανατολικό χορό της έμπνευσης της. Κάθε τόσο έγερνε τα γυμνά της στήθια. Εγώ πρόφταινα αρπαχτά να τη φιλήσω μα ξεγλίστραγε. Σωστή Σαλώμη. Ύστερα, πέφτοντας στο κρεβάτι, έβγαλε την πετσέτα και παραδοθήκαμε σ’ αληθινά όργια. Όλη η νύχτα ήταν μια ατελείωτη μουσική από λυσσώδικα φιλιά. Για μια στιγμή τράβηξε την κουβέρτα να σκεπαστεί λιγάκι, κει κατά τα ξημερώματα. Θα την έπαιρνε ο ύπνος. Εγώ άρχισα να θλίβομαι, αλλ’ υποχώρησασεβόμενη την κούραση της. Δυο-τρεις φορές σηκώθηκα και άναψα σπίρτα φέρνοντάς τα πλάι στο πρόσωπο της. Ήθελα να τη δω λίγο. Το πυκνό σκοτάδι μ’ έπνιγε.
Την άλλη μέρα μ’ ερώτησε αν ζητούσα να την κάψω…

Ντόρα Ρωζέττη: Η ερωμένη της (Μεταίχμιο)

15 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Aπό το enjoy.gr

Το τολμηρότερο μυθιστόρημα του μεσοπολέμου "Η ερωμένη της", γραμμένο από μια γυναίκα συγγραφέα, την Ντόρα Ρωζέττη, της οποίας η ταυτότητα εξακολουθεί να είναι ένα αίνιγμα, αφηγείται με τρόπο πρωτοποριακό την ιστορία του ερωτικού πάθους ανάμεσα σε δυο γυναίκες. Το βιβλίο ταμπού, το οποίο εξαφανίστηκε μυστηριωδώς, επανέρχεται στο προσκήνιο χάρη στην έρευνα της Χριστίνας Ντουνιά που γράφει το επίμετρο και επιμελείται τη νέα έκδοση.
~~~~~~~~~~~~
από το site της Πρωτοπορίας

Το μυθιστόρημα "Η ερωμένη της", που επαινέθηκε από τον Ξενόπουλο, αλλά εξαφανίστηκε μυστηριωδώς από το προσκήνιο μετά την έκδοση του 1929, έρχεται και πάλι στο φως. Αν στην εποχή του Μεσοπολέμου η ελληνική κοινωνία δεν ήταν ακόμη έτοιμη να δεχθεί την ειλικρίνεια μιας τόσο τολμηρής εξομολόγησης, η ιστορία αυτή μπορεί τώρα να διαβαστεί όπως θα το επιθυμούσε τότε η αντισυμβατική συγγραφέας της.
(από το οπισθόφυλλο του βιβλίου)
~~~~~~~~~~~~


Το site της Πρωτοπορίας παραλείπει από την περιγραφή τον τρόπο που ο Ξενόπουλος "επαίνεσε" το βιβλίο.
Ευτυχώς.

Ανώνυμος είπε...

Από ΤΑ ΝΕΑ, 19 Nοε. 2005

Mοντέρνο φάντασμα

Γράφει η Μικέλα Χαρτουλάρη

H Ντόρα και η Λίζα. Χαϊδεύονται, ξεσκίζονται, φιλιώνουν, σε ένα αιρετικό μυθιστόρημα του 1929, το πρώτο στα ελληνικά δεδομένα που εισάγει την ομοφυλόφιλη γυναικεία οπτική. H Ντόρα, παραπέμπει στη συγγραφέα-φάντασμα Ντόρα Ρωζέττη, που γράφει σε α' πρόσωπο, με νεωτερική προφορική γραφή, ένα είδος ημερολογίου το οποίο προσελκύει την προσοχή του Γρηγόριου Ξενόπουλου. Είναι μια αριστερίζουσα φοιτήτρια Χημείας, καλλιεργημένη, μάλλον άσχημη, ανοιχτή σε διάφορες εμπειρίες, που ερωτεύεται με μανία τη Λίζα αδιαφορώντας για τα κουτσομπολιά, αρνείται τα χρήματα των γονιών της και αγωνίζεται να επιβιώσει διεκδικώντας το δικαίωμα στη σωματική, πνευματική, ψυχική απόλαυση. H Λίζα, είναι η Ερωμένη της, όπως λέει και ο τίτλος του βιβλίου (Μεταίχμιο). Ένα πανέμορφο κορίτσι του κόσμου, που θυμίζει την Μπίλιω-Σαλώμη του Σεφέρη, στο πεζό του «Έξι νύχτες στην Ακρόπολη» το οποίο αναφέρεται στην ίδια εποχή. Είναι αμφιφυλόφιλη, φιλήδονη, με ισχυρή προσωπικότητα και εκπέμπει έναν ερωτισμό χωρίς αναστολές. H ιστορία τους θα διαρκέσει τρεισήμισι χρόνια και θα τελειώσει με τη φυγή τους στην Ιταλία.

Βρισκόμαστε στη Μεσοπολεμική Αθήνα, όταν ο Κονδύλης κάνει το πραξικόπημά του (1926), τριγυρνάμε στα Εξάρχεια, στο Ζάππειο, στη Νεάπολη, παίρνουμε το τραμ, κάνουμε εκδρομές, παρακολουθούμε τζαζ μπαντ ή τένις, μπαίνουμε σε νεανικά στέκια ή φοιτητικές λέσχες, βλέπουμε φίλους να υποκύπτουν στην κοκαΐνη, κοπέλες να ικανοποιούν τις ερωτικές τους επιθυμίες κόντρα στα κυρίαρχα πρότυπα και στις συμβάσεις... Είμαστε στην καρδιά της ανήσυχης νεολαίας με τις επαναστατικές, ελευθέριες ιδέες. Κάπου εκεί κυκλοφορούν και οι ήρωες από την «Αργώ» του Θεοτοκά, αλλά εκείνοι δεν παίρνουν χαμπάρι απ' όλα αυτά... Έχουμε δηλαδή εδώ ένα μυθιστόρημα τολμηρά ερωτικό μεν, κοινωνικά διεισδυτικό δε. Ένα αναπάντεχο διαμάντι, που το έφερε στο φως η αναπληρώτρια καθηγήτρια Νεοελληνικής Λογοτεχνίας (στα Ιωάννινα) Χριστίνα Ντουνιά, η οποία και σκάλισε την ταυτότητα τής αινιγματικής συγγραφέως του.

[...]

«Εντυπωσιάζει η μοντέρνα συνείδηση της Ντόρας» λέει η Ντουνιά. Διότι η συγγραφέας-ηρωίδα, επιμένει ότι η ερωτική επιθυμία είναι θέμα ελεύθερης επιλογής και όχι βιολογικό, αποτυπώνει τον γυναικείο δυναμισμό, θίγει ζητήματα διεκδίκησης δικαιωμάτων με φεμινιστικό και σοσιαλιστικό πνεύμα, και τελικά καταφέρνει να μεταπλάσει το βίωμά της σε κρίσιμη εμπειρία, την οποία και αναστοχάζεται.

Ανώνυμος είπε...

Στη συνέχεια η Μικέλα Χαρτουλάρη αναφέρεται στην Χριστίνα Ντουνιά που "ανακάλυψε" το βιβλίο.


«H Χριστίνα Ντουνιά έχει συμβάλει ουσιαστικά με τις φιλολογικές μελέτες της (για τη λογοτεχνία και την πολιτική στον Μεσοπόλεμο, για τον Καρυωτάκη, κ.ά.) στην ανάδειξη της δεκαετίας του '20, η οποία προκύπτει, καθώς λέει, πιο δυναμική από την περίφημη δεκαετία του '30. H περίπτωση Ρωζέττη την κέντρισε, όταν είδε τη διθυραμβική κριτική του Ξενόπουλου καθώς ετοίμαζε το βιβλίο της για τα περιοδικά της Αριστεράς. Όπου και να έψαξε όμως, όποιον και να ρώτησε, δεν μπόρεσε να βρει τα ίχνη της, ώσπου το 2003 ανακάλυψε ένα αντίτυπο της «Ερωμένης» της στη βιβλιοθήκη του Τάκη Ελευθεριάδη στη Λέσβο, και ένα στη βιβλιοθήκη-αρχείο του Καβάφη! Από εκεί οδηγήθηκε στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια και στην τεράστια διεθνή βιβλιογραφία του «κοινωνικού φύλου» (gender studies) και της γυναικείας ομοφυλοφιλικής λογοτεχνίας, η οποία της αποκάλυψε ότι η πρώτη γυναίκα συγγραφέας που είπε αυτά τα πράγματα με το όνομά τους, ήταν η Αγγλίδα Ράντκλιφ Χολ στο «Πηγάδι της μοναξιάς» του 1928 (εκδ. Κουκίδα, στα ελληνικά). Μόνο που η Ντόρα Ρωζέττη αποδεικνύεται, ιδεολογικά, κοινωνικά και λογοτεχνικά, πολύ πιο πρωτοποριακή.»

Ανώνυμος είπε...

Διακρινοντας
H μυστηριώδης ερωμένη
Tης Eλισαβετ Kοτζια (ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 22-01-2006)
Οφείλουμε χάριτας στην καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Κρήτης, φιλόλογο, Χριστίνα Ντουνιά, διότι επανέκδωσε το λανθάνον μυθιστόρημα «Η ερωμένη της» της άγνωστης συγγραφέως Ντόρας Ρωζέττη. Παρ’ ότι το κριτικό δαιμόνιο του Γρηγορίου Ξενόπουλου είχε υπογραμμίσει τη σημασία του βιβλίου από τα 1929, ο ομοφυλοφιλικός χαρακτήρας του έργου μαζί με τις διαφορετικές αισθητικές προτεραιότητες της δυναμικότατης πεζογραφικής γενιάς του ’30, καταδίκασαν το κείμενο σε ογδονταετή αφάνεια. Το ότι «Η ερωμένη της» (Μεταίχμιο, σελ. 242) είναι, όπως προκύπτει από το εμπεριστατωμένο επίμετρο της επιμελήτριας, ένα από τα πρώτα ευρωπαϊκά μυθιστορήματα γυναικείας ομοφυλοφιλίας, δεν αποτελεί τη μόνη αρετή του. Πρόκειται ακόμα για ένα κείμενο απολαυστικό, που αμέσως τυλίγει τον αναγνώστη στα δίχτυα του. Αποτελεί μιαν ενδιαφέρουσα μαρτυρία για τον τρόπο ζωής ορισμένων πνευματικά επίλεκτων ομάδων της μεσοπολεμικής Αθήνας. Και επίσης –το σημαντικότερο– συνιστά ένα από τα πρώτα πεζογραφικά δείγματα ενδοσκοπικού ελέγχου συναισθημάτων, φανερώνοντας, λίγα χρόνια ύστερα από τις πρωτοποριακές ψυχολογικές καταγραφές του Ιωνος Δραγούμη, την ανάδυση της ελληνικής υποκειμενικότητας.Το ημερολογιακό κείμενο στο οποίο η ελκυστική προσωπικότητα της άσχημης 23χρονης φοιτήτριας Ντόρας καταγράφει τη φλογερή ερωτική της σχέση με τη γοητευτική Λίζα, αποκαλύπτει τον μικρόκοσμο ενός πρωτοποριακού φοιτητικού, φιλολογικού και μουσικού κύκλου – ενός κύκλου πλήρως αστικού, εντελώς σύγχρονων, μοντέρνων ανθρώπων που στη δεκαετία του ’20 κινείται ανάμεσα στο Ζάππειο, τα Εξάρχεια, το Λυκαβηττό ή το Μαρούσι, σπουδάζοντας και δουλεύοντας, οργανώνοντας εκδρομές και μετέχοντας σε αποκριάτικα γλέντια, κάνοντας μπάνια και παίζοντας τένις, παρακολουθώντας συναυλίες και μετέχοντας σε θεατρικές παραστάσεις. Πρόκειται για έναν κόσμο αντισυμβατικό, για έναν κύκλο που δεν διεκδικεί μονάχα το δικαίωμα των ερωτικών του προτιμήσεων, αλλά παλεύει παράλληλα για τη συναισθηματική, την πνευματική και την υλική του ελευθερία. Καλλιεργημένη διανοούμενη, φεμινίστρια με κάποια ευαισθησία απέναντι σε κοινωνικώς πρωτοποριακές ιδέες, η αφηγήτρια διαβάζει Σαπφώ, Βερλαίν, Βικτόρ Μαργκερίτ, Σκανδιναβούς λογοτέχνες και ονειροπολεί ακούγοντας Σούμαν.Η πιο συναρπαστική, ωστόσο, πτυχή του μυθιστορήματος βρίσκεται στην αποτύπωση της εντονότατης ψυχικής ζωής της ηρωίδας όπως προκύπτει μέσα από την ομοφυλόφιλη ερωτική της σχέση: με την ανασφάλεια και τον φόβο ότι ο έρωτάς της μένει χωρίς ανταπόκριση, με το σαρκοβόρο πάθος να της τρώει τα σωθικά και την τυραννική λαχτάρα να βασανίζει την καρδιά της, με την απόγνωση ή τη φρενίτιδα χαράς, με την απόλυτη αγαλλίαση ή την τρομερή αγωνία, εύθυμη, λυπημένη, διαχυτική, παράφορη, σκυθρωπή, απελπισμένη, η κυκλοθυμικά ερωτευμένη αφηγήτρια ελέγχει διαρκώς την ερωμένη της αδυνατώντας να κατανοήσει τις διαθέσεις εκείνης που βρίσκεται στο πλάι της αλλά και τις δικές της. Τα πάντα εκδηλώνονται σε υπερθετικό βαθμό, ο αισθησιασμός, η λαγνεία, η ηδονή, η οδύνη, η τρυφερότητα, η οργή, η επιθυμία για κυριαρχία, ο πόθος για υποταγή, ο εξευτελισμός, η διάθεση αυτοθυσίας. Η ηρωίδα αδιάκοπα προσπαθεί να απελευθερωθεί από μια σχέση που μοιάζει με αγιάτρευτη αρρώστια, ζηλεύει, τυραννά και τυραννιέται, κι έπειτα παραδίδεται ολόψυχα στην απόλυτη ικανοποίηση της ανεξέλεγκτης αυτής έλξης. Νεαρές, αμφιφυλόφιλες γυναίκες με έντονη θεατρικότητα, μοιραία λόγια και ακραίες αποφάσεις, συναντάμε και στις «Εξι νύχτες στην Ακρόπολη» του επίσης μεσοπολεμικού Γιώργου Σεφέρη – μόνο που εκεί ο τύπος αυτός παραδίδεται από ανδρική σκοπιά, ενώ στο «Λεμονόδασος» του Κοσμά Πολίτη βρίσκουμε την απόλυτη απόρριψή του.Η σύνθεση του μυθιστορήματος είναι αξιοσημείωτη: ένα μοντάζ νευρικό, γεμάτο συγκοπές παρακολουθεί μια ζωή γεμάτη ηλεκτρικές εντάσεις, ανατροπές και ηρωικές αναζητήσεις. Το ατημέλητο γράψιμο υποβάλλει την αίσθηση του εσωτερικά επείγοντος. Το κλείσιμο της ιστορίας φανερώνει ακόμα μια προικισμένη πεζογράφο καθώς ο αναπάντεχος τελικός φωτισμός θα μεταμορφώσει αναδρομικά τους δύο γυναικείους χαρακτήρες. Εκφράστηκε η υπόθεση πως θα μπορούσε να αποτελεί το κείμενο πρώιμο έργο της Μέλπως Αξιώτη, που για ευνόητους λόγους παρέμεινε αταύτιστο. Δεν υπάρχει περίπτωση. Στα τέσσερα πεζογραφικά έργα που αποτυπώνουν την ψυχική ζωή της σημαντικής μεσοπολεμικής μοντερνίστριας συγγραφέως, δεν συναντούμε ούτε υποψία παρόμοιας παραφοράς και ακατανίκητης συναισθηματικής έλξης.Ποια υπήρξε η πραγματική δημιουργός της «Ερωμένης της»; Επώνυμη πεζογράφος που αρνήθηκε να αποκαλύψει το ανορθόδοξο νεανικό αυτοβιογραφικό της εγχείρημα; Ή προικισμένη νεαρή που μπόρεσε να αποτυπώσει σε κείμενο τη συγκλονιστική προσωπική της εμπειρία, κι έπειτα έστρεψε το ενδιαφέρον της αλλού – ή, ενδεχομένως, πέθανε μέσα στην ταραγμένη δεκαετία του ’40; Εχουμε την τύχη να διαθέτουμε ένα αντίτυπο της «Ερωμένης της» με χειρόγραφη αφιέρωση της άγνωστης Ρωζέττη στον Κ.Π. Καβάφη. Από το να διατυπώνουμε ριψοκίνδυνες υποθέσεις που δεν στηρίζονται σε επαρκή κειμενικά επιχειρήματα, θα μπορούσαμε να αρχίσουμε, στο πρώτο αυτό στάδιο, να αποκλείουμε ονόματα θέτοντας τη γραφολογία στην υπηρεσία της φιλολογίας.

*********

Ανάμεσα σε δυο κορίτσια
Ενα λεσβιακό ρομάντσο στη δεκαετία του '20
του ΓΙΩΡΓΗ ΓΙΑΤΡΟΜΑΝΩΛΑΚΗ (ΤΟ ΒΗΜΑ 22-01-2006)

Τα σημαντικότερα λογοτεχνικά βιβλία του 1929 (έναν χρόνο μετά την αυτοχειρία του Καρυωτάκη) θεωρούνται το Ελεύθερο πνεύμα του Γ. Θεοτοκά και η Ιστορία ενός αιχμαλώτου του Στ. Δούκα. Το «ρωμάντσο» της άγνωστης ακόμη και σήμερα Ντόρας Ρωζέττη (NP) H Ερωμένη της, δημοσιευμένο την ίδια χρονιά, δεν μνημονεύεται πουθενά, ειμή σε μια ενθουσιώδη κριτική του Ξενόπουλου στη Νέα Εστία. Και όμως το βιβλίο αυτό θα μπορούσε να είχε πάρει ιδιαίτερη θέση στη νεοελληνική πεζογραφία για τον τρόπο με τον οποίο η συγγραφέας εκθέτει την τολμηρή - ακόμη και για τις μέρες μας - ιστορία του ομόφυλου, γεμάτου πάθος έρωτά της. Θα έβρει εντέλει το βιβλίο τη θέση του μέσα στον ούτως ή άλλως συζητήσιμο Κανόνα της νεοελληνικής πεζογραφίας; Αγνωστο. Το γεγονός ωστόσο ότι το ανέσυρε από τη λήθη και το επανεξέδωσε η φιλέρευνος Χριστίνα Ντουνιά (XN) μάς προσφέρει την ευκαιρία να το διαβάσουμε και, έστω και καθυστερημένα, να το αξιολογήσουμε με τη σειρά μας.
Την ταυτότητα της Ντόρας Ρωζέττη δεν τη γνωρίζουμε και ενδεχομένως να μη τη μάθουμε ποτέ. Στο Επίμετρό της η XN καλά κάνει και δεν καταφεύγει σε βιαστικές υποθέσεις. Αν η έρευνά της ικανοποιήσει την περιέργειά μας, όπως το ελπίζουμε, έχει καλώς. Ομως ακόμη κι αν τελικά μείνει άγνωστη η συγγραφέας αυτής της ομόφυλης ιστορίας δεν πειράζει. H «quasi αυτοβιογραφία», όπως αποκαλεί το βιβλίο ο Ξενόπουλος, μας αποκαλύπτει μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα φοιτήτρια της Χημείας (νησιωτοπούλα στην Αθήνα, τέλος δεκαετίας του '20), πολιτικά και λογοτεχνικά υποψιασμένη, μέλος μιας άτυπης φιλολογικής «Λέσχης», φίλη λογοτεχνών και, κυρίως, ικανή αφηγήτρια, που, μολονότι συντάσσει ένα πρωτόλειο, δίνει στην ιστορία της και πνοή αυθεντικότητας και έντονο ρυθμό - τουλάχιστον στο μεγαλύτερο μέρος της. Δεν πρέπει να μας διαφύγει επίσης η περιγραφόμενη (για τις ανάγκες της ιστορίας) τοπογραφία της Αθήνας και ειδικότερα το όλο κλίμα της εποχής, οι φοιτητικές παρέες και εκδρομές, όπως άλλωστε και η πεισιθάνατη και συνάμα μποέμικη διάθεση των νεαρών διανοούμενων με τους οποίους συγχρωτίζεται η συγγραφέας.
Σωστά (ως ένα μεγάλο βαθμό) η XN συσχετίζει την Ερωμένη με τις αυτοβιογραφικές Εξι νύχτες στην Ακρόπολη - που συντάσσονται την ίδια περίπου εποχή (1926-1930) - και με την Αργώ που κυκλοφορεί λίγο αργότερα. Οι πρωταγωνίστριες στις Εξι νύχτες και στην Ερωμένη, η Μπίλιω ή Σαλώμη του Σεφέρη και η Αστάρτη (και Σαλώμη επίσης!) της Ρωζέττη φαίνονται να μοιάζουν και μπαίνει κανείς στον πειρασμό να αναρωτηθεί αν οι δύο συγγραφείς συναντήθηκαν ποτέ στον περιορισμένο λογοτεχνικό χώρο τής τότε Αθήνας. Ομως ο ερωτισμός στις Εξι νύχτες είναι περισσότερο υποδόριος, το υλικό της ιστορίας ετερόκλιτο (ένα είδος κέντρωνα) και προφανής ο εγκεφαλισμός. Στην Ερωμένη ο έρωτας ανάμεσα σε δυο κορίτσια διασαλπίζεται απερίφραστα, σχεδόν επιθετικά. Εδώ έγκειται και η πρωτοτυπία του βιβλίου και παρά το γεγονός ότι η εποχή αυτή (σαφώς πιο φιλελεύθερη από όσο δέκα χρόνια αργότερα, μεταξικό καθεστώς, παραμονές Πολέμου κ.λπ.) ευνοεί το αντισυμβατικό και το «ανορθόδοξο», η Ερωμένη είναι μοναδικό δείγμα αυτής της τάξεως του ερωτισμού.
Το βιβλίο χαρακτηρίζεται στο εξώφυλλο της 1ης έκδοσης «ρωμάντσο» (ο Κοραής θα έλεγε «ρωμανόν»), όρος που χρησιμοποιείται για να δηλωθούν, εκτός από τον «ρομαντικό» χαρακτήρα της ιστορίας, και οι ατέρμονες περιπέτειες και χωρισμοί των εραστών, προτού η μοίρα συναινέσει στο happy end ενός γάμου. Για τούτο και δεν είναι περίεργο ότι στην Ερωμένη (σελ. 45) γίνεται λόγος και για τη νύχτα του γάμου τους! Οι σημερινές συζητήσεις για τη «συζυγική» αποκατάσταση ομόφυλων εραστών έχει ρίζες παλαιές, όπως φαίνεται. Υποπτεύομαι λοιπόν πως ο προσδιορισμός της Ερωμένης ως ρομάντσου γίνεται συνειδητά από τη συγγραφέα για να προσδώσει στον όρο νέα, ευρύτερη και πιο ενδιαφέρουσα σημασία. Φευ όμως! Ογδόντα χρόνια μετά Ελληνες συγγραφείς ακολουθούν ανίδεοι την πεπατημένη των κλασικών και εν πολλοίς ακίνδυνων ρομάντσων.
Ερωτες και χωρισμοί
Οπως όλα δείχνουν η Ερωμένη είναι πρωτόλειο αλλά με τόσες εγγενείς λογοτεχνικές αρετές, πέρα βέβαια από την τολμηρότητά του. Το βιβλίο απορρέει από την τακτοποίηση ημερολογιακού τύπου σημειώσεων που κρατά η συγγραφέας γύρω στα τρία χρόνια (από το 1926 ως τις αρχές του 1929) όσο διαρκεί και η ιστορία των ερώτων και των χωρισμών. H σημασία της «γραφής» και «εγγραφής» των δεδομένων είναι ομολογημένη από τη NP, άλλο ένα δείγμα πως δεν είναι ανυποψίαστη. Οι διάλογοί της είναι κάποτε ζωηροί, όμως προτιμώ την περιγραφή και την εξιστόρηση των συμβάντων. Οι παθιασμένες και συνάμα «ρομαντικές» περιπτύξεις των κοριτσιών διατηρούν τη χάρη του απροσποίητου, αγκαλά η βιάση να εκτεθούν, ως έχουν, τους αφαιρεί κάποτε μυστήριο και δραματικότητα. Αναρωτιόμαστε τι βιβλίο θα είχαμε, αν η νεαρή Ρωζέττη αντί να εκθέτει παρατακτικά τις περιπέτειές της, τις οργάνωνε διαφορετικά και, κυρίως, αν έπαιρνε λίγα ακόμη μαθήματα από το πρότυπό της, τη Σαπφώ. Παραταύτα δεν είναι άτοπο να συγκρίνουμε κάποια πράγματα. H διάσημη σκηνή λ.χ. στην οποία η ποιήτρια κοιτάζει την αγαπημένη της να συζητά με άλλον και η συνακόλουθη περιγραφή, πρώτη στην ευρωπαϊκή λογοτεχνία, της ερωτικής παθολογίας (Fr. 31 LP.) επανεμφανίζεται σε διάφορες παραλλαγές (βλ. π.χ. σελ. 66-67) και στην Ερωμένη.
Ομως, όπως έχουμε υπαινιχθεί, εκείνο που κάνει το βιβλίο μοναδικό για την ιστορία των γραμμάτων μας είναι η πρόθεση της συγγραφέως: να αφηγηθεί χωρίς περιστροφές μια ιστορία που συνήθως παραμένει ιδιωτική. H τροπή του ιδιωτικού σε δημόσιο δεν είναι πάντα εύκολη υπόθεση. Ειδικά όταν πρόκειται για τέτοιου είδους θέματα. H ίδια γνωρίζει πως αυτό που κάνει (αυτό που γράφει εντέλει) είναι «αλλόκοτο», έχει πλήρη συνείδηση της ιδιαιτερότητάς της, αντιλαμβάνεται τη θέση της μέσα στο περιβάλλόν της, όμως επιμένει να διαλαλεί τον έρωτά της, χωρίς ενοχές, με απόλυτη φυσικότητα και παρρησία, χωρίς φεμινιστικές θεωρίες. Χωρίς καν να αισθάνεται πως πρέπει να δικαιολογηθεί. Πόσοι Ελληνες συγγραφείς έχουν επιδείξει τόση γενναιότητα και ανεξαρτησία και μάλιστα τόσο νωρίς στα γράμματά μας;
Είναι προφανές ότι η Ερωμένη δεν καταγράφεται στα ευπώλητα του 1929 και αν δεν ήσαν ο Ξενόπουλος και η Χριστίνα Ντουνιά, ίσως δεν θα μαθαίναμε ποτέ την ύπαρξή της. Ομως για την ίδια τη συγγραφέα τι γνωρίζουμε; Για την ώρα μόνο ένα που ίσως αρκεί: πως η N. Ρωζέττη (τι ψευδώνυμο κι αυτό!) κάθησε μια μέρα και έβαλε σε τάξη την αυθάδη, αιρετική και προκλητική ιστορία της. Μάλλον χωρίς τη συνδρομή κανενός και χωρίς να περιμένει τίποτε. Μόνο κριτήριό της η αίγλη της προσωπικής της αυθαιρεσίας. Με μοναδικό γνώμονα, όπως και η Σαπφώ, τον δικό της έρωτα. Και να χαθεί λοιπόν ξανά η μποτίλια που πέταξε μια μέρα στο πέλαγος η άγνωστη Ρωζέττη, δεν έχει σημασία. Ας περιφέρεται στα κύματα της ιστορίας. Ετσι κι αλλιώς, μερικά βιβλία δεν πρόκειται να αγαπηθούν ποτέ απ' τους πολλούς.

Ανώνυμος είπε...

H Xριστίνα Nτουνιά φέρνει στο φως το πρώτο ευρωπαϊκό λεσβιακό μυθιστόρημα με αινιγματική υπογραφή
Γυναικείος ύμνος στην «ομοφυλόφιλη ευτυχία»
ENA AΞIΟΛΟΓΟTATΟ KAI EΠI 76 XPΟNIA ΛHΣMΟNHMENΟ MYΘIΣTΟPHMA ΦEPNEI ΞANA ΣTΟ ΠPΟΣKHNIΟ THN AΠΟΣIΩΠHΣH ΣTHN EΛΛHNIKH ΛΟΓΟTEXNIA TΟY AΠΟKΛINΟNTΟΣ EPΩTIΣMΟY
Του Ευριπίδη Γαραντούδη (ΤΑ ΝΕΑ 04-02-2004)

H κοινότητα των φιλολόγων-νεοελληνιστών αναγνωρίζει τη Χριστίνα Ντουνιά ως συστηματική ερευνήτρια της μεσοπολεμικής λογοτεχνίας. Από εδώ και πέρα, οι ιστορικοί της νεοελληνικής λογοτεχνίας και οι σύγχρονοι αναγνώστες τής καλής λογοτεχνίας θα οφείλουν στην Ντουνιά ένα σπάνιο εύρημα, το βιβλίο της ψευδώνυμης Ντόρας Ρωζέττη, «H ερωμένη της». Αυτό το «ρομάντζο» εκδόθηκε το 1929, τότε μόνον ο Γρηγόριος Ξενόπουλος το υποδέχθηκε με εγκωμιαστική βιβλιοκρισία, ενώ στη συνέχεια λησμονήθηκε εντελώς. H Ντουνιά, λοιπόν, έπειτα από πολύχρονη αναζήτηση, το εντόπισε και το επανεξέδωσε σε φιλολογικά επιμελημένη έκδοση, όπου αναδημοσιεύεται και το κείμενο του Ξενόπουλου. Ποιο είναι το στοιχείο-κλειδί του βιβλίου; Πρόκειται, όπως διαπιστώνεται από τη διεξοδική έρευνα της Ντουνιά, για το πρώτο ουσιαστικά ευρωπαϊκό λεσβιακό μυθιστόρημα, το οποίο «δεν μένει στη διεκδίκηση της ερωτικής ελευθερίας και την κατάφαση της ομοφυλόφιλης επιθυμίας, αλλά συγχρόνως θίγει ζητήματα ισότητας, διεκδίκησης δικαιωμάτων και μιλά ξεκάθαρα για το φεμινιστικό κίνημα» (σ. 229).
Στο επίμετρό της, «H περιπέτεια ενός ρομάντσου», η Ντουνιά συνδέει το βιβλίο τής Ρωζέττη με την ομοιόθεμή του ευρωπαϊκή λογοτεχνία, το εντάσσει στο πνευματικό κλίμα της ελληνικής μεσοπολεμικής περιόδου, το συσχετίζει με τα ελληνικά ημερολογιακά μυθιστορήματα της ίδιας περιόδου και με την «Αργώ» (1933) του Θεοτοκά, φωτίζει τις γλωσσικές αδυναμίες αλλά και τις υφολογικές αρετές του και, τέλος, σχολιάζει το ζήτημα της πραγματικής ταυτότητας της Ρωζέττη, ζήτημα που, με τα μέχρι τώρα στοιχεία της έρευνάς της, παραμένει ανοικτό.
Περιγραφική τόλμη
Θα εστιάσω την προσοχή μου στο, κατά τη γνώμη μου, πιο ενδιαφέρον και σχεδόν απροσδόκητο γνώρισμα αυτού του, ημερολογιακού στη δομή του, μυθιστορήματος. Το γνώρισμα αυτό είναι ότι η ηρωίδα και αφηγήτρια Ντόρα, νεαρή φοιτήτρια της Χημείας και κατά συνείδηση λεσβία, με ομοφυλοφιλικές σχέσεις και στο παρελθόν, βιώνει και καταγράφει στο ημερολόγιο-μυθιστόρημά της τον παράφορο έρωτά της για την, ηλικιακά λίγο μεγαλύτερή της, Λίζα, την «ερωμένη της», χωρίς το παραμικρό ίχνος ενοχής. Έτσι, η αρκετά στάσιμη πλοκή τού μυθιστορήματος ακολουθεί γραμμικά τις πάμπολλες μεταπτώσεις της σχέσης των δύο γυναικών στη διάρκεια τρεισήμισι σχεδόν χρόνων. Το αρκετά αναληθοφανές happy end βρίσκει την Ντόρα και τη Λίζα να έχουν αποδεσμευτεί πλήρως από το οικογενειακό περιβάλλον τους και να αναχωρούν για την Ιταλία, όπου θα ζήσουν ανεμπόδιστα τον έρωτά τους. Σ' όλη τη διάρκεια της σχέσης (και της ημερολογιακής καταγραφής της) το ανεξέλεγκτο ερωτικό πάθος ταλαντώνεται ανάμεσα στον ακραίο συναισθηματισμό και τον «χτηνώδικο» σωματικό έρωτα. H περιγραφική τόλμη των πολλών ερωτικών σκηνών (βλ., π.χ., τις σ. 37-40) ανακαλεί στοιχεία από το ευρωπαϊκό αισθητιστικό μυθιστόρημα του Ουάιλντ ή του Ντανούντσιο, ωστόσο η απόλυτη άφεση των δύο γυναικών στην ερωτική παραφορά δεν βιώνεται ως εκδήλωση νοσηρότητας, αλλά αποτυπώνεται ως αγωνία της Ντόρας να βυθομετρήσει το συναισθηματικό υπόβαθρο της σεξουαλικής μανίας της για τη Λίζα. Με άλλα λόγια, η Ντόρα όχι μόνο περιγράφει - πράγμα βεβαίως ευκολότερο, αφού πρόκειται για πεζογράφημα - ό,τι ο Καβάφης επέλεξε να αποσιωπήσει στα ερωτικά του ποιήματα (ο Καβάφης, εξάλλου, είναι ο μοναδικός νεοέλληνας ποιητής που ονομάζεται ρητά στο μυθιστόρημα), αλλά και συνειδητοποιεί την ψυχική γνησιότητα κι επομένως τη φυσικότητα της αποκλίνουσας, για τον ευρύ κοινωνικό περίγυρο, ερωτικής συμπεριφοράς (της).
Με την πρόοδο της σχέσης και της ημερολογιακής καταγραφής της, η Ντόρα τελικώς αναγνωρίζει την ψυχοσυναισθηματική - ερωτική ταυτότητά της (είναι αυτή που αγαπά τη Λίζα) και, σε συνδυασμό με την κοινωνική χειραφέτησή της, φτάνει στο σημείο να προβάλλει όχι μόνο τη διαφορετικότητα αλλά και την ουσιαστική υπεροχή κατ' εξοχήν του λεσβιακού και γενικότερα του ομοφυλοφιλικού έρωτα σε σύγκριση με τους έρωτες της ρουτίνας.
H αξία του βιβλίου τής Ρωζέττη δεν έγκειται μόνο στον πρωτοποριακό συνδυασμό της ερωτικής του τόλμης με τον φεμινισμό και την κοινωνική χειραφέτηση της γυναίκας ή στην πιστή αντανάκλαση της πνευματικής και ηθικής στάσης των νέων μιας εποχής. H Ερωμένη της είναι ένα βιβλίο που δεν προσθέτει απλώς μία σημαντική λησμονημένη ψηφίδα σ' ένα ιστορικό μωσαϊκό λογοτεχνικών κειμένων. Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα που, παρά τις αρκετές γλωσσικές αστοχίες της νεαρότατης συγγραφέως του, διαβάζεται σήμερα ως σύγχρονο, λόγω της βαθιά θεμελιωμένης ειλικρίνειας και της γνησιότητας του ψυχοσυναισθηματικού φορτίου της ηρωίδας-αφηγήτριας. Ανεξάρτητα από το αν είναι το πρωτόλειο μιας αργότερα καταξιωμένης πεζογράφου (πράγμα για το οποίο η έρευνα μένει να αποφανθεί), η «Ερωμένη της» έχει αυτόνομη αξία. Συγκρινόμενο μάλιστα με πολλά άλλα σύγχρονά του ή και μεταγενέστερα ελληνικά μυθιστορήματα, πολύ πιο καλοδουλεμένα γλωσσικά ή και με πιο ενδιαφέρουσα πλοκή, αλλά ξεπερασμένα από τον χρόνο, διαβάζεται σήμερα ως ένα πολύ πιο σύγχρονο βιβλίο.
...Κι έπειτα ήρθε ο συντηρητισμός
H απενοχοποιημένη στάση της Ρωζέττη έναντι της ομοφυλοφιλίας αντανακλά στο κοινωνικό περιβάλλον και στα ήθη των φοιτητικών συντροφιών και των νεαρών λογοτεχνών και διανοούμενων της δεκαετίας του 1920 παρατηρεί εύστοχα η Ντουνιά. Πρόκειται για το περιβάλλον εκείνων των νέων ανθρώπων που η Ντόρα περιγράφει ως τον άμεσο κοινωνικό της περίγυρο: οικειώνονται και προβάλλουν την καβαφική ποίηση, αποδεσμεύονται από κάθε είδους περιορισμούς, ζουν απελευθερωμένα τον κάθε μορφής έρωτα, μερικοί δεν διστάζουν να κάνουν χρήση ναρκωτικών ουσιών.
Λίγα χρόνια μετά, το πνευματικό και ιδεολογικό κλίμα θα αλλάξει ριζικά. H στροφή προς τη συντηρητική αστική ηθική, που θα παγιωθεί με τη δικτατορία του Μεταξά, θα χαρακτηρίσει τον κυρίαρχο πυρήνα της γενιάς του 1930. Για να φανεί το μέγεθος της μεταστροφής θα παραθέσω δύο χωρία, τόσο εύγλωττα που δεν χρειάζονται σχολιασμό. Από τη μια, ένα χωρίο επιστολής, στις 31/10/1931, του Θεοτοκά προς τον Σεφέρη: «Δε σου χρησιμεύει σε τίποτα να συνεχίσεις την πολιτική της tour d'ivoire [ελεφάντινου πύργου], του détachement [απομάκρυνσης], της bouteille la mer [μποτίλιας στο πέλαγο], που δεν ταιριάζει σε ανθρώπους ρωμαλέους και καλοφαγάδες και καλογαμιάδες σαν κι εμάς, αλλά μονάχα σε ασθενικούς ονειροπόλους και σε πουσταρέλια σαν το σιχαμένο Μαρσέλ Προυστ (τον ξανακοίταξα τώρα τελευταία και μου ήρθε να ξεράσω με τη νοσηρότητα, την αηδιαστική sensiblerie, την ψυχική σαπίλα κι αποσύνθεση αυτού του οικτρού υποκειμένου)» (Θεοτοκάς & Σεφέρης, Αλληλογραφία, 1981, σ. 56). Από την άλλη, η, επί 76 χρόνια λησμονημένη, φωνή της Ντόρας (Ρωζέττη): «Μια φωνή φώναξε μέσα μου: Σοφοί τού κόσμου, ηθικολόγοι, ελάτε να με πείσετε πως δεν είναι έρωτας η ομοφυλόφιλη αυτή εκδήλωση, δεν είναι αγαλλίαση, φρενίτιδα, ευτυχία!..» (σ. 179).
ΤΟ ΠΕΠΛΟ ΤΗΣ ΥΠΟΚΡΙΤΙΚΗΣ ΑΠΟΣΙΩΠΗΣΗΣ
Από τη δεκαετία του 1930 μέχρι σήμερα, την κυρίαρχη τάση της φιλολογικής και της λογοτεχνικής κριτικής διαμόρφωσαν «ρωμαλέοι» άνθρωποι όπως ο Θεοτοκάς. Ένα από τα αποτελέσματα αυτής της τάσης ήταν οι διάφορες, λιγότερο ή περισσότερο τολμηρές, ελληνικές λογοτεχνικές εκφράσεις του αποκλίνοντος ερωτισμού, κατά κανόνα να σκιαστούν (όταν δεν στιγματίζονταν άμεσα ή υπαινικτικά) πίσω από το πέπλο της υποκριτικής αποσιώπησης. (H ταχεία διάδοση και καταξίωση της καβαφικής ποίησης ήταν εξαίρεση, επειδή η μεγαλοσύνη της είναι τέτοια που τίποτε δεν μπορούσε να της σταθεί εμπόδιο). Όσοι πιστεύουν ότι η εικόνα που περιέγραψα είναι αναληθής, ας απαντήσουν στο ερώτημα: εξακολουθεί ή όχι να αποτελεί ταμπού για την κριτική η ομοφυλοφιλία του Γιάννη Ρίτσου, παρά μάλιστα το γεγονός ότι για τον ερωτικό ποιητή Ρίτσο η ομοφυλοφιλία δεν υπήρξε ταμπού, δεδομένου ότι η ομοφυλόφιλη ερωτική επιθυμία ομολογείται ρητά στην ποίησή του ήδη με το ποίημα «Ο ξένος», γραμμένο το καλοκαίρι του 1935 και δημοσιευμένο το 1943; Το βιβλίο τής Ρωζέττη συνιστά, λοιπόν, μια καλή ευκαιρία να αναρωτηθούμε αν ωρίμασαν οι συνθήκες για να εξετάσουμε την παλαιότερη και σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία του αποκλίνοντος ερωτισμού, αποδεσμευμένοι από αποσιωπήσεις και αγκυλώσεις του παρελθόντος.

Ανώνυμος είπε...

Ο εραστής της ερωμένης
Μία ακόμη υπόθεση για την πραγματική ταυτότητα της Ντόρας Ρωζέττη
ΜΑΝΟΛΗΣ ΣΑΒΒΙΔΗΣ (ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 19-02-2006)
Στα τέλη του 2005, η Χριστίνα Ντουνιά μάς έκανε ένα αναπάντεχο δώρο: ανέσυρε από τη λήθη και επανεξέδωσε στις εκδόσεις Μεταίχμιο ένα μυθιστόρημα που είχε πρωτοκυκλοφορήσει στην Αθήνα το 1929, και έκτοτε ηγνοείτο όχι μόνον η τύχη του, αλλά και η τύχη των αντιτύπων του έργου.
Το έργο αυτό είναι το «ρωμάντσο» (κατά την ορολογία της εποχής) με τίτλο Η Ερωμένη της, και υπογράφεται από την άλλως άγνωστη και αθησαύριστη Ντόρα Ρωζέττη. Η λήθη θα το κρατούσε σκεπασμένο αν δεν είχε δημοσιευτεί το 1929 στη Νέα Εστία εγκωμιαστική κριτική του Γρηγόριου Ξενόπουλου για αυτό, κι έπειτα σιωπή - με την εξαίρεση ενός σχολίου του Κλέωνος Παράσχου στο ίδιο περιοδικό την επόμενη χρονιά, απαξιωτικού και για το έργο και για την κρίση του Ξενόπουλου.
Ολα αυτά, και πολλά περισσότερα, μαθαίνουμε από το περιεκτικό επίμετρο της κυρίας Ντουνιά στην επανέκδοση του έργου, με τίτλο «Η περιπέτεια ενός "ρομάντσου"», και της χρωστούμε χάριτες για την υποδειγματική και ευσυνείδητη φιλολογική της εργασία. «Dans les champs de l'observation le hasard ne favorise que les esprits préparés» είχε πει ο Louis Pasteur, και αυτή είναι μια αλήθεια που πρέπει να θυμούνται όσοι ασχολούνται με την έρευνα.
Η όποια λογοτεχνική αξία του έργου έχει όμως επισκιαστεί από τη σκανδαλιστική του διάσταση: πρόκειται, κατά τα φαινόμενα, για το πρώτο (εκ των ελαχίστων) πεζογράφημα της Νέας Ελληνικής που πραγματεύεται τον έρωτα μεταξύ δύο γυναικών. Οι σύγχρονοί μας κριτικοί έσπευσαν να υπογραμμίσουν αυτήν την παράμετρο, εκφράζοντας ταυτόχρονα εικασίες για την ταυτότητα της Ντόρας Ρωζέττη.
Πραγματολογικά στοιχεία στο έργο υπάρχουν πολλά, και οδηγούν σε μία απολύτως κατευθυνόμενη (από τη συγγραφέα) υπόθεση. Αλλά το έργο είναι μυθοπλασία, και δεν ξέρουμε σε ποιον βαθμό ακολουθεί την πραγματικότητα ή την επινοεί. Το ίδιο ισχύει και για το ονοματεπώνυμο της συγγραφέως: αν είναι όντως ψευδώνυμο, κανείς δεν μπορεί να εικάσει μετά βεβαιότητος την πραγματική ταυτότητα (ούτε καν το γένος) που υποκρύπτει.
Υπάρχουν πλέον ολίγιστα εξωκειμενικά τεκμήρια (προ εβδομήντα πέντε ετών θα ήσαν ασφαλώς περισσότερα) που θα μπορούσαν να βοηθήσουν προς την κατεύθυνση της ταυτοποίησης της συγγραφέως, στον βαθμό που αυτή κρίνεται απαραίτητη. Η κυρία Ντουνιά κατόρθωσε να εντοπίσει μόνο δύο αντίτυπα του έργου, ένα στη βιβλιοθήκη Ελευθεριάδη, κι ένα στη βιβλιοθήκη Καβάφη, η οποία μου ανήκει· το αντίτυπο του Καβάφη φέρει, εκτός από τη σφραγίδα με τα αρχικά του ποιητή, και ιδιόχειρη αφιέρωση υπογεγραμμένη από την Ντόρα Ρωζέττη.
Δημοσιεύω σήμερα τη σελίδα τίτλου του αντιτύπου της βιβλιοθήκης Καβάφη, ώστε να συνδράμω στην έρευνα. Επισημαίνω πάντως ότι κανείς δεν εγγυάται πως η αφιέρωση έχει γραφεί και υπογραφεί από την αυθεντική Dora Rosetty (ιδίως αν επρόκειτο περί ψευδωνύμου), και ότι οι υποθέσεις που δεν βασίζονται σε στοιχεία, όπως η παρακάτω, ενέχουν τον κίνδυνο της αστοχίας.
Επειδή και εγώ τον Ξενόπουλο μεγάλως εκτιμώ, και δεν θέλω ουδόλως να τον υποτιμήσω, προτείνω μιαν υπόθεση που δεν είναι ούτε περισσότερο ούτε λιγότερο πιθανή από όσες έχουν έως τώρα διατυπωθεί: ότι η «Ντόρα Ρωζέττη» ήταν ο ίδιος ο πολυπράγμων Γρηγόριος Ξενόπουλος (υπάρχει, άλλωστε, το ομόλογο προηγούμενο - ή μάλλον επόμενο - της «Ελσας Ροζάκη»).

Αλεξανδρινή μικροβιολόγος ήταν η Ντόρα Ρωζέττη;
Tης Oλγας Σελλα (ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 18-02-2006)
Mια Aλεξανδρινή γιατρός μικροβιολόγος φαίνεται να κρύβεται πίσω από το ψευδώνυμο της συγγραφέως Nτόρας Pωζέττη. H γυναίκα που κρύβεται πίσω από το χαμένο βιβλίο του Mεσοπολέμου «H ερωμένη της» (εκδ. Mεταίχμιο), που έφερε στο φως η πανεπιστημιακός Xριστίνα Nτουνιά, αποκαλύπτεται στο τεύχος του περιοδικού «Oδός Πανός» που κυκλοφορεί τη Δευτέρα.
«H μητέρα μου καταγόταν από το Iάσι της Pουμανίας και είχε ξένη μαμά, ήταν διανοούμενη. Mαγείρευε και είχε ανοιχτό το βιβλίο μπροστά της και διάβαζε ταυτόχρονα. Eτσι τη θυμάμαι. (...) O τάφος της είναι δίπλα στον τάφο του Kαβάφη στην Aλεξάνδρεια. Mε τον Kαβάφη γνωριζόταν η οικογένειά μας. Πηγαίναμε στο σπίτι του. O αράπης, ο υπηρέτης του, ερχόταν κρατώντας τον δίσκο ψηλά και φορούσε ωραία φορεσιά και κόκκινο εδώ στη μέση».
Eίναι ένα μικρό απόσπασμα από τη μαρτυρία που δημοσιεύει η «Oδός Πανός». Δεν ήταν το μόνο ψευδώνυμο που χρησιμοποίησε, αφού στη «Διάπλαση των Παίδων» υπέγραφε ως «Πανταχού παρών». Hρθε στην Aθήνα, σε ηλικία 14 ετών, τελείωσε το Aρσάκειο, σπούδασε Iατρική - «στο πανεπιστήμιο, στην Iατρική, ήταν τότε 600 φοιτητές και 20 φοιτήτριες και δεν βγήκαν όλες γιατρίνες. Aλλες παντρεύτηκαν, άλλες πέθαναν από φυματίωση», λέει στη μαρτυρία που δημοσιεύεται στην «Oδό Πανός». Oπως αποκαλύπτεται στο περιοδικό, η Nτόρα Pωζέττη άσκησε το επάγγελμα της μικροβιολόγου στο IKA της Oμόνοιας, απ’ όπου πήρε σύνταξη έπειτα από τριάντα χρόνια. Oπως λέει στην «K» ο Γιώργος Xρονάς το αφιέρωμα των 90 σελίδων που εμπεριέχει το τεύχος, περιλαμβάνει τη μαρτυρία της Nτ. Pωζέττη και το λεύκωμά της. «Oταν ήμουν φοιτήτρια ήμουν αριστερή, τροτσκίστρια, τεταρτοδιεθνίστρια. (...) H ζωή μου ήταν πολυποίκιλη. Σαν φοιτήτρια είχα πολλά ενδιαφέροντα και ασχολιόμουν με πάρα πολλά πράγματα. Eίχαμε κάνει ένα σύλλογο ποδηλατισσών. Eκανα πολλά σπορ. Eριχνα ακόντιο... Συγκινήθηκα όταν είδα τη Bερούλη στην τηλεόραση. Tης έμοιαζα όταν ήμουν νέα. Kαι στο πρόσωπο και στο σουλούπι. Aλλά δεν ήμουν τόσο σπουδαία όσο η Bερούλη...», λέει μεταξύ άλλων στη μαρτυρία της.
H Xριστίνα Nτουνιά, που ενημερώθηκε από την «K» για το περιεχόμενο του περιοδικού, είπε: «Aυτά είναι στοιχεία που μου φαίνονται πολύ πιθανόν να έχουν συμβεί. Hδη έχω διατυπώσει από πολύ νωρίς την άποψη ότι σχετίζεται με τον Kαβάφη και την Aλεξάνδρεια. Eτσι έχει βάρος μια τέτοια κατάθεση. Πιθανόν τώρα που γίνεται λόγος για το βιβλίο να έχουμε και άλλους μάρτυρες. Aυτό έχει ένα ενδιαφέρον κοινωνιολογικό, αλλά το ουσιώδες και για μένα, ως φιλολόγου, εξακολουθεί να είναι το κείμενο».
H Nτόρα Pωζέττη δεν ασχολήθηκε ποτέ ξανά με τη λογοτεχνία, ενώ όπως λέει η ίδια στη μαρτυρία που δημοσιεύεται στο περιοδικό, ο λόγος που δεν βρέθηκαν αντίτυπα του βιβλίου της είναι γιατί τα αγόραζε και τα κατέστρεφε, όπως και η σύντροφός της, η Λίζα. Kάτι που ταιριάζει πολύ με την εξαιρετικά εύστοχη παρέμβαση του ποιητή Tίτου Πατρίκιου στην προχθεσινή εκδήλωση για το βιβλίο στον «Iανό»: «Eίναι πολύ πιθανό να συνέβη μια σημαντική τομή στη ζωή αυτής της γυναίκας και να μην έγραψε ποτέ ξανά. Oπως είναι πιθανό να απέσυρε η ίδια τα αντίτυπα του βιβλίου της», είπε χωρίς να γνωρίζει τίποτα για τις εξελίξεις.

Ανώνυμος είπε...

Για ένα βιβλίο που «έθεσε το θέμα της γυναικείας ομοφυλοφιλίας στα νεοελληνικά γράμματα σχεδόν ταυτόχρονα με τις δυτικές χώρες» γράφει στο ΔΙΑΒΑΖΩ (τ.460, Φεβ. 2006) η Σοφία Ντενίση, λέκτωρ της αγγλικής γλώσσας και λογοτεχνίας στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών:

Πάθη γυναικών στο μεσοπόλεμο

Αν η δεκαετία του 1890 γέννησε τα μυθιστορήματα της Νέας Γυναίκας, τα τόσο απειλητικά για το θεσμό του γάμου, αφού ωθούσαν τις αναγνώστριες στη διεκδίκηση του δικαιώματος της επιλογής συζύγου της αρεσκείας τους, η επόμενη, από το 1905 κι έπειτα, μέσω των ερωτικών μυθιστορημάτων της (sex novels), έθεσε το θέμα της διεκδίκησης του δικαιώματος της γυναίκας να ανακαλύψει τον ερωτισμό της και να τον εκφράσει όπως, και προς όποιον/α, επιθυμούσε, διαπιστώνει ο David Trotter. Φαίνεται πως και το νεοελληνικό μυθιστόρημα του 1929, της υπογράφουσας με το ψευδώνυμο «Ντόρα Ρωζέττη», που ανέσυρε από τη λήθη η γνωστή ερευνήτρια του Μεσοπολέμου Χριστίνα Ντουνιά, μπορεί να ενταχθεί στη δεύτερη αυτή κατηγορία. Η ερωμένη της, έργο πρωτοποριακό, τολμηρό και παθιασμένο, αλλά συνάμα λυρικό, τρυφερό και ευαίσθητο, περίμενε υπομονετικά 75 ολόκληρα χρόνια να γοητευθεί και κάποιος άλλος, εκτός από τον Ξενόπουλο που το εκθείασε όταν πρωτοδημοσιεύτηκε, και να το επαναφέρει στην επιφάνεια. Το μυθιστόρημα είναι, σε πρώτο επίπεδο ανάγνωσης, η παθιασμένη ιστορία δύο νεαρών γυναικών, γύρω στα είκοσι, εντελώς διαφορετικών, της ασχημούλας, όμως ευαίσθητης και παθιασμένης, Ντόρας, μέσα από το ημερολόγιο της οποίας παρακολουθούμε τα γεγονότα, και της όμορφης και φιλάρεσκης, αλλά μικρότερου ψυχισμού, Λίζας. Τα δυο κορίτσια ξεκινούν μια σχέση χωρίς πολλή σκέψη, σαν ένα παιχνίδι, και το παιχνίδι αυτό τα οδηγεί στις σκοτεινές ατραπούς του ερωτικού πάθους, του σαρκικού αλλά και του ψυχικού έρωτα. Το παιχνίδι μετατρέπεται σε σοβαρή ιστορία, που απειλεί τη σχέση τους με τον περίγυρο, την οικογένεια, την κοινωνία. Είναι λοιπόν, σε ένα δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης, ένα μυθιστόρημα σεξουαλικής αφύπνισης, αλλά και ωρίμανσης, αφού και οι δύο, μέχρι τότε παιδούλες στην ουσία, πρωταγωνίστριες αναγκάζονται να αντιιμετωπίσoυν τη ζωή με τις δικές τους δυνάμεις, χωρίς τη συνδρομή της οικογένειας, όταν η «άνομη» σχέση τους γίνεται γνωστή. Είναι ακόμη μια περιήγηση στην Αθήνα του 1920, στις φοιτητικές της συντροφιές, στα αποκριάτικα πάρτι, στις φοιτητικές σοφίτες και στις εκδρομές στα περίχωρα της Αττικής, αλλά και στην αθέατη πλευρά της αθηναϊκής κοινωνίας εκείνων των χρόνων, όταν κυρίες της καλής κοινωνίας ερωτοτροπούσαν με κοριτσάκια κάνοντας χρήση ουσιών, νεαροί ποιητές έπαιρναν κοκαΐνη και φοιτητές κυνηγούσαν αγοράκια με κοντά παντελονάκια. Ταυτόχρονα, το γεγονός πως η πρωταγωνίστρια Ντόρα, φοιτήτρια της Χημείας, εκφράζει συστηματικά τους προβληματισμούς της για τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία της εποχής, για το δικαίωμά της στην εργασία, για την ανισότητα των σχέσεων, για την ανδρική κακομεταχείριση και την απιστία, για την ελευθερία της γυναίκας που κατακτάται μόνο μέσω της εργασίας και με την οικονομική απεξάρτηση από τους γονείς, και ασφαλώς για το δικαίωμα στη σεξουαλική προτίμηση, καθιστά το μυθιστόρημα σαφέστατα φεμινιστικό. Μέσα από τις σελίδες του περνούν μάλιστα οι απόψεις της σύγχρονης κοινωνίας πως η ομοφυλοφιλική της σχέση προέκυψε από τις φεμινιστικές της απόψεις: «ο φεμινισμός κι ο αγώνας της γυναίκας και η εξύψωσή της στο πνευματικό επίπεδο σε τι στρεβλωμένο επίπεδο σ' έφεραν, για το Θεό!» (σ. 119). Όμως η Ντόρα δεν πτοείται από τέτοιου είδους σχόλια, αντίθετα απαντά: «Η γυναίκα όταν αγαπάει είναι λεύτερη ν' αγαπάει μ' όποιο τρόπο θέλει. Άλλες σκοτώνουν από ζήλια τους άντρες, σαν τις εγκαταλείψουν[...], άλλες σκοτώνονται οι ίδιες. [...] Κι εγώ θα σκοτωθώ για μια ...γυναίκα...». (σ. 120-121). Το μυθιστόρημα, καθαρά αυτοβιογραφικό, όπως φαίνεται, στο μεγαλύτερο μέρος του, τελειώνει αδέξια και βεβιασμένα με μια κατασκευασμένη θριαμβευτική φυγή των δύο ερωμένων στην Ιταλία, με την ελπίδα να βρουν εκεί τη γαλήνη. Παρά τις κάποιες αδεξιότητες στη γραφή και στην πλοκή, η Ντόρα Ρωζέττη, όποια κι αν είναι, έχει σίγουρα στόφα συγγραφέα, όπως έχει επισημάνει ο Ξενόπουλος, κι έτσι μας έδωσε ένα απολαυστικό μυθιστόρημα, που διαβάζεται χωρίς ν' αφήσει κανείς το βιβλίο από τα χέρια. Μας έδωσε, όμως, και ένα πρωτοποριακό βιβλίο σε μια πολύ πρώιμη εποχή, που θέτει το θέμα της γυναικείας ομοφυλοφιλίας στα νεοελληνικά γράμματα σχεδόν ταυτόχρονα με τις δυτικές χώρες. Έτσι πιστεύω πως επανέρχεται για μια ακόμη φορά απαιτητικό το αίτημα για τη διερεύνηση της γυναικείας γραφής στον τόπο μας, ιδιαίτερα τις άγνωστες πρώτες δεκαετίες του εικοστού αιώνα, που, όπως φαίνεται, έχουν πολλά ακόμη να μας αποκαλύψουν.

Ανώνυμος είπε...

Η Πόλυ Κρημνιώτη, στην εφημερίδα ΑΥΓΗ (27/02/2006), σημειώνει και μία άλλη διάσταση της κεντρικής ηρωίδας, την αριστερή της ιδεολογία:
Ομοφυλοφιλία στον Μεσοπόλεμο

Επαινέθηκε θερμά από τον Ξενόπουλο το 1929, ο οποίος στο μυθιστόρημα "Η ερωμένη της" διείδε ότι «η δεσποινίδα Ρωζέττη ξέρει να γράφει. Έχει τη σκέψη λεπτή και βαθιά, η πινελιά της αποδίδει γραμμή, χρώμα κι ατμόσφαιρα. Αιστάνθηκε, φαίνεται, στη ζωή της ένα μεγάλο πόνο κι έγραψε ένα θαυμάσιο βιβλίο».

Μετά την πρώτη του έκδοση, μυστηριωδώς το βιβλίο εξαφανίστηκε. Ο ίδιος πέπλος μυστηρίου εξακολουθεί ακόμα να τυλίγει τη συγγραφέα του, παρ' ότι η έρευνα της φιλολόγου Χριστίνας Ντουνιά έφερε και πάλι στο φως αυτό το τολμηρό μυθιστόρημα που μεταφέρει στον σημερινό αναγνώστη άρωμα από το μεσοπόλεμο και από την Αθήνα του 1920. Η ανάσυρση του μυθιστορήματος από τη λήθη σίγουρα κέντρισε το ενδιαφέρον των αναγνωστών, που ξεχώρισαν αμέσως την "Ερωμένη της". Σίγουρα η Ντόρα Ρωζέττη δεν θα είχε φανταστεί, τότε στην πουριτανή Αθήνα του μεσοπολέμου, ότι το έργο της θα είχε τόση απήχηση κοντά 80 χρόνια αργότερα. Τολμηρό χαρακτήρισε ο Ξενόπουλος τότε στην "Νέα Εστία" το βιβλίο, το οποίο ιστορεί τον έρωτα ανάμεσα σε δυο κορίτσια. Της νεαρής εκκεντρικής φοιτήτριας Χημείας, της Ντόρας, με την πανέμορφη Λίζα. Κι αν η Ντόρα βιώνει τον έρωτα σαν επανάσταση, το μυθιστόρημα της Ρωζέττη «δεν μένει στη διεκδίκηση της ερωτικής της ελευθερίας και την κατάφαση της ομοφυλόφιλης επιθυμίας, αλλά συγχρόνως θίγει ζητήματα ισότητας, διεκδίκησης δικαιωμάτων και μιλά ξεκάθαρα για το φεμινιστικό κίνημα» ενώ παράλληλα «καταγράφει σκηνές, συμπεριφορές, αντιλήψεις, σε μια δυναμική προοπτική, αποδίδοντας κάποτε με λιτότητα και ευτυχία τις συγκρούσεις ανάμεσα σε μια παγιωμένη συντηρητική νοοτροπία και μια δυναμική τάση αμφισβήτησής της» όπως σημειώνει στο επίμετρό της η Χριστίνα Ντουνιά. Ο αθηναϊκός νεαρόκοσμος της δεκαετίας του '20, τα στέκια του, οι συμπεριφορές του, οι νέες ιδέες που τον διαπνέουν, οι προβληματισμοί, τα γλέντια του περνούν ανάγλυφα από τις σελίδες του μυθιστορήματος.

Ως εκ τούτου, το ίδιο το βιβλίο είναι που κεντρίζει το ενδιαφέρον σήμερα κι ας μένει ανοιχτή η απορία για την ταυτότητα και την τύχη της συγγραφέως του. Βέβαια, στο τελευταίο τεύχος της "οδού Πανός" έχουμε τη μαρτυρία μιας Αλεξανδρινής μικροβιολόγου, η οποία φέρεται να κρύβεται πίσω από το ψευδώνυμο Ντόρα Ρωζέττη και η οποία αγόραζε και κατέστρεφε τα αντίτυπα του βιβλίου της, γι' αυτό και δεν σώθηκαν παρά δύο αντίτυπά του. Σε κάθε περίπτωση πάντως, όποια κι αν είναι η συγγραφέας, από το βιβλίο αναδεικνύεται η λογοτεχνική της φλέβα, η αριστερή της ιδεολογία, το ανήσυχον της σκέψης της. Αποτυπώματα εμφανή σε ένα μυθιστόρημα που έρχεται να προσθέσει ψηφίδες στην ιστορία της λογοτεχνίας μας και να προσφέρει απόλαυση στον σύγχρονο αναγνώστη. Το μυθιστόρημα, που κυκλοφορεί από το "Μεταίχμιο", εκτός από την κανονική του έκδοση στα βιβλιοπωλεία βρίσκεται πλέον και σε ειδική σκληρόδετη έκδοση με το εξώφυλλο της πρώτης έκδοσης του 1929.

Ανώνυμος είπε...

«...το τελευταίο τεύχος της Οδού Πανός», που αναφέρει η Πόλυ Κρημνιώτη, είναι το τεύχος 132 του Απριλίου του 2006. Το τεύχος αυτό φιλοξενεί ένα μοναδικό και εξαιρετικά ενδιαφέρον ενενηντασέλιδο αφιέρωμα στην “Ντόρα Ρωζέττη” που έγραψε η, προσφάτως αποδημήσασα, Ελένη Μπακοπούλου - δραστήριο μέλος της ελληνικής λεσβιακής κοινότητας - η οποία μετά από επίμονες έρευνες, κατά το έτος 1983, εντόπισε την συγγραφέα της "Ερωμένης της", συνομίλησε αρκετές φορές μαζί της και όπως λέει η ίδια «γρήγορα την εκτίμησε, την αγάπησε, την πόνεσε».

Πριν περάσω κάποια αποσπάσματα από αυτό το αφιέρωμα, θέλω να σταθώ στις τελευταίες παραγράφους του επιλόγου του αφιερώματος. Στις προτάσεις αυτές αποτυπώνεται πολύ καθαρά η πίκρα και η απογοήτευση της Ελένης Μπακοπούλου - που αφιέρωσε σημαντικό κομμάτι της ζωής της στο ζήτημα της λεσβιακής ορατότητας -, για την τύχη που επεφύλαξαν σ’ αυτά τα ιδιαίτερης σημασίας έργα τους οι ίδιες oι συγγραφείς, από φόβο, ή την αφάνεια στην οποία αυτά καταδικάστηκαν λόγω των ομοφυλοφοβικών προκαταλήψεων των άλλων:


Οι φεμινίστριες και οι ομοφυλόφιλες εκείνες ανά την Οικουμένη, που μελισσούλες άοκνες δουλεύουν να συλλέξουνε της τέχνης τους τη γύρη, ας σκύψουν στο βιβλίο «Η Ερωμένη της» (μεταφρασμένο). Στα χέρια τους ανήκει. Για να μη ξανακαεί στην πυρά (όπως τότε το 1929 από την ίδια τη συγγραφέα) και για να μη ζήσει κι αυτό κάποτε μελλοντικά - ποιος ξέρει – την περιπέτεια που έζησαν της Ρίτας [*] τα τραγούδια.

Σκέφτομαι εκείνα τα «παλιόπαιδα» του 1929. Τον Τσουκαλά και τον Σημηριώτη. Αν δεν είχαν εκδόσει το βιβλίο «για να βγάλουν κέρδος και για να κάνουν θόρυβο» οι σημειώσεις της Νέλλης Κ. θα είχαν καεί μαζί με όλες τις άλλες σ' εκείνο το πακέτο που η Ρίτα φοβήθηκε λες και είχε... βόμβα.
...Σκέφτομαι το πακέτο στην πυρά...
Σκέφτομαι ακόμη τις χιλιάδες σημειώσεις και ερωτικές επιστολές, τα αμέτρητα ποιήματα και ημερολόγια τα γραμμένα από γυναικεία χέρια, που αφού μείνουν σε ερμητικά κλειστά συρτάρια για πολλά χρόνια καταστρέφονται τελικά από τρεμάμενα ρυτιδωμένα χέρια... Ή από αδιάφορους και βιαστικούς κληρονόμους.

Σ' ευχαριστώ Ντόρα, σ' ευχαριστώ Νέλλη, για τον τύπο που άφησες στην ψυχή μου. Συγνώμη που δεν σου στάθηκα όταν ασφαλώς θα με χρειάστηκες. Συ ξέρεις οι απερισκεψίες της νιότης τι σημαίνουν...
Σας ευχαριστώ κι εσάς παλιόπαιδα...


Aθήνα, 20 Ιανουαρίου 2006
Ελένη Μπακοπούλου – Περιοδικό Οδός Πανός


~~~~
[*]Εννοεί την Ρίτα Μπούμη-Παπά (1906-1984)

Ανώνυμος είπε...

Στον πρόλογο του αφιερώματος η Ελένη Μπακοπούλου γράφει για τους λόγους που την οδήγησαν να αναζητήσει την συγγραφέα του βιβλίου «Η ερωμένη της», για την υπόσχεση που της έδωσε να μην δημοσιοποιήσει το αποτέλεσμα της έρευνάς της για όσο καιρό η “Ντόρα Ρωζέττη” θα ήταν εν ζωή, για τα συναισθήματα που της γέννησε η γνωριμία της και την εντύπωση που αποκόμισε από τις προσωπικές φιλικές συνεντεύξεις που είχε μαζί της:


Toυς ποιητές και τους συγγραφείς ίσως δεν πρέπει να επιδιώκουμε να τους γνωρίσουμε από κοντά. Εκείνοι μας δίνουν το έργο τους για να επικοινωνήσουμε μαζί τους και να τους γνωρίσουμε. Ίσως είναι καλύτερα να τους έχουμε στη σφαίρα της φαντασίας και της γοητείας. Βέβαια είναι διανοούμενοι, σκεπτόμενοι άνθρωποι, και ασφαλώς μας ενδιαφέρει να μαθαίνουμε τις απόψεις τους για διάφορα τρέχοντα θέματα, αλλά προσωπικά διαφωνώ με την τόσο μεγάλη δημοσιότητα των δημιουργών της πένας στην εποχή μας. Η εκδοτική βιομηχανία ρίχνει αχόρταγα τους προβολείς πάνω τους: τι βιβλιοπαρουσιάσεις με το γνωστό «θα ακολουθήσει δεξίωση» στην πρόσκληση, τι συνεντεύξεις στα ΜΜΕ, τι φωτογραφίσεις, τι αυτόγραφες αφιερώσεις στην πρώτη σελίδα του βιβλίου υπό το φως των προβολέων και το φακό της κάμερας... Σκέφτομαι τον Καζαντζάκη στην Αίγινα... τον Σκαρίμπα στη Χαλκίδα... Οι συγγραφείς δεν είναι πολιτικοί, ούτε ανήκουν στην show-business για να χρειάζονται τόσο μεγάλη δημοσιότητα.

Η Ντόρα Ρωζέττη όμως ήταν μια ιδιάζουσα περίπτωση. Δεν υπήρχε γι' αυτήν ούτε ένα απλό βιογραφικό σημείωμα. Και η μετέπειτα σιωπή της τι σήμαινε; Τι έκανε σε όλη τη μετέπειτα ζωή της; Ένιωθα διακαώς τον πόθο να δώσω απαντήσεις σ' αυτά τα ερωτήματα και σε πολλά άλλα. Έκανα ακόμη τη σκέψη πως θα μπορούσαμε να δημοσιεύσουμε κάτι γι' αυτήν σ' εκείνα τα εμφανισιακώς άκομψα έντυπά μας. Ή και να επανεκδώσουμε το βιβλίο της. Στην αρχή, όπως ήταν αναμενόμενο, με δέχτηκε με ανασφάλεια, με επιφυλακτικότητα. Όχι όμως και καχυποψία. Χωρίς να της πω τίποτε για έντυπα κι επανεκδόσεις μου είπε ευθέως πως φοβόταν μη δημοσιεύσω κάτι γι' αυτήν, ακόμη και με το όνομα Ντόρα Ρωζέττη, ή μην επανεκδώσω το βιβλίο. Άρχισα να αισθάνομαι ενοχές που αναστάτωνα τη ζωή ενός αθώου ηλικιωμένου ανθρώπου. Έθετα ηθικής φύσεως ερωτήματα στον εαυτό μου. «Να προλάβω να πεθάνω και μετά ας γίνει ό,τι θέλει», μου είπε. Της υποσχέθηκα πως δεν επρόκειτο να δημοσιεύσω τίποτε γι' αυτήν, όσο τουλάχιστον βρισκόταν εν ζωή. Και την υπόσχεσή μου την κράτησα με το παραπάνω. [...] Και αφού είχα δεσμευτεί πως δεν θα δημοσίευα τίποτε γι' αυτήν και πως δεν θα επανέκδιδα, το βιβλίο της, έκρυψα σε μιαν άκρη τη μαρτυρία της, τις σημειώσεις μου, το λεύκωμα, τη διδακτορική διατριβή και το βιβλίο της. Και η Ντόρα Ρωζέττη πέρασε στο παρελθόν μου... Για να επανέλθει απρόσμενα μετά από τόσα χρόνια... Όσο καιρό επεξεργαζόμουν τη μαρτυρία της, βλέποντας τον γραφικό μου χαρακτήρα και την σε πρώτο πρόσωπο αφήγησή της, στιγμές-στιγμές ένιωθα σα να ήμουν η επίγεια μετεμψύχωσή της...
...
Ανέβηκε πολύ ψηλά με τη Γνώση, την πνευματική καλλιέργεια και τα επιστημονικά επιτεύγματα, έπεσε πολύ χαμηλά όταν μέσα στη νεανική ορμή και τις συνάφειες άφηνε εκτεθειμένο τον εαυτό της και τον καθιστούσε ευάλωτο σε κακόβουλα στοιχεία που την ειρωνεύονταν, την ταπείνωναν και την εξεβίαζαν για την ιδιαιτερότητά της.
Στην ωριμότητά της όμως είχε μάθει πια να ξεχωρίζει το γνήσιο από το φτιασιδωμένο. Εισέπραξε την αγάπη και το σεβασμό μου για εκείνη. Μου ανταπέδωσε τα αισθήματα, μου άνοιξε την καρδούλα της και μου μίλησε εκ βαθέων για όλα. Δεν μπήκε ποτέ στον πειρασμό, δεν παρασύρθηκε ποτέ να περιαυτολογήσει. Δεν προσπάθησε ποτέ να εντυπωσιάσει τη νέα γυναίκα που είχε απέναντί της. Ούτε και να ωραιοποιήσει τίποτε. Μια πινελιά ωραιοποίησης διέκρινα μόνο όταν μιλούσε για τον άντρα της, ήταν ίσως ο σεβασμός που όφειλε στη μνήμη του. Και καλά έκανε. Δεν είχε ανάγκη για περιαυτολογίες. Δεν είχε να αποδείξει τίποτε σε κανένα. Ήταν πλήρης και αυτάρκης.

Ανώνυμος είπε...

Στο παρακάτω απόσπασμα που αντιγράφω από το πρώτο κεφάλαιο του αφιερώματος της Οδού Πανός έχουμε την καταγραφή των έντονων συναισθημάτων που βίωνε η "Ντόρα Ρωζέττη" στη άνιση σχέση της με την «Ερωμένη της». Συναντάμε γνωστούς ποιητές και ηθοποιούς της εποχής και μαθαίνουμε κάποια μικρά μυστικά τους. Ωστόσο, εκείνο που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον – και ας ελπίσουμε ότι αυτό είναι μόνον ιστορικό – είναι η αντίληψη της "Ντόρας Ρωζέττη" για τους άνδρες ομοφυλόφιλους. Διεκδικεί για τις λεσβίες τον ρόλο του δυναμικού και δραστήριου ανθρώπου όπως και την δυνατότητα να διατηρεί τη γυναικεία της υπόσταση, ενώ για τους άνδρες ομοφυλόφιλους έχει την πεποίθηση ότι "θέλουν να μιμηθούν το φύλο της" - κάτι που συνιστά μια κραυγαλέα μεροληπτική διάκριση, δηλαδή:

Μαρτυρία Ντόρας Ρωζέττη
[…]
Eγώ είχα κοντά μαλλιά, α λα γκαρσόν, και φορούσα γραβάτα. Ήταν η μόδα τότε. Πολλές φοιτήτριες φορούσαν γραβάτα και ταγιέρ και είχαν κόψει τα μαλλιά τους. Αλλά και έτσι μου έδιναν σημασία οι κοπέλες. Έρχονταν και μ' αγκάλιαζαν. «Μπούμπη, Μπούμπη», μου έλεγαν. Αυτό ήταν παρατσούκλι μου. Αλλιώς μπορεί να μη με πρόσεχαν, ήμουν άσχημη. Δεν σήμαινε ότι ήθελα να είμαι άντρας. Χαιρόμουν για τη γυναικεία μου υπόσταση.

Οι ομοφυλόφιλοι άντρες τότε εκυκλώνοντο από λεσβίες για νάχουν μια γυναίκα δίπλα τους. Μια φορά ένας μου είχε ζητήσει να είμαι η ντάμα του σ' ένα χορό που θα πήγαινε. «Ξέρω τι ντάμα σου θα είμαι!» είπα από μέσα μου.
Ήμασταν λίγες τότε σχετικά αι λεσβιάζουσες. Πολύ μικρός κύκλος. Και οι γυναίκες με τις οποίες κάναμε σχέσεις, πολλές φορές, μας εκμεταλλεύονταν οικονομικά.

Μια φορά είχα πάει σ' ένα χορό τις αποκριές, είχα ντυθεί αλητάκι. Σ' ένα θεωρείο ήταν τέσσερεις φοιτήτριες γιατρίνες μεγαλύτερες από μένα, φορούσαν μάσκες, εγώ όμως τις γνώρισα. «Έλα δω αλητάκι», μου είπαν, με πήραν στα θεωρεία τους και μου ρίχτηκαν και οι τέσσερεις, με ξέντυναν, μου έβαζαν χέρι... ήταν λεσβιάζουσες.

Συνήθως τότε η μία από τις δύο γυναίκες ήταν πιο ενεργητική και αυτό φαινόταν και από την εμφάνιση, αλλά στη σχέση τα πράγματα ήταν πιο αμοιβαία, γιατί βέβαια τα όργανά σου που ήθελες να ικαναποιήσεις ήταν γυναικεία και όχι αντρικά. Εγώ ήμουν ενεργητική, θα έλεγα επιθετική. Ενεργητικές ήμασταν όχι γιατί θέλαμε να μοιάσουμε στους άντρες, αλλά γιατί ήμασταν πιο δυναμικές, πιο δραστήριες.

Τότε στα Ιλίσσια κοντά στους Αμπελόκηπους ήταν ένα κέντρο, το Ηραίο. Έπαιζε πιάνο ένας εξαίρετος πιανίστας ο Ρακίνας. Ήταν πολύ αριστοκρατικός με ωραίο κέρινο πρόσωπο και χέρια με μακρυά δάχτυλα. Εκεί σύχναζαν όλοι οι διανοούμενοι ομοφυλόφιλοι και άλλοι πολλοί διανοούμενοι βέβαια που μας συμπαθούσαν. Θυμάμαι τους ποιητές, τον Ναπολέοντα Λαπαθιώτη, τον Τεύκρο Ανθία. Ο Τεύκρος Ανθίας ήταν ωραίος σαν άνθρωπος και σαν ποιητής. Εγώ αγαπούσα πολύ τα ποιήματά του. Ήταν αιθερομανής τότε. Περνούσε από τη στοά Αρσακείου και ντουμάνιαζε ο τόπος από τον αιθέρα. Μετά, έμαθα ότι έγινε καλά. Ήταν φίλος μου, είχε γλυκειά ψυχή... Αντρέα τον φωνάζαμε. Ναι, στο βιβλίο μου ήταν ο νέος ποιητής που διάβαζε τα σονέτα του και εσυγκινείτο η Λίζα. Εκεί στο Ηραίο μάς διάβαζε τα ποιήματά του και ο Μαραμπού μερικές φορές. Όχι, γυναίκες δεν είχε πολλές στο Ηραίο, πού και πού πέρναγε καμμιά. Πέρναγε η Μαρίκα Κοτοπούλη. Μεγάλη ηθοποιός... Γι' αυτήν έλεγαν ότι είχε πάει με όλες τις μικρότερες ηθοποιούς που αναδείχτηκαν αργότερα. Πολλοί ηθοποιοί ήταν έτσι. Εγώ πήγαινα συχνά στα θέατρα, στα παρασκήνια, αλλά δεν έκανα σχέση με καμμιά ηθοποιό. Είχα κάνει φιλία με τη Ζωζώ Νταλμάς. Μόνο αγκαλιές και φιλιά είχαμε...

Πάντα είχα αδελφικούς φίλους ομοφυλόφιλους. Το ότι θέλουν να μιμηθούν το φύλο μου είναι κολακευτικό. Πολλοί ομοφυλόφιλοι ήταν αθλητές. Ή πήγαιναν στους αθλητές για να βρούνε φίλους. Είχαν διάφορα επαγγέλματα τότε, πολλοί ήταν σερβιτόροι, μάγειροι, πάρα πολλοί ηθοποιοί και όλοι οι χορευτές στα μπαλέτα.

Τη Λολίτα, δηλαδή τη Λίζα του βιβλίου, την γνώρισα στο Πανεπιστήμιο. Ήταν συμφοιτήτριά μου. Εργαζόταν όμως και στην τράπεζα και μετά παράτησε τις σπουδές της. Την φώναζαν και Λόλα. Ήταν από καλή αθηναϊκή οικογένεια. Αρχίσαμε το 1925. Έκανε κρύο και είχαμε πέσει να κοιμηθούμε μαζί. Εκείνη πήρε το χέρι μου και το έβαλε στο στήθος της, ενώ άρχισε να με χαϊδεύει κάτω. Ήταν τρία χρόνια μεγαλύτερη και ήξερε από αυτά. Μετά μου είπε ότι το έκανε από μικρή με άλλα κορίτσια. Το έκανε για ποικιλία γιατί ήθελε και τους άντρες. Είχε τον φίλο της και κανέναν εξτρά πού και πού. Ο μόνιμος φίλος της ήταν αθλητής, τον γνώριζα, μαζί γυμναζόμασταν. Τον ζήλευα και τον μισούσα. Μίσος φοβερό.

Μου έκανε τσαλίμια, έφευγε κι έκανε μήνες να φανεί. Με βασάνιζε. «Δεν θέλω να σε δω. Να μη περνάς από τη γειτονιά μου, να μη μου τηλεφωνείς, να μη σε ξαναδώ στα μάτια μου». Αλλά μου έδινε και μερικές γλυκές στιγμές, κι εγώ περίμενα με λαχτάρα για να μου ξαναδώσει μια τέτοια στιγμή. Παθιαζόμουν, έλεγα ας έρθει να την αγκαλιάσω και ας πουλήσω και τον εαυτό μου. Της έκανα δώρα, έτρεχα να της πάρω ένα κολιέ ή ό,τι άλλο, παρ' όλο που εκείνη είχε και η οικογένειά της ήταν ευκατάστατη. Με είχε κάνει δουλάκι της. Έρμαιο. Ήταν πολύ θερμή γυναίκα. Ερχόταν σε μένα και ύστερα πήγαινε στον φίλο της. Ή πήγαινε στον φίλο της και μετά ερχόταν και σε μένα, μου έλεγε ψέματα ότι ερχόταν από το σπίτι της και μετά διαπίστωνα ότι ερχόταν από το ραντεβού μαζί του.

Αλλά κι εγώ από πείσμα πήγαινα και με άλλες. Τελικά ο έρωτας αυτός ήταν κάτι το εξιδανικευμένο, γιατί το αντικείμενό μου δεν άξιζε αυτόν τον έρωτα. Ήταν φαντασία. Ζούσα στα σύννεφα, υπερβατούσα.

Ανώνυμος είπε...

Λίγο πριν την δημοσίευση του αφιερώματος της Οδού Πανός, ο Μανόλης Σαββίδης, στο Βήμα της 19ης Φεβρουαρίου του 2006, είχε διατυπώσει μία άλλη εκδοχή για την ταυτότητα της “Ντόρας Ρωζέττη”

εκδοτική ιστορία

Ο εραστής της ερωμένης

Μία ακόμη υπόθεση για την πραγματική ταυτότητα της Ντόρας Ρωζέττη


Στα τέλη του 2005, η Χριστίνα Ντουνιά μάς έκανε ένα αναπάντεχο δώρο: ανέσυρε από τη λήθη και επανεξέδωσε στις εκδόσεις Μεταίχμιο ένα μυθιστόρημα που είχε πρωτοκυκλοφορήσει στην Αθήνα το 1929, και έκτοτε ηγνοείτο όχι μόνον η τύχη του, αλλά και η τύχη των αντιτύπων του έργου.

Το έργο αυτό είναι το «ρωμάντσο» (κατά την ορολογία της εποχής) με τίτλο Η Ερωμένη της, και υπογράφεται από την άλλως άγνωστη και αθησαύριστη Ντόρα Ρωζέττη. Η λήθη θα το κρατούσε σκεπασμένο αν δεν είχε δημοσιευτεί το 1929 στη Νέα Εστία εγκωμιαστική κριτική του Γρηγόριου Ξενόπουλου για αυτό, κι έπειτα σιωπή - με την εξαίρεση ενός σχολίου του Κλέωνος Παράσχου στο ίδιο περιοδικό την επόμενη χρονιά, απαξιωτικού και για το έργο και για την κρίση του Ξενόπουλου.

Ολα αυτά, και πολλά περισσότερα, μαθαίνουμε από το περιεκτικό επίμετρο της κυρίας Ντουνιά στην επανέκδοση του έργου, με τίτλο «Η περιπέτεια ενός "ρομάντσου"», και της χρωστούμε χάριτες για την υποδειγματική και ευσυνείδητη φιλολογική της εργασία. «Dans les champs de l'observation le hasard ne favorise que les esprits préparés» είχε πει ο Louis Pasteur, και αυτή είναι μια αλήθεια που πρέπει να θυμούνται όσοι ασχολούνται με την έρευνα.

Η όποια λογοτεχνική αξία του έργου έχει όμως επισκιαστεί από τη σκανδαλιστική του διάσταση: πρόκειται, κατά τα φαινόμενα, για το πρώτο (εκ των ελαχίστων) πεζογράφημα της Νέας Ελληνικής που πραγματεύεται τον έρωτα μεταξύ δύο γυναικών. Οι σύγχρονοί μας κριτικοί έσπευσαν να υπογραμμίσουν αυτήν την παράμετρο, εκφράζοντας ταυτόχρονα εικασίες για την ταυτότητα της Ντόρας Ρωζέττη.

Πραγματολογικά στοιχεία στο έργο υπάρχουν πολλά, και οδηγούν σε μία απολύτως κατευθυνόμενη (από τη συγγραφέα) υπόθεση. Αλλά το έργο είναι μυθοπλασία, και δεν ξέρουμε σε ποιον βαθμό ακολουθεί την πραγματικότητα ή την επινοεί. Το ίδιο ισχύει και για το ονοματεπώνυμο της συγγραφέως: αν είναι όντως ψευδώνυμο, κανείς δεν μπορεί να εικάσει μετά βεβαιότητος την πραγματική ταυτότητα (ούτε καν το γένος) που υποκρύπτει.

Υπάρχουν πλέον ολίγιστα εξωκειμενικά τεκμήρια (προ εβδομήντα πέντε ετών θα ήσαν ασφαλώς περισσότερα) που θα μπορούσαν να βοηθήσουν προς την κατεύθυνση της ταυτοποίησης της συγγραφέως, στον βαθμό που αυτή κρίνεται απαραίτητη. Η κυρία Ντουνιά κατόρθωσε να εντοπίσει μόνο δύο αντίτυπα του έργου, ένα στη βιβλιοθήκη Ελευθεριάδη, κι ένα στη βιβλιοθήκη Καβάφη, η οποία μου ανήκει’ το αντίτυπο του Καβάφη φέρει, εκτός από τη σφραγίδα με τα αρχικά του ποιητή, και ιδιόχειρη αφιέρωση υπογεγραμμένη από την Ντόρα Ρωζέττη.

Δημοσιεύω σήμερα τη σελίδα τίτλου του αντιτύπου της βιβλιοθήκης Καβάφη, ώστε να συνδράμω στην έρευνα. Επισημαίνω πάντως ότι κανείς δεν εγγυάται πως η αφιέρωση έχει γραφεί και υπογραφεί από την αυθεντική Dora Rosetty (ιδίως αν επρόκειτο περί ψευδωνύμου), και ότι οι υποθέσεις που δεν βασίζονται σε στοιχεία, όπως η παρακάτω, ενέχουν τον κίνδυνο της αστοχίας.

Επειδή και εγώ τον Ξενόπουλο μεγάλως εκτιμώ, και δεν θέλω ουδόλως να τον υποτιμήσω, προτείνω μιαν υπόθεση που δεν είναι ούτε περισσότερο ούτε λιγότερο πιθανή από όσες έχουν έως τώρα διατυπωθεί: ότι η «Ντόρα Ρωζέττη» ήταν ο ίδιος ο πολυπράγμων Γρηγόριος Ξενόπουλος (υπάρχει, άλλωστε, το ομόλογο προηγούμενο - ή μάλλον επόμενο - της «Έλσας Ροζάκη»).

Ανώνυμος είπε...

Τέσσερις μήνες μετά το αφιέρωμα της Οδού Πανός η Ελένη Μπακοπούλου γράφει στο Βήμα (30/7/2006), απαντώντας, κατά κάποιον τρόπο, στον Μανόλη Σαββίδη:

Και πάλι η Ντόρα Ρωζέττη

Τεκμήρια για την αληθινή ταυτότητα της συγγραφέως του σαπφικού μυθιστορήματος «η Ερωμένη της»


Την Ντόρα Ρωζέττη, συγγραφέα του βιβλίου "η Ερωμένη της" (εκδόσεις N. Θεοφανίδη-Σ. Λαμπαδαρίδη, 1929 - επανέκδοση 2005, Μεταίχμιο), τη γνώρισα το 1984 όταν ήταν σε ηλικία 76 ετών. Την αναζήτησα και την εντόπισα αφού πρώτα είχε πέσει στα χέρια μου ένα παλιό αντίτυπο του βιβλίου της. Αναπτύχθηκε μεταξύ μας φιλία και η Ρωζέττη μού έδωσε με προθυμία εκτεταμένη αυτοβιογραφική μαρτυρία, λέγοντάς μου όμως πως δεν επιθυμούσε να δημοσιευτεί τίποτε γι' αυτήν όσο θα ευρίσκετο εν ζωή.

Όλο το υλικό που προέκυψε από την έρευνά μου το δημοσίευσα στο περιοδικό «Οδός Πανός» (τεύχη 132 και 133), αποκαλύπτοντας έτσι πως η Ντόρα Ρωζέττη ήταν η Νέλλη Καλογλοπούλου-Μπογιατζόγλου (1908-1989), Αλεξανδρινή Αιγυπτιώτισσα, ιατρός αφροδισιολόγος - γυναικολόγος - υγιεινολόγος.

Από την πιο πρόσφατη έρευνά μου αποκόμισα τις παρακάτω ενδιαφέρουσες πληροφορίες: Ότι ο βασικός κληρονόμος της είχε περισώσει και κατέχει: α) τα ιατρικά πτυχία της β) το ασημένιο φλάουτό της μέσα στη θήκη του γ) τους δίσκους της βινυλίου κλασικής μουσικής. Μου έδειξε μάλιστα το φλάουτο και τους δίσκους.

Ακόμη μου είπε ότι λίγο καιρό προτού πεθάνει συσκεύασε επιμελώς σε χαρτόκουτα τα επιστημονικά της βιβλία - ίσως και άλλα προσωπικά της αντικείμενα - και τα παρέδωσε σε παλαιοπώλη που την επισκέφτηκε επί τούτου στο σπίτι της. Το πλούσιο φωτογραφικό αρχείο της Ρωζέττη που είχα την τύχη να δω το 1984 δεν έχει περισωθεί. Μάλλον το κατέστρεψε η ίδια λίγο προτού πεθάνει ή το παρέδωσε στον παλαιοπώλη μαζί με τα βιβλία της.

Σκληρός άνθρωπος

Ο κληρονόμος χαρακτήρισε τη Ρωζέττη «σκληρό άνθρωπο» και μου διηγήθηκε το εξής περιστατικό: Όταν ήταν παιδί, επισκέφτηκε με τη μητέρα του τη Ρωζέττη στο ιατρείο της. Δεν είπε «καλημέρα» και η Ρωζέττη θύμωσε πολύ. Τον υποχρέωσε να βγει από το ιατρείο και να ξαναμπεί λέγοντας «καλημέρα». Τον σύζυγό της Κωστίκα Μπογιατζόγλου τον χαρακτήρισε «πολύ καλό άνθρωπο» και «μπον βιβέρ». Ο κληρονόμος της μου έδωσε ακόμη την πληροφορία πως όταν ήταν αυτός παιδί έπαιζε στο Παγκράτι με τον γιο της φίλης της Λολίτας (Λίζας του βιβλίου), ο οποίος ήταν λίγο μεγαλύτερός του. Ο γιος της Λολίτας-Λίζας είναι επιστήμων και ευρίσκεται εν ζωή.

Στην έρευνά μου δημοσίευσα βέβαια πάρα πολλά κοινά στοιχεία Ρωζέττη - Καλογλοπούλου, αλλά σκόρπια σε διάφορα σημεία των κειμένων μου και χωρίς να δίνω μεγάλη έκταση ή έμφαση στο καθένα. Μέλημά μου τότε ήταν να παρουσιάσω όλο το πλούσιο πληροφοριακό υλικό για τη Ρωζέττη που είχα στη διάθεσή μου, ενώ η ταύτιση Ρωζέττη - Καλογλοπούλου ήταν αυτονόητη για μένα, όχι όμως και για πολλούς αναγνώστες. Έκρινα λοιπόν σκόπιμο να γράψω ένα κείμενο επικεντρωμένο στην τεκμηρίωση της ταύτισης της Ρωζέττη με την Καλογλοπούλου για να κλείσει οριστικά η δημόσια συζήτηση για το ποια ήταν η Ρωζέττη και να πάψουν να ακούγονται και οι τελευταίες φωνές δυσπιστίας.

Τις πληροφορίες μου για την Ντόρα Ρωζέττη τις αντλώ από: α) Το βιβλίο η Ερωμένη της, μέσα από τις σελίδες του οποίου η συγγραφέας μάς δίνει πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία και σαφείς περιγραφές του εαυτού της. β) Την ιδιόχειρη αφιέρωσή της στον Καβάφη σε αντίτυπο του βιβλίου της που σήμερα αποτελεί ιδιοκτησία του κ. Μανόλη Σαββίδη και που δημοσιεύτηκε στο «Βήμα της Κυριακής» (19.2.2006).

Τις πληροφορίες για τη Νέλλη Καλογλοπούλου τις αντλώ από: α) Τη ληξιαρχική πράξη θανάτου της. β) Τις συνεργασίες της στη «Διάπλαση των Παίδων», καθώς και άλλα δημοσιεύματα στη «Διάπλαση» που αποδεικνύουν ότι το Διαπλασόπουλο με το ψευδώνυμο «Πανταχού Παρών» ήταν η Νέλλη Καλογλοπούλου. γ) Το νεανικό λεύκωμα της Καλογλοπούλου που βρίσκεται στην κατοχή μου. Είναι ένα υπαρκτό παλιό ντοκουμέντο στο οποίο τα γραπτά των φίλων της τη σκιαγραφούν και την περιγράφουν με μεγάλη ακρίβεια. δ) Τις φωτογραφίες και τις δύο ιδιόχειρες αφιερώσεις της που έχω στην κατοχή μου. Δεν αντλώ αποδεικτικά στοιχεία από τη μαρτυρία της γιατί κάποιος δύσπιστος θα μπορούσε να αμφισβητήσει την αυθεντικότητά της.

Ας έρθω λοιπόν στα αποδεικτικά στοιχεία που ταυτίζουν την Ντόρα Ρωζέττη με την Αλεξανδρινή Νέλλη Καλογλοπούλου.

Τρεις ενδείξεις

1) Για την Ντόρα Ρωζέττη υπάρχουν τρεις σημαντικές ενδείξεις ότι είναι Αλεξανδρινή: α) η αναφορά στο βιβλίο της στον παιδικό φίλο της από την Αλεξάνδρεια• β) η ιδιόχειρη αφιέρωσή της «στο μεγάλο μας Αλεξανδρινό ποιητή»• γ) το ψευδώνυμο Ρωζέττη που παραπέμπει ευθέως στην πόλη Ροζέττη της Αιγύπτου και στην περίφημη Στήλη της Ροζέττης (Rosetta Stone). H αλεξανδρινή καταγωγή τής Καλογλοπούλου αποδεικνύεται από τη ληξιαρχική πράξη θανάτου της και από πολλές συνεργασίες της στη «Διάπλαση». Το αναφέρει και ο Γρηγόριος Ξενόπουλος στο περιοδικό (21.5.1922).

2) H Ρωζέττη ήταν φοιτήτρια στην Αθήνα στο δεύτερο ήμισυ της δεκαετίας του 1920. H Καλογλοπούλου ήταν επίσης φοιτήτρια στην Αθήνα την ίδια χρονική περίοδο, όπως φαίνεται στο νεανικό της λεύκωμα.

3) H Ρωζέττη έπαιζε τένις. Και η Καλογλοπούλου έπαιζε τένις, όπως αποδεικνύεται από τη μικρή αγγελία της στη «Διάπλαση» (19.1.1929): «Ζητώ Διαπλασοπούλα για να παίζουμε τένις. Δ/σις: Νέλλη Καλογλοπούλου Poste Restante Αθήνα. Πανταχού Παρών».

4) H Ρωζέττη είχε μια φίλη Ρίτα στη Σύρο που έγραφε ποιήματα και είχε εμπλακεί σ' ένα γυναικείο έρωτα. H Καλογλοπούλου είχε φίλη την ποιήτρια Ρίτα Μπούμη στη Σύρο, που είχε μια γυναικεία σχέση για την οποία έγραψε τη σαπφική συλλογή «Τα τραγούδια στην Αγάπη» (εκδόσεις Μαυρίδη, 1930). H φιλία Καλογλοπούλου - Ρίτας Μπούμη αποδεικνύεται στο λεύκωμα όπου η ποιήτρια έχει αφιερώσει κείμενα, ποιήματα και ζωγραφιές στη φίλη της Νέλλη Καλογλοπούλου.

5) Στο βιβλίο η Ρωζέττη αυτοπεριγράφεται ως άσχημη, με χοντρά μάγουλα και κοντή. Γράφει μάλιστα: «... φιλώ ορμητικά το ντεκολτέ της εκεί ακριβώς π' ερχόντουσαν τα χείλη μου... ως εκεί που έφτανα». Παρουσιάζεται ακόμη ως αγοροκόριτσο με λίγα και κοντά μαλλιά χωρίς ίχνος κομψότητας και ατημέλητα ντυμένη. Οι φωτογραφίες τής Καλογλοπούλου που παρουσίασα και παρουσιάζω τη δείχνουν έτσι ακριβώς. Κοντή με ευτραφή μάγουλα, μάλλον άσχημη και με λίγα μαλλιά. Ενώ στο λεύκωμα οι φίλες της την ονομάζουν «αρσενικό κοριτσάκι» με κουρεμένα μαλλιά, με γραβάτα και «ξώρραφα» παπούτσια.

6) H Ρωζέττη αναφέρει τις διακοπές που έκανε σ' ένα μακρινό νησί. (Συνάγεται εύκολα ότι αυτό έγινε το καλοκαίρι του 1926.) H Καλογλοπούλου (Πανταχού Παρών) περιγράφει στη «Διάπλαση» (2.4.1927) τις καλοκαιρινές διακοπές της σ' ένα νησί. Και τα δύο κείμενα αναφέρουν «ερημιά», «αμπέλια», «ψαροκαλύβες» και «μύλους ερειπωμένους».

7) H Ρωζέττη και η Καλογλοπούλου (Πανταχού Παρών) χρησιμοποιούν πολλές κοινές χαρακτηριστικές λέξεις και εκφράσεις στα γραπτά τους, όπως: πιότερο, λευκότης, σα γαλβανισμένη, αρλούμπες, ειδωλολατρία, φαγί, ουώτερ πόλο, μούτρο - μούτρα, πατήρ - μήτηρ, δύο κροσσωτές σειρές - γραμμές (σε περιγραφή ματιών).

8) H Ρωζέττη αναφέρει τις αδελφούλες της στην πατρίδα. H Καλογλοπούλου σε μια συνεργασία της στη «Διάπλαση» (11.4.1925) αναφέρει τις μικρότερες αδελφές της Μαρίκα και Στέλλα.

9) H Ρωζέττη αναφέρει ότι ήταν καπνίστρια. Στο λεύκωμα της Καλογλοπούλου μια φίλη της γράφει γι' αυτήν: «Τσιγαράκια των φίλων ξεπαστρεύει».

10) H Ρωζέττη ήταν γλωσσομαθής. H Καλογλοπούλου αναφέρει στη «Διάπλαση» ότι σε μια εκδρομή μιλούσε στα γερμανικά με τις φίλες της και τη δασκάλα τους των γερμανικών.

11) H Ρωζέττη έγραψε το βιβλίο η Ερωμένη της (πρωτότυπη έκδοση: 1929) με την «Ψυχαρική ορθογραφία», π.χ. αφτός, τόρα κλπ. Ο Ξενόπουλος στη «Διάπλαση» (17.10.1925) σχολιάζει ένα κείμενο της Καλογλοπούλου και λέει: «Μόνο την ορθογραφία της δημοτικής θα την κάμω σύμφωνα με τη δική μου (π.χ. αυτά και όχι αφτά)»...

12) Ο Ξενόπουλος έγραψε στη «Νέα Εστία» (1.12.1929) ενθουσιώδη κριτική για το βιβλίο της Ρωζέττη η Ερωμένη της. H Καλογλοπούλου ως δραστήριο Διαπλασόπουλο είχε μακροχρόνια πνευματική σχέση με τον Ξενόπουλο.

Ο Ξενόπουλος ακόμη γράφει ως Διάπλαση με πολλή διακριτικότητα στη στήλη αλληλογραφίας (2.11.1929): «Αλήθεια, Πανταχού Παρών, ο κ. Ξ. ήθελε να σ' έβλεπε να σου πει για κάτι που του έστειλες». Είναι προφανές ότι η Νέλλη Καλογλοπούλου του είχε στείλει το βιβλίο της η Ερωμένη της και ο Ξενόπουλος ήθελε να της πει τη γνώμη του ιδιαιτέρως, λόγω του... ακατάλληλου για Διαπλασόπουλα θέματος!

13) H Ρωζέττη κρατούσε ημερολόγιο. Το βιβλίο η Ερωμένη της αποτελείται από ημερολογιακές σημειώσεις της. H Καλογλοπούλου κρατούσε κι αυτή ημερολόγιο, όπως φαίνεται από τη συνεργασία της στη «Διάπλαση» με τίτλο «Από το ημερολόγιό μου» (7.2.1925).

H σειρά των γραφολόγων

Μένει στους επαγγελματίες γραφολόγους να συγκρίνουν την αφιέρωση της Ρωζέττη στον Καβάφη (1929), την ιδιόχειρη αφιέρωση της Καλογλοπούλου πίσω από μια φωτογραφία (1952) και την αφιέρωσή της προς εμένα (1984) στη Διδακτορική Διατριβή της, να μας ανακοινώσουν τα συμπεράσματά τους και να κλείσει οριστικά η συζήτηση για το ποια ήταν η Ντόρα Ρωζέττη.

Έχει πολύ ενδιαφέρον το γεγονός ότι τόσο η αφιέρωση της Ρωζέττη στον Καβάφη όσο και η αφιέρωση της Καλογλοπούλου προς εμένα κατέχουν το πάνω πάνω δεξιό σημείο στη σελίδα τίτλου, λες και δεν υπήρχε άλλος χώρος στη σελίδα!

Στο βιβλίο "η Ερωμένη της" όσοι ενεπλάκησαν στην έκδοσή του έκαναν μερικές βασικές αλλαγές, για να μην αποκαλυφθεί η ταυτότητα των ηρωίδων του: α) Έγραψαν ότι η Ρωζέττη σπούδαζε χημεία, ενώ η Καλογλοπούλου σπούδαζε ιατρική. β) Άλλαξαν τα ονόματα των δύο ηρωίδων του, διατηρώντας ωστόσο τα ίδια αρχικά Ντόρα - Νέλλη, Λίζα - Λολίτα (η φίλη της). Αντίθετα, άφησαν χωρίς να τα αλλάξουν πολλά δευτερεύοντα ονόματα, όπως εκείνο της Ρίτας από τη Σύρο. γ) Έγραψαν ότι η Ντόρα έμενε μαζί με μια θεία της που την κηδεμόνευε, ενώ στην πραγματικότητα η Καλογλοπούλου έμενε μαζί με την κατά πολλά χρόνια μεγαλύτερη δευτερότοκη ετεροθαλή αδελφή της Σταυρούλα και κηδεμονευόταν από αυτήν (ενώ η πρωτότοκη ετεροθαλής αδελφή της λεγόταν Θεώνη). δ) Έγραψαν ότι η φίλη της Λίζα εργαζόταν σε μεγάλο γραφείο, ενώ η πραγματική φίλη της Λολίτα εργαζόταν σε τράπεζα.

Αυτές οι αλλαγές όμως αποδείχτηκαν εντελώς ανεπαρκείς στη μικρή σχετικά κοινωνία της Αθήνας του 1929 και στην ακόμη μικρότερη Πανεπιστημιακή Κοινότητα της Αθήνας με τις λίγες δεκάδες γυναικών που φοιτούσαν τότε. Έτσι γρήγορα αποκαλύφθηκε ποιες ήταν οι ηρωίδες του βιβλίου και... εγένετο σκάνδαλο.

Ανώνυμος είπε...

Oκτώ ημέρες μετά την κυκλοφορία της Ο.Π. με το αφιέρωμα στην Ντόρα Ρωζέττη, η Καθημερινή, σ’ ένα σύντομο δημοσίευμα, μας πληροφορεί για τα κεφάλαια του αφιερώματος και μας δίνει ένα μικρό απόσπασμα από την μαρτυρία της συγγραφέως:

Ντόρα Ρωζέττη: Μια ζωή κρατούσα λογοτεχνικές σημειώσεις...

Mια εποχή μακρινή αλλά σημαντική και ενδιαφέρουσα περιέχει η μαρτυρία της Nτόρας Pωζέττη, που δημοσιεύεται στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού «Oδός Πανός». H Eλένη Mπακοπούλου, που γνώρισε την πραγματική συγγραφέα του βιβλίου «H ερωμένη της» το 1983, μεταφέρει τις συνομιλίες τους και τις εκμυστηρεύσεις τους και αποκαλύπτει όχι μόνο τη συγγραφέα του, αλλά και τις συνήθειες των προσώπων της εποχής του Mεσοπολέμου. «Όταν τελικά την εντόπισα και την πρωτοσυνάντησα είδα μια κοντή γριούλα μάλλον άσχημη με κάπως αγαθή έκφραση. Eδειχνε πολύ ηλικιωμένη, περισσότερο από την πραγματική της ηλικία, και η όλη της εμφάνιση ήταν ελαφρώς ατημέλητη», σημειώνει η Eλένη Mπακοπούλου στον πρόλογο του αφιερώματος που φιλοξενεί το περιοδικό «Oδός Πανός».

Στη μαρτυρία της, η Nτόρα Pωζέττη αφηγείται: «Mια ζωή έγραφα ημερολόγιο. Δεν ήταν ένα απλό ημερολόγιο, ήταν λογοτεχνικές σημειώσεις, πώς να το πω... ένα έντεχνο ημερολόγιο. Oπως είπα, είχα έφεση στο γράψιμο από μικρή, γι’ αυτό αρχικά ήθελα να γίνω φιλόλογος. Aισθανόμουν πολύ ωραία να κρατώ μια πένα και να έχω μπροστά μου ένα χαρτί, ένα τετράδιο. Hταν το στοιχείο μου. Oι εμπνεύσεις μού έρχονταν είτε το ήθελα είτε δεν το ήθελα. E, ναι, αν είχα σπουδάσει φιλόλογος και δεν με είχε απορροφήσει η Iατρική μπορεί να είχα γίνει συγγραφέας», λέει μεταξύ άλλων.

Tο αφιέρωμα της «Oδού Πανός» περιέχει, μεταξύ άλλων, το λεύκωμα της Nτόρας Pωζέττη, ποιήματα της Pίτας Mπούμη-Παπά και τα κείμενα της Pωζέττη στη «Διάπλαση των Παίδων» με το ψευδώνυμο «Πανταχού παρών». Nα θυμίσουμε ότι το βιβλίο «H ερωμένη της» επανεκδόθηκε από τις εκδόσεις «Mεταίχμιο».

Καθημερινή - Tρίτη, 28 Φεβρουαρίου 2006

~~~~~~~~~~~~

Σημ:
Στo 12o σχόλιο, από απροσεξία, έχει περαστεί για δεύτερη φορά το άρθρο του Μανόλη Σαββίδη, που υπάρχει και στο 6ο σχόλιο της καταχώρησης. Ωστόσο θα μπορούσε να παραμείνει μιας και αμέσως μετά, στο 13ο σχόλιο, ακολουθεί η "απάντηση" της Ελένης Μπακοπούλου.

Ανώνυμος είπε...

Στο σημείο αυτό, τώρα που έχει πλέον αποκαλυφθεί το όνομα της "μυστηριώδους" συγγραφέως, αξίζει να δούμε τι έγραφε η Μικέλα Χαρτουλάρη, περί της πιθανής ταυτότητας της Ντόρας Ρωζέτη, τρεις μήνες πριν κυκλοφορήσει το τεύχος της Οδού Πανός.

Το κομμάτι αυτό είχα, σκοπίμως, παραλείψει από το δεύτερο σχόλιο της παρούσας καταχώρησης του ReyCorazón, αφού οι συζητήσεις ήταν ακόμα ήταν εν εξελίξει και οι εικασίες που διετυπώνοντο ήταν πολλές.

[...]
«Ποια κρύβεται πίσω από το ψευδώνυμο Ντόρα Ρωζέττη; Ένας άντρας; Αποκλείεται, δεν θα έγραφε έτσι. Μια γυναίκα που τρόμαξε από τις αντιδράσεις στο βιβλίο της και δεν ξανάγραψε ποτέ; Μπορεί' όμως θα καταπίεζε τέτοιο ταλέντο; H Χριστίνα Ντουνιά, ύστερα από έρευνες δύο ετών, έχει καταλήξει σε ένα διαφορετικό σενάριο: ότι πρόκειται για μια δόκιμη συγγραφέα, γνωστή στους Μεσοπολεμικούς κύκλους των διανοουμένων, που οι συνθήκες της ζωής της και η όλο και πιο συντηρητική, μετά το 1930, ελληνική (και ευρωπαϊκή) πραγματικότητα, την εμπόδισαν να αποκαλύψει την ταυτότητά της. Στο επίμετρό της όπου αναλύει τη σημασία αυτού του βιβλίου η Ντουνιά δεν δίνει όνομα, διότι δεν έχει ολοκληρώσει την έρευνά της. Έχει όμως, όπως μου έλεγε, σοβαρές ενδείξεις (καταγωγή νησιώτικη, υφολογικές και υπαρξιακές ομοιότητες, κατοπινές λογοτεχνικές ηρωίδες στις "Δύσκολες νύχτες" και στην "Κάδμω", γραφικός χαρακτήρας κ.ά.) ότι πρόκειται για τη Μέλπω Αξιώτη, 24 χρόνων το 1929, η οποία χώριζε τότε από τον Βασίλη Μάρκαρη. Όμως θα μπορούσε να είναι και μια άλλη εμβληματική συγγραφέας της Αριστεράς: η Έλλη Παπαδημητρίου, που σπούδαζε στη Γεωπονική εκείνη την εποχή, είχε γράψει ένα Σαπφικό ποίημα και είχε επαφές με την Αλεξάνδρεια. Εκεί κοντά, στη Ρωζέττη, ανακαλύφθηκε η στήλη που επέτρεψε την αποκρυπτογράφηση των ιερογλυφικών....»

Μικέλα Χαρτουλάρη
ΤΑ ΝΕΑ, Σάββατο 19 Νοεμβρίου 2005